Αξίζει να σημειωθεί ότι στο διαβιβαστικό έγγραφο της δικογραφίας αναφέρεται πως όταν η μικρή Τζωρτζίνα μεταφέρθηκε και πάλι στο «Αγλαΐα Κυριακού» η Ρούλα Πισπιρίγγου σύμφωνα με τις καταθέσεις των μαρτύρων, ζήτησε από την εφημερεύουσα γιατρό να μείνει σε μονόκλινο δωμάτιο με την κόρη της. Ο πατέρας του κοριτσιού βρέθηκε στο δωμάτιο μόνο το πρώτο βράδυ της νοσηλείας της μικρής στο δωμάτιο και εν συνεχεία όλο το επόμενο διάστημα μαζί της ήταν μόνη η μητέρα της. Τα αιφνίδια επεισόδια στο παιδί άρχισαν να εκδηλώνονται μετά την αποχώρηση του πατέρα. Όταν εμφανίστηκε το τελευταίο επεισόδιο η 33χρονη ήταν ψύχραιμη -σύμφωνα με τη δικογραφία – και αυτό παρά το γεγονός ότι έβλεπε τις απεγνωσμένες προσπάθειες των γιατρών να σώσουν το παιδί.
Στο φάκελο της υπόθεσης αναφέρεται ακόμη, πως κάποια από τα φάρμακα που εχορηγούντο στο παιδί ήταν ενδοφλέβια και κάποια χορηγούνταν από γαστροστομία που έφερε για την σίτιση του. Μάλιστα, η 33χρονη δήλωσε στους γιατρούς και το νοσηλευτικό προσωπικό ότι γνώριζε να χορηγεί τα φάρμακα από τη γαστροστομία και για το λόγο αυτό αποφασίστηκε να τα δίνει η ίδια στο παιδί της. Ωστόσο, όταν το παιδί παρουσίασε από τις 26 Ιανουαρίου και μετά νέα επεισόδια, δόθηκε εντολή στο νοσηλευτικό προσωπικό να σταματήσει την χορήγηση των φαρμάκων η μητέρα και τα φάρμακα να χορηγούνται στην 9χρονη αποκλειστικά από νοσοκόμα. Μάλιστα, στη δικογραφία αναφέρεται ότι στις 27 Ιανουαρίου του 2022 ο πατέρας του κοριτσιού αποχώρησε από το νοσοκομείο και έμεινε μόνον η μητέρα μέχρι και το θάνατο του παιδιού.