Όλη την απόφαση του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Πατρών, που οδήγησε στην προφυλάκιση του προπονητή πυγμαχίας, μετά απο καταγγελία 14χρονης μαθήτριας για σεξουαλική επίθεση και ασελγείς πράξεις σε βάρος της. O προπονητής, μετά τη μήνυση που έκανε παραμονή Χριστουγέννων στην Υποδιεύθυνση Ασφάλειας Πατρών το θύμα και η μητέρα της, συνελήφθη, όμως μετά απο διαφωνία ανακριτή και εισαγγελέα αφέθη ελεύθερος και η υπόθεση οδηγήθηκε στο Συμβούλιο Πλημμελειοδικών.
Χθες βγήκε η απόφαση, συνελήφθη και οδηγήθηκε στις φυλακές καθώς, όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται, οι πράξεις του καταδεικνύουν «ετοιμότητα του κατηγορούμενου να συνεχίσει σε βάρος της ανήλικης τις αξιόποινες πράξεις του. Συνεπώς φρονούμε ότι επιλογή και επιβολή του μέτρου δικονομικού καταναγκασμού της προσωρινής κράτησης είναι το πλέον πρόσφορο μέτρο που υπηρετεί εν προκειμένω στην αδρανοποίηση του ανωτέρω κατηγορουμένου ως εγκληματικού παράγοντα». Η δικηγόρος της ανήλικης κυρία Γιάννα Παναγοπούλου τονίζει στο protothema.gr πως «η οικογένεια της ανήλικης και η ίδια αισθάνονται Δικαίωση. Πρόκειται για μια αξιοπρεπέστατη οικογένεια με υπόβαθρο, οι οποίοι με εμπιστοσύνη στην ελληνική δικαιοσύνη κινήθηκαν για την άσκηση της ποινικής δίωξης του προπονητή και την παραδειγματική του τιμωρία. Η Δικαιοσύνη και το τμήμα ασφαλειας Πατρών κινήθηκαν ταχύτατα και η οικογένεια σήμερα αισθάνεται ασφάλεια, λύτρωση και πραγματικά μας λένε ότι το κράτος δικαίου με την εύρυθμη λειτουργία του προστάτευσε το ανήλικο τέκνο τους δίνουν το ηχηρό μήνυμα στα θύματα βίας να σπάνε τη σιωπή».
Ολη η απόφαση
Σε βάρος του προπονητή σχηματίστηκε δικογραφία μετά από μήνυση που υπεβλήθη στην εισαγγελέα στην εισαγγελία Πατρών στις 24 Δεκεμβρίου και σε βάρος του ασκήθηκε ποινική δίωξη για την πράξη της κατάχρησης ανήλικου που είχε συμπληρώσει τα 14 έτη από ενήλικο, στον οποίο έχουν εμπιστευθεί αυτόν να το επιβλέπει, με την επιβαρυντική περίσταση της τελέσεως αυτή από γυμναστή. Ο κατηγορούμενος οδηγήθηκε στον ανακριτή όπου η μεν εισαγγελέας, πρότεινε να επιβληθεί σε βάρος του προσωρινή κράτηση, διότι έκρινε ότι αν αφεθεί ελεύθερος θα διαπράξει και άλλα εγκλήματα. Μια πρόταση με την οποια διαφώνησε ο ανακριτής και έτσι μετά τη διαφωνία εισαγγελέως και ανακριτή, ο κατηγορούμενος αφέθη ελεύθερος, επιβλήθηκε σε βάρος του κατ’ οίκον περιορισμός, διατάχθηκε η αφαίρεση του διαβατηρίου ή άλλων ταξιδιωτικών εγγράφων και η απαγόρευση από τη χώρα. Η υπόθεση παραπέμφθηκε στο συμβούλιο πλημμελειοδικών και όπως αναφέρει χαρακτηριστικά, η απόφαση του συμβουλίου: Απο την αξιολόγηση του αποδεικτικού υλικού της δικογραφίας που συγκεντρώθηκε από την αστυνομική προανάκριση ελήφθησαν καταθέσεις μαρτύρων και ενώ στις 27.12.2021, έγινε παιδοψυχιατρική πραγματογνωμοσύνη της επιμελήτριας του Α’ παιδοψυχίατρικού Τμήματος του νοσοκομείου Καραμανδάνειο. Απο αυτά τα έγγραφα σε συνδυασμό με την απολογία του κατηγορουμένου, προέκυψαν σοβαρές ενδείξεις ενοχής του για την αποδιδόμενη σε βάρος του πράξη ειδικότερα προέκυψε οτι:
Ο κατηγορούμενος διατηρεί σχολή πυγμαχίας στην Πάτρα, όπου αναλαμβάνει τις προπονήσεις μεταξύ άλλων και ανήλικων ατόμων. Στις 23.12 η δεκατετράχρονη κατέθεσε στην ασφάλεια Πατρών ενώπιον δύο αστυνομικών και πραγματογνώμονα παιδοψυχίατρου ότι παρακολουθεί μαθήματα πυγμαχίας στη σχολή που διατηρεί ο εν λόγω κατηγορούμενος, και ειδικότερα είχε παρακολουθήσει μαθήματα πυγμαχίας για ένα μήνα, το καλοκαίρι του έτους 2021 και ξεκίνησε και πάλι στις 20 Δεκεμβρίου. Στις 22 Δεκεμβρίου και ώρα 18:20, μετέβη στην εν λόγω σχολή πυγμαχίας και τον χώρο του ισογείου αυτής όπου αρχικά έκανε προπόνηση μόνη της, ενώ ακολούθως προσήλθε και ο προπονητής της.
Επισημαίνει ότι εντός του χώρου του ισογείου ευρίσκονταν δύο γυναίκες οι οποίες έκαναν γυμναστική και στις οποίες ο κατηγορούμενος ανέφερε ότι θα έπρεπε να ανέλθουν στον πρώτο όροφο του γυμναστηρίου. Αρχικά ο εν λόγω προπονητής την προπονούσε χωρίς να την ακουμπήσει, όμως στη συνέχεια άρχισε να την πλησιάζει και να την ακουμπάει. Ειδικότερα η 14χρονη κατέθεσε επί λέξει: «Με όλο το σώμα αλλά κυρίως από τη μέση και κάτω και όλο και περισσότερη ώρα, αλλά εγώ δεν του είπα τίποτα γιατί δεν ήξερα τι να κάνω εκείνη την ώρα» επισημαίνοντας ότι την ακουμπούσε σε όλες τις περιοχές του σώματος της.
Ερωτηθείς από το προανακριτικό υπάλληλο για το αν τα εν λόγω αγγίγματα ήταν στο πλαίσιο της προπόνησης, εκείνη κατηγορηματικά απάντησε αρνητικά, αιτιολογώντας ότι την ακουμπούσε κάτω από τη μέση και ήταν πιο έντονο. Ερωτηθείσα περί αυτού η ανήλικη αναφέρει ότι αρχικά την χάιδευε παντού και εν συνεχεία την πίεζε με το χέρι του σκοπεύοντας πάνω από τα ρούχα στα γεννητικά όργανα και στην περιοχή του πρωκτού ακόμη πιο έντονα, ενώ κάποια στιγμή επιχείρησε να της αφαιρέσει την μπλούζα. Ταυτόχρονα, δε, την θώπευε σε όλο της το σώμα στα γεννητικά όργανα και στην περιοχή του πρωκτού και είχε κολλήσει το σώμα του πάνω της της ανέφερε ότι έχει πάρα πολύ ωραίο σώμα. Η ανήλικη στην κατάθεσή της επισημαίνει ότι καθόλη τη διάρκεια που την θώπευε είχε κολλήσει το σώμα του πάνω της, ενώ η ίδια δεν έβλεπε το πρόσωπό του γιατί αυτός βρισκόταν από πίσω της και την άγγιζε. Ερωτηθείσα σχετικά με το πόση ώρα την θώπευε εκείνη απάντησε ότι διήρκεσε περίπου μισή ώρα. Μάλιστα, ανέφερε ότι κάθε φορά που ερχόταν κάποιος στον χώρο ή ανεβοκατέβαιναν οι γυναίκες που έκαναν γυμναστική, εκείνος απομακρυνόταν από αυτή και εν συνεχεία μετά την αποχώρηση των οποίων τρίτων προσώπων την ξαναπλησίαζε. Το προαναφερθέν συνέβη περίπου τρεις ή τέσσερις φορές. Η 14χρονη τρομοκρατημένη από το συμβάν αυτό δεν ήξερε πώς να αντιδράσει, προσποιείται ότι δεν αντιλαμβανόταν τι ακριβώς συμβαίνει και ανέμενε μέχρι να ολοκληρωθεί το μάθημα για να αποχωρήσει.
Αναφέρει δε ότι στις προηγούμενες προπονήσεις παρευρίσκονταν πολλά άτομα στο χορό και δεν την είχε ενοχλήσει ξανά ο κατηγορούμενος. Συνεχίζοντας η δεκατετράχρονη καταθέτει ότι όταν χτύπησε το κουδούνι και τελείωσε το μάθημα, εκείνος την παρότρυνε να μείνει να μη φύγει τόσο νωρίς, να πηγαίνει κάθε μέρα, να έρθει και την επόμενη μέρα στη σχολή και εφόσον δεν πηγαίνει σχολείο, εννοώντας κατά το χρονικό διάστημα των διακοπών λόγω Χριστουγέννων, να έρχεται στη σχολή πρωί και απόγευμα.
Η 14χρονη, εν συνεχεία, αποχώρησε και ενώ βρισκόταν καθοδόν άρχισε να κλαίει και τηλεφώνησε στον συνομήλικο φίλο της αναφέροντας το συμβάν. Εκείνος την παρότρυνε να ηρεμήσει και να μιλήσει στη μητέρα της, μολονότι αυτή φοβότανε τη μητέρα της μόλις πληροφορηθεί το συμβάν ότι δεν θα της επιτρέψει να συνεχίσει το άθλημα της πυγμαχίας. Όμως ο φίλος της επεσήμανε ότι αν δεν το αναφέρει στη μητέρα της, θα την ενημερώσει εκείνος. Ακολούθως η μαθήτρια επικοινώνησε τηλεφωνικά με τη μητέρα της, η οποία αντιλαμβάνεται ότι η κόρη της δεν ήταν καλά, την πήγε μια βόλτα με το αυτοκίνητό της, όπου κλαίγοντας είπε στη μητέρα της ότι θέλει να αλλάξει γυμναστήριο και της εξιστόρησε τι ακριβώς είχε συμβεί κατά τη διάρκεια της προπόνησης. Η 14χρονη, στο τέλος της κατάθεσής της, εκφράζει τους φόβους της μήπως ο κατηγορούμενος ο οποίος την είδε έξω απ’ το Αστυνομικό Τμήμα και της έδειξε και σε άλλους από τη σχολή υπάρχει περίπτωση να την βλάψει είναι επιπλέον εξέφρασε την επιθυμία της να μην τον ξαναδεί ποτέ.
Η πραγματογνωμοσύνη της παιδοψυχιάτρου
Οπως αναφέρεται στην απόφαση, σημαντικό ρόλο στην προφυλάκισή του έπαιξε η πραγματογνωμοσύνη της παιδοψυχιάτρου που εξήτασε τη μικρή. «Περαιτέρω σύμφωνα με την παιδοψυχιατρικη πραγματογνωμοσύνη της επιμελήτριας του Α’ παιδιού ψυχιατρικού τμήματος του νοσοκομείου Καραμανδάνειο παριστάμενης κατά την εξέταση της προειρημένης ανήλικης, που έλαβε χώρα στο ιατρείο της εντός του εν λόγω νοσοκομείου, διαπιστώθηκε για την 14χρονη, ότι πρόκειται για καλά ανεπτυγμένο σωματικά για την ηλικία του κορίτσι με φυσικό νοητικό δυναμικό περιποιημένο και συμπαθητικό με καλή συναισθηματική και βλεμματική επαφή. Ο λόγος της ανήλικης είναι αυθόρμητος, πλούσιος και η ροή του συνεχής, ενώ η σκέψη της είναι συγκροτημένη και αντιληπτική ικανότητα πολύ καλή γνωστική μνημονική γλωσσική ικανότητα ικανότητα διάκρισης της αλήθειας από το ψέμα και δεν παρουσιάζει ψυχοπαθολογία». Τα αναφερόμενα γεγονότα ή καταστάσεις από την ανήλικη επισημαίνει η πραγματογνώμονας, δεν παρουσιάζουν ανακρίβειες. Η μη λεκτική συμπεριφορά της ανήλικης κατά τη διάρκεια των διαφορετικού τύπου ερωτήσεων, φανερώνει την αμηχανία και την αγωνία της να ανακαλέσει πάλι στη μνήμη της, τα δυσάρεστα για αυτήν γεγονότα. Μίλησε όμως για τις αναφερόμενες καταγγελλόμενες πράξεις εις βάρος της με αυθόρμητο λόγο, σταθερή φωνή και ελεύθερη αφήγηση και ανάκληση, πράγμα που παράγει τις πιο αξιόπιστες πληροφορίες. Οι λεπτομέρειες που αναφέρει η ανήλικη, κρίνονται επαρκείς για την τεκμηρίωση των καταγγελομένων πράξεων. Τα λεγόμενα της σε σχέση με τα αναφερόμενα γεγονότα ή καταστάσεις κρίνονται αξιόπιστα. Τέλος επισημαίνει η παιδοψυχίατρος πραγματογνώμονας ότι το κύριο συναίσθημα της ανήλικης προς τον κατηγορούμενο είναι ο φόβος, καθώς δήλωσε πως υπήρξε βλεμματική επαφή αυτής και του κατηγορουμένου, ενώ περίμενε τη μητέρα της έξωθεν της υποδιεύθυνσης ασφαλείας όπου είχαν δώσει ραντεβού για να μεταβούν στο παιδοψυχιατρικό τμήμα του Καραμανδάνειου νοσοκομείου για κατάθεση.
Περαιτέρω στο πλαίσιο της αστυνομικής προανάκρισης στις 22.12, εξετάστηκε και η μητέρα της ανήλικης η οποία κατέθεσε ότι τον Ιούνιο του τρέχοντος έτους η κόρη της παρακολούθησε μαθήματα kick boxing για ένα μόνο μήνα στο γυμναστήριο του κατηγορουμένου το οποίο είναι εγγύς της οικίας τους τα οποία όμως σταμάτησε καθόσον είχε εξέταση στην αγγλική γλώσσα.
Ξεκίνησε εκ νέου μαθήματα στις 20 Δεκεμβρίου, ημέρα Δευτέρα. Αναφορικά με το καταγγελθέν συμβάν η μητέρα της ανήλικης αναφέρεται στις 22.12 η κόρη της μετέβη στο γυμναστήριο καθώς είχε προπόνηση κατά τις ώρες 18:00-19:00. Η περί ώρα 19:00, η κόρη της επέστρεψε στην οικία της σκυθρωπή ενώ σε ερώτηση της μητέρας της εάν θα βγει βόλτα με τους φίλους της, εκείνη αποκρίθηκε αρνητικά αναφέροντας ότι θα μείνει στην οικία τους. Αντιλαμβανόμενη η μητέρα της ότι κάτι είχε συμβεί, πρότεινε στην κόρη της να πάνε μια βόλτα με το αυτοκίνητο. Κατά τη διαδρομή η δεκατετράχρονη ανέφερε στη μητέρα της ότι δεν θέλει να ξαναπάει στο συγκεκριμένο γυμναστήριο καθόσον ο προπονητής της την πείραξε. Μετά από επίμονες ερωτήσεις της μητέρας της, κλαίγοντας της εξιστόρησε το προαναφερθέν συμβάν, αναφέροντας ότι ο προπονητής της κατά τη διάρκεια του μαθήματος την θώπευε σε όλο το σώμα στο στήθος στα γεννητικά όργανα με αποτέλεσμα να περιέλθει σε πολύ δύσκολη θέση.
Η προπόνηση γινόταν στον ισόγειο χώρο του γυμναστηρίου υπήρχαν και άλλα άτομα, τα οποία ο κατηγορούμενος μερίμνησε να απομακρύνει από το χώρο λέγοντάς τους να πάνε στον υπόγειο χώρο του γυμναστηρίου. Αμέσως, η μητέρα της δεκατετράχρονης μετά από τηλεφωνική επικοινωνία με τον κατηγορούμενο μετέβη στην σχολή πυγμαχίας και απευθυνόμενη σε αυτόν με έντονο ύφος του ζήτησε εξηγήσεις. Εκείνος όμως ουδεμία δικαιολογία προέβαλε, αναφέροντας ότι στην Προπόνηση παρευρίσκονταν και άλλα άτομα ενώ παράλληλα ζήτησε να δει την ανήλικη το οποίο αρνήθηκε η μητέρα της. Την στιγμή εκείνη η γυναίκα είπε στον κατηγορούμενο θα τον καταγγείλει, ενώ εκείνος απλά της απάντησε ότι είναι Χριστούγεννα, χωρίς να αμφισβητήσει όμως την αλήθεια τον καταγγελομένων. Δεν προσπάθησε να δικαιολογήσει τον εαυτό του, χωρίς όμως να παραδεχτεί τα γεγονότα που είχαν συμβεί.
Η εν λόγω μάρτυρας στην κατάθεση της εξέφρασε τη βεβαιότητα όταν τα όσα της ανέφερε η κόρη της, είναι αληθή. Η δε, πεποίθηση της ενδυναμώθηκε ακόμα περισσότερο απο τη στάση του κατηγορουμένου ο οποίος ουδόλως αμφισβήτησε την βασιμότητα των καταγγελόμενων. Τελως, η μητέρα της ανήλικης ζητεί την ποινική δίωξη του κατηγορουμένου και την παραδειγματική του τιμωρία.
Τι είπε ο προπονητής
Όπως αναφέρεται στην αποφαση «Απολογούμενος ο κατηγορούμενος τόσο κατά την αστυνομική προανάκριση όσο κατά την κυρία ανάκριση, αρνήθηκε την αποδιδόμενη σε αυτόν κατηγορία. Ειδικότερα, ότι διατηρεί σχολή πυγμαχίας και ότι η κατηγοριοποίηση των αθλητών γίνεται με βάση την ηλικία και τις αγωνιστικές τους επιδιώξεις και ότι ανήλικοι αρχάριοι, προπονούνται στη σχολή του κατά τις απογευματινές ώρες περί ώρα 18:00 και η προπόνηση διαρκεί περίπου μια ώρα. προπόνηση των ανήλικων λαμβάνει χώρα στον ισόγειο χώρο της σχολής ενώ στην πρόσοψη του κτιρίου υπάρχει διάφανη τζαμαρία, ώστε να παρακολουθούν οι γονείς την προπόνηση των παιδιών τους. Αναφορικά με την εν λόγω ανηλικη, ο κατηγορούμενος εκθέτει ότι η δεκατετράχρονη η οποία είχε έρθει για πρώτη φορά στο γυμναστήριο τον Ιούνιο του τρέχοντος έτους και παρακολουθούσε μαθήματα μόνο για 20 ημέρες, ξεκίνησε εκ νέου προπόνηση στη σχολή πυγμαχίας 20 Δεκεμβρίου 2021 ημέρα Δευτέρα και περί ώρα έξι, μαζί με όλη την ομάδα, αποτελούμενη από 10 περίπου άτομα. Κατά την επίδικη ημέρα ήτοι 22 Δεκεμβρίου 2021, Τετάρτη και περι ωρα 18·30, είδε την δεκατετράχρονη στο γυμναστήριο, ενώ εκείνος πηγαινοερχόταν μεταξύ υπογείου ισογείου και πρώτου ορόφου. Η ανήλικη προπονείτο εκείνη την ώρα στο ισόγειο μαζί με δύο άλλους ανήλικους αθλητές της ηλικίας της. Από τους τρεις αυτους αθλητές ο καθένας εκανε μόνος του προπόνηση, στον ίδιο ακριβώς χώρο και πιο συγκεκριμένα στο ίδιο ταπί σε απόσταση μεταξύ τους δύο με δυόμισι μέτρα. Στον ισόγειο χώρο πιο απομακρυσμένα από τους λοιπούς γυμναζόταν έτερο πρόσωπο.
Ο ίδιος είχε δώσει αναφέρει στα άτομα που ήταν στο χώρο σαφή οδηγία για την συγκεκριμένη προπόνηση. Εκείνη την ώρα η ανήλικη έκανε διορθώσεις τεχνικών σε ταμπλό και πιο συγκεκριμένα έπρεπε, να δίνει χτυπήματα σε ένα μαξιλάρι, προκειμένου να διορθώσει την φορά των χεριών για τα χτυπήματα καθώς και την θέση των ποδιών και τη στάση του σώματος της. Επειδή είδε ότι η στάση του σώματος χρειαζόταν κάποιες διορθώσεις, αναγκάστηκε να διορθώσει τα χέρια και τα πόδια της ωστε το ίδιο χέρι να είναι ταυτόχρονα με το ίδιο πόδι και να γίνεται σωστά η γροθιά. Υποστηρίζει δε, ότι επειδή αποφεύγει την σωματική επαφή κατά τη διάρκεια της προπόνησης, ειδικά με τις γυναίκες αθλούμενες, απλώς διορθώσε τη στάση του ποδιού της ανήλικης, στο σημείο του πέλματος, γονατίζοντας πλάι της και πιάνοντας στο σημείο του παπουτσιού, ώστε να εκτελέσει την δεξιά στροφή του παιδιού. Αν δεν ήταν αρχάρια, δεν υπήρχε κανένας λόγος να παρέμβει και να διορθώσει ο ίδιος τη στάση του σώματος της. Η προπόνηση της συγκεκριμένης, οποία άρχισε κατά τις 18:30 και τελείωσε κατά τις 19:00, είναι εξολοκλήρου στο ισόγειο του γυμναστηρίου και μάλιστα σε σημείο που φαινόταν από την τζαμαρία του γυμναστηρίου.
Οταν τελείωσε η προπόνηση, πρώτα, αποχωρήσαν από το γυμναστήριο η 14χρονη και ύστερα ο δεύτερος ανήλικος και μετά η τρίτη ανηλικη. Τον έναν ανηλικο τον περίμενε καθόλη τη διάρκεια της προπόνησης του όπως γίνεται πάντα ο πατέρας του οποίος παρακολουθούσε όλη την προπόνηση του γιου του. Έξω απ’ το γυμναστήριο καθόταν στο τραπεζάκι μπροστά στην τζαμαρία του γυμναστηρίου άλλοι δύο γονείς αθλητή που προπονείται στο υπόγειο ως μεγαλύτερος αθλητής κι άλλα άτομα. Μετά από όλα αυτά ο εν λόγω κατηγορούμενος αρνείται ότι άγγιξε στο σώμα την εν λογω ανήλικης, εκτός από την προαναφερθείσα διόρθωση της στάσης του σώματος της στο πλαίσιο της προπόνησης της. Τέλος αναφέρθηκε συνάντηση που είχε με τη μητέρα της ανήλικης οι οποία λίγη ώρα μετά το καταγγελθέν συμβάν ήτοι μετά τις 19:00, αφού τηλεφώνησε, προσήλθε εκνευρισμένη στο γυμναστήριο, ζητώντας εξηγήσεις από τον ίδιο. Περαιτέρω ο κατηγορούμενος διατείνεται στο απολογητικό του υπόμνημα,οτι ως είναι απολύτως ψεύδη οσα υποστηρίζει η 14χρονη και ειδικότερα υποστηρίζει: την ύπαρξη αντιφατικών μεταξύ της κατάθεσης της ανήλικης και τις καταθέσης της μητέρας, καθώς η παθούσα ανέφερε οτι οι δύο βρισκόταν εντός του γυμναστηρίου και έκανε προπόνηση μόνη της, η δε μητέρα της αναφέρθηκε στην ύπαρξη των παιδιών κατά τη διάρκεια της προπόνησης. Την παρουσία καθόλη τη διάρκεια της προπόνησης γονέων και αθλητών οι οποίοι παρακολουθούσαν την προπόνηση έξω απ’ το γυμναστήριο, μέσω της διάφανης τζαμαρίας που υπήρχε στην πρόσοψη, καθώς και την παρουσία στο χώρο του αθλητή και την ύπαρξη στο ισόγειο αθλήτριας. Επικαλείται προκειμένου να στηρίξει το ψευδείς καταγγελίες ανήλικης, την κατάθεση της τελευταίας, η οποία στο τέλος κατάθεση της της αναφέρει επι λέξει «θέλω να ρωτήσω αν υπάρχει περίπτωση αυτός εννοώντας τον κατηγορούμενο «επειδή με είδε, έξω από το τμήμα και με έδειξε σε άλλους που ήταν έξω από το τμήμα, οι οποίοι ήταν απ’ τη σχολή, αν θα μου πουν κάτι ή αν θα μου κάνουν κάτι».
Ο κατηγορούμενος αναφέρει ότι αυτό το περιστατικό είναι απόλυτα ψευδές καθόσον η παθούσα κατέθεσε στις 23 Δεκεμβρίου και ώρα 20:45 ενώ ο ίδιος είχε ήδη συλληφθεί, Όπως προκύπτει από την έκθεση συλλήψης, περι τις 19:00 της ίδιας ημέρας και ως εκτούτου ήταν κρατούμενος και δεν ήταν δυνατό να την δείξει στους εταίρους μάρτυρες που θα κατέθεταν, επισημαίνοντας ότι τα κρατητήρια της ασφάλειας, δεν έχουν θέα στον δρόμο.
Παράλληλα, κατά τη διάρκεια της αστυνομικής προανάκρισης και προς υπεράσπιση των θέσεων του κατηγορουμένου εξετάστηκαν οι γονείς αθλητών που επικαλείται ο κατηγορούμενος την απολογία του, οι οποίοι κατέθεσαν οτι κατά τη διάρκεια της προπόνησης των γιων τους βρίσκονταν έξωθεν του γυμναστηρίου, στο πεζοδρόμιο και παρακολουθούσαν από την τζαμαρία την προπόνηση και δεν αντιλήφθησαν κάποιο περιστατικό σε βάρος της ανήλικης. Τα ίδια κατέθεσε στις 24 Δεκεμβρίου και άτομο όποιος ανέμενε έξωθεν του γυμναστηρίου τον αδερφό του, Ο οποίος προπονείτο εντός της σχολής. Παράλληλα εξετάστηκε και αθλητής ο οποίος κατέθεσε ότι κατά την επίδικη ημέρα και ώρα έκανε προπόνηση στον υπόγειο χώρο του γυμναστηρίου και ότι ανέβηκε δύο με τρεις φορές το ισόγειο για να πιει νερό, χωρίς να αντιληφθεί κάτι. Κι άλλοι δύο αθλητές οι οποίοι προπονούνταν στον υπόγειο χώρο του γυμναστηρίου καταφέρουν ότι δεν αντελήφθησαν κάποιο γεγονός να συμβαίνει στον ισόγειο χώρο. Και ο πρόεδρος του συγκεκριμένου συλλόγου αναφέρει ότι κατά την επίδικη μέρα προπονείτο στον υπόγειο χώρο της σχολής και ότι ανεβαίνοντας στο ισόγειο είδε τη συγκεκριμένη κοπέλα να βρίσκετει στο πίσω μέρος του ισογείου και να προπονείται μόνη της, ενώ στο ισόγειο χώρο του γυμναστηρίου, πέραν της κοπέλας είδε περίπου οκτώ με εννέα άτομα και επιπλέον και δεν αντελήφθη κάποια περίεργη σεξουαλική κίνηση απο τον κατηγορούμενο.
Στην απόφαση του συμβουλίου πλημμελειοδικών αναφέρεται χαρακτηριστικά ότι επί των ισχυρισμών του κατηγορουμένου επισημαίνονται τα εξής: η προσπάθεια του κατηγορουμένου να αποδομήσει το αληθές του περιεχόμενου της καταγγελίας της εν λόγω ανήλικης, καταρρίπτεται πλήρως από την προειρημένη και πλήρως αιτιολογημένη Παιδοψυχιατρική πραγματογνωμοσύνη της επιμελήτριας του Α’ Παιδοψυχιατρικού Τμήματος του νοσοκομείου Καραμανδάνειο παριστάμενης κατά την εξέταση της ανήλικης η οποία περιγράφει την ανήλικη ως ένα άτομο συγκροτημένο με πολύ καλή αντιληπτική ικανότητα και ιδίως ικανότητα διάκρισης της αλήθειας από το ψέμα, χωρίς ενδεικτικά ψυχοπαθολογίας, ενώ αυθόρμητος και πλούσιος ήταν ο λογος της ανήλικης κατά την εξέταση της, η σταθερή φωνή και η ελεύθερη αφήγηση και ανάκληση των γεγονότων, αποτελούν κατά την παιδοψυχίατρο σαφείς ενδείξεις που καταμαρτυρούν την αλήθεια τον καταγγελομένων. Ο δε, κατηγορούμενος, ουδόλως μπόρεσε να εξηγήσει τους λόγους που υπεβλήθη η φερόμενη, κατά τους χειρισμούς του, ψευδής καταγγελία σε βάρος του, την στιγμή μάλιστα που σαφώς προέκυψε και τεκμηριώθηκε από την παιδοψυχίατρο οτι ουδεμία ένδειξη ψυχοπαθολογίας διαπιστώθηκε στην ανήλικη που να δικαιολογεί την υποβολή μίας κατά του κατηγορουμένου ψεύδους καταγγελίας. Προς την κατεύθυνση αυτή και το γεγονός ότι από κανένα στοιχείο της δικογραφίας δεν διάφανη και κάποιο κίνητρο εκ μέρους ανήλικης, προς υποβολή μιας καταγγελίας προ του επίδικου συμβάντος, ουδόλως υπήρχαν σχέσεις οποιασδήποτε μορφής μεταξύ δραστη και θύματος, γεγονός αποδεκτό από αμφότερες τις πλευρές, ή μεταξύ δραστη και οικογένειας του θύματος, ώστε να μπορεί να δικαιολογηθεί υποβολή μιας ψεύδους κατάθεσης. Πέραν της ανυπαρξίας σχέσεων δράστη θύματος και της ανυπαρξίας κάποιου έστω υποκρυπτόμενου κινήτρου της ανήλικης ή της οικογένειας αυτής να βλάψει τον κατηγορούμενο, και η αλήθεια των καταγγελομένων καταμαρτυρείται και από την άμεση υποβολή της καταγγελίας και την άμεση αναζήτηση ευθυνών από τη μητέρα της ανήλικης, η οποία, στις 19:00, οργισμένη λόγω των ιστορούμενων σε αυτή από την κόρη της γεγονότων και της άσχημης ψυχολογικής κατάστασης της κόρης της, έσπευσε στο γυμναστήριο και ζήτησε εξηγήσεις από τον κατηγορούμενο ενώ περί ώρα 20:50 της ίδιας ημέρας μετέβη στην υποδιεύθυνση ασφαλείας Πατρών να καταθέσει σχετικά με τα καταγγελόμενα περιστατικά.
Τέλος στην σελίδα 18 αναφέρει χαρακτηριστικά ότι ο κατηγορούμενος επί μισή σχεδόν ώρα διέκοπτε κάθε φορά που αντιλαμβανόταν οτι μπορει να γίνει αντιληπτός από τρίτους καθόσον η εν λόγω σχολή ήταν σε λειτουργία, αφού προηγουμένως κολλούσε το σώμα του πίσω από το σώμα της προαναφερθείσας ανήλικης, την θώπευε σε όλο το σώμα και πίεζε τα γεννητικά της όργανα και στην περιοχή του πρωκτού ένα επιχείρησε την θωπεύσει και κάτω από την μπλούζα που φορούσε, ανασηκώνοντάς την μπλούζα. Οι επαναλαμβανόμενες κινήσεις με τα χέρια στην ευρύτερη γενετήσια περιοχή ασκώντας πίεση της διάρκειας με διακεκομμένα επί μισή ώρα και των σημείων, σαφώς έχουν έναν ηδονιστικό χαρακτήρα και κατατείνουν στην διέγερση και ικανοποίηση γενετήσιας επιθυμίας του κατηγορουμένου, υπαγόμενες ως εκτούτου στην έννοια της γενετήσιας πράξεις από το νέο ποινικό κώδικα. Από το αποδεικτικό υλικό απορρέουν σοβαρές ενδείξεις ενοχής του κατηγορουμένου για την πράξη για την οποία κατηγορείται για τις καταχρήση ανήλικου που έχει συμπληρώσει τα 14 έτη, των ενηλίκων στον οποίο έχουν εμπιστευθεί αυτόν επιβλέπει προσωρινά με την επιβαρυντική περίσταση της τελέσεως αυτής από τον γυμναστή του. Τα δύο ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της εν λόγω πράξης και ειδικότερα το γεγονός ότι μισή ώρα ενεργούσε σε βάρος ανήλικης γενετήσιες πράξεις εντός της σε λειτουργία σχολή πυγμαχίας, ιδιοκτησίας του, δρώντας απροκάλυπτα χωρίς φραγμούς και ενδοιασμούς λαμβάνοντας παράλληλα προφυλάξεις, καθώς μεριμνούσε να απομακρύνει όσους εισέρχονται στο χώρο και να απομακρύνεται ταυτόχρονα το θύμα του ώστε να μη γίνεται αντιληπτό από τρίτους, ενώ μετά την απομάκρυνση των οποίων τρίτον εισέρχονταν στο χώρο για να συνεχίζει ακάθεκτος να ενεργεί γενετήσιες πράξεις πάνω στην ανήλικη καταχρώμενός την ιδιαίτερη σχέση εμπιστοσύνης που το συνδέει με το θύμα, συγκλίνουν στην άποψη ότι αν αυτός αφεθεί ελεύθερος καθίσταται σφόδρα πιθανή η από μέρους του διαπράξη κι άλλων παρόμοιων εγκλημάτων. Δηλωτικό στοιχείο της επικοινωνίας του δράστη είναι συμπεριφορά του μετά την πράξη, καθόσον προωθούσε το θύμα του να μεταβαίνει στη σχολή καθημερινά πρωί και απόγευμα γεγονός που καταδεικνύει την ετοιμότητα του κατηγορούμενου να συνεχιστεί σε βάρος ανήλικης αξιόποινες πράξεις του. Συνεπώς φρονούμε ότι επιλογή και επιβολή του μέτρου δικονομικού καταναγκασμού της προσωρινής κράτησης είναι το πλέον πρόσφορο μετρό που υπηρετεί ε προκειμένω στην αδρανοποίηση του ανωτέρω κατηγορουμένου ως εγκληματικού παράγοντα».