Ακραίες καταστάσεις έχουν αρχίσει να βιώνουν οι γιατροί στο Εθνικό Σύστημα Υγείας στη Θεσσαλονίκη, καθώς η πανδημία βάλλει την πόλη πανταχόθεν, αγγίζοντας όλες τις ηλικίες, αλλά και τις πλέον ευάλωτες ομάδες του πληθυσμού.
Ενδεικτικά της ευρείας διασποράς του ιού, πλέον «πάνω από τα επίπεδα του συναγερμού», σύμφωνα με την ομάδα επιστημόνων που παρακολουθεί τα λύματα της πόλης, δεν είναι μόνο το ποσοστό κάλυψης των ΜΕΘ στην ευρύτερη περιοχή, αλλά και οι καθημερινές, μικρές μάχες που δίνουν οι λειτουργοί του ΕΣΥ στα νοσοκομεία της Θεσσαλονίκης, προκειμένου να σώσουν όσο το δυνατόν περισσότερες ζωές.
Δύο βρέφη είναι ανάμεσα στους ασθενείς που έχουν διασωθεί από τον κορωνοϊό τα τελευταία εικοσιτετράωρα, μολονότι οι μητέρες αμφότερων νόσησαν, με τη μία να έχει καταλήξει στο Ιπποκράτειο Νοσοκομείο Θεσσαλονίκης και τη δεύτερη να δίνει σκληρή μάχη στο ίδιο νοσηλευτικό ίδρυμα, παραμένοντας, ωστόσο, σε κρίσιμη κατάσταση. Αποφεύγοντας τα χειρότερα, οι θεράποντες γιατροί προχώρησαν και στις δύο περιπτώσεις σε καισαρική τομή, ώστε να διασφαλίσουν την υγεία των παιδιών, αποκαλύπτοντας την έκρυθμη κατάσταση, λόγω πανδημίας, στην πόλη. Λαμβάνοντας υπόψη ότι οι δύο έγκυες ήταν ανεμβολίαστες και ηλικίας 38 και 35 ετών αντίστοιχα, ο κίνδυνος μόλυνσης από τον ιό ελλοχεύει ανά πάσα στιγμή στη Θεσσαλονίκη, πριν η πόλη να προλάβει να επουλώσει τις πληγές από τον κορονοϊό του «μαύρου Νοέμβρη» του 2020.
Ήδη, ο αριθμός των επιβεβαιωμένων κρουσμάτων στη συμπρωτεύουσα έφτασε χθες στα 828, παραμένοντας στα ίδια υψηλά επίπεδα με την περασμένη Κυριακή, ενώ 710 νέα κρούσματα επιβεβαιώθηκαν μόνο τη χθεσινή ημέρα στην υπόλοιπη Κεντρική Μακεδονία (141 κρούσματα στην Ημαθία, 65 στο Κιλκίς, 152 στην Πέλλα, 124 στην Πιερία, 152 στις Σέρρες και 76 στην Χαλκιδική), με την πανδημία να συνθέτει έναν κλοιό γύρω από τα γεωγραφικά όρια της περιφέρειας στο χάρτη.
Η επιδείνωση της επιδημιολογικής κατάστασης στη Βόρεια Ελλάδα έχει, άλλωστε, προβληματίσει σοβαρά τόσο την Πολιτεία, όσο και την επιστημονική κοινότητα, απορροφώντας ένα μεγάλο μέρος της σύσκεψης που πραγματοποιήθηκε χθες υπό τους Υπουργούς Επικρατείας, Άκη Σκέρτσο και Γιώργο Γεραπετρίτη, με τη συμμετοχή και των Περιφερειαρχών, καθώς η Τοπική Αυτοδιοίκηση καλείται να συμβάλει δραστικά στην εκστρατεία πειθούς των ανεμβολίαστων.
Οι προβολές των μαθηματικών μοντέλων, ωστόσο, δεν αφήνουν πολλά περιθώρια στις δομές του ΕΣΥ το επόμενο διάστημα, καθώς «μέχρι τέλος Νοεμβρίου μπορεί να φτάσουμε σε επίπεδα που η Θεσσαλονίκη, για παράδειγμα, δε θα μπορεί να καλύψει το συνολικό της δυναμικό ΜΕΘ. Με το να μην υπάρχουν κλίνες ΜΕΘ για Covid, οι γιατροί θα πρέπει να πάρουν από γενικές κλινικές ΜΕΘ», περιέγραψε σχετικά ο Καθηγητής Περιβαλλοντικής και Υγειονομικής Μηχανικής ΑΠΘ, Δημοσθένης Σαρηγιάννης.
Αναφερόμενη στην εξέλιξη της πανδημίας στη Βόρεια Ελλάδα, για «πολύ σοβαρό πρόβλημα» έκανε λόγο και η Πρόεδρος της ΕΙΝΑΠ, Ματίνα Παγώνη, υποστηρίζοντας ότι τα ποσοστά κάλυψης ΜΕΘ στα νοσοκομεία της Βόρειας Ελλάδας φτάνουν έως 97%, ενώ υπάρχουν και κλινικές με κάλυψη έως 100%. Αποτέλεσμα αυτού ήταν να μεταφερθούν 5 ασθενείς στην Αθήνα, όπου υπήρχαν διαθέσιμες κλίνες.
Με αυτά τα δεδομένα, ο Καθηγητής Περιβαλλοντικής και Υγειονομικής Μηχανικής ΑΠΘ, Δημοσθένης Σαρηγιάννης υποστήριξε ότι θα πρέπει να γίνουν υποχρεωτικά τα τεστ σε όλους τους εργαζομένους, ακόμα και στους εμβολιασμένους. «Ο ανεμβολίαστος χρειάζεται δύο ή τρία τεστ την εβδομάδα και ο εμβολιασμένος ένα. Πρέπει να σταματάμε την αλυσίδα μετάδοσης, γιατί οι εμβολιασμένοι μπορεί να μην έχουν καθόλου συμπτώματα ή πολύ ήπια και να μπερδεύονται», πρόσθεσε ο ίδιος.
Παρά τη γενικευμένη ανησυχία, «υπάρχουν στιγμές που η Θεσσαλονίκη λειτουργεί σαν να έχει τελειώσει οριστικά η πανδημία» τονίζουν στο protothema.gr εκπρόσωποι της αγοράς της πόλης, καθώς η κοινωνική ζωή εξελίσσεται με ζωηρούς ρυθμούς, ενώ η κίνηση στους χώρους εστίασης και διασκέδασης είναι πολύ αυξημένη. Σε μια προσπάθεια να ερμηνεύσουν την επανάληψη της υγειονομικής κρίσης του Νοέμβρη του 2020 στην πόλη, οι περισσότεροι διαβάζουν πίσω από τους τριψήφιους αριθμούς των νέων κρουσμάτων την υπερμετάδοση της πανδημίας σε «χώρους μαζικής διασκέδασης», όπως τα μεγάλα κλαμπ (και σε μικρότερο βαθμό τα εστιατόρια), ενώ οι περισσότεροι συνηγορούν στην απουσία εντατικών ελέγχων για την τήρηση των μέτρων δημόσιας υγείας, επισημαίνοντας ταυτόχρονα και την αδυναμία των ολιγάριθμων ελεγκτικών κλιμακίων να διεξάγουν ουσιαστικούς ελέγχους σε χώρους με χιλιάδες θαμώνες.
Ένα ακόμη εμπόδιο στον περιορισμό της εξάπλωσης της πανδημίας παραμένει, ακόμη και για τους επιχειρηματίες του κλάδου της εστίασης, η λειτουργία των ημιεξωτερικών χώρων (δηλαδή προστατευμένων με τέντες εξωτερικών χώρων), οι οποίοι σε συνδυασμό με τις καλές για την εποχή θερμοκρασίες, επιτρέπουν την ταυτόχρονη κοινωνική συνεύρεση σε ανεμβολίαστους και εμβολιασμένους -ακόμη και για άτομα μεγάλων ηλικιών- και για πολλές ώρες.
Δυτικά τα χειρότερα
Την ίδια ώρα, η υψηλότερη συγκέντρωση μολύνσεων φαίνεται να εμφανίζεται, σύμφωνα με πληροφορίες, στις δυτικές συνοικίες της Θεσσαλονίκης, όπου υψηλότερος παραμένει -σε σχέση με το υπόλοιπο πολεοδομικό συγκρότημα- και ο αριθμός των ανεμβολίαστων πολιτών. Την «χαλαρή» στάση απέναντι στον κορονοϊό στις περιοχές αυτές ενισχύει και η έλλειψη στίγματος, καθώς «στη Θεσσαλονίκη τα κρούσματα δεν ανακοινώνονται με ακρίβεια, δηλαδή αναλυτικά στο δυτικό, ανατολικό ή βόρειο τομέα, όπως συμβαίνει στην Αττική» επισημαίνουν αυτοδιοικητικοί παράγοντες της περιοχής, με αποτέλεσμα «αρκετοί πολίτες να θεωρούν ότι το πρόβλημα είναι κάπου μακριά και δεν τους ακουμπά, χωρίς να γνωρίζουν τι γίνεται πραγματικά στη γειτονιά τους, οπότε να θορυβηθούν».
Έλλειψη στίγματος
Η πληροφόρηση, άλλωστε, που λαμβάνουν οι δήμαρχοι του πολεοδομικού συγκροτήματος της Θεσσαλονίκης αναφορικά με τον αριθμό νέων κρουσμάτων στην περιοχή ευθύνης τους λαμβάνεται σε εβδομαδιαία -και όχι σε καθημερινή- βάση, δηλαδή κάθε Παρασκευή, μειώνοντας τις όποιες δυνατότητες άμεσης αντίδρασης και πρόληψης περαιτέρω διάδοσης του ιού, σε περίπτωση «κόκκινου συναγερμού».
«Απαγορευτικό» στο δημόσιο
Επιπλέον, λόγω της συγκέντρωσης των δημόσιων υπηρεσιών και οργανισμών στην πλειοψηφία τους στο ιστορικό κέντρο της Θεσσαλονίκης, οι υπηρεσίες με αυτοπρόσωπη παρουσία των πολιτών είναι μια ακόμη παράμετρος που εκτιμάται ότι συνέβαλε στον πολλαπλασιασμό των νέων κρουσμάτων στη συμπρωτεύουσα, σε σημείο που να περιλαμβάνεται στις προτάσεις των εκπροσώπων της Τοπικής Αυτοδιοίκησης στον νομό να «παγώσει» η δυνατότητα εισόδου ανεμβολίαστων πολιτών για ένα διάστημα στα δημόσια κτίρια.