Νέα στοιχεία και περιγραφές οι οποίες πραγματικά σοκάρουν και καταγράφονται τόσο στο πολυσέλιδο βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών όσο και στην εισαγγελική πρόταση του Γιώργου Νούλη που καθίζουν στο εδώλιο του Μεικτού Ορκωτού Δικαστηρίου τη Ρούλα Πισπιρίγκου για την απόπειρα ανθρωποκτονίας αλλά και την ανθρωποκτονία της 9χρονης Τζωρτζίνας αποκαλύπτει η «ΜΠΑΜ στο Ρεπορτάζ».
Στο πολυσέλιδο βούλευμα οι τρεις δικαστές, υιοθετώντας την πρόταση του εισαγγελέα, προτείνουν την παραπομπή της κατηγορουμένης σε δίκη, ενώ ζητούν την εξάμηνη παράταση της διαμονής της στις φυλακές Κορυδαλλού καθώς τη χαρακτηρίζουν επικίνδυνη τέλεσης νέων αξιόποινων πράξεων ακόμη και κατά μελών της ίδιας της οικογένειάς της, όπως της μητέρας της και της αδερφής της. Παράλληλα επισημαίνουν ότι η Πισπιρίγκου είναι ύποπτη φυγής και γι’ αυτόν τον λόγο, άλλωστε, απέρριψαν το αίτημά της για κατ’ οίκον κράτηση με βραχιολάκι, ενώ υπενθυμίζουν ότι διώκεται ποινικά και για τις δολοφονίες Μαλένας και Ίριδας, με τη διαδικασία να βρίσκεται στην ανάκριση και συγκεκριμένα ενώπιον της 35ης τακτικής ανακρίτριας κυρίας Τζωρτζάτου.
Κίνητρο
Ταυτιζόμενα με την πρόταση του εισαγγελέα κ. Γιώργου Νούλη, τα μέλη του Δικαστικού Συμβουλίου επισημαίνουν ότι κίνητρο για την απόπειρα ανθρωποκτονίας (τον Απρίλιο του 2021) της Τζωρτζίνας αλλά και τη δολοφονία της Τζωρτζίνας (τον Ιανουάριο του 2022) δεν ήταν άλλο από τον Μάνο Δασκαλάκη. Η εμμονή, η κτητικότητα και ο φόβος που είχε ότι θα τον χάσει. Είναι ενδεικτικό ότι, όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται, η Πισπιρίγκου έβαλε σε εφαρμογή το εγκληματικό σχέδιο εξόντωσης της Τζωρτζίνας, του αγαπημένου παιδιού του συζύγου της, αμέσως μετά τον θάνατο-δολοφονία της Ίριδας, προκειμένου να τον εκδικηθεί για την άστατη ζωή που εκείνος διήγε. «Η κινητροδότηση της κατηγορουμένης ως προς την εκπόρευση της ως άνω εξακολουθητικής αξιόποινης συμπεριφοράς της ελέγχεται στα δυσμενή και παθογενή χαρακτηριστικά της προσωπικότητάς και της ιδιοσυγκρασίας της, που αποκρυσταλλώνονται, κυρίως, σε ιδέες μεγαλείου συνδεόμενες με τη δημοσιότητα / διασημότητα, αλλά μη έχουσες έρεισμα στην πραγματικότητα, στον ενστερνισμό της αντίληψης πως μπορεί κανείς να αποκτήσει δημοσιότητα / διασημότητα μέσα από παραβατικές πράξεις, στη διαρκή διαπραγμάτευση μεταξύ αλήθειας και ψέματος, πραγματικού και μη πραγματικού, σε αποστέρηση κάθε γνησίου συναισθήματος, σε επικέντρωση (κατά προεξάρχοντα ρόλο) σκέψεων και επενδύσεων γύρω από τον ήδη εν διαστάσει σύζυγό της και υποστηρίζοντα την κατηγορία, με ενδιάθετη έκφραση κτητικότητας επ’ αυτού, στη διακατοχή της από την ιδέα / φόβο της εγκατάλειψης, στην απόδοση μεγάλης σημασίας στο να βρίσκεται κανείς στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος μέσω της διασημότητας που προσφέρει η δημοσιότητα, στην αντίληψη των παιδιών της ως μιας ναρκισσιστικής προέκτασης του εαυτού της και σε προσέγγιση εξιδανίκευσης του θανάτου, καταδεικνύεται, κατά την κρίση του παρόντος Συμβουλίου, θρασύτητα, έντονη αντικοινωνικότητα, αδιαφορία για την ανθρώπινη ζωή, ταπεινά ελατήρια και ιδιαίτερη επικινδυνότητα της κατηγορουμένης…», αναφέρεται χαρακτηριστικά στο πολυσέλιδο βούλευμα-καταπέλτη.
Σημειωτέον, όπως σημείωσε ο κ. Νούλης στη σχετική πρότασή του, ότι ο Δασκαλάκης είχε αναπτύξει σχέση ιδιαίτερης αμοιβαίας αδυναμίας και αγάπης προς την Τζωρτζίνα, την οποία θεωρούσε προέκταση του εαυτού του.
Μοναδική διαφοροποίηση μεταξύ του εισαγγελέα και των δικαστών του Συμβουλίου είναι ο τρόπος με τον οποίο η Πισπιρίγκου επέλεξε να δολοφονήσει την Τζωρτζίνα την 11η Απριλίου 2021, κατά τη διάρκεια της εσκεμμένης νοσηλείας που της είχε προκαλέσει στο Καραμανδάνειο Νοσοκομείο Πατρών. Σύμφωνα με τον κ. Νούλη η κατηγορουμένη, η οποία εξακολουθεί ακόμη και σήμερα να αρνείται τις κατηγορίες, έφραξε τις αεροφόρες οδούς (μύτη και στόμα) της κόρης της προκαλώντας της την καρδιακή ανακοπή και τον παρ’ ολίγον θάνατο ο οποίος αποφεύχθηκε χάρη στις υπεράνθρωπες προσπάθειες των γιατρών. Κατά την κρίση των δικαστών του Συμβουλίου, όμως, η Πισπιρίγκου εκείνο το απόγευμα επέλεξε να δηλητηριάσει, μέσω κεταμίνης, την Τζωρτζίνα. Δικαστικοί και ιατροδικαστικοί κύκλοι πάντως σημείωναν στην «Μ» ότι η συγκεκριμένη διαφοροποίηση δεν αλλάζει κάτι ως προς την ουσία της υπόθεσης, καθώς και στις δύο περιπτώσεις (απόπειρα ανθρωποκτονίας και δολοφονία) του 9χρονου κοριτσιού επέδρασε ο εξωτερικός παράγοντας, δηλαδή η ίδια η Πισπιρίγκου, η οποία και στις δύο περιπτώσεις ήταν μόνη στο δωμάτιο της κόρης της.
Ψύχραιμη
Βάσει του υλικού που βρίσκεται στη διάθεση της εφημερίδας προκύπτει ότι από πλειάδα καταθέσεων γιατρών και νοσηλευτών, τόσο στην Πάτρα όσο και στην Αθήνα, προκύπτει ότι η συμπεριφορά την οποία επέδειξε η Πισπιρίγκου μετά τη δυσεξήγητη ανακοπή της Τζωρτζίνας αλλά και μετά τον θάνατο-δολοφονία της απέχει παρασάγγας από το προφίλ της στοργικής μητέρας που προσπαθούσε να χτίσει, προφανώς προσποιούμενη, όταν βρισκόταν μαζί με τον σύζυγό της ή άλλα πρόσωπα της οικογένειάς της. Στη δικογραφία υπάρχουν συνολικά 12 καταθέσεις που αναφέρουν ότι μετά το εφιαλτικό απόγευμα της 11ης Απριλίου 2021 η Πισπιρίγκου «παρέμενε χαρακτηριστικά ψύχραιμη, ενώ ο πατέρας του επισκεπτόταν τακτικά το παιδί κατά το διάστημα της νοσηλείας του, αλλά δεν διέμεινε μαζί του στο νοσοκομείο».
Δικαστές και εισαγγελείς υπενθυμίζουν με νόημα, θέλοντας να δώσουν έμφαση στο κίνητρο, ότι από την απόπειρα ανθρωποκτονίας μέχρι και τη δολοφονία της Τζωρτζίνας, δηλαδή από τον Απρίλιο του 2021 μέχρι και τον Ιανουάριο του 2022, ο στόχος της Πισπιρίγκου εν μέρει επιτεύχθηκε. Ο Δασκαλάκης επέστρεψε σπίτι, χωρίς όμως να σταματήσει να διατηρεί την εξωσυζυγική σχέση που είχε. «Από το χρονικό σημείο της απόπειρας φόνευσης του παιδιού από την κατηγορουμένη [11-04-2021] και εντεύθεν, λόγω ακριβώς της συνεπεία αυτής κατάστασης της υγείας της τετραπληγικής πλέον Γεωργίας, ο πατέρας της θα δεχθεί να επιστρέψει στην κοινή με τη μητέρα της οικία, τυπικά και μόνο για να μην αντιληφθεί το παιδί ότι οι γονείς του είναι πλέον χωρισμένοι, διατηρώντας πάντα παράλληλα την εξωσυζυγική σχέση που είχε ήδη συνάψει. Πλην όμως η κατάσταση αυτή δεν ικανοποιούσε την κατηγορουμένη, η οποία απαιτούσε η επιστροφή του εν διαστάσει συζύγου της να είχε γίνει για την ίδια και όχι για την ηρεμία του παιδιού [‘‘δεν θέλω να γυρίσεις για το παιδί, θέλω να γυρίσεις για μας’’], αίτημα που δεν ικανοποιήθηκε από τον τελευταίο [‘‘είμαστε μαζί για το παιδί, για κανέναν άλλο λόγο’’, βλ. έκθεση ψυχολόγου Σαββόγλου, σελ. 24, 26]. Το διάστημα έως το τέλος του 2021 το ζεύγος θα συμβιώνει τυπικά και μόνο μαζί, αλλά χωρίς εντάσεις, με τη Γεωργία να παρακολουθεί τα προγράμματα αποκατάστασης που υπέδειξαν οι γιατροί [βλ. κατάθεση Δασκαλάκη, απολογία κατηγορουμένης]», αναφέρει χαρακτηριστικά η πρόταση του κ. Νούλη.
Ωστόσο, εισαγγελέας και δικαστές εκτιμούν, σταθμίζοντας όλα τα στοιχεία της δικογραφίας, ότι η Πισπιρίγκου δεν λύγισε ούτε από την τετραπληγία που η ίδια είχε προκαλέσει στην κόρη της, καθώς είχε βάλει στόχο να ολοκληρώσει το αρρωστημένο, εγκληματικό σχέδιό της. Ο εισαγγελέας σημειώνει σχετικά ότι «η εξαρχής προγραφή του παιδιού από την ίδια του τη μητέρα, η οποία παρέμεινε αρχικά ημιτελής λόγω της σωτήριας παρέμβασης των γιατρών του Καραμανδάνειου Νοσοκομείου, κατέστη αμετάκλητη μετά τη μη ολοκλήρωση της επιχειρηθείσας σε βάρος του απόπειρας, με αποτέλεσμα αυτό να μεταβληθεί από ένα υγιέστατο κοριτσάκι σε ένα ολοκληρωτικά ανάπηρο [σωματικά και πνευματικά] άτομο και βάρος πλέον για την καθημερινότητα και την εξέλιξη της ζωής της κατηγορουμένης, ιδίως μετά την ουσιαστική απομάκρυνση του πατέρα του από αυτήν. Η ευκαιρία που ζητούσε για την επανάληψη της αμετακίνητης απόφασής της για την εξόντωσή του της δόθηκε με τη διακομιδή του παιδιού στο νοσοκομείο των Αθηνών, καθόσον στα μεν νοσοκομεία που νοσηλεύθηκε αυτό προηγουμένως δεν υπήρχαν πρόσφορες συνθήκες για να το φονεύσει [νοσηλεία σε ΜΕΘ και περιορισμένη ελεγχόμενη παρουσία της εκεί και κίνηση υποψιών σε βάρος της από τον γιατρό Ηλιάδη του ΠΝΠ], στη δε οικία της η εξόντωσή του θα την καθιστούσε αυτόματα βασική ύποπτη τούτου, ενόψει και της προηγούμενης κατάληξης του βρέφους της οικογένειας παρουσία της στον ίδιο χώρο… Προς τούτο ήδη τουλάχιστον από τις 17-01-2022 αναζητούσε μέσω Διαδικτύου πληροφορίες για τη δράση της σχετικής ουσίας ‘‘κεταμίνη’’ και γνώριζε τις συνέπειες της χρήσης της. Η δε απόφαση μεταβολής της εγκληματικής της μεθόδου οφείλεται προφανώς στην εκτίμησή της ότι δεν θα μπορούσε η ίδια να συνδεθεί με την κατοχή μιας απαγορευμένης ναρκωτικής ουσίας…».
8+1 λόγοι
Ιδιαίτερα ενδιαφέροντες και συγκλονιστικοί όμως είναι οι 8+1 λόγοι που εισαγγελέας και δικαστές επικαλούνται, χαρακτηρίζοντας επιτακτική την παραπομπή της Πισπιρίγκου σε δίκη. Ο κ. Νούλης στην πρότασή του καταγράφει λεπτομερώς τους λόγους για τους οποίους η απόπειρα ανθρωποκτονίας αλλά και η δολοφονία της Τζωρτζίνας είναι ένα από τα πλέον επαχθέστερα εγκλήματα με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά. Συγκεκριμένα:
1) Η Πισπιρίγκου δεν δίστασε να δολοφονήσει το 9χρονο κορίτσι παρότι ήταν το μόνο που παρέμεινε μετά τους θανάτους Μαλένας – Ίριδας. «Η οποία μάλιστα στην τρυφερή ηλικία που βρισκόταν δεν μπορούσε να προστατεύσει επιτυχώς τον εαυτό της από επίθεση της ίδιας της μητέρας της. Πολύ δε περισσότερο κατά την τελική σε βάρος της προσβολή μετά την αναπηρία της, στην οποία την καταδίκασε η κατηγορουμένη, παρότι έφτασε υγιέστατη έως την ηλικία αυτή».
2) Η επαναληπτικότητα των σε βάρος του θύματος προσβολών, που καθιστά εναργέστατη την αμετακίνητα ειλημμένη και διαρκή σε βάθος χρόνου απόφαση της κατηγορουμένης για την εξόντωσή του. Δηλαδή, την άστοργη προγραφή του από την ίδια του τη μητέρα, η οποία τελικώς πραγματοποιήθηκε σε «δόσεις».
3) Η εξακολουθητική διάπραξη από την κατηγορουμένη ενός τόσο απεχθούς και πρωτοφανούς φρικαλεότητας κακουργήματος με μοναδικό διαφαινόμενο κίνητρο την «τακτοποίηση» των «λογαριασμών» της με τον εν διαστάσει σύζυγό της και πατέρα του θύματος, ως απλώς ένα ακόμη «επεισόδιο» της πολυκύμαντης μεταξύ τους προσωπικής σχέσης. Δηλαδή, όπως αναφέρουν δικαστές και εισαγγελέας, την εξώθησή της στη διάπραξη ενός άνευ προηγουμένου αποτρόπαιου εγκλήματος από ένστικτα εγωιστικά και ποταπά, ήτοι τη μη αποδοχή της ερωτικής απόρριψής της από τον πατέρα του θύματος και την προσπάθεια αρχικά διεκδίκησης -και στη συνέχεια εκδίκησής του- διά της θανάτωσης του παιδιού.
4) Η δολιότητα και η πανουργία του όλου εγκληματικού της σχεδιασμού. Η εξύφανσή του περιελάμβανε την εκτέλεση του κοριτσιού σε περίοδο νοσηλείας του σε νοσοκομείο προς απόσειση υποψιών τέλεσης ανθρωποκτονίας με δράστιδα την ίδια, η οποία ανενδοίαστα προκύπτει από: α] την εισαγωγή του σε νοσηλευτικά ιδρύματα χωρίς υπαρκτά προβλήματα υγείας και με την επίκληση ψευδών ιατρικών ιστορικών δικής της εμπνεύσεως, β] την επιθετική επιμονή της παράτασης της νοσηλείας του κατά την επιχειρηθείσα αρχικώς σε βάρος του απόπειρα ανθρωποκτονίας, παρά τις περί του αντιθέτου υποδείξεις των επιληφθέντων ιατρών, γ] την υποβολή του παιδιού σε αχρείαστες επαχθείς ιατρικές πράξεις [τοποθέτηση βηματοδότη – απινιδωτή ενόσω το παιδί δεν έπασχε από καρδιοπάθεια], παρά τις ενάντιες γνωματεύσεις των θεραπόντων ιατρών και με μόνο σκοπό την εμφάνισή της ως «στοργικής» και υπεράνω κάθε υποψίας μητέρας.
5) Η νηφαλιότητα και προμελέτη λεπτομερώς κατάστρωση του όλου της εγκληματικού σχεδίου και η μέριμνα της Πισπιρίγκου για τη διασφάλιση συνθηκών απόλυτης επιτυχίας του [απομάκρυνση οξυμέτρου από το σώμα του παιδιού, καθυστερημένη ειδοποίηση του ιατρικού – νοσηλευτικού προσωπικού μετά τις σε βάρος του προσβολές, διασφάλιση και ενημέρωσή της περί της μη εσωτερικής οπτικής παρακολούθησης του θαλάμου νοσηλείας του θύματος, κατόπτευση κινήσεων του νοσηλευτικού προσωπικού και παρατήρηση των αντιδράσεών του, προειδοποίηση των ιατρών για την πιθανότητα εμφάνισης σοβαρού επεισοδίου σπασμών με βάση την εμπειρία της από ανύπαρκτο δήθεν προηγηθέν, μη οπτική καταγραφή των φερομένων ανάλογων επεισοδίων που δήθεν εμφάνιζε το παιδί, όπως της υπέδειξαν οι θεράποντες ιατροί κ.λπ.).
6) Η εκκρεμούσα ποινική διερεύνηση των αιτίων και συνθηκών επέλευσης των προηγηθέντων ιατρικώς αμφισβητουμένων θανάτων των δύο άλλων θυγατέρων της κατηγορουμένης, οι οποίοι συνέβησαν παρουσία της και με τα παιδιά ευρισκόμενα στην απόλυτη διάθεσή της.
7) Ο χαρακτήρας της κατηγορουμένης, η οποία περιγράφεται [από γιατρούς και ψυχολόγο] ως προσωπικότητα ψυχρή, αποστασιοποιημένη, απαθής και με απρόσφορο συναίσθημα.
8)Η υποκριτική και δεικνύουσα έλλειψη μεταμέλειας στάση της μετά τη θανάτωση του παιδιού της, όπως προκύπτει από την επίμονη από μέρους της άρνηση της κατηγορίας -παρά τη συλλογή συντριπτικών στοιχείων περί της ενοχής της- και την υπερέκθεσή της σε μέσα μαζικής ενημέρωσης και κοινωνικής δικτύωσης, προφανώς προς ικανοποίηση της διαπιστωθείσας επιστημονικώς ανάγκης της να βιώσει τη διασημότητα και να αισθανθεί το μεγαλείο που επιζητούσε.
9) Η κατάσταση της υγείας του θύματος κατά τον χρόνο της άκαρδης εξόντωσής του, ήτοι η ολική αναπηρία που το ταλάνιζε, η οποία το καθιστούσε τελείως ανήμπορο να προβάλει την παραμικρή αντίσταση και να ειδοποιήσει τρίτους για τη θανατηφόρα επίθεση που δέχθηκε.
Όπως συμπεραίνουν τόσο ο εισαγγελικός όσο και οι δικαστικοί λειτουργοί, «από τα στοιχεία αυτά σχηματίζεται απόλυτη βεβαιότητα σχετικά με την ένταση του διαρκούς, επίμονου και πρωτοφανώς αντικοινωνικού εγκληματικού φρονήματος της κατηγορουμένης, και της σκληρότητας, της ασπλαχνίας και του ανάλγητου της προσωπικότητάς της. Συνεπώς αν αυτή αφεθεί ελεύθερη μετά τη συμπλήρωση του 6μήνου προσωρινής κράτησής της καθίσταται σφόδρα πιθανή η από μέρους της διάπραξη και άλλων αντίστοιχης βαρύτητας εγκλημάτων. Αφού ανενδοίαστα συνάγεται ότι αυτή αποτελεί σοβαρή απειλή για την έννομη τάξη, λόγω της επαναληπτικότητας, της μεθοδικότητας και της ψυχρότητας με την οποία προχώρησε στον σχεδιασμό και την τέλεση του κακουργήματος που της αποδίδεται και του αδίστακτου και αμετανόητου χαρακτήρα της, όπως προκύπτει από τη στάση της πριν, κατά και μετά την εξακολουθητική τέλεση αυτού.