Συγκλονιστικά είναι τα στοιχεία της δικογραφίας για τη δολοφονία της Γαρυφαλλιάς Ψαρράκου, από τον Δημήτρη Βέργο στη Φολέγανδρο. Ο δράστης είχε προσπαθήσει να αναστείλει την ανακριτική διαδικασία προβάλλοντας ψυχιατρικά προβλήματα, ζητώντας να μπει σε δημόσιο ψυχιατρείο προκειμένου να εξεταστεί, λίγες ώρες πριν την κύρια ανάκρισή του στις 22 Ιουλίου και ενώ είχε ήδη πάρει 48ωρη προθεσμία για να απολογηθεί.
Όπως αποκαλύπτει το protothema.gr ο 30χρονος προγραμματιστής ανέφερε στην αίτησή του το ιατρικό ιστορικό του ισχυριζόμενος ότι είχε διαγνωσθεί με διπολική διαταραχή. Συγκεκριμένα ανέφερε: «Το έτος 2014 σε ηλικία 23 ετών άρχισα να έχω παραισθήσεις και να διακατέχομαι από παρανοϊκές και έμμονες ιδέες, όπως ότι υπάρχουν παντού στο σπίτι εγκατεστημένες κάμερες μέσω των οποίων παρακολουθούμαι από αγνώστους, ότι δεν είμαι βιολογικό παιδί των γονέων μου, αλλά υιοθετημένος κ.α. Την περίοδο αυτή δεν έβγαινα από το σπίτι, είχα απομονωθεί πλήρως από τους φίλους μου και ζούσα στο δωμάτιό μου με κλειστά παράθυρα και συνήθως χωρίς φως» αναφέρει στο έγγραφο που κατέθεσε στον τακτικό ανακριτή στις 22 Ιουλίου.
Ο δράστης ισχυρίστηκε ότι επειδή μιλούσε συνέχεια στους γονείς του για συνωμοσίες εις βάρος του, ανησύχησαν και τον πήγα σε ψυχίατρο στην Κόρινθο όπου του χορήγησε φαρμακευτική αγωγή, την οποία αποφάσισε να μην ακολουθήσει. Στη συνέχεια αναφέρει: «Η έξαρση του πρώτου αυτού επεισοδίου διήρκησε περίπου δυο εβδομάδες. Επειδή η οικογένειά μου είχε αναστατωθεί και στεναχωρηθεί πολύ αν και οι παρανοϊκές σκέψεις και παραισθήσεις συνεχίζονταν, τις απέκρυπτα και δεν τις εξέφραζα. Το μόνο μέλος της οικογένειάς μου στο οποίο επιλεκτικά εκμυστηρευόμουν ορισμένες από τις σκέψεις αυτές ήταν η αδερφή μου, με την οποία συνδεόμουν στενά». Σύμφωνα με τον δράστη της δολοφονίας της άτυχης Γαρυφαλλιάς, το 2015 η κατάστασή του παρουσίασε νέα έξαρση με κύρια συμπτώματα τις παρανοϊκές ιδέες, την έντονη εσωτερική ανησυχία και το άγχος. «Οι σκέψεις έτρεχαν στο μυαλό μου ασταμάτητα, χωρίς να μπορώ να τις ελέγχω και χωρίς να μπορώ να τις επικεντρώσω. Σταμάτησα να λαμβάνω τροφή και να πίνω ακόμα και νερό επειδή πίστευα ότι κάποιοι ήθελαν να με δηλητηριάσουν. Η κατάσταση αυτή έγινε αντιληπτή από τους γονείς μου».
Και τότε, όπως αναφέρει ο 30χρονος πήγε σε ψυχίατρο της ψυχιατρικής κλινικής του νοσοκομείου «Άγιοι Ανάργυροι» όπου διέγνωσε ότι πάσχει από διπολική διαταραχή και του συνταγογράφησε ψυχοφάρμακο ενώ τον παρέπεμψε για ψυχιατρική παρακολούθηση. «Επειδή όμως ήμουν εξαιρετικά καχύποπτος απέναντι στους γιατρούς, κυρίως δε απέναντι στη φαρμακευτική αγωγή διότι πίστευα ότι όλα ήταν μέρος μιας συνωμοσίας σε βάρος μου, που απέβλεπε να με καταστρέψει σωματικά και ψυχικά, δεν έλαβα την αγωγή και σύντομα διέκοψα τις συνεδρίες αποκρύπτοντας το από τους οικείους μου στην Κόρινθο».
Στις 17 Φεβρουαρίου του 2020 ο δράστης πήγε σε ψυχίατρο, ο οποίος διαπίστωσε «διαταραχή περιεχομένου σκέψης, ιδέες παρακολούθησης και δηλητηρίασης» και του συνταγογράφησε φαρμακευτική αγωγή την οποία λάμβανε τακτικά μέχρι τον Ιούνιο του 2020.
Τον Ιούνιο του 2021 εισήλθε σε νέα κρίση παράνοιας και πέρασε μια ολόκληρη εβδομάδα κλεισμένος στο σπίτι κάνοντας προσπάθεια να ξεπεράσει μόνος του τον πανικό, λαμβάνοντας περιστασιακά συγκεκριμένο ψυχοφάρμακο. Σύμφωνα με τον δράστη επισκέφθηκε στις 26 Ιουνίου 2021 ψυχίατρο στην Κόρινθο ενώ τον επισκέφθηκε και την 1η Ιουλίου αλλά και στις 7 Ιουλίου, έξι ημέρες πριν το ταξίδι στη Φολέγανδρο με την Γαρυφαλλιά. Άγνωστο βέβαια παραμένει το γεγονός εάν ο δράστης είχε μιλήσει στην Γαρυφαλλιά για τα ψυχιατρικά του προβλήματα, κάτι που δεν προκύπτει από αυτά τα οποία είπε στις Αρχές.
Η αίτηση αναστολής της ανακριτικής διαδικασίας που κατέθεσε στις 22 Ιουλίου ο 30χρονος έγινε μια ημέρα μετά το επεισόδιο που είχε και μεταφέρθηκε στο Κέντρο Υγείας Νάξου, όπου υποβλήθηκε σε ιατρικές εξετάσεις και μετά από 12ωρη νοσηλεία του χορηγήθηκε φαρμακευτική αγωγή. Ο 30χρονος ανέφερε στην αίτησή του: «από την ημέρα της σύλληψής μου και μέχρι σήμερα (22 Ιουλίου) δεν εξετάστηκα από ψυχίατρο, για να βεβαιωθεί η κατάσταση των πνευματικών μου λειτουργιών ούτε μου χορηγήθηκε η αναγκαία ενδεδειγμένη ψυχοφαρμακευτική αγωγή. Από την ημέρα της πράξης για την οποία κατηγορούμαι τελώ σε κατάσταση πλήρους πνευματικής και ψυχικής αποδιοργάνωσης και για το λόγο αυτό μου ήταν αδύνατο να επικοινωνήσω ουσιαστικά με τους συνηγόρους υπεράσπισής μου και να προετοιμάσω την απολογία μου».
Για τα παραπάνω αλλά και όπως ισχυρίστηκε επειδή βρισκόταν σε πλήρη σύγχυση και διάσπαση των ψυχοπνευματικών του λειτουργιών από τις 13 Ιουλίου ημερομηνία κατά την οποία έφθασε στη Φολέγανδρο με την Γαρυφαλλιά, αλλά και λόγω των προβλημάτων ψυχικής υγείας δεν μπορούσε να επικοινωνήσει ουσιαστικά με τους συνηγόρους του ούτε με την ανακριτική αρχή για να υπερασπιστεί τον εαυτό του απέναντι στην κατηγορία που του είχε απαγγελθεί αιτήθηκε την αναστολή της ανακριτικής διαδικασίας για να μπει σε ψυχιατρείο ώστε να εξεταστεί, πράγμα που δεν συνέβη. Αντιθέτως μετά την 6ωρη απολογία του προφυλακίστηκε και από χθες βρίσκεται στις φυλακές Κορυδαλλού.
Κούγιας: Είναι ένας υγιέστατος άνθρωπος – Κανένα απο τα έγγραφα της δικογραφίας δεν βεβαιώνει ότι ο δράστης είχε διπολική διαταραχή
Σε χθεσινή του ανακοίνωση, ο συνήγορος της οικογένειας της Γαρυφαλλιάς κ. Αλέξης Κούγιας αναφέρει:
«Από τη μελέτη της δικογραφίας που σχηματίστηκε εις βάρος του δράστη της ανθρωποκτονίας της Γαρυφαλλιάς Ψαρράκου, προκύπτουν χωρίς κανένα ενδοιασμό και καμία επιφύλαξη τα εξής:
1. Ο δράστης του εγκλήματος είναι ένας υγιέστατος άνθρωπος που ποτέ δεν έχει νοσηλευθεί σε καμία ψυχιατρική κλινική σε οιοδήποτε μέρος της υφηλίου.
2. Ο δράστης προσκόμισε κατά την απολογία του κάποια έγγραφα, τα οποία, κατά τους ισχυρισμούς του, αποδεικνύουν ότι είχε διπολική διαταραχή, και ειδικότερα προσκόμισε δύο βεβαιώσεις από δύο ψυχιάτρους, εκ των οποίων βεβαιώσεων όμως ουδεμία βεβαιώνει ότι ο δράστης είχε διπολική διαταραχή.
Το σημαντικό είναι ότι στην πιο πρόσφατη από τις δύο βεβαιώσεις ο υπογράφων ψυχίατρος δεν του συνιστά να ακολουθήσει οποιαδήποτε φαρμακευτική αγωγή και δεν του χορηγεί κανένα ψυχοφάρμακο.
3. Από τη γνωμάτευση του Ιατροδικαστή κ. Μπογιόκα αποδεικνύεται, κατά την κρίση μου, ότι ο δράστης σχεδίασε με απόλυτη ηρεμία την ανθρωποκτονία εις βάρος της αείμνηστης Γαρυφαλλιάς, με την οποία, όπως ο ίδιος παραδέχεται, ευρίσκετο σε μια συνεχή αντιπαράθεση λόγω του ανωτέρου μορφωτικού επιπέδου της και των συντηρητικών απόψεών της και, αφού πρώτα σκοπίμως οδήγησε το αυτοκίνητό του σε αυτή τη βραχώδη ερημική περιοχή, ώστε να μην υπάρχει καμία δυνατότητα σωτηρίας του θύματος, πραγματοποίησε το ανθρωποκτόνο σχέδιό του χτυπώντας το ανυπεράσπιστο θύμα με τρομερά χτυπήματα στο κεφάλι, κατά τον ιατροδικαστή με θλων όργανο, και, όταν η κοπέλα εκλιπαρούσε να σταματήσει ζητώντας βοήθεια και προσπαθώντας να τον αποφύγει με όσες δυνάμεις της είχαν απομείνει, αυτός την κυνηγούσε, της έσκιζε τα ρούχα και συνέχιζε να τη χτυπά στο κεφάλι, με αποτέλεσμα τα ρούχα της, ένα κολιέ και ένα σκουλαρίκι να βρεθούν κατά τη μαρτυρική προσπάθεια διαφυγής της από το αυτοκίνητο μέχρι τη θάλασσα, έως το άκρο της βραχώδους περιοχής, απ’ όπου, αφού κατέρρευσε αναίσθητη, ο δράστης πιστεύοντας ότι είναι νεκρή, την εκσφενδόνισε στη θάλασσα, όπως συνέβη και στην υπόθεση της αείμνηστης Τοπαλούδη, για να εξαφανίσει το πτώμα της, ώστε πιθανότατα να ισχυριστεί ότι εκείνη εξαφανίστηκε, όχι γιατί αυτός τη δολοφόνησε, αλλά με δική της επιλογή.
Αυτές είναι κατά την κρίση μου οι πρώτες διαπιστώσεις, όπως επίσης κατά την κρίση μου ο δράστης δεν παρέμεινε στη συγκεκριμένη περιοχή όλο το χρονικό διάστημα μέχρι να τον εντοπίσουν οι αστυνομικοί, αλλά προσπάθησε να διαφύγει, πλην όμως αυτό ήταν αδύνατο, αφού το αυτοκίνητο δεν μπορούσε να μετακινηθεί και δεν κατόρθωσε να βρει έναν ασφαλή τρόπο διαφυγής».