Περισσότερες από τέσσερις φορές τη μέρα, σπεύδουν κατά μέσο όρο για κατάσβεση σε δασική πυρκαγιά οι πυροσβέστες στην Ηλεία, το φετινό καλοκαίρι. Ο νομός καταλαμβάνει την πρώτη θέση, με… διαφορά ασφαλείας, στη λίστα με τις περιοχές που έχουν καταγραφεί οι περισσότερες δασικές πυρκαγιές.
Από την έναρξη της αντιπυρικής περιόδου την 1η Μαΐου, έως και τις 26 Ιουλίου, οι πυροσβέστες έχουν κληθεί για επέμβαση σε συνολικά 222 φωτιές, ενώ σε άλλες 142 περιπτώσεις συναγερμού, οι φλόγες είχαν σβήσει από πολίτες προ αφίξεως. Τα αρμόδια ανακρίτρια κλιμάκια που κλήθηκαν να διερευνήσουν τα συμβάντα, χαρακτηρίζουν “ύποπτη” την συχνότητα των φαινομένων στην περιοχή.
Για μια από αυτές τις φωτιές, που είχε ξεσπάσει στα Άγναντα στις 21 Ιουλίου, οι αρχές είχαν προχωρήσει στη σύλληψη ενός 58χρονου, έπειτα από επίσημη καταγγελία κατοίκων της περιοχής. Ο άνδρας που αντιμετωπίζει κατηγορίες σε βαθμό κακουργήματος, για εμπρησμό δάσους με τις επιβαρυντικές περιστάσεις ότι προέκυψε κίνδυνος για ανθρώπινες ζωές και καταστροφή σε μεγάλη δασική και αγροτική έκταση, κατέληξε στις φυλακές Κορυδαλλού, μετά την απολογια του στον ανακριτή. Απο τη συγκεκριμένη πυρκαγιά είχαν καεί συνολικά 1.000 στρέμματα αγροτοδασικής έκτασης.
«Τις τελευταίες 20 ημέρες στο Νομό Ηλείας έχουν ξεκινήσει 15 φωτιές. Δεν υπάρχει κανένας που να πιστέψει ότι αυτό γίνεται τυχαία. Είναι προφανές ότι υπάρχουν εμπρησμοί, ότι υπάρχουν σχέδια και οφείλουμε να κάνουμε τα πάντα για να βρούμε τους ενόχους. Υπάρχει ήδη μια σύλληψη ενός πολίτη, ο οποίος κατηγορείται για εμπρησμό και ο οποίος θα απολογηθεί στη δικαιοσύνη. Είναι πρόκληση για την τοπική κοινωνία, τον Δήμο, την Περιφέρεια και ιδίως για τις Αστυνομικές και Πυροσβεστικές Αρχές να βρουν τους ενόχους αυτών των εμπρησμών και να τους παραδώσουν στην Δικαιοσύνη», ανέφερε λίγες μέρες πριν ο Υπουργός Προστασίας του Πολίτη, Τάκης Θεοδωρικάκος, που βρέθηκε στην τελευταία μεγάλη φωτιά που αναστάτωσε το νομό, στα Κρέστενα.
Η γεωγραφία των πυρκαγιών
Εκτός από την Ηλεία, μεγάλος αριθμός δασικών πυρκαγιών έχει καταγραφεί το ίδιο διάστημα και σε Λάρισα (219), Αιτωλοακαρνανία (213), Μεσσηνία (195), Αργολίδα (135), Πέλλα (126), Αχαΐα (126), Καρδίτσα (119), Κορινθία (108) και Έβρο (104).
Είναι βέβαια ενδεικτικό ότι στην Αχαΐα, που βρίσκεται στο top 10 της σχετικής λίστας, οι πυροσβέστες έχουν κληθεί μόλις 69 φορές για δασικές πυρκαγιές, αριθμός αισθητά μικρότερος από αυτόν της Ηλείας.
«Σημασία δεν έχει το πλήθος των πυρκαγιών, αλλά το ποιες μας απασχόλησαν πολύ. Υπάρχουν δεκάδες καιώμενες εκτάσεις σε μια περιοχή, που δεν αντιστοιχούν σε έκταση με τη ζημιά που κάνει ένα μεγάλο μέτωπο. Για παράδειγμα η Λάρισα είναι ανάμεσα στους πρώτους νομούς σε ενάρξεις δασικών πυρκαγιών στην αντιπυρική, όμως δεν συγκρίνονται όλες μαζί με την Πεντέλη», αναφέρουν χαρακτηριστικά στελέχη του Πυροσβεστικού Σώματος.
Συνολικά 93 δασικές φωτιές έσβησαν οι πυροσβέστες στην Κορινθία μέχρι τις 26 Ιουλίου. Είναι ενδεικτικό ότι σε 4 περιπτώσεις στις 19 Μαΐου, στις 6 Ιουνίου, στις 18 Ιουνίου και στις 8 Ιουλίου, ξέσπασαν 6 διαφορετικές επικίνδυνες φωτιές σε κοντινές τοποθεσίες, όλες από κεραυνούς που έπεσαν στην περιοχή μετά από κακοκαιρία.
Στο κάδρο των επαναλαμβανόμενων πυρκαγιών στις ίδιες περιοχές βάζουν αρμόδιοι αξιωματικοί και τους εμπρησμούς, όχι μόνο από πρόθεση αλλά και από αμέλεια. «Είμαστε αμελείς κατά ένα πολύ μεγάλο ποσοστό. Την Δευτέρα, την ώρα που ο εκπρόσωπος τύπου της Πυροσβεστικής προειδοποιούσε να μην καίμε ξερά χόρτα, ξεκίνησε πυρκαγιά γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο στη Μάνδρα», σχολιάζουν χαρακτηριστικά στον “Ελεύθερο Τύπο της Κυριακής”. Συνολικά την τελευταία εβδομάδα του Ιουλίου, οι αρμόδιες ανακριτικές αρχές του Σώματος, προχώρησαν σε 12 συλλήψεις για εμπρησμό, 8 από πρόθεση και 4 από αμέλεια.
Τις 25 πρώτες ημέρες του Ιουλίου, η πυροσβεστική ενήργησε σε 1.180 δασικές πυρκαγιές σε όλη τη χώρα. «Έχουμε καταγράψει πυρκαγιές που αφορούν μια κουκίδα ή ένα μόλις στρέμμα και άλλες που έχουν κάψει δεκάδες χιλιάδες», σημειώνουν στελέχη της πυροσβεστικής. Περισσότερα από 4.290 στρέμματα έγιναν στάχτη στην Πεντέλη μεταξύ των οποίων και αναδασωτέα έκταση. Στις Μέλαμπες Ρεθύμνου, η αποτεφρωμένη περιοχή καλύπτει μία επιφάνεια της τάξεως των 19.940 στρεμμάτων. Πάνω από 17.000 στρέμματα έκαψε η φωτιά στα Βατερά της Λέσβου, με τις νέες αναζωπυρώσεις όμως να προσθέτουν και άλλες περιοχές στον καταστροφικό απολογισμό. Στη μεγάλη φωτιά στο Σερνικάκι Φωκίδας, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Πυροσβεστικής, κάηκαν 3.000 στρέμματα αγροτικής έκτασης και περίπου σε 9.000 στρέμματα χαμηλής βλάστησης, ενώ στα Κρέστενα το πύρινο μέτωπο έκαψε σχεδόν 8.000 στρέμματα.
Το αντιπύρ, προστάτευσε το δάσος Natura
Περισσότερα από 25.000 στρέμματα δασικής έκτασης έκαψε τις πρώτες 6 ημέρες η φωτιά στο Σουφλί του Έβρου. Η πυροσβεστική κατάφερε να ανακόψει την καταστροφική πορεία του πύρινο μετώπου, χρησιμοποιώντας… φωτιά. Πρόκειται για τη μέθοδο του Αντιπύρ, που εφαρμόστηκε για πρώτη φορά, μερικώς, στο πεδίο επιχειρήσεων, μετά τη θεσμοθέτηση της. Οι πυροσβεστικές δυνάμεις, προχώρησαν σε περιορισμένη χρήση Αντιπύρ , όταν οι ισχυροί άνεμοι το επέτρεπαν καταφέρνοντας με αυτό τον τρόπο να απομονώσουν τον κεντρικό πυρήνα του παρθένου δάσους και την αποικία του μαυρόγυπα, από το μεγάλο νοτιοδυτικό μέτωπο που πλησίαζε απειλητικά.
Ως Αντιπύρ (Βackfire), ορίζεται η ελεγχόμενη φωτιά που τίθεται στην εσωτερική πλευρά μίας αντιπυρικής ζώνης ή ασυνέχειας της καύσιμης ύλης (βραχώδεις σχηματισμοί, λίμνες, ποτάμια, καλλιέργειες, οικισμοί κ.λπ.), σε πορεία αντίθετη προς το μέτωπο της πυρκαγιάς. «Στόχος είναι η συνένωση του μετώπου της πυρκαγιάς με το μέτωπο του αντιπυρός, με απώτερο σκοπό την κατάσβεση ή την απομείωση της καύσιμης ύλης, προκειμένου να σταματήσει ή να μειωθεί ο ρυθμός εξάπλωσής της ή να επηρεαστεί προς το ηπιότερο η συμπεριφορά της πυρκαγιάς». Οι προϋποθέσεις χρήσης της φωτιάς από το Πυροσβεστικό Σώμα, ως αναγκαίο μέσο κατάσβεσης δασικών πυρκαγιών, διευκρινίζονται στην Κοινή Υπουργική Απόφαση που δημοσιεύτηκε στο ΦΕΚ στις 23 Ιουνίου. Εκτός από τη μέθοδο του Αντιπύρ, οι θεσμοθετήθηκε και αυτή της Κατάκαυσης (ΒurnOut). Πρόκειται για την ελεγχόμενη φωτιά προς την πλευρά της περιμέτρου μίας πυρκαγιάς που είναι σε εξέλιξη, εσωτερικά μίας αντιπυρικής ζώνης, ή μίας αντιπυρικής λωρίδας που «αποκαίει σε συγκεκριμένο πλάτος την καύσιμη ύλη διαπλατύνοντας τις υπάρχουσες ζώνες διάσπασης της καύσιμης ύλης και ελαχιστοποιώντας την πιθανότητα η πυρκαγιά να υπερπηδήσει τη ζώνη με ακτινοβολία ή κηλίδες».
Υπεύθυνοι για την εφαρμογή του Αντιπύρ, σύμφωνα με την ΚΥΑ, είναι οι «Δασοκομάντος» των Ε.ΜΟ.Δ.Ε., που αναλαμβάνουν τις προβλεπόμενες διαδικασίες στο πεδίο. Οι πυροσβέστες, ακολουθώντας εντολές από τον εκάστοτε επικεφαλή συμβάντος, προχωρούν στην εφαρμογή των ελεγχόμενων καύσεων, αφού έχουν εξεταστεί οι υφιστάμενες συνθήκες στο μέτωπο της φωτιάς, (ταχύτητα εξάπλωσης, μετάδοση με καύτρες, μήκος φλόγας, θερμοκρασία αέρα κτλ. ), οι τοπικές μετεωρολογικές συνθήκες και προβλέψεις, ο χαρακτηρισμός της περιοχής (κλίση, βλάστηση κτλ.), οι διαθέσιμες δυνάμεις και η εκτίμηση πιθανότητας επιτυχίας.