Η ενεργοποίηση του ηλεκτρονικού συστήματος Eispraxis θα βοηθήσει την εφορία να αντλήσει δεδομένα για τα περιουσιακά στοιχεία (κινητές αξίες και ακίνητα) που διαθέτουν οι οφειλέτες του Δημοσίου. Στις περιπτώσεις που διαπιστωθεί έπειτα από έλεγχο εις βάθος ότι δεν υπάρχουν περιουσιακά στοιχεία, η εφορία θα σταματήσει να τους κυνηγάει και τα χρέη τους θα καταχωρισθούν στο ειδικό βιβλίο των ανεπίδεκτων είσπραξης και υπό προϋποθέσεις θα διαγραφούν, όμως μετά την πάροδο δεκαετίας. Σήμερα στο ελληνικό Δημόσιο χρωστούν περίπου 4,7 εκατομμύρια φορολογούμενοι. Το συνολικό ποσό ανέρχεται στα 112,5 δισ. ευρώ, εκ των οποίων τα περισσότερα θεωρούνται ανεπίδεκτα είσπραξης, ενώ μόλις 5,3 δισ. ευρώ είναι σε ρύθμιση. Από το ληξιπρόθεσμο υπόλοιπο:
• 46,5% αφορά μη φορολογικά έσοδα (πρόστιμα ΚΒΣ, δάνεια κ.λπ.). Συγκεκριμένα, τα χρέη από πρόστιμα ανέρχονται σε 34,1 δισ. ευρώ, εκ των οποίων τα 14 δισ. ευρώ θεωρούνται ανεπίδεκτα είσπραξης.
• 28,1% αφορά έμμεσους φόρους (ΦΠΑ, πρόστιμα έμμεσων φόρων κ.λπ.).
• 22,7% αφορά άμεσους φόρους (φόροι εισοδήματος, φόροι περιουσίας κ.λπ.).
• 2,7% αφορά λοιπά μη φορολογικά έσοδα.
Από το συνολικό ληξιπρόθεσμο υπόλοιπο, ποσοστό 22,5% έχει χαρακτηριστεί ανεπίδεκτο είσπραξης. Κατά συνέπεια, το πραγματικό ληξιπρόθεσμο υπόλοιπο ανέρχεται σε περίπου 87 δισ. ευρώ. Ομως και αυτό είναι εξαιρετικά δύσκολο να εισπραχθεί. Υπολογίζεται ότι μόνο ένα ποσοστό της τάξης του 10%-15% μπορεί να εισέλθει στον κρατικό κορβανά. Οσο παλαιότερο είναι το χρέος τόσο πιο δύσκολο είναι να εισπραχθεί. Και γι’ αυτόν τον λόγο οι προσπάθειες του φοροεισπρακτικού μηχανισμού είναι στοχευμένες στα νεότερα χρέη. Εχει διαπιστωθεί ότι όσο καθυστερούν οι ενέργειες για την είσπραξη των οφειλών τόσο μειώνεται και το ποσό που μπορεί να εισπραχθεί.
Πώς όμως χαρακτηρίζονται οι οφειλές ανεπίδεκτες είσπραξης; Σύμφωνα με την εφορία θα πρέπει:
1. Να έχουν ολοκληρωθεί οι έρευνες με βάση τα εκάστοτε πρόσφορα διαθέσιμα ηλεκτρονικά μέσα της φορολογικής διοίκησης και από τις έρευνες αυτές να μην έχει διαπιστωθεί η ύπαρξη περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη και των συνυπόχρεων προσώπων, ή διαπιστώθηκε η καθ’ οιονδήποτε τρόπο εκποίηση των περιουσιακών τους στοιχείων που δεν υπόκεινται σε ακύρωση ή σε διάρρηξη κατά τα άρθρα 939 και επόμενα του Αστικού Κώδικα και ειδικότερα διαπιστώθηκε η ολοκλήρωση της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης επί κινητών, ακινήτων ή απαιτήσεων κατά των ανωτέρω ευθυνόμενων προσώπων με επίσπευση του Δημοσίου ή τρίτων ή από τον εκκαθαριστή στο πλαίσιο της διαδικασίας εκκαθάρισης και η παύση των εργασιών της πτώχευσης, εφόσον έχει λάβει χώρα κήρυξη των ευθυνόμενων προσώπων σε πτώχευση, η οποία δεν έχει περατωθεί.
Η λειτουργία του ηλεκτρονικού συστήματος Eispraxis θα βοηθήσει την εφορία να αντλήσει δεδομένα για τα περιουσιακά στοιχεία των οφειλετών.
2. Να έχει υποβληθεί αίτηση ποινικής δίωξης σε όσες περιπτώσεις συντρέχουν οι νόμιμες προϋποθέσεις ή να μην είναι δυνατή η υποβολή αυτής.
3. Να έχει πραγματοποιηθεί έλεγχος από ειδικά οριζόμενο ελεγκτή της αρμόδιας υπηρεσίας της φορολογικής διοίκησης, ο οποίος πιστοποιεί, με βάση ειδικά αιτιολογημένη έκθεση ελέγχου, ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις των προηγούμενων περιπτώσεων και ότι είναι αντικειμενικά αδύνατη η είσπραξη των οφειλών από τον οφειλέτη και τα συνυπόχρεα πρόσωπα.
Από την ημερομηνία καταχώρισης της οφειλής στο βιβλίο των ανεπίδεκτων είσπραξης και για χρονικό διάστημα δέκα ετών από τη λήξη του έτους μέσα στο οποίο έγινε η καταχώριση, επέρχονται οι ακόλουθες συνέπειες:
• Αναστέλλεται αυτοδικαίως η παραγραφή της οφειλής.
• Δεν χορηγείται στον οφειλέτη και σε όλα τα συνυπόχρεα πρόσωπα αποδεικτικό φορολογικής ενημερότητας για οποιαδήποτε αιτία, παρά μόνο εφόσον πρόκειται για είσπραξη χρημάτων που θα διατεθούν για την ικανοποίηση του Δημοσίου.
• Δεν χορηγείται στον οφειλέτη και σε όλα τα συνυπόχρεα πρόσωπα άλλο πιστοποιητικό για μεταβίβαση περιουσιακών στοιχείων.
• Δεσμεύονται στο σύνολό τους οι τραπεζικοί και επενδυτικοί λογαριασμοί και το περιεχόμενο των θυρίδων σε τράπεζες ή άλλα πιστωτικά ιδρύματα των παραπάνω προσώπων.
Το Δημόσιο διατηρεί το δικαίωμα λήψης όλων των προβλεπόμενων αναγκαστικών ή μη μέτρων και διενέργειας συμψηφισμού σε περίπτωση διαπίστωσης ύπαρξης περιουσιακών στοιχείων και μετά την καταχώριση της οφειλής στο ειδικό βιβλίο ανεπίδεκτων είσπραξης, ενώ διαγράφεται από αυτό το βιβλίο και επαναχαρακτηρίζεται εισπράξιμη εάν πριν από την παραγραφή της διαπιστωθεί ότι υπάρχει ή αποκτήθηκε από τον οφειλέτη ή συνυπόχρεο πρόσωπο περιουσιακό στοιχείο που καθιστά δυνατή τη μερική ή ολική εξόφληση της οφειλής.