H παρουσία της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας στην ελληνική αγορά ομολόγων θα συνεχιστεί μέχρι το τέλος του 2023, ανεξάρτητα από το τι θα αποφασιστεί για το έκτακτο πρόγραμμα αγοράς ομολόγων της πανδημίας (ΡΕΡΡ).
Οπως αναφέρει το μέλος του διοικητικού συμβουλίου της ΕΚΤ Φίλιπ Λέιν σε συνέντευξή του στο Reuters, η ΕΚΤ θα επανεπενδύει όταν τα ομόλογα που βρίσκονται στο χαρτοφυλάκιό της, στο πλαίσιο του προγράμματος ΡΕΡΡ, λήγουν, τουλάχιστον έως το τέλος του 2023. «Συνεπώς θα υπάρχει αρκετή παρουσία της ΕΚΤ στην ελληνική αγορά ομολόγων μέσω του προγράμματος πανδημίας (ΡΕΡΡ), ανεξαρτήτως του τι θα συμβεί με το τακτικό πρόγραμμα αγοράς ομολόγων ΑΡΡ (Asset Purchase Program)», όπως σημειώνει χαρακτηριστικά.
Τα ελληνικά ομόλογα συμμετέχουν στο πρόγραμμα ΡΕΡΡ, όχι όμως στο πρόγραμμα ΑΡΡ, καθώς η Ελλάδα δεν διαθέτει την απαιτούμενη πιστοληπτική ικανότητα.
Οι δυνατότητες συνέχισης της παροχής άφθονης και φθηνής ρευστότητας στις ελληνικές τράπεζες από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα αναμένεται να συζητηθούν το προσεχές διάστημα σε Αθήνα, Φρανκφούρτη και Βρυξέλλες ενόψει της λήξης, τον επόμενο Mάρτιο, αν δεν παραταθεί, του PEPP. Η αναπλήρωση των ομολόγων που λήγουν με νέα διευκολύνει την Αθήνα να διατηρήσει σε χαμηλά επίπεδα το κόστος δανεισμού από τις αγορές και να κερδίσει χρόνο έως ότου η ελληνική οικονομία ανακτήσει την επενδυτική βαθμίδα, οπότε οι ελληνικοί κρατικοί τίτλοι θα είναι επιλέξιμοι για το κανονικό πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης (ΑPP) της ΕΚΤ. H αναβάθμιση των ελληνικών ομολόγων σε επενδυτική βαθμίδα δεν αναμένεται πριν από τα μέσα του 2023.
Στην Αθήνα, ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας εκτιμά ότι οι συνθήκες είναι πλέον ώριμες για να εξασφαλισθεί η συμμετοχή της Ελλάδας στα προγράμματα παροχής ρευστότητας της ΕΚΤ, έστω και χωρίς επενδυτική βαθμίδα. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η Αθήνα, που έχει θέσει ως στόχο την επίτευξη επενδυτικής βαθμίδας το πρώτο εξάμηνο του 2023, θα επιδιώξει με κάθε τρόπο να παραμείνει στην ομπρέλα προστασίας της Φρανκφούρτης, χάρη στην οποία «αναπνέει» όλη η οικονομία.
Τα όσα ανέφερε ο κ. Λέιν, που έχει διατελέσει και επικεφαλής της Κεντρικής Τράπεζας της Ιρλανδίας, θα μπορούσε να είναι μια μεταβατική λύση έως την αναβάθμιση. Το ερώτημα είναι εάν προϋποθέτει την παράταση του υφιστάμενου καθεστώτος ενισχυμένης εποπτείας, δεδομένου ότι στην απόφαση για ένταξη στο PEPP γινόταν αναφορά σε αυτό. Πηγές στην Αθήνα θεωρούν πως θα χρειαστεί η παράταση της ενισχυμένης εποπτείας προκειμένου να καμφθούν οι αντιδράσεις των «σκληρών» του διοικητικού συμβουλίου της ΕΚΤ.
Κανονικά, η ενισχυμένη εποπτεία τελειώνει το 2022. Το πότε ακριβώς, όμως, είναι ακόμη άγνωστο. Η εντύπωση που υπήρχε είναι ότι λήγει τον Ιούνιο του 2022, με βάση το χρονοδιάγραμμα λήξης της εκταμίευσης των SMPs και ANFAs. Ωστόσο, όπως έχει γράψει η «Κ», αυτό δεν είναι ακριβές. Ευρωπαϊκές πηγές ανέφεραν ότι τυπικά η ενισχυμένη εποπτεία δεν συνδέεται υποχρεωτικά με την εκταμίευση των δόσεων. Είναι μια διαδικασία που ανανεώνεται κάθε εξάμηνο, με πρόταση της Κομισιόν. Σημείωναν δε με νόημα πως αυτή «αναμένεται να συνεχιστεί έως τα μέσα του 2022, εκτός αν οι Ευρωπαίοι εταίροι, σε διαβούλευση με την Ελλάδα, συμφωνήσουν σε μια παράταση».
Δεδομένης της σημασίας που έχει η συνέχιση της παροχής φθηνής ρευστότητας, «ίσως είναι απαραίτητο να συνεχισθεί η ενισχυμένη εποπτεία, ακόμη κι αν έχουν εκταμιευθεί όλα τα κέρδη των SMPs και ANFAs», κατέληγαν.
Εως τις αρχές Αυγούστου η ΕΚΤ είχε αγοράσει στο πλαίσιο του PEPP ελληνικά ομόλογα συνολικής αξίας 29,42 δισ., πάνω από το ένα τρίτο των ομολόγων σε κυκλοφορία. Η επιλεξιμότητα των ομολόγων έχει οδηγήσει σε ιστορικά χαμηλά τις αποδόσεις τους και το κόστος δανεισμού του ελληνικού Δημοσίου. Διεθνείς οίκοι έχουν «τολμήσει» να προεξοφλήσουν ότι η ΕΚΤ θα βρει έναν τρόπο να διατηρήσει την κατ’ εξαίρεση επιλεξιμότητά τους, καθώς δεν θέλει να προκαλέσει μια απότομη επιδείνωση των χρηματοοικονομικών συνθηκών.
Ο κ. Λέιν στη συνέντευξή του στο Reuters είπε ότι η διασφάλιση ευνοϊκών χρηματοοικονομικών αγορών ευνοεί στο σύνολό της την αγορά ομολόγων, και η ωφέλεια δεν περιορίζεται μόνο στα ομόλογα που αγοράζει η Κεντρική Τράπεζα. Οπως ανέφερε ο ίδιος, η συμμετοχή των ελληνικών ομολόγων στο πρόγραμμα της πανδημίας ήταν αρκετά σημαντική εξέλιξη, καθώς ο κίνδυνος ύφεσης ήταν αρκετά υψηλός εξαιτίας της κρίσης που προκλήθηκε. Στο πλαίσιο αυτό, το πρόγραμμα ΡΕΡΡ λειτούργησε αποτελεσματικά. Ο ίδιος απέφυγε να απαντήσει για το κατά πόσον η ΕΚΤ σχεδιάζει να προχωρήσει στην αύξηση του προγράμματος ΑΡΡ μετά την ολοκλήρωση του προγράμματος πανδημίας τον Μάρτιο του 2022.