Μία από τις πιο δημοφιλείς και επιτυχημένες σειρές κόμιξ όλων των εποχών, το βραβευμένο αριστούργημα «The Sandman» του Neil Gaiman, το οποίο κυκλοφορεί στην Ελλάδα από τις εκδόσεις Anubis, έθεσε τον πήχη για ιστορίες λυρικής φαντασίας που στοχεύουν ένα πιο ώριμο κοινό στη σύγχρονη βιομηχανία των κόμιξ. Εικονογραφημένη από τους πιο χαρισματικούς καλλιτέχνες, η σειρά είναι ένα πλούσιο μείγμα μοντέρνας και αρχαίας μυθολογίας, όπου συνυπάρχουν αρμονικά η σύγχρονη λογοτεχνία, το ιστορικό δράμα και οι θρύλοι.
Σε μεγάλο βαθμό χωρισμένα μεταξύ του κόσμου της εγρήγορσης και του βασιλείου των Ονείρων, τα κόμιξ αφηγούνται με μια αμείλικτη αίσθηση ωριμότητας, βάθους και φιλοδοξίας. Πρόκειται για θεματικά πολύπλοκα έργα – ιστορίες για τη βαθιά φύση των ιστοριών – σχεδιασμένα, χρωματισμένα και με αποχρώσεις από διάφορους καλλιτέχνες, αλλά ενωμένα από μια αισθητική που είναι γοτθική, σουρεαλιστική και μελαγχολική. Με την κυκλοφορία της, η σειρά σημείωσε επιτυχία σε κοινό και κριτικούς και χαιρετίστηκε ως ο ηγέτης ενός νέου κύματος κόμιξ: αυτών που, αντί να είναι για παιδιά, είχαν ένα πιο σοβαρό, λογοτεχνικό βάρος.
Είναι επίσης ένα έργο για το οποίο ο ίδιος ο Gaiman είναι έντονα περήφανος. «Αισθάνομαι ότι το “Sandman” είναι η κληρονομιά μου» έχει πει σε συνέντευξή του. Ωστόσο, όπως θ’ ανακάλυπτε ο ίδιος αργότερα, το Χόλιγουντ σίγουρα δεν το θεωρούσε έτσι. Αντιθέτως, καθ’ όλη τη δεκαετία του ’90 και σε μεγάλο μέρος των αρχών του 21ου αιώνα, ο Sandman θεωρήθηκε λιγότερο ως ένα πολύτιμο και μοναδικό παιδί και περισσότερο ως ένα ακόμη εγχείρημα με θέμα τους υπερήρωες που θα δημιουργούσε σταθερά κέρδη.
Οι αποτυχημένες προσαρμογές
Ο ίδιος, για πολλά χρόνια, αντιστεκόταν στις προσπάθειες να διασκευαστεί κάποια από τις 3.000 σελίδες της ιστορίας, αλλά αποφάσισε ότι αυτή τη φορά θα πρωτοστατούσε ο ίδιος. Η σειρά του Netflix έκανε πρεμιέρα στις 5 Αυγούστου, με τον πρώτο κύκλο ν’ αποτελείται από δέκα επεισόδια. Στη δημιουργική ομάδα συναντάμε τους David S. Goyer, Allan Heinberg και βέβαια τον Neil Gaiman, ενώ στο εντυπωσιακό καστ έχουμε μεταξύ άλλων τους Tom Sturridge, Jenna Coleman, Gwendoline Christie, David Thewlis, Stephen Fry και Boyd Holbrook. «Αν κάποιος είχε ποτέ προσπαθήσει να κάνει ταινία το “Game of Thrones”, ούτε αυτό θα είχε πετύχει. Χρειάζεσαι χώρο για μια μεγάλη ιστορία. Χρειάζεσαι χρόνο για να ενδιαφερθείς για τους χαρακτήρες. Στην πρώτη σεζόν του “Sandman”, είχαμε 340 ρόλους σε αυτά τα πρώτα 10 επεισόδια. Είναι πάρα πολλοί άνθρωποι» έχει δηλώσει.
Όλα ξεκίνησαν το 1991, όταν έστειλαν τον Neil να συναντήσει ένα από τα στελέχη της Warner Bros και του είπε: «υπάρχει συζήτηση για μια ταινία Sandman». Εκείνος απάντησε: «Σας παρακαλώ μην το κάνετε. Κάνω το κόμικ και θα ήταν απλώς ένας αντιπερισπασμός». Και μου λέει: «Κανείς δεν έχει έρθει ποτέ στο γραφείο μου και να μου ζητήσει να μην κάνω ταινία». Κι εγώ είπα: «Εγώ το κάνω». Τότε είπε: «Εντάξει, δεν θα κάνουμε ταινία». Αυτό κράτησε περίπου μέχρι το 1996 – την ίδια χρονιά που τελείωσε η αρχική σειρά του Gaiman με το «Sandman».
Οι σεναριογράφοι Ted Elliott και Terry Rossio, οι οποίοι θα δημιουργούσαν στη συνέχεια το «Shrek» και το franchise των «Πειρατών της Καραϊβικής», προσλήφθηκαν για να γράψουν ένα από τα πρώτα προσχέδια. Το ζευγάρι ήταν μεγάλοι θαυμαστές των κόμιξ και το σενάριο που παρέδωσαν είχε ως στόχο να συλλάβει την ουσία του αρχικού υλικού, συμπεριλαμβανομένης μιας βινιέτας που διαδραματίζεται γύρω από τα όνειρα των γατών. Όταν το δίδυμο, όμως, παρέδωσε το σενάριό του, τους είπαν ότι η Warner Bros το μίσησε τόσο πολύ που θεωρήθηκε «μη παραδοτέο», πράγμα που σημαίνει ότι θα τους αρνούνταν την αμοιβή τους.
Από εκεί και πέρα, λέει ο Gaiman, τα σενάρια που του έστελναν γίνονταν όλο και χειρότερα, με την αρχική ιστορία να κατακρεουργείται πέρα από κάθε αναγνώριση. Το 2013, έγινε άλλη μία προσπάθεια, ωστόσο, ούτε αυτή ευδοκίμησε, καθώς το «The Sandman» μαζί με άλλες ιδιοκτησίες της DC Comics, μεταφέρθηκε στη θυγατρική της Warner Bros, τη New Line Cinema.
Γιατί μεταφέρθηκε στη μικρή οθόνη
Το γεγονός ότι ο «Sandman» μπορεί τώρα να γίνει ως μια σε μεγάλο βαθμό πιστή τηλεοπτική σειρά λέει πολλά για το πόσο έχει αλλάξει το μέσο. «Η αλήθεια του να κάνεις τηλεόραση είναι ότι ποτέ δεν υπάρχουν αρκετά χρήματα και ποτέ δεν υπάρχει αρκετός χρόνος, αλλά τώρα είναι κάτι που μπορείς να το αντιμετωπίσεις» εξηγεί ο Gaiman. Επίσης, υπάρχει πλέον μια ευρύτερη πολιτιστική αγκαλιά της επιστημονικής φαντασίας και της φαντασίας. Αυτή είναι, άλλωστε, η εποχή της Marvel και του «Game of Thrones», του «Άρχοντα των Δαχτυλιδιών» και του «Dune», των τηλεοπτικών προσαρμογών βιβλίων του Gaiman, όπως το «Good Omens» και το «American Gods». Πρόκειται για μια αλλαγή που συνέπεσε με την αυξανόμενη επιρροή του ίδιου του συγγραφέα.
Η συμβολή του Gaiman στη σειρά κυμαίνεται από την υπογραφή του concept art μέχρι την επιλογή του Βρετανού ηθοποιού Tom Sturridge ως Morpheus: ένας χαρακτήρας που μπορεί να μετακινείται μεταξύ διαφορετικών μορφών και εθνοτήτων (και το κάνει στη σειρά), αλλά που είναι κυρίως αναγνωρίσιμος ως ένας άνδρας ψηλός, λεπτός και χλωμός σαν κόκαλο.
Η πρώτη σεζόν διασκευάζει τους δύο πρώτους τόμους – που αριθμούν 16 τεύχη – των κόμιξ, «Πρελούδια και Νυχτωδίες» και «Το Κουκλόσπιτο». Ακολουθούν τον Μορφέα που προσπαθεί να εντοπίσει πανίσχυρα αντικείμενα που του έχουν κλαπεί όσο ήταν σε αιχμαλωσία. Στο παρασκήνιο, εν τω μεταξύ, ο εφιάλτης Corinthian του Boyd Holbrook, ο οποίος, παράλληλα με το να γίνει η ατραξιόν – σταρ σ’ ένα συνέδριο κατά συρροή δολοφόνων, έχει ανακαλύψει ένα κορίτσι που μπορεί να κρατάει το κλειδί για την καταστροφή του Dream.