Σε κατάσταση συνεχούς κρίσης φαίνεται να βρίσκεται η εταιρεία Facebook Inc που αντιμετώπισε το δεύτερο «κρασάρισμά» της μέσα σε λίγες μέρες και υποχρεώθηκε να ζητήσει συγγνώμη από τους χρήστες της πλατφόρμας της. Σύμφωνα με την ανακοίνωση που εξέδωσε ο τεχνολογικός κολοσσός, η διακοπή της λειτουργίας της πλατφόρμας χθες Παρασκευή προήλθε από μια ελαττωματική ρύθμιση παραμέτρων, στο δεύτερο περιστατικό μέσα σε μια εβδομάδα κατάρρευσης του παγκόσμιου συστήματος.
Η εταιρεία επιβεβαίωσε ότι πλατφόρμες της, Facebook Messenger και Workplace επηρεάστηκαν από την τελευταία διακοπή λειτουργίας. «Ζητούμε ειλικρινά συγγνώμη σε όποιον δεν μπόρεσε να έχει πρόσβαση στα προϊόντα μας τις τελευταίες δύο ώρες», ανέφερε η εταιρεία. «Διορθώσαμε το πρόβλημα και όλα θα πρέπει να επανέλθουν στο φυσιολογικό τώρα».
Τη Δευτέρα, ο κολοσσός των μέσων κοινωνικής δικτύωσης έκανε λόγο για μια ελαττωματική ρύθμιση παραμέτρων για τη διακοπή σχεδόν έξι ωρών που εμπόδισε 3,5 δισεκατομμύρια χρήστες της εταιρείας να έχουν πρόσβαση στις εφαρμογές της, WhatsApp, Instagram και Messenger.
Η διακοπή της Δευτέρας ήταν η μεγαλύτερη που κατέγραψε ποτέ ο εξειδικευμένος ιστότοπος Downdetector, που παρακολουθεί συστηματικά τα τεχνικά προβλήματα στις πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης.
Ο άλλος… πονοκέφαλος του Ζούκερμπεργκ
Μέχρι πρόσφατα ελάχιστοι γνώριζαν το όνομα της Φράνσις Χάουγκεν. Σήμερα όλοι μιλούν για αυτήν. Η 37χρονη μάρτυρας δημοσίου συμφέροντος, η οποία πριν από λίγες ημέρες κατέθεσε ενώπιον επιτροπής του αμερικανικού Κογκρέσου εναντίον του Facebook, έχει αναλάβει μια νέα αποστολή: να καταστήσει σαφές ότι το μέσο αυτό κοινωνικής δικτύωσης μπορεί να είναι καλό και ταυτόχρονα επικίνδυνο. Σταυροφόρος ή ηρωίδα, η μηχανικός πληροφορικής, η οποία αποχώρησε τον Μάιο από το Facebook, αποκάλυψε τις μεθόδους που χρησιμοποιεί η εταιρεία για να ωθεί τους εφήβους να χρησιμοποιούν όλο και περισσότερο το Instagram, σε βαθμό μάλιστα που κάποιες φορές αυτό να καθίσταται εθιστικό.
Κατηγόρησε το Facebook ότι επιλέγει το κέρδος έναντι της ασφάλειας και της κοινωνικής ευθύνης και με την κατάθεσή της ανάγκασε τους αμερικανούς γερουσιαστές να δεσμευτούν ότι θα επιβάλουν ένα ρυθμιστικό πλαίσιο στους γίγαντες του διαδικτύου, ώστε να αναγκαστούν να είναι περισσότερο διαφανείς. Η Χάουγκεν είναι η πηγή των στοιχείων που δημοσίευσε η Wall Street Journal στα μέσα Σεπτεμβρίου για το Instagram και τις επιπτώσεις του στην ψυχική υγεία των εφήβων.
Λίγες ημέρες πριν από την κατάθεσή της σχετικά με αυτό, ο κολοσσός ανακοίνωσε ότι αναστέλλει την ανάπτυξη του προγράμματος Instagram Kids— μιας εκδοχής του Instagram για χρήστες κάτω των 13 ετών– και ότι θα ανέπτυσσε «εργαλεία για γονική εποπτεία». «Θα εκπλησσόμουν ειλικρινά αν δεν συνέχιζαν να εργάζονται πάνω στο Instagram Kids και θα εντυπωσιαστώ αν σε ένα χρόνο από τώρα δεν κάνουμε και πάλι αυτή τη συζήτηση», είπε σχετικά η Χάουγκεν ενώπιον της επιτροπής υποστηρίζοντας τη θέση της ότι η κολοσσιαία εταιρεία κάνει το ελάχιστο δυνατό και μόνο όταν πιέζεται να λάβει μέτρα. «Η ηγεσία της εταιρείας γνωρίζει πώς να καταστήσει ασφαλέστερα το Facebook και το Instagram, αλλά δεν προχωράει στις απαραίτητες αλλαγές επειδή βάζει τα αστρονομικά της κέρδη πάνω από τους ανθρώπους».
Όπως εξήγησε στην κατάθεσή της ενώπιον του Κογκρέσου, για να κερδίζει χρήματα από τις διαφημίσεις, το μέσο κοινωνικής δικτύωσης πρέπει να διασφαλίζει ότι τα μέλη του παραμένουν στην πλατφόρμα όσο περισσότερο γίνεται. Και αυτό καθίσταται δυνατό, τις περισσότερες φορές, με περιεχόμενο μίσους και πηγές πόλωσης που τραβούν περισσότερο την προσοχή των χρηστών.
«Αυτή τη στιγμή οι μόνοι άνθρωποι στον κόσμο που είναι εκπαιδευμένοι…για να αντιλαμβάνονται τι συμβαίνει μέσα στο Facebook είναι εκείνοι που έχουν μεγαλώσει μέσα στο Facebook ή στο Pinterest ή σε κάποιο άλλο μέσο κοινωνικής δικτύωσης», είπε στην κατάθεσή της η Χάουγκεν.
Και αν γινόταν η ίδια διευθύνουσα σύμβουλος του FB, τότε θα επέβαλε άμεσα μια πολιτική που θα επέτρεπε την κοινοποίηση των εσωτερικών ερευνών στο Κογκρέσο και σε άλλα εποπτικά όργανα, διότι, όπως επέμεινε, είναι επιτακτική η ανάγκη για διαφάνεια και δημόσιο έλεγχο στα συστήματα και στις αποφάσεις του Facebook.
«Θέλω να σώσω το Facebook»
Η Χάουγκεν σπούδασε ηλεκτρολόγος μηχανικός και μηχανικός ηλεκτρονικών υπολογιστών στο πανεπιστήμιο Franklin W.Olin College of Engineering απ΄όπου αποφοίτησε το 2006. Το 2011 έκανε μεταπτυχιακό στην Διοίκηση Επιχειρήσεων (MBA) στο Harvard Business School.
Γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Πόλη της Αϊόβα. Ο πατέρας της ήταν γιατρός και η μητέρα της ακαδημαϊκός που όμως στη συνέχεια έγινε ιερέας της Επισκοπικής Εκκλησίας.
Όταν πήρε το πτυχίο της, η Χάουγκεν, η οποία ειδικεύεται στους αλγορίθμους, προσλήφθηκε από την Google, η οποία μάλιστα πλήρωνε και τα δίδακτρα για το μεταπτυχιακό της. Το 2015 ξεκίνησε να εργάζεται ως product manager στην Yelp (σ.σ: μια ιστοσελίδα, όπου οι χρήστες μπορούν να αφήνουν και να παρακολουθούν κριτικές άλλων χρηστών για τοπικές επιχειρήσεις) και έπειτα από ένα χρόνο πήγε στην Pinterest.
Το 2018 προσελήφθη από την Facebook και το 2019, έπειτα από δικό της αίτημα, τοποθετήθηκε στο τμήμα «πολιτικής ακεραιότητας», το οποίο ασχολούνταν με τους κινδύνους που θα μπορούσαν να δημιουργούν ορισμένοι χρήστες ή ορισμένα περιεχόμενα για την καλή διεξαγωγή των εκλογών.
Πριν από τις προεδρικές εκλογές των ΗΠΑ, τον Νοέμβριο του 2020, το Facebook είχε τροποποιήσει τους αλγορίθμους του για να μειώσει την μετάδοση πλαστών πληροφοριών, αλλά σύμφωνα με την κατάθεσή της, ο όμιλος τους επανέφερε στην προηγούμενη κατάσταση μετά τις εκλογές.
Τον περασμένο Μάρτιο, η Χάουγκεν εγκαταστάθηκε στο Πόρτο Ρίκο με την ελπίδα να μπορεί να εργάζεται εξ αποστάσεως. Το τμήμα όμως ανθρωπίνου δυναμικού την ενημέρωσε ότι αυτό δεν ήταν δυνατό και έτσι συμφώνησε να παραιτηθεί.
Την άνοιξη του 2021 η Χάουγκεν ήρθε σε επαφή με τον Τζον Τάι, ιδρυτή της νομικής εταιρείας Whistleblower Aid, από τον οποίο ζήτησε βοήθεια και εκείνος συμφώνησε να την εκπροσωπήσει και να την βοηθήσει να διατηρήσει την ανωνυμία της. Στο τέλος του περασμένου καλοκαιριού, η Χάουγκεν ξεκίνησε τις συναντήσεις με μέλη του Κογκρέσου.
Την ταυτότητά της την αποκάλυψε μόλις την περασμένη εβδομάδα, όταν εμφανίστηκε στην εκπομπή “60 Minutes” του CBS, ξεκίνησε τις αναρτήσεις στο Twitter, έστησε μια προσωπική ιστοσελίδα, ξεκίνησε έρανο στο GoFundMe και ανακοίνωσε μια ευρωπαϊκή περιοδεία για συναντήσεις με βουλευτές και ρυθμιστικές αρχές.
Παρά την φαινομενικά εχθρική στάση της, η Χάουγκεν δηλώνει ότι δεν μισεί το Facebook και θέλει απλώς να το βελτιώσει.
Στον λογαριασμό της στο Twitter, που μόλις δημιούργησε, αυτοχαρακτηρίζεται «υπέρμαχος της δημόσιας εποπτείας των μέσων κοινωνικής δικτύωσης».
«Μαζί μπορούμε να δημιουργήσουμε μέσα κοινωνικής δικτύωσης που βγάζουν τον καλύτερο εαυτό μας», ήταν η πρώτη της ανάρτηση στο Twitter.
Μεγάλα καράβια, μεγάλες φουρτούνες
Πράγματι, η κατάθεσή της άνοιξε τον ασκό του Αιόλου και στάθηκε η αφορμή για να ξεκινήσει και πάλι ο διάλογος περί της αναγκαιότητας να υπάρξει ένα ρυθμιστικό πλαίσιο για τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
Όπως έγραψε η Guardian, το Facebook βρίσκεται σε μια διαρκή κατάσταση κρίσης και οι πρόσφατες αποκαλύψεις της Χάουγκεν ήρθαν απλώς να προστεθούν στο «κατηγορητήριο».
«Στη λίστα περιλαμβάνονται το σκάνδαλο με την Cambridge Analytica–όταν συλλέχθηκαν προσωπικά δεδομένα από εκατομμύρια χρήστες του Facebook χωρίς τη συγκατάθεσή τους από την προαναφερθείσα βρετανική εταιρεία συμβούλων, τα οποία προορίζονταν κυρίως για πολιτική διαφήμιση– οι κατηγορίες για ρωσική παρέμβαση στις προεδρικές εκλογές στις ΗΠΑ το 2016, η ασυγκράτητη ρητορική μίσους και υποκίνηση–μεταξύ άλλων–της γενοκτονίας στην Μιανμάρ, η παραπληροφόρηση που γίνεται viral σχετικά με τον κορονοϊό και τα εμβόλια σε σημείο που ο πρόεδρος Τζο Μπάιντεν έφθασε να πει για το Facebook και για άλλα μέσα κοινωνικής δικτύωσης: ΄Σκοτώνουν ανθρώπους’. Στα παραπάνω έρχεται να προστεθεί και το Facebook Marketplace, όπου δισεκατομμύρια χρήστες πουλάνε και αγοράζουν προϊόντα και όπου, όπως έχει διαπιστώσει η μκο ερευνητικής δημοσιογραφίας ProPublica, δραστηριοποιείται ένας όλο και αυξανόμενος αριθμός απατεώνων και επιτήδειων με το Facebook να αδυνατεί να ‘προστατεύσει τους χρήστες του’ ».
Επιπλέον, όπως έγραψε η Wall Street Journal, οι υπάλληλοι του Facebook είχαν επισημάνει στην ηγεσία του σε όλους τους τόνους τον κίνδυνο από τη χρήση της πλατφόρμας από καρτέλ των ναρκωτικών και διακινητές ανθρώπων σε αναπτυσσόμενες χώρες, αλλά η αντίδραση της εταιρείας ήταν υποτονική. Ίσως γιατί τα στελέχη της διστάζουν να εμποδίσουν την ανάπτυξη σε αυτές τις ραγδαία αναπτυσσόμενες αγορές, όπως σημειώνει η Γκάρντιαν.
Και παρότι ο ιδρυτής της πλατφόρμας, ο Μαρκ Ζούκερμπεργκ, είναι γνώστης αυτών των σοβαρών προβλημάτων, παρά τις ακροάσεις στο Κογκρέσο και τις δεσμεύσεις για βελτίωση, παρά τις δηλώσεις του Ζούκερμπεργκ για την μεγαλειώδη αποστολή του που τροποποιούνται ανάλογα με το κύμα της δημόσιας πίεσης, το Facebook εξακολουθεί να αδιαφορεί για την ευθύνη, την οποία συνεπάγονται η τεράστια εξουσία και τα τεράστια κέρδη που έχει συγκεντρώσει.