Μέσα σε ελάχιστες εβδομάδες, το ζήτημα της αύξησης των τιμών του αερίου και της ενέργειας, έχει βρεθεί στην κορυφή της της ευρωπαϊκής ατζέντας.
Eurogroup, ήτοι οι υπουργοί Οικονομικών της Ευρωζώνης. Ecofin, ήτοι οι υπουργοί Οικονομικών ολόκληρης της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Σύνοδος Κορυφής στη Σλοβενία και Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, άπαντες στην ΕΕ, ασχολούνται με μία νέα ενεργειακή κρίση και κυρίως με τις πιθανές συνέπειές της σε κοινωνικό, οικονομικό, περιβαλλοντικό επίπεδο, αλλά ακόμα και στο κατά πόσον θα επηρεάσει τις εν εξελίξει συζητήσεις για την αναθεώρηση του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης της ΕΕ.
Τα περισσότερα κράτη – μέλη της ΕΕ ανησυχούν ότι οι τρέχουσες εξελίξεις αναφορικά με τις τιμές της ενέργειας θα μπορούσαν να υπονομεύσουν τους στόχους της Ένωσης ώστε για καταστεί κλιματικά ουδέτερη μέχρι το 2050. Σε αυτό το πλαίσιο ο Πάολο Τζεντιλόνι, Επίτροπος Οικονομίας, υπογράμμισε ότι θα πρέπει να βρεθεί η χρυσή τομή, ώστε οι άμεσες αντιδράσεις των κρατών – μελών να μην έρθουν σε αντίθεση με τα μακροπρόθεσμα σχέδια της ΕΕ για το περιβάλλον. Η κατάσταση έγινε ακόμη πιο ανησυχητική μετά τις ανακοινώσεις για τα ποσοστά πληθωρισμού στην Ευρωζώνη που θα φτάσουν το 3,4%, μακριά από τους στόχους της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για ετήσιο πληθωρισμό κοντά στο 2%, ενώ ο πληθωρισμός για την ενέργεια αναμένεται να έχει το υψηλότερο ετήσιο ποσοστό (17,4% τον Σεπτέμβριο έναντι 15,4%τον Αύγουστο),
Η Ιταλία, η Ισπανία και η Γαλλία ζητούν τη σύσταση ενός «στρατηγικού αποθεματικού φυσικού αερίου και πετρελαίου» για ολόκληρη την ΕΕ και καλούν τα κράτη μέλη να συντονίσουν τις ενέργειές τους και να καταστρώσουν ένα σχέδιο για κοινή προμήθεια φυσικού αερίου από την ΕΕ, στο παράδειγμα της κοινής προμήθειας εμβολίων, ώστε να μειωθεί το κόστος.
Το πρόβλημα με τις τιμές της ενέργειας θα συζητηθεί και σε επίπεδο αρχηγών κρατών και κυβερνήσεων στο αποψινό δείπνο στη Σλοβενία εν όψει του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου που θα πραγματοποιηθεί στις 21 και 22 Οκτωβριου.
Το φαινόμενο αυτό, σε περίπτωση που διαρκέσει περισσότερο από το αναμενόμενο, θα μπορούσε, στους χειρότερους εφιάλτες των Ευρωπαίων ηγετών και των ευρωπαϊκών θεσμικών οργάνων, να εκτροχιάσει την ανάκαμψη και την ατζέντα για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής και εν τέλει να επηρεάσει και τις σχέσεις της ΕΕ με τη Ρωσία, καθώς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ζητεί τη διερεύνηση της Gazprom και η ρωσική εταιρεία αρνείται, προς το παρόν, να αυξήσει τις παραδόσεις της στην ΕΕ, πιέζοντας τη Γερμανία να να εγκρίνει άμεσα την έναρξη λειτουργίας του αγωγού φυσικού αερίου Nord Stream 2.
Ωστόσο, είναι δύσκολο ακόμα να βρεθεί μια κοινή ευρωπαϊκή απάντηση, καθώς ορισμένα κράτη – μέλη, όπως το Λουξεμβούργο και το Βέλγιο θεωρούν ότι δεν πρέπει να υπάρχει κανένας παρεμβατισμός, αλλά αντίθετα να αφεθεί η αγορά να λειτουργήσει ελεύθερα.