Σε ένα κτίριο στη Βάρη, ανάμεσα σε «βουνά» από ρούχα και παιδικά παιχνίδια με προορισμό την πατρίδα τους, οι Ουκρανές μπορούν και χαμογελάνε ξανά, ενώ μιλούν για νορμάλ πράγματα που κάνανε, όπως να πάνε για ψώνια ή για μπάνιο στην παραλία.
Πρόκειται για γυναίκες που έλαβαν τη βοήθεια της οργάνωσης «Ukrainian Women in Greece» («Ουκρανές γυναίκες στην Ελλάδα»), η οποία παρέχει ψυχολογική στήριξη, υλική βοήθεια και συμβουλές (για άδειες διαμονής και εργασίας, μαθήματα ελληνικών, εγγραφή παιδιών σε σχολεία) σε γυναίκες και μητέρες από την Ουκρανία που βρέθηκαν στη χώρα μας μετά τη ρωσική εισβολή.
Εκατό μέρες μετά την έναρξη του πολέμου και χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά από τη χώρα τους, τρεις γυναίκες από τρεις μεγάλες πόλεις της Ουκρανίας περιγράφουν με δικά τους λόγια τα συναισθήματα που βίωσαν από τη διατάραξη της ειρήνης στην πατρίδα τους και από τη σκληρή απόφαση που πήραν να την εγκαταλείψουν.
Τατιάνα Λιούμπτσενκο – Μαριούπολη
Γεννήθηκα και μεγάλωσα στη Μαριούπολη από οικογένεια ελληνικής καταγωγής. Οι οικογένειες εκεί μοιάζουν με τις ελληνικές. Με τα ξαδέρφια μου μεγαλώσαμε μαζί. Κάναμε γάμους και μαζεύονταν 300 άτομα, σαν ένα χωριό ολόκληρο.
Τα παιδιά που έρχονταν να μάθουν ελληνικά στο σχολείο και στο πανεπιστήμιο της πόλης δεν ήταν μόνο ελληνικής καταγωγής. Ήταν μια μικρή όμορφη πόλη δίπλα στη Μαύρη Θάλασσα, πραγματικά ευρωπαϊκή.
Εγώ από το 2009 μένω στο Κίεβο και ήρθα αμέσως στην Ελλάδα με το που άρχισε ο πόλεμος, αλλά η αδερφή μου ήταν στη Μαριούπολη. Είχε γενέθλια στις 3 Μαρτίου και ο γιος της και ανιψιός μου έχει παράπονο ότι δεν πρόλαβε να της πάρει δώρο.
Τις πρώτες μέρες είχαμε επαφή. Οι βομβαρδισμοί ξεκίνησαν από την πλευρά της πόλης που είναι το Αζοφστάλ. Aπό τον ήχο μπορούσαν να καταλάβουν τι αεροπλάνο περνάει, τι βόμβα πέφτει, πόσο χρόνο έχουν.
Δεν υπήρχε ρεύμα και νερό. Η αδερφή μου μου είπε ότι έπαιρναν το νερό από τα καλοριφέρ και με παλιό αλεύρι ή ψωμί που είχε μαυρίσει προσπαθούσαν να φτιάξουν πίτες.
Αποφάσισαν να εγκαταλείψουν την πόλη. Για μια απόσταση που χρειάζεται κανονικά 40 λεπτά έκαναν 11 ώρες λόγω των βομβαρδισμών και της «ουράς» αυτοκινήτων. Όταν η αδερφή μου και ο ανιψιός μου έφτασαν στο σπίτι μου στη Χαλκιδική, κλάψαμε και τους έφτιαξα φαγητό. Δεν πίστευαν ότι μπορούν να το φάνε όλο.
Στην αρχή δεν τους ρωτούσα για τη Μαριούπολη. Μου είπαν ότι άνθρωποι έφευγαν από τα καταφύγια και δεν γυρνούσαν. Τα σκυλιά έτρωγαν τις σορούς που έμεναν παρατημένες στον δρόμο.
Τώρα, η Μαριούπολη δεν υπάρχει πια. Άμα θες να πας ή να φύγεις από εκεί, πρέπει να σε «φιλτράρουν». Οι κάτοικοί της δεν έχουν πού να γυρίσουν, δεν ξαναχτίζονται τα σπίτια.
Οι Έλληνες της Μαριούπολης δουλεύουν σκληρά. Δεν ξέρω πώς θα ξαναμαζευτούμε. Επί Στάλιν, είχαν προσπαθήσει να διώξουν τον πατέρα μου και να τον στείλουν στη Σιβηρία. Η ιστορία επαναλαμβάνεται.
Κατερίνα Σουμόβα – Χάρκοβο
Στις 05:15 τα ξημερώματα της 24ης Φεβρουαρίου ακούσαμε ένα μακρινό «μπαμ» σαν να ήταν καταιγίδα. Είπα στον άνδρα μου, τον Βιτάλι, ότι αυτό δεν ήταν κεραυνός. Στις 7, όταν ξύπνησαν οι τρεις κόρες μας, τους είπαμε ότι δεν θα πάμε στο σχολείο σήμερα.
Στο ενδιάμεσο, ψάχναμε πληροφορίες στο διαδίκτυο και τα social media. To πρώτο πράγμα που είδα ήταν ένα βίντεο του φιλορώσου μπλόγκερ Ανατόλι Σαρίι και μετά ένα απόσπασμα από το διάγγελμα του Πούτιν. Εκεί, έμαθα για πρώτη φορά δύο νέους όρους που δεν ήξερα ότι με αφορούν: «αποστρατιωτικοποίηση» και «αποναζιστικοποίηση».
Το βράδυ, κοιτούσαμε προσεκτικά για τις ρουκέτες έξω από τα παράθυρα χωρίς να ανάβουμε τα φώτα. Κοιμόμασταν μόνο τρεις ώρες στο υπόγειο του κτιρίου μας. Δεν κάναμε τίποτα, από το σοκ δεν πεινούσαμε και δεν τρώγαμε.
Κάθε μέρα οι βομβαρδισμοί γίνονταν όλο και πιο έντονοι. Μπορεί να συνέβαιναν κάθε 20 λεπτά και μετά να είχε 2 ώρες διάλειμμα. Πύραυλοι που δεν εξερράγησαν έπεσαν μέσα σε δύο παιδικές χαρές κοντά στο σπίτι μας. Εκεί κατάλαβα πόσο βίαιοι, ηλίθιοι και παράλογοι ήταν οι εχθροί. Δεν υπήρχαν στρατιωτικοί στόχοι στη γειτονιά μας – μόνο κατοικίες, σχολεία, παιδικοί σταθμοί, νοσοκομεία.
Στις 28 Φεβρουαρίου, χωρίς να έχουμε κάποιο σχέδιο απλά φύγαμε. Δεν ξέραμε πόσα και τι να πάρουμε μαζί. Στο πρώτο τρένο που έφυγε από τον σταθμό, το 80% ήταν ξένοι – εργαζόμενοι και φοιτητές στο Χάρκοβο.
Πήραμε το τρένο μέχρι το Ιβάνο-Φρανκίβσκ και από εκεί πληρώσαμε βανάκι για να μας πάει στα σύνορα με Ρουμανία. Μέχρι τότε, στέλναμε μικρά μηνύματα στους φίλους μας στην Ουκρανία γιατί δεν ξέραμε αν θα ζούσαμε την επόμενη μέρα. Όταν περάσαμε τα σύνορα, αναπνεύσαμε.
Στην Αθήνα φτάσαμε στις 11 Μαρτίου. Τις πρώτες μέρες είχα ακόμα βαριά καρδιά και σκέψεις, υπέφερα από αϋπνίες. Ύστερα, η κανονικότητα επέστρεψε. Κάποιοι γύρισαν στο Χάρκοβο, αλλά προχτές μάθαμε ότι δύο άμαχοι σκοτώθηκαν.
Φόβο ένιωσα μόνο για τα παιδιά μου. Κατά τ’ άλλα, κυρίως ένιωσα θυμό και απογοήτευση. Στην Ουκρανία ζούσαμε μια καλή ζωή, είμαστε μέρος της Ευρώπης. Μήπως ζηλεύουν οι Ρώσοι;
Δεν ξέραμε από πόλεμο, ήταν μια έκπληξη. Είχα διαβάσει για τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης, αλλά τώρα η Ρωσία δεν μας προστάτευσε. Ελπίζω ότι η Ουκρανία θα κερδίσει, στην ιστορία της έχει παλέψει πολλές φορές για την ελευθερία της.
Ιρίνα Τσεμπανένκο – Κίεβο
Τις πρώτες μέρες του πολέμου, η κατάσταση στο Κίεβο ήταν απρόβλεπτη. Το σπίτι μας ήταν πολύ κοντά στον Πύργο Τηλεόρασης που έπληξαν οι Ρώσοι και ο σταθμός του μετρό της περιοχής μας είχε καταστραφεί.
Στα μέσα του Μαρτίου, φύγαμε σαν τρελοί με τον άνδρα μου και πήγαμε στο εξοχικό μας στην πόλη Βασίλκοφ, 30 χιλιόμετρα από το Κίεβο. Εκεί είχαμε και τον σκύλο μας και δεν μπορούσαμε να τον αφήσουμε.
Το πιο δύσκολο ήταν το βράδυ. Στην αρχή, οι πύραυλοι έπεφταν προς το ξημέρωμα, αλλά μετά άρχισε να γίνεται αυτό όλη μέρα. Αεροπλάνα και ελικόπτερα περνούσαν συνέχεια, όλο το σπίτι έτρεμε. Μεταξύ 24 και 28 Μαρτίου, δεν βγήκαμε καθόλου από το εξοχικό μας. Το αεροδρόμιο του Βασίλκοφ βομβαρδίστηκε τρεις φορές, όπως επίσης ανατινάχθηκε και ένα διυλιστήριο σε απόσταση 10 χλμ.
Είχα ανεβάσει πίεση, δεν άντεχα άλλο. Όταν κάτι φίλοι του άνδρα μου είπαν ότι φεύγουν με αυτοκίνητο, τους είπα «πάρτε με, σας παρακαλώ, μαζί σας». Θα μπορούσα να φύγω και με τα πόδια σε αυτό το στάδιο.
Ο άνδρας και ο γιος μου που έμειναν πίσω με ρωτάνε πότε θα γυρίσω, αλλά μετά μου λένε να μη βιαστώ. Έχει ακόμα απαγόρευση κυκλοφορίας τα βράδια και κάποιες φορές για ολόκληρες μέρες. Ρώσοι σαμποτέρ κρύβονται ακόμη στα δάση, τα οποία έχουν ναρκοθετήσει.
Με τον άνδρα μου περάσαμε το Τσερνόμπιλ και δεν τρομάξαμε. Δεν μπορείς να περιμένεις ότι θα ζήσεις την κόλαση. Από την άλλη, ξέραμε την ιστορία. Όπως είπε και ο Μπίσμαρκ, σε οποιαδήποτε συμφωνία με τη Ρωσία δεν αξίζει ούτε το χαρτί στο οποίο είναι γραμμένη.