Ξημερώματα Παρασκευής, 21 Απριλίου 1967. Παραμονή Σαββάτου του Λαζάρου. Παράξενη κινητικότητα στους δρόμους της Αθήνας. Ομάδες στρατιωτών ξεχύνονται στην «καρδιά» της πόλης με τζιπ και στρατιωτικά φορτηγά. Σε λίγο ακούγονται ερπύστριες. Τανκς πλησιάζουν το κέντρο από τα βόρεια και τα βορειοανατολικά. Προσεκτικοί παρατηρητές εντοπίζουν σε μερικά από τα άρματα ομοιότητες με εκείνα που λίγες εβδομάδες νωρίτερα είχαν κατηφορίσει από τη βόρεια Ελλάδα για την παρέλαση της 25ης Μαρτίου. Είναι τα ίδια. Μετά την παρέλαση, δηλώθηκαν ως «έχοντα υποστεί βλάβη» και για την… επισκευή τους μεταφέρθηκαν στο κέντρο τεθωρακισμένων στου Γουδή, όπου επικεφαλής είναι ο ταξίαρχος Στυλιανός Παττακός.
Οι εντολές που φέρουν από τον διοικητή τους οι χειριστές των αρμάτων είναι σαφείς: «καταλάβατε τα κυβερνητικά κτήρια, Πεντάγωνο, ραδιόφωνο, ΟΤΕ, Βουλή». Σημαντική δύναμη ελαφρών αρμάτων κυκλώνει τα ανάκτορα στο Τατόι και το αεροδρόμιο. Αλλά, από τη 01.30, πριν ακόμη ξεχυθούν τα άρματα στους δρόμους, έχουν ξεκινήσει οι συλλήψεις. Στις 02.00 οι ερπύστριες βγαίνουν από τα στρατόπεδα. Μέσα σε μία ώρα, οι άνδρες της Στρατιωτικής Αστυνομίας συλλαμβάνουν τον πρωθυπουργό Κανελλόπουλο, τον Παπαληγούρα, τον αρχηγό της Ένωσης Κέντρου, Γ. Παπανδρέου, τον γιο του, Ανδρέα, τον Αλευρά, τον Ηλιού και πολλά άλλα πρόσωπα της πολιτικής ζωής και της διανόησης, τον αρχηγό της Αστυνομίας Πόλεων και αρκετούς ανώτατους αξιωματικούς των Ενόπλων Δυνάμεων, μεταξύ αυτών τους αρχηγούς ΓΕΝ, ΓΕΑ και ΓΕΣ, αντιναύαρχο Εγκολφόπουλο, αντιπτέραρχο Αντωνάκο και αντιστράτηγο Σπαντιδάκη αντίστοιχα.
Το τηλεφωνικό δίκτυο νεκρώνει. Η πόλη απομονώνεται. Το ραδιόφωνο εκπέμπει στρατιωτικά εμβατήρια, που διακόπτονται από όχι και τόσο διαφωτιστικά μηνύματα. «Προσοχή! Προσοχή! Λόγω της δημιουργηθείσης εκρύθμου καταστάσεως, από του μεσονυκτίου ο στρατός ανέλαβεν την διακυβέρνησιν της χώρας». Μία ολόκληρη χώρα πιάνεται στον ύπνο. Ένοπλοι στρατιώτες περιφέρονται στους δρόμους, αλλά για την ώρα αγνοείται από ποιον παίρνουν διαταγές. Το επόμενο ραδιοφωνικό μήνυμα κοινοποιεί ότι αναστέλλονται έντεκα άρθρα του Συντάγματος. Είναι αυτά που αφορούν τις ατομικές και πολιτικές ελευθερίες. Η εντολή δίδεται «… λόγω εκδήλου απειλής κατά της δημόσιας τάξεως και ασφαλείας της χώρας εξ εσωτερικών κινδύνων».
Σχέδιο κινηματιών στρατιωτικών, το οποίο οι ίδιοι βαφτίζουν «επανάσταση», είναι σε εξέλιξη και περιλαμβάνει Τεθωρακισμένα, Στρατιωτική Αστυνομία και Ευέλπιδες υπό τις διαταγές των διοικητών τους, ταξίαρχου Στυλιανού Παττακού, συνταγματάρχη Ιωάννη Λαδά και αντισυνταγματάρχη Δημήτριου Ιωαννίδη αντίστοιχα.
Σε λίγο η ελληνική ιστορία θα ανοίξει ένα επταετές μελανό κεφάλαιο.
«ΕΞΕΡΑΓΗ ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΟΝ ΚΙΝΗΜΑ – ΣΥΝΕΛΗΦΘΗΣΑΝ ΠΟΛΙΤΙΚΟΙ ΑΝΔΡΕΣ». Με αυτόν τον τίτλο και «καπέλο» «Την 2αν πρωινήν», προλαβαίνει να σφηνώσει ένα μονόστηλο στο πρωτοσέλιδό της της 21ης Απριλίου η εφημερίδα ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ. Μπρος στην εξέλιξη του πραξικοπήματος, οι πλαϊνές ειδήσεις καθίστανται απολύτως ανεπίκαιρες και αδιάφορες, αλλά ασφαλώς δεν υπάρχει χρόνος να ξηλωθεί ολόκληρη η σελίδα. Αυτό το μονόστηλο είναι το μόνο με την είδηση σε ορθό δημοσιογραφικό χρόνο. Ο εντός των ελληνικών συνόρων υπόλοιπος Τύπος, που έτσι κι αλλιώς δεν προλαβαίνει την επιβολή της δικτατορίας, θα φιμωθεί για χρόνια.
ΣΧΕΔΙΟ «ΠΡΟΜΗΘΕΥΣ» ΚΑΤΑ ΤΟΥ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΟΥ ΚΙΝΔΥΝΟΥ – ΑΛΛΟΙ ΤΟ ΜΕΘΟΔΕΥΟΥΝ ΚΑΙ ΑΛΛΟΙ ΤΟ ΕΚΤΕΛΟΥΝ…
Τις πρώτες πρωινές ώρες, η ηγεσία των πραξικοπηματιών σπεύδει στο Τατόι με τελεσίγραφο «ναι ή όχι στην επανάσταση» και ζητεί από τον νεαρό βασιλιά να ορκίσει την «επαναστατική κυβέρνηση». Το απόγευμα της 21ης Απριλίου ο Κωνσταντίνος… ευλογεί δια όρκου τους πραξικοπηματίες, θέτοντας ως όρο να μην αναλάβει στρατιωτικός την πρωθυπουργία, θέση στην οποία εντέλει τοποθετείται ο πιστός στο παλάτι, πρώην εισαγγελέας του Αρείου Πάγου, Κωνσταντίνος Κόλλιας, με αντιπρόεδρο της κυβέρνησης και υπουργό Άμυνας τον Γρηγόρη Σπαντιδάκη, ο οποίος αν και δεν είναι από την αρχή με το συγκεκριμένο κίνημα, προσχωρεί, ωστόσο, εύκολα.
Στο βιβλίο του- ντοκουμέντο με τίτλο «Η ΔΙΚΗ», ο δικαστής των Απριλιανών, Γιάννης Ντεγιάννης, διατυπώνει την εκτίμηση πως «δεν ήταν μόνο η αγωνία του Κωνσταντίνου για τον θρόνο, αλλά έτσι όπως ήταν ζωσμένος από τόσους αρματωμένους που δεν ήξερε μέχρι πού θα έφταναν, σάστισε, δείλιασε, φοβήθηκε. Όσοι τον συμβούλευαν να αντισταθεί, ήταν λίγοι και δεν απέκλειαν τον εμφύλιο πόλεμο. Προτίμησε την υποταγή που ήταν πιο κοντά στον χαρακτήρα του».
Προεκλογική περίοδος. Οι κάλπες έχουν ορισθεί για τις 28 Μαΐου. Είναι εποχή βαθιάς πολιτικής κρίσης. Η χώρα δεν έχει συνέλθει ακόμη από τον εμφύλιο. Έχει προηγηθεί η πτώση της κυβέρνησης Παρασκευόπουλου, που λαμβάνει μεν ψήφο εμπιστοσύνης από τα δύο μεγάλα κόμματα, την ΕΡΕ και την Ένωση Κέντρου, αλλά δεν καταφέρνει να αποκρούσει τη μερίδα των προσκείμενων στον Ανδρέα Παπανδρέου βουλευτών, οι οποίοι ζητούν επίμονα ειδική ρύθμιση με την οποία να επεκτείνεται η βουλευτική ασυλία και κατά την προεκλογική περίοδο, ώστε να αποφευχθεί η ποινική δίωξη σε βάρος του για την υπόθεση του ΑΣΠΙΔΑ (ο Ανδρέας Παπανδρέου φέρεται ως κατέχων ηγετική θέση στη οργάνωση, που σύμφωνα με καταγγελίες προσώπων του συντηρητικού χώρου, δημιουργήθηκε από αριστερούς στρατιωτικούς για να αλώσει ιδεολογικά το στράτευμα και να εκτοπίσει «εθνικόφρονες» αξιωματικούς). Τη ρύθμιση δεν αποδέχεται η ΕΡΕ και η κυβέρνηση καταρρέει. Οι προσπάθειες για σχηματισμό οικουμενικής κυβέρνησης πέφτουν στο κενό και ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος που δέχεται από τον βασιλιά την εντολή να σχηματίσει κυβέρνηση, καλείται, ανεπιτυχώς ως αποδεικνύεται πολύ σύντομα, να διαχειριστεί την κρίση.
Οι πολιτικές παρατάξεις αδυνατούν να έρθουν σε συνεννόηση, το στράτευμα έχει διαβρωθεί από τα κόμματα και τον αμερικανικό παράγοντα, αιματηρές συμπλοκές φοιτητών και αστυνομίας στους δρόμους μεγάλων αστικών κέντρων είναι σχεδόν καθημερινή υπόθεση. Από την άλλη, η «εσωτερική ενημέρωση» της ΚΥΠ ότι ενόψει των εκλογών της 28ης Μαΐου το κλίμα είναι υπέρ των προοδευτικών δυνάμεων και δη υπέρ της αριστερής πτέρυγας του Ανδρέα Παπανδρέου, φουντώνει τις ζυμώσεις στρατηγών για έγκαιρη εφαρμογή του σχεδίου «Προμηθεύς» (σχέδιο του ΝΑΤΟ για την αντιμετώπιση του κομμουνιστικού κινδύνου), ενός πραξικοπήματος του Στρατού με τις ευλογίες του παλατιού, προκειμένου να ανακοπεί η δυναμική του προοδευτικού χώρου.
Μέσα στη γενική αναταραχή, κάποιοι άλλοι αξιωματικοί, κατώτεροι, που από καιρό ετοιμάζονται πάση θυσία για πραξικόπημα, δεν χάνουν χρόνο. Βρίσκουν τρύπα και μπαίνουν… Θέλουν να «σώσουν την Ελλάδα από την απειλή του κομμουνισμού, που επικρέμεται από τον εμφύλιο ακόμα πάνω από το ταλαιπωρημένο σώμα της χώρας». Άλλωστε, η προτίμηση των Αμερικανών στους συνταγματάρχες και όχι στους στρατηγούς, σχετίζεται με τις εξελίξεις στην Κύπρο, όπου η διαρκώς επιδεινούμενη έκρυθμη κατάσταση απειλεί με ρήξη τις ελληνοτουρκικές σχέσεις κι αυτό θα έχει ως αποτέλεσμα κατάρρευση της νοτιοανατολικής πτέρυγας του ΝΑΤΟ και χτύπημα στα πλευρά των ΗΠΑ. Για τους Αμερικανούς η ομάδα των συνταγματαρχών εμφανίζεται περισσότερο «διαχειρίσιμη» στο συγκεκριμένο θέμα. Οι συνθήκες, λοιπόν, δείχνουν να ευνοούν τους κατώτερους αξιωματικούς κι όπως γράφει ο ιστορικός συγγραφέας Σπύρος Λιναρδάτος στο πεντάτομο έργο του «ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΜΦΥΛΙΟ ΣΤΗ ΧΟΥΝΤΑ», «όταν τα τανκς ξεκινήσουν είναι πολύ δύσκολο να τα σταματήσεις. Το θέμα είναι να τα προλάβεις».
Και πράγματι, τα τανκς βγαίνουν και ουδείς μπορεί πια να τα σταματήσει.
Στη μεταπολίτευση, σε πέντε συνεχή πρωτοσέλιδα υπό τον γενικό τίτλο «ΠΩΣ ΑΝΟΙΞΑΝ ΟΙ ΠΟΡΤΕΣ ΣΤΗ ΔΙΚΤΑΤΟΡΙΑ» η Ελένη Βλάχου θα δώσει το χρονικό της κατάλυσης της Δημοκρατίας, όπως εκείνη το έζησε, ξεκινώντας με την εικόνα της πόλης εκείνες τις πρώτες ώρες… «Είχα μόλις γυρίσει στην ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, που είχα αφήσει λίγες ώρες πριν, για να πάω να κοιμηθώ. Ήδη οι περισσότεροι δρόμοι ήσαν κλεισμένοι και κάναμε γύρους για να φθάσωμε στην Ομόνοια. Η διαδρομή ήταν σαν κακό όνειρο. Η πόλη είχε ήδη πάρει άλλη όψη, άλλο χαρακτήρα, άλλους ήχους. Λίγοι διαβάτες, λίγα αυτοκίνητα, στρατός παντού, σκληρές στρατιωτικές κραυγές, παραγγέλματα ανάμικτα με διαμαρτυρίες και ωργισμένες φωνές πολιτών, που δεν καταλάβαιναν γιατί δεν τους αφήνανε να πάνε σπίτια τους, νευριασμένοι οδηγοί που δεν υπακούγανε στις σύντομες, ξερές απότομες διαταγές. Κι όλα αυτά με ένα φόντο αλλόκοτο από θορύβους ανάρμοστους σε μία ήρεμη ειρηνική πόλη. Σκληροί μετάλλινοι ήχοι, βαρειά περάσματα τανκς, στρατιωτικών αυτοκινήτων, φρένα που γρύλλιζαν, θηριώδεις σκιές που ταξίδευαν, σκίζοντας τη νύχτα με διαπεραστικές κραυγές. Σα να είχε γίνει κάποιο τεράστιο λάθος, σαν ο ήχος μίας πολεμικής ταινίας να είχε μπλέξει μέσα σε ένα ντοκυμανταίρ της ζωής μίας πόλεως»
Η «ΔΙΑ ΤΗΣ ΠΕΙΘΟΥΣ»… ΚΑΘΑΡΣΙΣ ΣΤΟ ΕΑΤ ΕΣΑ – «ΑΠΛΥΤΟΙ ΜΑΚΡΥΜΑΛΛΗΔΕΣ» ΚΑΙ ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ ΣΤΟ ΣΤΟΧΑΣΤΡΟ ΤΩΝ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΑΡΧΩΝ
Οι συλλήψεις αυτό το βράδυ της ανατροπής ξεπερνούν τις 1.000 και είναι μόνον η αρχή. Από αυτούς τους πρώτους συλληφθέντες, οι διαφωνούντες στρατιωτικοί μεταφέρονται στο Πεντάγωνο, οι πολιτικοί στο Κέντρο Τεθωρακισμένων και οι κομμουνιστές διανοούμενοι και πολίτες στο γήπεδο της ΑΕΚ στη Φιλαδέλφεια και στον Ιππόδρομο. Από την επομένη ο αριθμός των συλλήψεων πολλαπλασιάζεται προοδευτικά. Η λίστα της ασφάλειας είναι μεγάλη… Σύμφωνα με τα στοιχεία της χούντας, οι συλληφθέντες ανέρχονται σε 6.509, εκ των οποίων 1.328 απολύονται τις επόμενες μέρες. Πηγές κομμάτων και ξένοι ανταποκριτές κάνουν λόγο για διπλάσιο αριθμό. Στην πλειονότητά τους, πάντως, εκείνοι που πέφτουν στα νύχια της ΕΣΑ καταλήγουν με αρματαγωγά στη Γυάρο και τη Λέρο.
«Η κυβέρνησις ελπίζει ότι η παρούσα κατάστασις δεν θα διαρκέσει επί πολύ, αλλά μόνον κατά τον αναγκαίον χρόνον, δια να εκκαθαρισθή η χώρα δια της πειθούς και όχι δια της βίας, εκ των αναρχικών και των κομμουνιστών» δηλώνει σε λίγες μέρες στο Γαλλικό Πρακτορείο Ειδήσεων ο αντιπρόεδρος της «κυβέρνησης» Σπαντιδάκης. Την ίδια ώρα, στα εφιαλτικά κρατητήρια του Ανακριτικού της Στρατιωτικής Αστυνομίας, στην ταράτσα της οδού Μουμπουλίνας, όπου στεγάζεται η Ασφάλεια, στα ξερονήσια της εξορίας και αλλού, ο διοικητής του Σώματος, ο «αόρατος δικτάτωρ» Δημήτρης Ιωαννίδης, κάνει θαύματα! Καθαρίζει τον τόπο «δια της… πειθούς» από αναρχικούς και κομμουνιστές…
«Η χώρα διέτρεχε τον έσχατον κίνδυνον να αλωθεί από τον κομμουνισμόν. Οι Έλληνες και κατά ιστορικήν παράδοσιν αλλά και κατά την βασικήν κοινωνικήν αντίληψιν και αγωγήν δεν είναι ποτέ ευεπίφοροι προς τον κομμουνισμόν» (!) έχει ανακοινώσει από τις πρώτες ώρες στο «διάγγελμά» του ο επικεφαλής των πραξικοπηματιών Παπαδόπουλος μετά την επικράτηση των τανκς.
Πλέον, στην «ασθενή χώρα που έχει μπει στο γύψο», όπως διατυπώνει ο αυτόκλητος ιατρός και «σωτήρας» της, Παπαδόπουλος, χωρίς τη συγκατάθεση των πραξικοπηματιών δεν κινείται κουνούπι… Τα πάντα περνούν από αυστηρή λογοκρισία. «Το χριστιανορθόδοξον ελληνικόν έθνος πρέπει να καθαρθεί από τη νόσο του κομμουνισμού και να παραδοθεί άσπιλον και αμόλυντον εις τους πολίτας του»…
Το δόγμα της Ελλάδος που ανήκει στους Έλληνες Χριστιανούς της (Ελλάς Ελλήνων Χριστιανών, είναι το μότο της χούντας) μετατρέπεται σε εφιάλτη για τους πολίτες των οποίων η καθημερινότητα έχει μπει στο μικροσκόπιο, ελέγχεται εξονυχιστικά και όταν δεν βρίσκεται «πρέπουσα», πίπτει ράβδος… Και της Ελλάδας οι δικτάτορες, όπως όλου του κόσμου, επιβάλλουν στρατιωτικό νόμο ακόμα και στη σκέψη. Κάθε νέο ξημέρωμα επιφυλάσσει εκπλήξεις… Μία λίστα διαταγών με ποινές σε περίπτωση μη συμμόρφωσης…
Ενδεικτικό είναι στο πρωτοσέλιδο του Σαββάτου, 6 Μαΐου του 1967, της εφημερίδας ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, δίστηλο με χτυπητό τίτλο το οποίο εφιστά την προσοχή των νέων: «Σεβασμός προς τους μεγαλύτερους – Οι σπουδασταί και οι μαθηταί υποχρεούνται να παραχωρούν τας θέσεις των εις λεωφορεία – Θα λαμβάνονται αυστηρά μέτρο δι όσους δεν θα συμμορφούνται». Προοιωνίζεται αναζωπύρωσις του περίφημου νόμου 4.000 του 1958 περί τεντιμποϊσμού. Το «εν χρω» (με την ψιλή) κούρεμα, που για καιρό πολύ είχε μπει στον πάγο, θα επανέλθει δριμύτερο. Οι «τεντιμπόηδες» θα μετονομαστούν «άπλυτοι μακρυμάλληδες», «διακονιάρηδες» και «αποδιοπομπαίοι» και, όπως θα δηλώσει ο μετέπειτα διοικητής ΕΣΑ Ιωάννης Λαδάς, ο στόχος της «χρηστής κυβερνήσεως δεν είναι να τους κόψει τα μαλλιά, αλλά να τους κόψει την νοοτροπίαν, ήτις είναι καταστρεπτική δι αυτούς και δια την Ελλάδαν» (!). Για τα επόμενα επτά χρόνια, πάντως, οι εφημερίδες θα αποδελτιώνουν κυβερνητικά ανακοινωθέντα παντός είδους απαγορεύσεων, αλλά και επιβολών, όπως εκείνη η… αριστουργηματική ανακοίνωση περί επιβεβλημένης κατανάλωσης πατάτας από τα ελληνικά νοικοκυριά τουλάχιστον δις εβδομαδιαίως, επειδή παρατηρήθηκε μη προβλεπόμενη υπερπαραγωγή προϊόντος!
Γενικώς, οι εφημερίδες αποτελούν τον μεγάλο φόβο των συνταγματαρχών. ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΚΟΣΜΟΣ και ΕΣΤΙΑ είναι στο πλευρό της «επανάστασης», αλλά όλες οι υπόλοιπες… Βεβαίως, αυτοί, οι… προασπιστές και της δημοκρατίας και της ελευθεροτυπίας, δεν είναι δυνατόν να επιβάλουν λογοκρισία, αλλά κι αν επιβάλουν, πώς γίνεται να κλείσουν τις εφημερίδες επιλεκτικά; Τα πρώτα χρόνια το κάνουν και κάποτε, κάπου στο 1969, αναγκάζονται να αναδιπλωθούν, να περιορίσουν τη λογοκρισία, τουλάχιστον για τους τύπους. Μία περίοδο προσπαθούν να στηρίξουν τα δύο δικά τους φύλλα, αλλά έτσι κι αλλιώς εκείνα είχαν πάντα ισχνή κυκλοφορία. Πάντως, τη νύχτα των τανκς οι κινηματίες δεν χάνουν καθόλου χρόνο. Στέλνουν στρατιώτες στα γραφεία της ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗΣ, της ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ και της ΑΘΗΝΑΪΚΗΣ και σταματούν στον αέρα τις όποιες εκδόσεις. «Προλάβαμε την είδηση, επειδή Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ έβγαινε στις τρεις τέσσερις το πρωί. Αυτά τα σημερινά τα τεμπέλικα που κλείνουν φύλλο οι εφημερίδες τα μεσάνυχτα και πάνε όλοι για ύπνο δεν τα είχαμε εμείς… Κάποια φύλλα πρόλαβαν και βγήκαν στα περίπτερα πριν εμφανιστούν οι στρατιώτες» θα εξηγήσει χρόνια μετά η Βλάχου.
«Για την «ΑΥΓΗ» και την «ΑΛΛΑΓΗ» είχαν… μεριμνήσει νωρίτερα οι στρατιωτικοί. Είχαν κλείσει τα γραφεία και είχαν συλλάβει με συνοπτικές διαδικασίες συντάκτες, που αναζητούσαν ακόμη και στα σπίτια τους! Όσο για την «ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ», είχε χάσει τα δύο κυριότερα στελέχη της. Ευτυχώς, υπάρχουν οι εφημερίδες του εξωτερικού κι εκείνες δεν λογοκρίνονται. Στο χρονικό διάστημα 1967 – 1974 η Ελλάδα φιγουράρει σε κάμποσα πρωτοσέλιδα, καθόλου κολακευτικά για την κυβέρνησή της…
Στις 22 Απριλίου, Σάββατο του Λαζάρου, ο Παπαδόπουλος καλεί στο γραφείο του τους διευθυντές των εφημερίδων και τους… τραβάει έναν δεκάρικο περί των ιερών σκοπών της «επαναστάσεως», η οποία τυγχάνει και της ευλογίας του βασιλέως κι επειδή -όπως επαναλαμβάνει μετ΄ επιτάσεως- «ο σκοπός είναι ιερός», από τις 24 τρέχοντος μηνός θα επιβάλει λογοκρισία. Όπερ και γίγνεται.
Μπρος στην προοπτική της… κατά παραγγελίαν δημοσιογραφίας, οι περισσότεροι εκδότες αναστέλλουν την κυκλοφορία των εφημερίδων τους. Ανάμεσά τους και η Ελένη Βλάχου. Σε μία συνάντησή του με την εκδότρια της ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗΣ και της ΜΕΣΗΜΒΡΙΝΗΣ ο Παπαδόπουλος προσπαθεί να την πείσει να κυκλοφορήσει και πάλι τα φύλλα, υποσχόμενος ότι θα σταματήσει η λογοκρισία. Προσπαθεί να την πείσει, στην αρχή με ευγένεια, ύστερα με απειλές… «Σας ορκίζομαι στον τάφο της μητέρας μου» της λέει εντέλει κι εκείνη κρατιέται την τελευταία στιγμή να μην ξεσπάσει σε γέλια. Ή σε κλάματα…
Η στιχομυθία καταλήγει ως εξής:
- Βλάχου: Θα περιμένωμε (την κατάργηση της λογοκρισίας)
- Παπαδόπουλος: Όχι! Πρέπει να εκδοθήτε αμέσως! Να δείξετε ότι πιστεύετε στην υπόσχεση που σας δίδω!».
Η εκδότρια δεν κάμπτεται. Ασφαλώς, η λογοκρισία συνεχίζεται ακάθεκτη.
«Η Αμερική δεν επεμβαίνει εις τα εσωτερικά της Ελλάδος – Ούτε έχει νόμιμον δικαίωμα να το πράξη» δημοσιεύει, σε λίγες μέρες, στο πρωτοσέλιδό της η ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, διασκεδάζοντας εντυπώσεις… Τα πολλά, πάντως, φύλλα που αρνούνται να συμμορφωθούν «προς τα υποδείξεις», παραμένουν κλειστά. Εκδότες και διευθυντές σύρονται σε δίκες. Στην πραγματικότητα, η λογοκρισία είναι αυστηρή και βασικά, ασυνάρτητη. Βλέπεις, οι επιτελείς αδυνατούν να κατανοήσουν τι είναι κακό και τι καλό για τον «ιερό σκοπό». Εντέλει, για να έχουν το κεφάλι τους ήσυχο κι αφού περνούν από κρησάρα ακόμη και τις αγγελίες των γάμων, αποφασίζουν να κόβουν το 90% των ειδήσεων!
ΤΟ ΠΡΩΤΟ ΕΥΤΡΑΠΕΛΟ ΔΗΜΟΨΗΦΙΣΜΑ – ΠΩΣ ΜΙΑ ΚΗΔΕΙΑ ΜΕΤΑΤΡΕΠΕΤΑΙ ΣΕ ΠΡΑΞΗ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗΣ
Περνούν πέντε μήνες από την επιβολή της δικτατορίας και ο Κωνσταντίνος, που έχει νομιμοποιήσει την εκτροπή, διαπιστώνει ότι έχει χάσει και τις εξουσίες του, γεγονός που του προκαλεί δυσφορία. Έχοντας ζυγίσει φιλοβασιλικούς στρατιωτικούς και… αμερικανικές βουλές, αποφασίζει να απαντήσει στο πραξικόπημα με πραξικόπημα. Το σχέδιο περιλαμβάνει αιφνιδιαστική μετάβαση του βασιλιά στη Θεσσαλονίκη, κινητοποίηση του «μιλημένου» Γ΄ Σώματος Στρατού, διακοπή των επικοινωνιών και σε συνεννόηση με τη στρατιά της Λάρισας, κάθοδο αρμάτων στην πρωτεύουσα. Ο Κωνσταντίνος μεταβαίνει την προγραμματισμένη μέρα στη Βόρεια Ελλάδα, αλλά όλα πάνε στραβά. Η τουρκική απειλή έχει εκτοπίσει τον όγκο του στρατού στη Θράκη και η Θεσσαλονίκη είναι άδεια. Επιπλέον, το μυστικό σχέδιο δεν είναι πια και τόσο μυστικό… Έχει γίνει «φέιγ βολάν» από κάμποσα λαλίστατα πουλάκια του στρατού και ασφαλώς έχει φτάσει και στα αφτιά των δικτατόρων. Οι κατώτεροι αξιωματικοί εξουδετερώνουν τους φιλοβασιλικούς γαλονάδες και μπροστά στο ενδεχόμενο αιματοχυσίας, ο Κωνσταντίνος παίρνει τη γυναίκα του και πετάει για τη Ρώμη.
Η δικτατορία ισχυροποιείται. Ο έως τότε υφυπουργός Άμυνας Γ. Ζωιτάκης τοποθετείται στη θέση του αντιβασιλέως και ο Παπαδόπουλος εκτοπίζει τον Κόλλια και αυτοχρίζεται πρωθυπουργός. Σε μία προσχηματική προσπάθεια συνταγματικής νομιμοποίησης του καθεστώτος – μασκαράτα καλείται ο λαός σε δημοψήφισμα. Οι Έλληνες πρέπει να αποφασίσουν με ένα ΝΑΙ ή ένα ΟΧΙ αν αποδέχονται το σχέδιο Συντάγματος, που παρουσιάζουν οι «επαναστάτες». Από την «ελεύθερη επιλογή» αποκλείονται οι πολιτικοί κρατούμενοι. Οι λοιποί ψηφοφόροι πρέπει να επιλέξουν σε στρατοκρατούμενο περιβάλλον με τα ΝΑΙ και τα ΟΧΙ -τα οποία πρέπει οι ίδιοι να πάρουν από τον πάγκο- τοποθετημένα σε απόσταση μεταξύ τους, γεγονός που γεννά κινδύνους… Οι πολίτες, φοβούμενοι ότι θα «καρφωθούν» διασχίζοντας την απόσταση από το ΝΑΙ ίσαμε το ΟΧΙ, επιλέγουν το κοντινότερο ΝΑΙ και το ρίχνουν στην κάλπη! Από την κάλπη βγαίνουν τα ΝΑΙ σε ποσοστό 92,2% ! Ένας ακόμα τραγέλαφος της χούντας τσαλαπατάει το ισχυρότερο όπλο του πολίτη: την ελεύθερη βούληση, την ελεύθερη επιλογή.
Τα ξένα κράτη προσανατολίζονται σε μια νέα πραγματικότητα και καθώς ο βασιλιάς δεν συγκροτεί εξόριστη κυβέρνηση, προχωρούν στη δημιουργία «λειτουργικών σχέσεων» με τη «νομιμοποιημένη» χούντα. Φυσικά και οι ΗΠΑ…
Αλλά στην Ελλάδα, η επιβλητική παρουσία των Ενόπλων Δυνάμεων, τα διαρκή εθνικοχριστιανικά μηνύματα μέσω της ξερής ανατριχιαστικής φωνής του αρχιδικτάτορα από ραδιοφώνου και νεότευκτης τηλεόρασης (σαν «χαρακτήρα δεύτερο, βγαλμένο από κακή ελληνική ταινία, με φωνή αντιπαθητική, σφραγισμένη με πρόστυχη δολιότητα» τον χαρακτηρίζει η Βλάχου) όπου το πρόγραμμα ανοίγει και κλείνει με το έμβλημα της χούντας -τον στρατιώτη μπροστά στον αναγεννώμενο από τις στάχτες του φοίνικα- η «διακριτική» παρουσία των ΕΣΑτζήδων με τα περιβραχιόνια, ή και χωρίς αυτά, στις γωνιές των αστικών δρόμων, προσθέτουν φόβο στην ανασφάλεια. Ένας λαός, που διαπότισε την ανθρωπότητα με τον άνεμο της δημοκρατίας και της ελευθερίας, μπαίνει για πολλοστή φορά στην ιστορία του σε καθεστώς ζόφου. Οι πολίτες συνδυάζουν τη στρατιωτική στολή με τον τρόμο. Ένστολος αξιωματικός που μεταβαίνει σε ορεινό χωριό της Ηπείρου πιάνει συζήτηση μέσα στο λεωφορείο με χωρικούς. «Πώς περνάτε στο χωριό σας;» τους ρωτά και παίρνει την ενθουσιώδη απάντηση: «Μια χαρά. Είμαστε ευχαριστημένοι και με το παραπάνω. Έχουμε όλα τα καλά». Συνεχίζοντας τις ερωτήσεις και καθώς ο άνδρας αναφέρεται σε μεμονωμένες κρατικές παροχές, που από τις απαντήσεις καταλαβαίνει ότι απουσιάζουν από το χωριό, στρέφεται αγανακτισμένος στους χωρικούς: «Τότε, τι στον διάολο καλά περνάτε;». «Να, ξέρετε, σας είδαμε με τη στολή και….».
Στις 21 Απριλίου του 1968, πρώτη επέτειο του πραξικοπήματος, ανήμερα Πάσχα, από το BBC ακούγεται η φωνή του Γεώργιου Παπανδρέου. Ο τελευταίος εκλεγμένος πρωθυπουργός της χώρας, Γ. Παπανδρέου, έχει μαγνητοφωνήσει στην Ελλάδα μήνυμα και το έχει φυγαδεύσει στο Λονδίνο, απ΄ όπου μεταδίδεται: «Η ημέρα της Αναστάσεως του Κυρίου συμπίπτει εφέτος με την επέτειον της Σταυρώσεως του Λαού μας. Η δικτατορία συντάσσει το Σύνταγμα της Δημοκρατίας! Εις την τυραννίαν προσθέτει και τον εμπαιγμόν […] απευθύνομαι προς τον ελεύθερον κόσμον. Είχομεν ελπίσει, έπειτα από τον δεύτερον παγκόσμιον πόλεμον, ότι ο φασισμός είχεν οριστικώς συντριβεί και ότι δεν ηδύνατο πλέον να εμφανισθή τουλάχιστον εις την Ευρώπην. Και όμως συνέβη. Και αποτελεί εντροπή δι ημάς ότι έκαμε την αρχήν από την πατρίδα μας την Ελλάδα, την κοιτίδα της Δημοκρατίας. Δια τούτο απευθύνομαι προς τον ελεύθερον κόσμον, τους λαούς και τας κυβερνήσεις του. Ζητούμεν και την ιδική των αλληλεγγύην και συμπαράστασιν. Και μια διεθνής απομόνωσις, και πολιτική και οικονομική, της χούντας θα οδηγήση εις την άμεσον κατάρρευσίν της. Και αυτήν επικαλούμεθα εξ ονόματος του υποδούλου ελληνικού λαού τον οποίον εκπροσωπούμεν».
Από την πρώτη στιγμή του καθεστώτος χτίζεται αντίσταση. Οργανώσεις επί οργανώσεων, μεθοδεύουν την πτώση της χούντας τονώνοντας με κάθε τρόπο το ηθικό του ελληνικού λαού. Η πλειονότητα του πολιτικού κόσμου και των διανοουμένων του τόπου κρίνουν, κατακρίνουν και φροντίζουν να γνωστοποιούν τις θέσεις τους. Η αποφασιστικότερη οργάνωση χτυπά απευθείας στο ψαχνό. Ο επικεφαλής της, Αλέκος Παναγούλης, με ένα παράτολμο σχέδιο επιχειρεί να σκοτώσει τον δικτάτορα Παπαδόπουλο. Αποτυγχάνει και σύρεται σε έκτακτο στρατοδικείο, μαζί με είκοσι συντρόφους του.
Οι πυρήνες αντίστασης πολλαπλασιάζονται, όχι ατιμώρητα. Τα στρατοδικεία ασφυκτιούν. (Όπως θα καταθέσει αργότερα ο δικαστής Ντεγιάννης, τα έκτακτα στρατοδικεία δίκασαν 2.254 όχι άτομα, αλλά υποθέσεις, για «αδικήματα σε βάρος του καθεστώτος»!).
Όσο οι δικτάτορες δικάζουν, καταδικάζουν, φυλακίζουν, βασανίζουν και εξορίζουν «αντιδραστικά στοιχεία», όσο απολύουν ως «μη νομιμόφρονες» χιλιάδες δημοσίους υπαλλήλους και εκπαιδευτικούς, όσο προσπαθούν να καθυποτάξουν το θεριό, τόσο εκείνο αντιστέκεται και δυναμώνει. Ο λαός ενθαρρύνεται να σηκώσει κεφάλι. Η πρώτη μαζική εκδήλωση αντίστασης στο καθεστώς είναι η κηδεία του Γεωργίου Παπανδρέου, στις 3 Νοεμβρίου του 1968. Παρά τις απαγορεύσεις των χουντικών, μία ατελείωτη μυρμηγκιά ανθρώπων συνοδεύει τον Γέρο στην τελευταία του κατοικία.
Σε λίγους μήνες, ο νομπελίστας ποιητής Γιώργος Σεφέρης μαγνητοφωνεί δήλωση, με αφορμή την εθνική επέτειο της 25ης Μαρτίου. Δρα κατά τον ίδιο τρόπο με τον Παπανδρέου. Η κασέτα με τη δήλωση ταξιδεύει μυστικά στο Λονδίνο και εκεί, το μήνυμα μεταδίδεται από την ελληνική υπηρεσία του BBC με αναμετάδοση από τον ραδιοφωνικό σταθμό του Παρισιού και τη «Ντόιτσε Βέλε». Λέγει ο ποιητής:
«… Κλείνουν δύο χρόνια που μας έχει επιβληθεί ένα καθεστώς ολωσδιόλου αντίθετο με τα ιδεώδη για τα οποία πολέμησε ο κόσμος μας και τόσο περίλαμπρα ο λαός μας στον τελευταίο παγκόσμιο πόλεμο. Είναι μία κατάσταση υποχρεωτικής νάρκης, όπου, όσες πνευματικές αξίες κατορθώσαμε να κρατήσουμε ζωντανές με πόνους και με κόπους, πάνε κι αυτές να καταποντισθούν μέσα στα ελώδη στεκάμενα νερά. Δε θα μου ήταν δύσκολο να καταλάβω πως τέτοιες ζημιές δε λογαριάζουν παρά πολύ για ορισμένους ανθρώπους. Δυστυχώς, δεν πρόκειται μόνο γι αυτόν τον κίνδυνο. Όλοι πια το διδάχτηκαν και το ξέρουν πως στις δικτατορικές καταστάσεις, η αρχή μπορεί να μοιάζει εύκολη, όμως η τραγωδία περιμένει, αναπότρεπτη στο τέλος. Το δράμα αυτού του τέλους μάς βασανίζει συνειδητά ή ασυνείδητα όπως στους παμπάλαιους χορούς του Αισχύλου. Όσο μένει η ανωμαλία, τόσο προχωρεί το κακό.
Είμαι ένας άνθρωπος χωρίς κανένα απολύτως πολιτικό δεσμό και, μπορώ να το πω, μιλώ χωρίς φόβο και χωρίς πάθος. Βλέπω μπροστά μου τον γκρεμό, όπου μας οδηγεί η καταπίεση που κάλυψε τον τόπο. Αυτή η ανωμαλία πρέπει να σταματήσει. Είναι εθνική επιταγή. Τώρα ξαναγυρίζω στη σιωπή μου. Παρακαλώ τον Θεό να μη με φέρει άλλη φορά σε παρόμοια ανάγκη να ξαναμιλήσω».
«Η κυβέρνησις έγινε τυραννικότερη, η αυθαιρεσία έγινε καθεστώς και η αγανάκτησις του λαού απεκορυφώθη» δηλώνει από το εξωτερικό, όπου βρίσκεται ο πρ. πρωθυπουργός Κ. Καραμανλής, λίγο πριν την αποπομπή της χώρας από το Συμβούλιο της Ευρώπης, όπου -όπως σημειώνει ο ίδιος- η Ελλάδα θεωρείται «λέπρα»…
Ως το 1970 οι κινηματίες συνειδητοποιούν ότι όσες τρύπες κι αν παλεύουν να βουλώσουν, άλλες τόσες θα βρίσκονται να αναδύουν τη βρώμα του καθεστώτος τους. Καταλαβαίνουν ότι η φίμωση του Τύπου δεν έχει κανένα νόημα. Τα έδρανα των κατηγορουμένων, που γεμίζουν με εκδότες και διευθυντές, δεν καταφέρνουν να προσθέσουν πόντους στις… κοινωνικές τους μετοχές και οι εφημερίδες που λιβανίζουν νυχθημερόν το κυβερνητικό έργο κάθε άλλο παρά υπηρεσία στην υπόθεση της «επανάστασης» προσφέρουν.
Από τις αρχές του ΄70, η λογοκρισία αίρεται μερικώς. Οι συνταγματάρχες κάνουν κάτι εξυπνότερο… Αφήνουν την κρίση στους διευθυντές και αλίμονο σε όποιον αψηφά την εντολή! Ωστόσο, πάντα υπάρχει τρόπος να περάσεις το μήνυμα που θέλεις… Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση εφημερίδας, η οποία δημοσιεύει φωτογραφία του Ζωιτάκη να διαβαίνει το κατώφλι του κινηματογράφου «Παλλάς», όπου προβάλλεται το έργο «Έγκλημα και τιμωρία», που είναι και ο τίτλος της είδησης! Σε άλλο σημείο, όπου φιλοξενείται μία ακόμη «ιερά υπόδειξις» της κυβέρνησης με τίτλο «γονείς, προσέχετε τα βιβλία που διαβάζουν τα παιδιά σας!», «εντελώς τυχαίως» η διπλανή είδηση έχει τίτλο «κυκλοφόρησε το “Πιστεύω” του Γεωργίου Παπαδοπούλου»!
«ΑΠΟΛΥΟΝΤΑΣ ΤΟΝ ΒΑΣΙΛΙΑ» – Ο ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ ΣΤΟ ΠΡΩΤΟΣΕΛΙΔΟ ΤΟΥ TIME
Ο Παπαδόπουλος, που έχει συγκεντρώσει στο πρόσωπό του το μεγαλύτερο κομμάτι της πολιτικής δύναμης, προκαλώντας δυσφορία στο εσωτερικό του καθεστώτος, είναι πλέον αποφασισμένος να προχωρήσει σε μία μερική, ασφαλώς ελεγχόμενη, πολιτικοποίηση του τοπίου και μία κατ΄ επίφαση δημιουργία πολιτικών ελευθεριών. Στο μεταξύ, στριμώχνει όλο και περισσότερο στη γωνία τους συνεργάτες του, παρέχοντάς τους πολιτικές θέσεις με στόχο να τους αποκόψει από το στράτευμα. Στην αρχή τους δίνει θέσεις γενικών γραμματέων και ύστερα υπουργικούς θώκους, ώστε να παραιτούνται από τις ένστολες αξιώσεις τους. Αλλά ο δρόμος προς τη «φιλελευθεροποίηση» δεν αρέσει καθόλου σε κάποιους παράγοντες του καθεστώτος, που νοσταλγούν τα πρώτα χρόνια της δικτατορίας. Από την άλλη, πώς είναι δυνατόν μία δικτατορία που επιβάλλεται δια των τανκς, που έχει μουτζουρώσει το φιλελεύθερο και δημοκρατικό παρελθόν μιας χώρας, που έχει σύρει στα βασανιστήρια χιλιάδες πολίτες, να αξιώνει τώρα να πάρει λαϊκή έγκριση; Τα πρώτα μέτρα της φιλελευθεροποίησης και η αδυναμία νομιμοποίησης του καθεστώτος από τον λαό, οδηγούν σε έκρηξη αντιδράσεων με ευρεία λαϊκή συμμετοχή. Το 1973 είναι μία ιδιαίτερα ταραχώδης χρονιά. Τον Φεβρουάριο, περίπου 1.000 φοιτητές καταλαμβάνουν τη Νομική Σχολή της Αθήνας και τον Μάιο το Κίνημα του Ναυτικού αφαίρει ακόμη περισσότερους πόντους από τους δικτάτορες. Στις αρχές του Ιουνίου, ο Παπαδόπουλος προσπαθεί να ανακτήσει το χαμένο έδαφος καταργώντας τη μοναρχία με μία πράξη υπουργικού συμβουλίου. Στις 11 Ιουνίου του 1973, το περιοδικό «ΤΙΜΕ» βγαίνει με τον «Greece΄s President Papadopoulos» (πρόεδρο της Ελλάδας, Παπαδόπουλο) στο πρωτοσέλιδο και πλάγιο χτύπημα «FIRING THE KING» («απολύοντας τον βασιλιά»).
Το καλοκαίρι πια ο Παπαδόπουλος, αναγνωρίζοντας την αδυναμία του καθεστώτος, αναθέτει την πρωθυπουργία στον παλαίμαχο πολιτικό Σπύρο Μαρκεζίνη, προκειμένου να οδηγήσει τη χώρα στην πολιτική ομαλότητα. Εξαγγέλλει κι ένα δεύτερο δημοψήφισμα για την επισημοποίηση της κατάργησης της μοναρχίας και την εγκαθίδρυση της αβασίλευτης προεδρικής δημοκρατίας, οπότε φυσικά θα τοποθετήσει τον εαυτό του στη θέση του προέδρου της Δημοκρατίας. Με επίσης… ύποπτη πλειοψηφία οι συμμετέχοντες και πάλι… επικυρώνουν με το ΝΑΙ τους το πλάνο της «κυβέρνησης»… Η συμμετοχή στο δημοψήφισμα φτάνει το 85,5%. Από τους ψηφοφόρους 78 στους 100 τάσσονται υπέρ του ΝΑΙ και 21 υπέρ του ΟΧΙ! Την επομένη, με μία εμπνευσμένη μαντινάδα, που βάζει στο στόμα του κρητικού ήρωά του, ο σκιτσογράφος της ΒΡΑΔΥΝΗΣ Βασίλης Χριστοδούλου σατιρίζει… «Μαθές δεν εματάγινε τέτοιο κουτί ρημάδι ΟΧΙ να ρίχνεις το πρωί να βγαίνει ΝΑΙ το βράδυ…».
Ο Παπαδόπουλος μεταφράζει το μήνυμα και του δεύτερου δημοψηφίσματος, το οποίο διεξήχθη στο γνωστό πια κλίμα βίας και νοθείας, κατά το δοκούν, καθώς ακόμη κι αυτή η ηθελημένη θετική ψήφος δεν αποτελεί απαραιτήτως έγκριση της δικτατορίας, αλλά το πιθανότερο απόρριψη της μοναρχίας. Τότε αποφασίζει να δείξει το… δημοκρατικό του πρόσωπο αίροντας τον στρατιωτικό νόμο και χορηγώντας γενική αμνηστία στους πολιτικούς κρατουμένους. Αλλά ύστερα από τόσα χρόνια καταπίεσης, η έκρηξη αντιδικτατορικών διαδηλώσεων θεωρείται μάλλον αναμενόμενη και η εξέγερση του Πολυτεχνείου είναι η κορυφαία από αυτές. Ένας συνδυασμός φόβου, ερασιτεχνισμού, σπασμωδικών κινήσεων και ασυνεννοησίας οδηγεί στη βίαιη καταστολή της φοιτητικής αντίδρασης με το στρατιωτικό τανκ υπό τις διαταγές απευθείας του «προέδρου της Δημοκρατίας» να γκρεμίζει την πύλη του Ιδρύματος και να πυροδοτεί έναν νέο κύκλο τρόμου και αίματος, τον οποίο αυτή τη φορά ενορχηστρώνει ο «αόρατος δικτάτωρ» Δημήτρης Ιωαννίδης. Κατώτεροι αξιωματικοί, απογοητευμένοι από τη χούντα του ΄67 συσπειρώνονται γύρω από τον συνωμοτούντα διοικητή της ΕΣΑ, τον μόνο στρατιωτικό, που δεν έχει «ξηλώσει» ο Παπαδόπουλος.
Μέσα στον γενικό πανικό, ο Ιωαννίδης βρίσκει την ευκαιρία να γκρεμίσει τον μέντορά του από το … θρόνο του, ενθαρρυμένος από τις… νουθεσίες των Αμερικανών και συνεπικουρούμενος από τον διοικητή της 1η Στρατιάς, αντιστράτηγο Φαίδωνα Γκιζίκη, και με εφόδια τον μισανθρωπισμό, την ανοησία, την απρονοησία και την ανικανότητα να οδηγήσει τα πράγματα στην εισβολή του Αττίλα και την κατοχή του βορείου τμήματος της Κύπρου. Μετά τη διαλυτική θητεία της χούντας του Παπαδόπουλου, έχοντας πια αποδυναμώσει εντελώς τη λειτουργία της χώρας και φέροντας στα χέρια το αίμα της Κύπρου, Ιωαννίδης και οι συν αυτώ καλούν τους πολιτικούς αρχηγούς και τους παραδίδουν το κουρελιασμένο σώμα της Ελλάδας.
Το δύσκολο έργο της αποκατάστασης της πολιτικής ομαλότητας αναλαμβάνει ο πρώην πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Καραμανλής ως επικεφαλής ενός συμβουλίου «Εθνικής Σωτηρίας», ο οποίος καλείται και καταφθάνει εσπευσμένα από το Παρίσι.
Δικαστήρια οδού Σανταρόζα. Μεγάλη ισόγεια αίθουσα. Οι χουντικοί δικάζονται. Στις 23 Αυγούστου το 1975 ύστερα από ακροαματική διαδικασία ενός μηνός, 24 απόστρατοι αξιωματικοί, που στριμώχνονται στο εδώλιο για τα αδικήματα εσχάτης προδοσίας και στάσης θα ακούσουν τις βαριές ποινές τους και 20 από αυτούς θα οδηγηθούν στις φυλακές, όπου οι περισσότεροι από αυτούς θα αφήσουν την τελευταία τους πνοή.
Θα περάσει καιρός έως ότου η Ελλάδα καταφέρει να σταθεί και πάλι στα πόδια της.