Μέλη των ενόπλων δυνάμεων της Μπουρκίνα Φάσο σκότωσαν δεκαπέντε τζιχαντιστές, συμπεριλαμβανομένου του ηγέτη τοπικής ένοπλης ομάδας, σε αντίποινα για επίθεση η οποία στοίχισε τη ζωή σε τέσσερις πολίτες, ανακοίνωσε χθες Παρασκευή το γενικό επιτελείο
Το βράδυ της Δευτέρας 17ης Οκτωβρίου, ο στρατός και VDP (σ.σ. Volontaires pour la défense de la patrie, «Εθελοντές για την άμυνα της πατρίδας», παραστρατιωτικοί βοηθητικοί των ενόπλων δυνάμεων) διεξήγαγαν στην κοινότητα Μαντογκαρά «εκκαθαριστική επιχείρηση έπειτα από ενέργεια ένοπλης τρομοκρατικής ομάδας στο χωριό Κονγκοτζάν με αποτέλεσμα τον θάνατο τεσσάρων πολιτών», ανέφερε το επιτελείο στην ανακοίνωση Τύπου που δημοσιοποίησε.
Η επιχείρηση «επέτρεψε να εξουδετερωθούν δεκαπέντε τρομοκράτες, συμπεριλαμβανομένου του αρχηγού τους» και να «απελευθερωθεί όμηρος», προστίθεται στο κείμενο.
Η ταυτότητα του ομήρου δεν αποκαλύφθηκε.
Δύο μέλη των κυβερνητικών δυνάμεων τραυματίστηκαν στην επιχείρηση, κατά τη διάρκεια της οποίας κατασχέθηκαν τέσσερις μοτοσικλέτες, τουφέκια Καλάσνικοφ, γεμιστήρες και συστήματα ραδιοεπικοινωνίας, κατά την ανακοίνωση Τύπου.
Από το 2015, όπως και γειτονικές της χώρες (Νίγηρας, Μαλί), η Μπουρκίνα Φάσο, ειδικά το βόρειο και το ανατολικό της τμήμα, έχει βυθιστεί σε κρίση εξαιτίας των ασταμάτητων επιθέσεων ένοπλων τζιχαντιστικών οργανώσεων που ορκίζονται πίστη είτε στην Αλ Κάιντα ή στο Ισλαμικό Κράτος. Χιλιάδες άνθρωποι έχουν σκοτωθεί και περίπου δύο εκατομμύρια άλλοι έχουν εκτοπιστεί.
Πάνω από το 40% της επικράτειας τελεί εκτός του ελέγχου του κράτους, κατά τα επίσημα δεδομένα.
Το περασμένο Σάββατο, τρεις στρατιώτες και οκτώ πολίτες, βοηθητικοί των ενόπλων δυνάμεων, σκοτώθηκαν σε επίθεση φερόμενων ως τζιχαντιστών σε βόρειο τομέα της Μπουρκίνα Φάσο.
Η επίθεση αυτή διαπράχθηκε δύο εβδομάδες μετά το στρατιωτικό πραξικόπημα της 30ής Σεπτεμβρίου με επικεφαλής τον λοχαγό Ιμπραήμ Τραορέ, που ανέτρεψε τον αντισυνταγματάρχη Πολ Ανρί Σανταογκό Νταμιμπά.
Επρόκειτο για το δεύτερο στρατιωτικό πραξικόπημα στην Μπουρκίνα Φάσο μέσα σε οκτώ μήνες, με τους πραξικοπηματίες να επικαλούνται και τις δύο φορές την επιδείνωση της κατάστασης ασφαλείας στη χώρα της Αφρικής, που παραμένει αντιμέτωπη με τη φονική βία των τζιχαντιστών τα τελευταία επτά χρόνια.