Στις 182 ανέρχονται οι περιπτώσεις απατών και πλαστογραφιών μέσω ηλεκτρονικών πωλήσεων αυτοκινήτων και αγροτικών εργαλείων, της μεγάλης «μπίζνας» που είχαν στήσει μέλη εγκληματικής οργάνωσης που δραστηριοποιείτο ανά την ελληνική επικράτεια από το 2020 (Νοέμβριο), αποκομίζοντας πάνω από 800.000 ευρώ και εξαρθρώθηκε από την Ασφάλεια Πάτρας.
Συνολικά συνελήφθησαν 12 άτομα, μεταξύ των οποίων 3 ηγετικά στελέχη και έχουν ταυτοποιηθεί τα πλήρη στοιχεία ακόμα 18 μελών και 120 δικαιούχων τραπεζικών λογαριασμών, που έναντι αμοιβής παρείχαν στην οργάνωση τις τραπεζικές τους κάρτες προκειμένου να πραγματοποιούν τις διατραπεζικές συναλλαγές με τα θύματα τους.
Σε βάρος των σχηματίστηκε, κακουργηματικού χαρακτήρα, δικογραφία για τα κατά περίπτωση αδικήματα της σύστασης και συμμετοχής σε εγκληματική οργάνωση, της κατ΄ εξακολούθηση διάπραξης απατών και πλαστογραφιών τετελεσμένες και σε απόπειρα και της παράβασης του νόμου για τα όπλα.
ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ
Οι άνδρες της Ασφάλειας Πατρών, «δούλευαν» την υπόθεση για τουλάχιστον επτά μήνες αξιοποιώντας στοιχεία και πληροφορίες που τους οδήγησαν στους δράστες και την κατάλληλη στιγμή επενέβησαν. Συγκεκριμένα χθες σε ευρείας κλίμακα αστυνομική επιχείρηση που πραγματοποιήθηκε ταυτόχρονα σε Αχαΐα (Πάτρα- Αίγιο) και Κορινθία εγκέφαλοι και «δορυφόροι» εντοπίστηκαν και μεταφέρθηκαν στο Αστυνομικό Μέγαρο της Ερμού. Πρόκειται για Ρομά (τσιγγάνους) που είχαν έδρα το Ζευγολατιό Κορινθίας.
ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ
Τα μέλη της οργάνωσης αναρτούσαν προς πώληση μέσω διαδικτυακών ιστοσελίδων, αγγελίες αυτοκινήτων, μοτοσικλετών, γεωργικών μηχανημάτων και τροχόσπιτων. Εντόπιζαν αγγελίες από γνωστή ιστοσελίδα πώλησης οχημάτων, τις αναρτούσαν σε δικό τους ιστότοπο κάνοντας σημαντική έκπτωση στη τιμή προκειμένου να «τσιμπήσουν» τα υποψήφια θύματα τους.
Οι ενδιαφερόμενοι αγοραστές, επικοινωνούσαν με μέλος της οργάνωσης, ο οποίος τους έπειθε στο πλαίσιο της αγοραπωλησίας να καταθέσουν χρήματα σε τραπεζικούς λογαριασμούς, τρίτων προσώπων που κατείχαν τις τραπεζικές κάρτες και στη συνέχεια τα αποσπούσαν μέσω της εφαρμογής λεπτά στο λεπτό, χωρίς ωστόσο να τους παραδίδουν τα οχήματα.
Επιπλέον, άλλο μέλος εντόπιζε ιδιώτες που αναρτούσαν αγγελίες πώλησης οχημάτων σε σελίδες του διαδικτύου, παραθέτοντας στα θύματα πλαστά παραστατικά μεταφοράς – πληρωμής χρηματικού ποσού, που δήθεν εκ παραδρομής κατέθεταν, μεγαλύτερου από το συμφωνηθέν ποσό και στη συνέχεια οι δράστες, απέστελλαν στους παθόντες μέσω εφαρμογής κοινωνικής δικτύωσης τα πλαστά παραστατικά, με το πρόσχημα λανθασμένης καταβολής χρηματικών ποσών, ζητώντας την διαφορά. Σε κάποιες μάλιστα περιπτώσεις εμφανίζονταν με την ιδιότητα αυτοδιοικητικών προσώπων που επιθυμούσαν να αγοράσουν αυτοκίνητα από ιδιώτες πωλητές.
Τα μέλη της εγκληματικής οργάνωσης μετέφεραν τα χρηματικά ποσά, σε τραπεζικούς λογαριασμούς τρίτων πρόσωπων, προκειμένου να εξαφανίζουν τα ίχνη της συναλλαγής, ενώ για τις επικοινωνίες τους με τα θύματα, επίσης χρησιμοποιούσαν αριθμούς κινητών τηλεφώνων τρίτων προσώπων.
Πελοπόννησος