Μορφή επιδημίας μέσα στην πανδημία παίρνει το φαινόμενο της δολοφονίας συζύγων και συντρόφων, εκτινάσσοντας την τελευταία διετία τα ποσοστά της ενδοοικογενειακής βίας στην Ελλάδα. Παρότι οι δράστες δίνουν συνήθως πολλαπλά «δείγματα γραφής» προτού αποτελειώσουν τα θύματά τους, εντούτοις η προσπάθεια διαφυγής των κακοποιημένων μελών εντός της οικογένειας δεν καταλήγει πάντα αισίως, ακόμη και αν έχουν αναπτυχθεί σύγχρονοι μηχανισμοί πρόληψης και αντίστοιχες κοινωνικές υποδομές.
Η σιωπηρή ανοχή των τοπικών κοινωνιών, άλλωστε, το κοινωνικό στίγμα, η έλλειψη ελευθερίας κινήσεων (καθώς τα περισσότερα θύματα συνήθως παρακολουθούνται από τους δράστες), αλλά και η απουσία ευαισθητοποίησης και κατάλληλης εκπαίδευσης από πλευράς μερίδας στελεχών που πλαισιώνουν κρίσιμους κρίκους στην αλυσίδα προστασίας από την ενδοοικογενειακή βία πολλαπλασιάζουν τελικά τον αριθμό των θυμάτων, μολονότι η χώρα διαθέτει δομές πρόληψης σε κρατικό και μη κρατικό επίπεδο, επί δεκαετίες.
Συγκεκριμένα 44 Συμβουλευτικά Κέντρα (2 στην Αθήνα και 42 στην Περιφέρεια, όπως για παράδειγμα στη Ζάκυνθο) λειτουργούν συστηματικά από το 2011 (!), στα οποία οποιοδήποτε θύμα ενδοοικογενειακής κακοποίησης μπορεί να απευθυνθεί ανά πάσα στιγμή. Παρά την ικανοποιητική διασπορά τους ανά την επικράτεια, τα 44 Συμβουλευτικά Κέντρα δεν έγιναν γνωστά στον ευρύ πληθυσμό στον βαθμό που επιβάλλεται, ενώ την ίδια εξέλιξη είχε και η τηλεφωνική γραμμή παροχής βοήθειας 15900, παρότι λειτουργεί σε 24ωρη βάση και για όλες τις ημέρες του έτους, με εξειδικευμένο προσωπικό, δηλαδή ψυχολόγους με εμπειρία και σπουδές στο αντικείμενο της έμφυλης βίας.
Αντίθετα, τα τελευταία χρόνια έχει εξελιχθεί σε ικανοποιητικό βαθμό η συνεργασία μεταξύ της τηλεφωνικής γραμμής βοήθειας και της ΕΛ.ΑΣ., καθώς την ώρα του ακραίου κινδύνου είναι δυνατή η μεταβίβαση της καταγγελίας σε πραγματικό χρόνο προς τις αστυνομικές αρχές, ώστε να μην επέλθει το μοιραίο. Το ίδιο άγνωστο παραμένει για το ευρύ κοινό ότι σε περιπτώσεις ακραίου κινδύνου, δηλαδή τις στιγμές που απειλείται άμεσα η ζωή των θυμάτων, μπορούν, αντί της κλήσης στην Αμεση Δράση (δηλαδή στο 100) που δεν είναι τις περισσότερες φορές εφικτή μπροστά στον θύτη, να στείλουν γραπτό μήνυμα (SMS) στην ΕΛ.ΑΣ. με την ένδειξη ότι κινδυνεύουν και αμέσως να κατευθυνθεί επιτόπου περιπολικό ή ακόμη και να στείλουν μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου (e-mail) αν ο δράστης παρακολουθεί τις κινήσεις τους στο τηλέφωνο, όπως συμβαίνει, κατά γενική ομολογία, στις περισσότερες περιπτώσεις που καταλήγουν σε γυναικοκτονίες.
Οι αριθμοί
Πολλές Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις και συγκεκριμένα άτομα με πολυετή ενασχόληση με το ζήτημα, προκειμένου να υποστηρίξουν τα θύματα έμφυλης βίας βήμα-βήμα, προκρίνουν ως κλειδί «τη σωστή προσέγγιση» μιας γυναίκας που στατιστικά «ζει πολλά χρόνια στον τρόμο μέσα στο ίδιο της το σπίτι και κανονικότητά της είναι η απειλή και ο φόβος».
Oι αριθμοί είναι αμείλικτοι απέναντι στο εύρος του προβλήματος για την ελληνική κοινωνία, δεδομένου ότι:
■ 44.235 γυναίκες έχουν επισκεφθεί τα Συμβουλευτικά Κέντρα από 2011 έως σήμερα.
■ 1.828 γυναίκες μαζί με 1.892 ανήλικα παιδιά τους έχουν φιλοξενηθεί σε ξενώνες (σημειωτέον ότι δίνεται η δυνατότητα το θύμα να φιλοξενηθεί με τα παιδιά του σε όλες ανεξαιρέτως τις περιπτώσεις).
■ 122 άτομα διαμένουν σήμερα στους ξενώνες (για λόγους ασφαλείας δεν αναφέρονται σχετικές περιοχές). Το απόλυτο βάθος του προβλήματος, όμως, αντανακλούν οι κλήσεις στην τηλεφωνική γραμμή βοήθειας 15900, που καθοδηγεί τόσο το θύμα όσο και το περιβάλλον του, ως προς την αντιμετώπιση της κατάστασης.
Ειδικότερα, από το 2011 μέχρι και σήμερα, η τηλεφωνική γραμμή έχει δεχθεί 69.824 κλήσεις συνολικά, εκ των οποίων οι 53.215 αφορούν αποκλειστικά περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας, ενώ οι υπόλοιπες σχετίζονται με την καθοδήγηση του περιβάλλοντος του θύματος, ώστε εκείνο να καταφέρει να διαφύγει αποτελεσματικά και σε ορίζοντα χρόνου από τον κακοποιητή του. Μοναδική χαραμάδα αισιοδοξίας αποτελεί το γεγονός ότι καμία από όσες γυναίκες βρήκαν το σθένος και απευθύνθηκαν είτε στα Συμβουλευτικά Κέντρα, είτε στις τηλεφωνικές γραμμές, δεν συγκαταλέγεται στον μακρύ κατάλογο των θυμάτων, των οποίων οι θύτες συνήθως κυκλοφορούν ελεύθεροι, ακόμη και αν έχουν ασκήσει σωματική βία στη σύζυγο ή σύντροφό τους.
«Εργαλείο Επικινδυνότητας»
Εργο των Γραφείων, εκτός από μια πρώτη ψυχολογική υποστήριξη των θυμάτων, είναι και ο σχηματισμός δικογραφίας. Σε συνεργασία, μάλιστα, με την υφυπουργό για τη Δημογραφική Πολιτική και την Οικογένεια Μαρία Συρεγγέλα σε τρία από τα Γραφεία Αντιμετώπισης Ενδοοικογενειακής Βίας εφαρμόζεται πιλοτικά το «Εργαλείο Επικινδυνότητας», δηλαδή ένα πιστοποιημένο ερωτηματολόγιο βάσει του οποίου αξιολογείται άμεσα ο βαθμός απειλής του θύματος, η οποία σε ορισμένες περιπτώσεις είναι ζήτημα ωρών, εκ μέρους του δράστη, να πραγματοποιηθεί…
Δεδομένου ότι τα στελέχη των Γραφείων έχουν προηγουμένως λάβει σχετική εκπαίδευση πάνω σε ζητήματα έμφυλης βίας, καταβάλλεται προσπάθεια να αποτυπωθεί όσο το δυνατόν καλύτερα η ακριβής κατάσταση που βιώνει το θύμα, μέχρι που έρχεται η ώρα για την κατηγορία. Σύμφωνα με πληροφορίες, η βασική δυσκολία που αντιμετωπίζουν κατά κόρον τα στελέχη της ΕΛ.ΑΣ. έγκειται στον ίδιο τον Ποινικό Κώδικα.
Συγκεκριμένα, τα άρθρα 6 και 7 του Ν. 3500/2006 περί Ενδοοικογενειακής Βίας δεν εξειδικεύουν τις μορφές και την κλιμάκωση της επίθεσης που έχει δεχθεί το θύμα. Για παράδειγμα, ποια κατηγορία αντιστοιχεί στην μπουνιά, στην κλωτσιά, στο χαστούκι, στη νυχιά ή στο χαράκωμα. Το θολό τοπίο καλείται να ξεδιαλύνει ο οικείος Εισαγγελέας Ποινικής Δίωξης, κρίνοντας αν ο δράστης θα κριθεί προφυλακιστέος, αν θα του επιβληθούν περιοριστικοί όροι και ποιοι και σε τελική ανάλυση, αν θα μπορεί να γυρίσει ακόμη και στο σπίτι του, συνεχίζοντας απτόητος να κακοποιεί το θύμα του.
5 αυτόφωρα, 5 επιθέσεις
Με τις συνέπειες της «δημιουργικής ασάφειας» της νομοθεσίας βρίσκονται αντιμέτωπα τα περισσότερα θύματα, καθώς απευθύνονται κατά μέσο όρο στο αρμόδιο Γραφείο της ΕΛ.ΑΣ., όταν έχουν δεχθεί τις 1-2 πρώτες απειλητικές επιθέσεις κατά της ζωής τους. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση δράστη που αφέθηκε την πρώτη φορά ελεύθερος με περιοριστικούς όρους, δηλαδή να μην προσεγγίζει το θύμα σε απόσταση 100 μέτρων, μετά από καταγγελία του θύματος σε κάποιο Γραφείο Αντιμετώπισης Ενδοοικογενειακής Βίας.
Το επόμενο δίωρο ο δράστης κατευθύνθηκε στο σπίτι του θύματος και έβαλε φωτιά στο διαμέρισμα. Συλλαμβάνεται για δεύτερη φορά, αλλά και πάλι του επιβάλλονται περιοριστικοί όροι ώστε να γυρίσει την επόμενη ώρα, αυτή τη φορά στο ίδιο σημείο, αρπάζοντας το θύμα από τον λαιμό. Ακολουθεί άλλη μία σύλληψή του και άλλη μία επιβολή περιοριστικών όρων. Αυτή τη φορά κατευθύνεται στο διαμέρισμα με σκοπό να μαχαιρώσει το θύμα, το οποίο γλίτωσαν στο παρά πέντε οι άνδρες της Αμεσης Δράσης και μόνο αυτή τη φορά, αφού συνελήφθη, κρίθηκε προφυλακιστέος!
Υποστηρίζοντας χιλιάδες γυναίκες από το 1989 μέχρι σήμερα, «να διασφαλιστεί η άμεση απόκριση των διωκτικών και δικαστικών αρχών με γνώμονα και μέλημα την ασφάλεια και την προστασία της ζωής των θυμάτων και των παιδιών τους και την απονομή δικαιοσύνης, με δεδομένο μάλιστα ότι με βάση την ισχύουσα νομοθεσία προβλέπεται η αυτεπάγγελτη δίωξη των αξιόποινων πράξεων που εμπίπτουν στον Ν. 3500/2006 και στον Ν. 4531/2018», ζητά, μεταξύ άλλων, ο Μη Κερδοσκοπικός φορέας Διοτίμα – Κέντρο για τα έμφυλα δικαιώματα και την ισότητα, μετά τον καταιγισμό των γυναικοκτονιών. Ωστόσο, προκύπτει ζήτημα και με το αυτόφωρο, καθώς η καταγγελία του θύματος πρέπει να γίνει εντός της διάρκειάς του και μόνο, με αποτέλεσμα σε ορισμένες περιπτώσεις οι δράστες, ιδίως σε μικρές και κλειστές κοινωνίες, ανεκτικές σε μορφές έμφυλης βίας, να ειδοποιούνται εγκαίρως και να καταφέρνουν να διαφεύγουν, για να γυρίσουν με την παρέλευση του αυτοφώρου στη συζυγική κλίνη.
Λέξεις και πράξεις
Κριτές της αποτελεσματικότητας του μηχανισμού ανταπόκρισης απέναντι στα περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας εντέλει αποδεικνύονται, καθώς βιώνουν ώρα με την ώρα τις δραματικές εμπειρίες τους, τα ίδια τα θύματα, όταν η πληρότητα στους διαθέσιμους ξενώνες αγγίζει σήμερα στην Ελλάδα το 30%, επακόλουθο της αδυναμίας εμπέδωσης του αισθήματος εμπιστοσύνης και ασφάλειας.
Παρότι στους 19 ξενώνες Φιλοξενίας για Γυναίκες που λειτουργεί η Πολιτεία παρέχεται προς τις ίδιες και τα παιδιά τους ψυχολογική και νομική υποστήριξη, όπως και εργασιακή ενσωμάτωση και πλήρης φύλαξη όλο το 24ωρο, όταν οι κακοποιημένες γυναίκες φεύγουν από τα Αστυνομικά Τμήματα τελικά επιλέγουν ως ασφαλέστερα καταφύγια σπίτια συγγενών ή κοντινών τους φίλων, όπου στη συντριπτική πλειονότητα των περιπτώσεων τις βρίσκει εντός των επόμενων κιόλας ημερών ο κακοποιητής τους. «Πού να πάω τώρα;» είναι το ερώτημα που καταγράφεται συχνότερα από τα χείλη των περισσότερων καταγγελλουσών, οι οποίες υποκύπτουν στην επιστροφή στο σπίτι-κολαστήριο, ιδίως όταν διαθέτουν ανήλικα παιδιά.
Στην προσπάθειά τους να μη γίνουν αντιληπτές, μέχρι να καταρτίσουν το «σχέδιο διαφυγής» τους, από τον Σεπτέμβριο θα είναι διαθέσιμο ένα ειδικό QR code σε σημεία δημόσιου ενδιαφέροντος (όπως μετρό, στάσεις λεωφορείων, αεροδρόμια κ.λπ.), το οποίο, εφόσον σκανάρεται από το θύμα, θα το εντάσσει απευθείας στο δίκτυο παροχής βοήθειας, ενώ ακολουθεί το «κουμπί πανικού» για γυναίκες σε κίνδυνο, όπως προανήγγειλε ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, μια κρυπτογραφημένη εφαρμογή στα κινητά των θυμάτων, η οποία θα διατίθεται από την ΕΛ.ΑΣ., ώστε να καταστεί δυνατή η διαρκής παροχή βοήθειας προς το θύμα, μη ορατή από άλλο χρήστη και χωρίς να υποψιάζει (λ.χ. εικονίδιο «οι συνταγές της γιαγιάς») τον κακοποιητή του.