Από μια κλωστή κρέμεται η πορεία των ερευνών υδρογονανθράκων στη Δυτική Ελλάδα, καθώς οι εξελίξεις των τελευταίων ωρών φαίνεται πως είναι καταιγιστικές, με τα ΕΛΠΕ να βρίσκονται σε φάση επανεξέτασης και αναθεώρησης του προγραμματισμού τους.
Οπως πληροφορείται η «Π», το βράδυ της Πέμπτης συνεδρίασε το διοικητικό συμβούλιο της εταιρείας, όπου έγινε μια συνολική αποτίμηση της μέχρι σήμερα κατάστασης, σε συνδυασμό με τις εξελίξεις που υπάρχουν στο εσωτερικό και τις διεθνείς τάσεις της βιομηχανίας εξορύξεων και των τιμών του «μαύρου χρυσού».
Στα δημοσιογραφικά γραφεία διέρρευσε χθες ως πληροφορία, ότι διαφαινόμενη πρόθεση του ομίλου των ΕΛΠΕ είναι να αποχωρήσει από τρία οικόπεδα, για τα οποία έχει εξασφαλίσει δικαιώματα έρευνας για τα επόμενα χρόνια.
Πρόκειται για τις χερσαίες παραχωρήσεις της ΒΔ Πελοποννήσου (Αχαΐα – Ηλεία) και της Αρτας – Πρέβεζας, όπου τα ΕΛΠΕ είναι ο αποκλειστικός μισθωτής με το 100%, ενώ σε σκέψεις εμφανίζεται να βρίσκεται η εταιρεία και για την θαλάσσια παραχώρηση του Δυτικού Πατραϊκού, όπου είναι «χειριστής» με το 50% και το υπόλοιπο 50% να έχει περάσει στην Energean Oil & Gas, μετά την εξαγορά του χαρτοφυλακίου της Edison.
Πηγές των ΕΛΠΕ επιβεβαίωσαν στην «Π» την επίμαχη συνεδρίαση του ΔΣ του ομίλου, όμως, διέψευσαν ότι ελήφθησαν αποφάσεις επί των συγκεκριμένων θεμάτων, τα οποία ωστόσο συζητήθηκαν.
«Η εταιρεία επεξεργάζεται τα θέματα αυτά και όταν έχουμε κάτι επίσημο να πούμε, θα το ανακοινώσουμε» ήταν η ουδέτερη δήλωση που έγινε στην «Π», για τις διαρροές που υπήρξαν και οι οποίες όπως τόνισαν οι ίδιες πηγές, δεν προήλθαν από τους κόλπους της εταιρείας.
Οπως είναι φυσικό στα δημοσιογραφικά γραφεία επικρατούσε χθες αναβρασμός, ενώ η Ελληνική Εταιρεία Διαχείρισης Υδρογονανθράκων (ΕΔΕΥ) με την οποία επικοινώνησε χθες η «Π», αρνήθηκε να κάνει οποιοδήποτε σχόλιο, περιμένοντας πρώτα μια επίσημη τοποθέτηση από τα ΕΛΠΕ.
Σύμφωνα με τις ίδιες πληροφορίες, τα ΕΛΠΕ φέρονται να εξετάζουν ως οικονομικά ασύμφορη τη διενέργεια ερευνών στις δύο χερσαίες παραχωρήσεις, ενώ προβληματίζονται και για αντιδράσεις ομάδων τοπικών κοινωνιών, αλλά και σειρά γραφειοκρατικών εμποδίων που δείχνουν απροθυμία στήριξης του εγχειρήματος από την Πολιτεία.
Επιπλέον, προβάλλεται ως δικαιολογία το δύσκολο επενδυτικό περιβάλλον λόγω της πανδημίας του κορονοϊού και η ρευστή κατάσταση που επικρατεί στις διεθνείς αγορές με τις τιμές του πετρελαίου.