Πόσο πιθανό είναι ξένοι πληρωμένοι δολοφόνοι να έφεραν εις πέρας το συμβόλαιο θανάτου εις βάρος του Γιάννη Σκαφτούρου, ο οποίος δολοφονήθηκε τη Δευτέρα του Πάσχα στο εξοχικό του, στο χωριό Σκούρτα Δερβενοχωρίων; Κρίνοντας απ’ όσα αυτόπτες μάρτυρες της εν ψυχρώ δολοφονίας φέρονται να είπαν στους αστυνομικούς του τμήματος Ασφαλείας Θηβών και του τμήματος Δίωξης Ανθρωποκτονιών της Ασφάλειας, η απάντηση είναι «αρκετά πιθανό». Σύμφωνα με πληροφορίες, τουλάχιστον δύο από τους αυτόπτες μάρτυρες κατέθεσαν στο πλαίσιο της έρευνας ότι οι δολοφόνοι του Γιάννη Σκαφτούρου «δεν ήταν Ελληνες».
Την πληροφορία επιβεβαίωσε χθες υψηλόβαθμο στέλεχος του υπουργείου Προστασίας του Πολίτη. Απαντώντας σε σχετική ερώτηση της «Κ» διευκρίνισε ότι με βάση τις μαρτυρίες «οι δράστες ήταν πιθανότατα ξένοι που δεν γνώριζαν τη γλώσσα και όχι αλλοδαποί που μιλούσαν ελληνικά με ξενική προφορά, όπως έχει συμβεί σε άλλες περιπτώσεις στο παρελθόν». Η ίδια πηγή ενημέρωσης, πάντως, αναγνώρισε ότι λόγω της συναισθηματικής φόρτισης των αυτοπτών μαρτύρων, οι καταθέσεις τους είναι συχνά επισφαλείς. Την ίδια ώρα, αστυνομικές πηγές διευκρίνισαν χθες στην «Κ» ότι σύμφωνα με άλλον μάρτυρα οι δράστες φώναξαν «πέστε κάτω» πριν ανοίξουν πυρ.
Ο Γιάννης Σκαφτούρος δολοφονήθηκε λίγο μετά τις 12 το μεσημέρι της Δευτέρας, παρουσία συγγενών και φίλων που γιόρταζαν το Πάσχα.
Ο Γιάννης Σκαφτούρος ήταν ένα από τα πιο αναγνωρίσιμα μέλη της επονομαζόμενης greek mafia. Είχε κατηγορηθεί για εκβιασμούς, βομβιστικές επιθέσεις, απαγωγές και αποδράσεις, ενώ θεωρείτο στενός συνεργάτης του δολοφονημένου Βασίλη Στεφανάκου και του έγκλειστου Παναγιώτη Βλαστού – βαριά ονόματα της παρανομίας και οι δύο. Ο φόνος του έγινε λίγο μετά τις 12 το μεσημέρι της Δευτέρας, παρουσία συγγενών και φίλων που γιόρταζαν το Πάσχα. Ανάμεσα σε αυτούς η κόρη του δολοφονηθέντος και ο συμπέθερός του, οι οποίοι μάλιστα τραυματίστηκαν ελαφρά και μεταφέρθηκαν στο νοσοκομείο για τις πρώτες βοήθειες. Οπως είπαν στους αστυνομικούς που προσέτρεξαν στο σημείο, οι δράστες ήταν τουλάχιστον τέσσερις και επέβαιναν σε δύο μηχανές μεγάλου κυβισμού, δίχως κανείς να μπορεί να αποκλείσει στην περιοχή να κινήθηκε και ομάδα υποστήριξης. Οι δύο από τους δράστες αποβιβάστηκαν εξωτερικά της αυλής του σπιτιού και κινήθηκαν πεζή προς το σημείο όπου βρίσκονταν συγκεντρωμένοι ο Γιάννης Σκαφτούρος και τα υπόλοιπα μέλη της παρέας του. Ανοιξαν πυρ χρησιμοποιώντας δύο καλάσνικοφ, με τους αστυνομικούς να περισυλλέγουν από την αυλή πάνω από 15 κάλυκες. Αν και οι πρώτες πληροφορίες ανέφεραν ότι ο δολοφονηθείς οπλοφορούσε, το βέβαιο είναι ότι δεν πρόλαβε να χρησιμοποιήσει το όπλο του. Επιπλέον, αρμόδιες πηγές αναφέρουν ότι ο Γιάννης Σκαφτούρος διέθετε προσωπική φρουρά, στην οποία συμμετείχε και πρώην αστυνομικός. Λόγω των ημερών, ωστόσο, είχε πει στα μέλη της να αναλάβουν βάρδια όχι από το πρωί, αλλά μετά τις 4 μ.μ.
Οι δολοφόνοι είτε παρακολουθούσαν το υποψήφιο θύμα τους και διαπίστωσαν ότι το πρωί της Δευτέρας ήταν ανυπεράσπιστο, είτε είχαν προνομιακή πληροφόρηση για τις κινήσεις της φρουράς, ενδεχόμενο πάντως που δεν θεωρείται το πιο πιθανό. Μετά τον φόνο οι δράστες διέφυγαν με τις μοτοσικλέτες τους. Η μία από αυτές ωστόσο, είτε λόγω βλάβης είτε εξαιτίας ατυχήματος, τέθηκε εκτός λειτουργίας και εγκαταλείφθηκε από τους επιβάτες της. Εντοπίστηκε από αστυνομικούς και μεταφέρθηκε στα εγκληματολογικά εργαστήρια για διερεύνηση. Προέκυψε πάντως ότι είχε κλαπεί προ τριετίας από την Αττική. Δεν είχε μέχρι χθες αποσαφηνιστεί εάν και πώς οι δράστες κατάφεραν να απομακρυνθούν από την περιοχή. Μια πληροφορία ότι παρελήφθησαν από αυτοκίνητο που οδηγούσαν συνεργοί δεν κατέστη εφικτό να επιβεβαιωθεί. Προέκυψε από μαρτυρία περιοίκου ότι άκουσε ένα Ι.Χ. να κινείται στην περιοχή. Ως εκ τούτου οι έρευνες για τον εντοπισμό των δολοφόνων στον ορεινό όγκο, με τη συμμετοχή ελικοπτέρου της ΕΛ.ΑΣ. και μελών της Ειδικής Κατασταλτικής Αντιτρομοκρατικής Μονάδας (ΕΚΑΜ), συνεχίστηκαν και χθες, δίχως πάντως αποτέλεσμα. Τυπικά, η προανάκριση για τον φόνο ανετέθη στο Τμήμα Ασφαλείας Θηβών, ωστόσο ήδη από τη Δευτέρα του Πάσχα πήραν εντολή να συνδράμουν κλιμάκια του τμήματος Δίωξης Ανθρωποκτονιών της Ασφάλειας και της Διεύθυνσης Εγκληματολογικών Ερευνών που μετέβησαν στο σημείο σε αναζήτηση στοιχείων ικανών να αποκαλύψουν την ταυτότητα των δολοφόνων.