«H Ελλάδα δεν θα ανεχθεί επιθετική συμπεριφορά, ρητορική αναθεωρητισμού και ενέργειες που ισοδυναμούν με παραβιάσεις των ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων και της ελληνικής κυριαρχίας» δήλωσε ο Πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, σε συνέντευξη που παραχώρησε στο Reuters, στη διάρκεια της επίσκεψής του στην Αστυπάλαια.
Απαντώντας σε ερώτηση για τη μετάβαση της Ευρώπης σε μία οικονομία με ουδέτερο ισοζύγιο εκπομπών, τη στιγμή που η ΕΕ επιχειρεί να μειώσει την εξάρτησή της από τις ρωσικές εξαγωγές ορυκτών καυσίμων, σημείωσε: «Η επίτευξη των στόχων μας όσον αφορά την πράσινη μετάβαση καθίσταται προτεραιότητα όχι μόνο για περιβαλλοντικούς λόγους, όχι μόνο για να καταφέρουμε να γίνουμε η πρώτη ήπειρος στον κόσμο που θα έχει ουδέτερο κλιματικό αποτύπωμα, αλλά είναι επίσης σημαντικό προκειμένου να ενισχύσουμε τη στρατηγική μας αυτονομία.
Ερωτηθείς εάν υπάρχει ενδεχόμενο προβλημάτων στην ενεργειακή επάρκεια κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού, τόνισε: «Η Ελλάδα απομακρύνεται από τον λιγνίτη εδώ και αρκετό καιρό αλλά εξακολουθούμε να έχουμε λιγνιτικές μονάδες ικανές να παράσχουν εφεδρική ισχύ σε περίπτωση που τις χρειαστούμε, έχουμε επαρκή αποθέματα φυσικού αερίου για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από αέριο και, βεβαίως, κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας δουλεύουν στο μέγιστο, είτε είναι ανεμογεννήτριες είτε ηλιακά πάνελ. Δεν υπάρχει κανένας λόγος να ανησυχούμε για την ενεργειακή μας επάρκεια κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού».
Όσον αφορά τη διαχείριση της ενεργειακής κρίσης και του κόστους του ηλεκτρικού ρεύματος σε ευρωπαϊκό επίπεδο, ο ανέφερε: «Εγείραμε αυτό το θέμα, εγώ ο ίδιος το έθεσα στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο. Πλέον, περισσότεροι συνάδελφοί μου συντάσσονται με την άποψή μου, ότι πρέπει να επανεξετάσουμε εκ βάθρων τον τρόπο λειτουργίας της ευρωπαϊκής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας. Και πρέπει να είμαστε σε θέση να λάβουμε και πιο δραστικά μέτρα, όπως ένα προσωρινό πλαφόν στην χονδρική τιμή του φυσικού αερίου, προκειμένου να διασφαλίσουμε ότι έχουμε μια αγορά που λειτουργεί σωστά. Η αλήθεια είναι ότι τώρα, στην Ευρώπη, αγοράζουμε το φυσικό αέριο στην υψηλότερη δυνατή τιμή σε σύγκριση με άλλες περιοχές ή άλλες ηπείρους. Αυτό είναι, λοιπόν, ένα βραχυπρόθεσμο πρόβλημα που πρέπει να αντιμετωπίσουμε».