Του Λεωνίδα Γ. Μαργαρίτη, Επιτ. Δικηγόρου,Προέδρου Εταιρείας Λογοτεχνών,Αντιπροέδρου Α.Σ.Π.Ε.
Στις μέρες μας με την ευκαιρία της επετείου ανακομιδής της κάρας του Πρωτοκλήτου και της μεταφοράς του Σταυρού του Μαρτυρίου του από τη Γαλλία στην πόλη μας, έρχεται και πάλι στηνi επικαιρότητα το ζήτημα της αναγκαιότητας δημιουργίας ενός Βυζαντινού Μουσείου στην πόλη μας και μάλιστα πλησίον του μεγαλοπρεπούς ναού του Πολιούχου.
Έχουμε την αίσθηση πως έτσι θα αναπτυχθεί και στην πόλη μας η ιδέα του Θρησκευτικού τουρισμού.
Πριν προχωρήσουμε στις δικές μας εκτιμήσεις πάνω στο ζήτημα θα θέλαμε να κάνουμε μια αναδρομή στη ιστορία για την τιμή που επεφύλασσαν τόσο οι αρχαίοι Έλληνες στους Ήρωες όσο και οι νεοέλληνες στους Αγίους.
Δεν υπήρχε στην αρχαιότητα πόλη που να μην θέλει να έχει τον ήρωα του, που ήταν προστάτης της , ενώ κέντρο λατρείας ήταν ο τάφος του.
Τις ίδιες τιμές συνεχίζουν να προσφέρουν μετά την επικράτηση του Χριστιανισμού και οι πιστοί στους Αγίους και Μάρτυρες.
Όπου ο τάφος του ‘Ηρωα οι αρχαίοι Έλληνες ανήγειραν μικρούς ναούς ,τα γνωστά μας Ηρώα . Το ίδιο και οι Χριστιανοί του σήμερα, στον τάφο του μαρτυρίου των Αγίων ανεγείρουν ναούς και αποδίδουν τιμές και λατρευτικές τελετές.
Είναι παγιωμένη η αντίληψη πως τόσο οι ήρωες της αρχαίας Ελλάδος όσο και οι Άγιοι της Ορθοδοξίας ήταν πρόσωπα που ασκούσαν τεράστια απήχηση στο λαό, ο οποίος τους αναγνώριζε ακόμη και θαυματουργικές ιδιότητες και επεμβάσεις στη ζωή τους.
Στα λείψανα των Ηρώων όσο και τα λείψανα των αγίων επεδείκνυαν ιδιαίτερο ενδιαφέρον και απέδιδαν ιδιαίτερη τιμή. Πολλές φορές μεταφέρονταν από πόλη σε πόλη.
Για παράδειγμα τα οστά του Έκτορα από την Τροία μεταφέρθηκαν στη Θήβα και του Οιδίποδα από τη Θήβα στην Αθήνα.
Την ίδια συμπεριφορά είχαν και οι Χριστιανοί Αυτοκράτορες όταν μετά την ανέγερση του Ναού των Αγίων Αποστόλων στην Κωνσταντινούπολη ,συγκέντρωσαν και εναπόθεσαν σ’ αυτόν τα λείψανα όλων των Αποστόλων μεταξύ των οποίων και του Αγίου, Αποστόλου Ανδρέου του Πρωτοκλήτου.
Είχε δημιουργηθεί και στην αρχαία Ελλάδα μια λατρεία λειψάνων ανάλογη με εκείνη που δημιουργήθηκε αργότερα από τους Χριστιανούς.
Έκτιζαν και τοποθετούσαν τα οστά των Ηρώων στα θεμέλια των τειχών, γιατί θεωρούσαν πως οι ήρωες προστάτευαν την πόλη από τους ξένους εισβολείς.
Την αρχαιοελληνική παράδοση ακολούθησε και η νέα θρησκεία του Ναζωραίου και έτσι όταν εγκαινιάζεται ένας ναός στη βάση του θυσιαστηρίου, ( θέση του αρχαίου βωμού), τοποθετούν λείψανα Αγίων.
Επόμενο είναι η φύλαξη και η έκθεση σε ναούς προς τιμητική προσκύνηση λειψάνων Αγίων να προσελκύει το ενδιαφέρον των πιστών από άλλες περιοχές τόσο της χώρας όσο και άλλων ομοθρήσκων και ομόδοξων λαών.
Σ’ αυτή τη κατεύθυνση στρέφεται και το ενδιαφέρον όσων μιλούν για θρησκευτικό τουρισμό.
Αλλά έχει και άλλες παραμέτρους το ζήτημα. Συγκεκριμένα η Τίμια κάρα του Αγίου Αποστόλου στην πόλη μας και ο Σταυρός του Μαρτυρίου του, αποτελούν θησαυρούς της Ορθοδοξίας και του λαού των Πατρών, ο οποίος ένα ολόκληρο αιώνα, έκτιζε και παρέδωσε στο Χριστιανικό κόσμο, ένα μεγαλοπρεπή ναό, στον οποίο στεγάζονται όλα αυτά τα σπουδαία και αδιατίμητα στοιχεία, που μαρτυρούν την παρουσία και το σταυρικό θάνατο του Πρωτοκλήτου στην πόλη μας.
Τα ανωτέρω κειμήλια αποτελούν πολύτιμο θησαυρό για την εκκλησία των Πατρών και πολλοί ομόδοξοι θα ήθελαν να αποκτήσουν.
Ο μεγαλοπρεπής ναός του Πολιούχου μας με τους θησαυρούς που διαφυλάσσει, αποτελεί πόλο έλξης για τους ανά τον κόσμο Χριστιανούς, όπως οι Άγιοι τόποι και το Άγιο Όρος.
Όμως μετά την έκθεση που λειτούργησε στα πλαίσια των Πρωτοκλητείων τον περασμένο χρόνο, αναδείχθηκε η αναγκαιότητα ιδρύσεως και λειτουργίας ενός Βυζαντινού-Εκκλησιαστικού Μουσείου, στο οποίο θα στεγαστούν και θα εκτίθενται και άλλα αξιόλογα ιερά αντικείμενα, τα οποία είτε λόγω παλαιότητάς τους, δεν προσφέρονται για λατρευτικούς σκοπούς, είτε λόγω σπανιότητας τους, κινδυνεύουν, είτε από τη φθορά, είτε από διαφόρους ιερόσυλους και αρχαιοκαπήλους.
Με το σημείωμά μας αυτό, θα προσπαθήσουμε εποικοδομητικά, να δώσουμε τις προτάσεις μας.
Κατάλληλος χώρος για την ίδρυση Θρησκευτικού Μουσείου είναι ο χώρος πρασίνου που παρεμβάλλεται μεταξύ της σιδηροδρομικής γραμμής της οδού Παπαφλέσσα και της Ακτής Δυμαίων.
Ανεξάρτητα από το ιδιοκτησιακό καθεστώς από το οποίο διέπεται ο χώρος, εκείνο που προέχει είναι να επικρατήσει ειλικρίνεια και θάρρος στην επιδίωξη του σκοπού ίδρυσης και λειτουργίας ενός παρόμοιου Μουσείου.
Πρώτα-πρώτα θα πρέπει να σταματήσει η υποκρισία και η παραπλάνηση των οικολόγων και οικολογούντων και πολλές φορές και η υποκρισία των ιδίων.
Εφόσον κρίνεται πως ένα παρόμοιο έργο είναι αναγκαίο και θα βοηθήσει στην ενδυνάμωση του θρησκευτικού τουρισμού και της οικονομίας της πόλης, θα πρέπει ο Σεβασμιώτατος να επιδιώξει και να προχωρήσει σε δύο αρχικές κινήσεις:
Nα ζητήσει και να επιτύχει την εκρίζωση των εναπομεινάντων ευκαλύπτων που βρίσκονται στο συγκεκριμένο χώρο και να μην αναμένει την ξήρανση και των υπολοίπων και
Να επιδιώξει και να επιτύχει την έναρξη και περάτωση σε σύντομο χρόνο, ανασκαφών εκ μέρους της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας, γνωστού όντως των στο υπέδαφος υφισταμένων αρχαιοτήτων , οι οποίες θα πρέπει να αποκαλυφθούν να προστατευθούν και να είναι επισκέψιμες κι όχι να καταχωθούν όπως συνέβη με το Ιερό του Σεράπιδος στην οδό Μαιζώνος και Τριών Ναυάρχων.
Αφού υλοποιηθούν αυτές οι προϋποθέσεις, ο Σεβασμιότατος που σύμφωνα με δήλωση του στον υπογράφοντα,, έχει εξασφαλισμένες τις δαπάνες κατασκευής του Μουσείου, να προχωρήσει στην υλοποίηση του οράματός του.
Ο Σεβασμιότατος Μητροπολίτης Πατρών είναι πλέον ή βέβαιο, πως διαθέτει και δύναμη αλλά και δημιουργική φαντασία.
Ελπίζουμε και πιστεύουμε να πάρουν σάρκα και οστά τα όσα έχει κατά νου προγραμματίσει. Το ευχόμαστε από τα βάθη της καρδιάς μας.