Μόλις 3.200 σπίτια έχουν μείνει απούλητα ή αδιάθετα στο Τορόντο, τη μεγαλύτερη πόλη του Καναδά, όπου κατοικούν περισσότεροι από 6,5 εκατομμύρια άνθρωποι.
Κάτι απολύτως φυσιολογικό, αν αναλογιστούμε ότι μέσα στο 2021 πουλήθηκαν τουλάχιστον 121.000 κατοικίες, ένας αριθμός αυξημένος κατά 28% σε σχέση με το 2020.
Η άνοδος των πωλήσεων στην αγορά του real estate οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην πολιτική των χαμηλών επιτοκίων της κεντρικής τράπεζας, η οποία «αναγκάζει» τους επενδυτές να αναζητήσουν κέρδος στα ακίνητα.
Σύμφωνα με τα διαθέσιμα στοιχεία, η μέση τιμή πώλησης μίας κατοικίας στο Τορόντο διαμορφώθηκε το προηγούμενο έτος σε 1,1 εκατ. δολάρια Καναδά, δηλαδή σε περίπου 860.000 δολάρια, σημειώνοντας άνοδο κατά 18% σε σχέση με το 2020.
Όλα αυτά, βέβαια, προκαλούν εύλογες ανησυχίες σχετικά με το αυξημένο κόστος στέγασης στην πόλη, το οποίο απορροφά ένα μεγάλο μέρος των ετήσιων εισοδημάτων των νοικοκυριών, ανεξαρτήτως αν πρόκειται για ενοικίαση ή αγορά.
Σε μια προσπάθεια αποκλιμάκωσης των πιέσεων, οι τοπικές αρχές του Τορόντο έχουν επιβάλλει πρόσθετη φορολογία στους ξένους αγοραστές ακινήτων, ενώ και ο ίδιος ο πρωθυπουργός, Τζάστιν Τριντό, έχει δεσμευτεί για τη λήψη άμεσων μέτρων.
Όμως, το πραγματικό πρόβλημα, σύμφωνα με τους αναλυτές, είναι η αναντιστοιχία μεταξύ της αύξησης του πληθυσμού και του ρυθμού ανέγερσης νέων κατοικιών, κάτι που δεν αποκλείεται να οδηγήσει σε μια πανεθνική έλλειψη ακινήτων.