Νέα επίθεση στον Μητροπολίτη Πατρών Χρυσόστομο από φανατικό χριστιανικό site το οποίο υπογράφει κάποιος “Μέτοικος”! Πρόκειται για το katanixi.gr το οποίο…. δοξάζει τον καταδικασθέντα π. Αναστάσιο Γκοτσόπουλο επειδή λειτούργησε στις 25 Μαρτίου 2020 αψηφώντας τους νόμους του κράτους και τις αποφάσεις της Εκκλησίας της Ελλάδς και χαρακτηρίζει “άλαλο” τον ΜΗτροπολίτη Πατρών γράφοντας: ”
ποιο το έγκλημα του ιερέα Αναστάσιου Γκοτσόπουλου, με την τέλεση της Θείας Λειτουργίας στην ενορία του;
Προς τι η καταδίκη του;
Δεν «συνεμορφώθην προς τας υποδείξεις» της εξουσίας;
Μήπως «στρίμωξε πνευματικά» τον επίσκοπο του…
Που η υποστήριξη του Επισκόπου Πατρών σε έναν άξιο ιερέα του Υψίστου που η Πολιτεία τού προσάπτει ως αδίκημα την τέλεση τη Θείας Λειτουργίας;
Που η πνευματική στήριξη και έμπρακτη υποστήριξη του Επισκόπου στον «πατέρα, στον υπεύθυνο ηγέτη, στον οργανωτή, στον εμπνευστή, στον καθοδηγητή, στην ψυχή της ενορίας» όταν διώκεται αδίκως;
Ούτε δηνάρια δύο αγάπης υπήρχαν στο επισκοπικό γαζοφυλάκιο του άλαλου Χρυσοστόμου, για να τα καταθέσει ως μαρτυρία υπερασπίσεως στον άδικο διωγμό του ιερέα Αναστάσιου Γκοτσόπουλου;
ΤΟ ΠΛΗΡΕΣ ΣΥΚΟΦΑΝΤΙΚΟ ΚΕΙΜΕΝΟ:
Γράφει ο Μέτοικος
αρθρογραφεί για katanixi.gr
“Πόσο «στριμώχθηκαν» πνευματικά οι Επίσκοποι;”
Επιμέλεια σύνταξης: katanixi.gr
«Χαλεπώτατος τῆς Ἐκκλησίας σταίη χειµών. Οἳ [επίσκοποι] πολλὰ µὲν ἐπικίνδυνα καὶ λέγουσι καὶ πράττουσιν ἀδεῶς, αἰσχύνονται δὲ τούτων οὐδὲν, ἀλλὰ καὶ ἐναβρύνονται, καὶ τῶν καθεστηκότων µᾶλλον ὑγιαίνειν νοµίζουσιν», θάλεγε σήμερα η χρυσόφωνος της Ορθοδόξου Εκκλησίας Σάλπιγξ, ο ιερός Χρυσόστομος.
«Καὶ ἵνα µή τις ὑπερβολῆς εἶναι νοµίσῃ τὰ ῥήµατα τὰ παρ’ ἡµῶν, τὴν ἀπόδειξιν ἐπαγαγεῖν ἤδη πειράσοµαι, ἑτέρωθεν µὲν οὐδαµόθεν, ἀπὸ δὲ αὐτῶν τῶν [λόγων, έργων και πράξεων των Επισκόπων]» σε μια χρονική περίοδο που, κατά ομολογία του Μητροπολίτου Σάμου, Ικαρίας και Κορσεών Ευσέβιου στην Σύνοδο της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, σήμερα η κατάσταση στην Ορθόδοξη Εκκλησία περιγράφεται με σαφήνεια από το λόγο του Αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου: «Ὁ πλοῦς [της Εκκλησίας] ἐν νυκτί, πυρσός οὐδαμοῦ. Χριστός καθεύδει».
Το θρόνο της «μεγάλης και θεοφιλούς Κωνσταντινουπόλεως» κατέχει από δεκαετιών ο π.Βαρθολομαίος. Τα έργα του, έργα πονηρίας «ανάστατη την Εκκλησία εποίησαν και θορύβων μεγάλων ενέπλησαν αυτήν».
Διατρανώνει ο π.Βαρθολομαίος «γεγονυία και υπερόγκω χρώμενος τη φωνή» πως: «Έχομεν και αναγνωρίζομεν ότι έχομεν μοναδικάς ευθύνας παρ΄Ορθοδόξοις ως Αρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως» τέτοιας δυνάμεως και εκτάσεως, ώστε να θεωρούμε τους Ιερούς Κανόνας «τείχη του αίσχους» που, καθήκον μας είναι να γκρεμίσουμε.
Εις τας «μοναδικάς ευθύνας» μας εμπίπτει, διακηρύσσει ο π. Βαρθολομαίος, και η θεραπεία του σχίσματος με τους παπικούς που μας κληροδότησαν τα «ατυχή θύματα του αρχεκάκου όφεως, [οι θεοφόροι δηλονότι Πατέρες, που] ευρίσκονται ήδη [δια το αμάρτημά των] εις χείρας του δικαιοκρίτου Θεού».
Τέτοια η έπαρση και η οίηση του κληρικού της εκκλησίας των Ρωμιών που, τις ακέραιες ευθύνες του για το δυσθεράπευτο σχίσμα που αυτός προκάλεσε εσχάτως στην Ορθόδοξη Εκκλησία, προσπαθεί με αθέμιτα μέσα να μετακυλήσει στους Ορθοδόξους Ρώσους, κάνοντας σημαία του τη διακοπή μνημόνευσης του ονόματός του από τον Πατριάρχη Μόσχας και πασών των Ρωσιών Κύριλλο, για την οποία όμως μνημόνευση, δήλωσε με αμετροέπεια: «Έβγαλαν το όνομα από τα δίπτυχα και δεν με μνημονεύουν. Σκασίλα μου»!
Καρπός της «μήτρας του οικουμενικού πατριαρχείου» ο Ελπιδοφόρος, Τούρκος πολίτης που βρίσκεται στην κορυφή της Εκκλησίας των Ορθοδόξων Ελλήνων στην Αμερική. Τα έργα του στην Αρχιεπισκοπή βοούν παρακμή. Θεωρώντας τσιφλίκι του την Εκκλησία της Ελλάδος, ο Ελπιδοφόρος βαπτίζει σε ξένο έδαφος «παιδιά» ομοφυλόφιλου ζευγαριού, εισηγείται την αλλοίωση του τρόπου μεταδόσεως της Θείας Κοινωνίας και, υποβιβάζοντας ενσυνείδητα την αξία της Ορθοδόξου Πίστεως συν-προσεύχεται με ετεροδόξους και σχισματικούς, αφού, γι’ αυτόν: «Όταν ανυψώνετε μια θρησκεία πάνω από όλες τις άλλες, είναι σαν να αποφασίζετε ότι υπάρχει μόνο ένα μονοπάτι που οδηγεί στην κορυφή του βουνού»!
Στην Εκκλησία της Ελλάδος, ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος έχει τεράστιες ευθύνες για την απαξίωση του ρόλου της Εκκλησίας στη συνείδηση των Ελλήνων και το σκανδαλισμό των πιστών. Οι υπόγειες συμφωνίες του με την κοσμική εξουσία προκάλεσαν οξύτατη αναστάτωση σε κλήρο και λαό ενώ, το πρωτοφανές και παράλογο κλείσιμο των Εκκλησιών στην Ορθόδοξη Ελλάδα τον καιρό της πανδημίας και, το γεγονός πως, η Εκκλησία δεν αντιμετώπισε ενωμένη τα πνευματικά προβλήματα που προέκυψαν από το αυστηρό lockdown, σφραγίζουν την αστοχία της διακονίας του ως ηγέτη της Εκκλησίας της Ελλάδος.
Από το χορό των Επισκόπων που «πολλὰ µὲν ἐπικίνδυνα καὶ λέγουσι καὶ πράττουσιν ἀδεῶς» στην Εκκλησία της Ελλάδος, ο Επίσκοπος Δημητριάδος και Αλμυρού Ιγνάτιος διακρίνεται ως μπροστάρης της «Νέας Εποχής» και, άφοβα υπερασπίζεται κάθε «αιρετικό, ουμανιστικό, ανθρωποπαγή και ανθρωπολατρικό σύλλογο» που, έργο του έχει την «αλλοίωση της ορθοδόξου θεανθρωπίνης πίστεως» και, ταυτόχρονα, αγωνίζεται να επιβάλει στην Εκκλησία της Ελλάδος μια νέα προσέγγιση των Ορθοδόξων Δογμάτων και της Παραδόσεως «ξαναδιαβάζοντας» και αλλοιώνοντας το πατερικό πνεύμα, ενώ υπάρχουν Μητροπολίτες, όπως ο Ιωαννίνων Μάξιμος που, αν δεν μετατρέπουν, σίγουρα αλλοιώνουν με προτεσταντικού τύπου εμπορικές δραστηριότητες, το ρόλο και την αποστολή της Ορθοδόξου Επισκοπής.
Για αυτά και, δεκάδες άλλα πάσχοντα «καθεστηκότα» στις ελληνόφωνες Εκκλησίες, που έχουν καταλυτικές επιδράσεις στην ενότητα του χριστεπώνυμου πληρώματος και τη λειτουργία των ενοριών, ο Επίσκοπος Σάμου, Ικαρίας και Κορσεών Ευσέβιος σιώπησε, κάτι ψέλλισε για την ευθύνη των συν- επισκόπων του στο άπλωμα της αίρεσης του Μειονισμού, όταν άριστα γνωρίζει αυτό που πολύ καλά ξέρει ο λαός των ενοριών πως, το «ψάρι απ’ το κεφάλι του βρωμά», όμως, «άρθρωσε κραυγήν τινα αγωνίας και προβληματισμού» στην Ιεραρχία της Εκκλησίας της Ελλάδος για την «Ἀνασυγκρότηση τῆς ἐνορίας [και τον] ἐπανευαγγελισμό τῶν πιστῶν».
Ο Επίσκοπος Σάμου, Ικαρίας και Κορσεών Ευσέβιος στην εισήγησή του είπε αλήθειες, στρογγύλεψε καταστάσεις και, επιμελώς απέφυγε να αποδώσει ευθέως ευθύνες στους «άγιους αδελφούς» του, που ολοφάνερα και επιδεικτικά επιδιώκουν τη «βρώση την απολυμένη» σε βάρος «του άρτου της ζωής».
Η «ὑγιειονομική κρίση. Μιά πραγματικότητα δυσμενής, ἡ ὁποία συνέχει τήν ζωή μας τά δύο τελευταῖα χρόνια μᾶς ἀνάγκασε [υποστηρίζει ο Επίσκοπος Ικαρίας Ευσέβιος] νά στριμωχθοῦμε πνευματικά! νά τηρήσουμε σκληρές, ἀλλά πολύτιμες 2 ἰσορροπίες, μεταξύ τοῦ πληρώματος τῆς Ἁγίας μας Ἐκκλησίας».
Το ποιες είναι οι δύο ισορροπίες δεν μαρτυρά ο Επίσκοπος Σάμου, Ικαρίας και Κορσεών Ευσέβιος, όπως δεν διευκρινίζει και το τι εννοεί με αυτό το άκομψο «στριμωχθήκαμε πνευματικά»!
Πόσο «στριμώχθηκαν» πνευματικά οι Επίσκοποι; Οι περισσότεροι «συνεμορφώθησαν με τας υποδείξεις» της Δ.Ι.Σ και της Πολιτείας, κάποιοι με επιστολές τους δήλωσαν ότι θα εφαρμόσουν τα υγειονομικά πρωτόκολλα, ενώ, οι κλώνοι του κυρού Χριστόδουλου βρήκαν την ευκαιρία να σηκώσουν μπαϊράκι στον Αρχιεπίσκοπο Ιερώνυμο.
Ο Επίσκοπος Κερκύρας, κήρυξε την τοπική Εκκλησία «εν διωγμώ», όχι βέβαια για τα διαφυγόντα κέρδη από το τριήμερο πανηγύρι του Αγίου Σπυρίδωνα, αλλά διότι η απαγόρευση από την Πολιτεία προσκύνησης του ιερού σκηνώματος του Αγίου Σπυρίδωνα δεν επέτρεψε τον αγιασμό του λαού της Κέρκυρας, αγιασμό και ευλογία που, ο ιερέας Αναστάσιος Γκοτσόπουλος πέτυχε με την τέλεση της Θείας Λειτουργίας και την Κοινωνία του Σώματος και Αίματος του Σωτήρα Χριστού από το λαό της Πάτρας.
Και ενώ το μπαϊράκι των χριστοδουλικών κατεστάλη «αναίμακτα» από τον Αρχιεπίσκοπο Ιερώνυμο με την έγγραφη υπενθύμιση σε αυτούς των συσχετισμών στην Ιεραρχία που διαμόρφωσε και διαμορφώνει το πνεύμα της φιλαρχίας, ο αποπροσανατολισμός των πιστών από την αλλοπρόσαλλη και, πάντως, χωρίς απόφαση της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος αντιμετώπιση των πνευματικών προβλημάτων που γέννησε η πανδημία όπως και, το παράλογο κλείσιμο των Εκκλησιών εξ αιτίας της υποτονικής αντίδρασης από τη διοικούσα αρχή της Εκκλησίας, απαξίωσε στα μάτια του χριστεπώνυμου πληρώματος τους εκκλησιαστικούς ταγούς του και, αποσάρθρωσε τη «βασική μονάδα οργανώσεως του εκκλησιαστικού βίου» την ενορία.
«Ἡ ἐνορία εἶναι τὀ ζωντανό κύτταρο τῆς Ἐκκλησίας [επισημαίνει στην εισήγησή του ο Επίσκοπος Σάμου Ευσέβιος] …Ἡ Ἐνορία εἶναι «τά πάντα τοῖς πᾶσι», ἀφοῦ εἶναι αὐτή ἡ Ἐκκλησία. Ἡ ἐνορία συνδέεται μέ τήν Καθολική Ἐκκλησία μέσῳ τοῦ προσώπου τοῦ Ἐπισκόπου. Ὁ δέ κρίκος πού συνδέει τόν Ἐπίσκοπο μέ τήν ἐνορία εἶναι ὁ Ἐφημέριος, ὁ ὁποῖος εἶναι ὁ πατέρας, ὁ ὑπεύθυνος ἡγέτης, ὁ ὀργανωτής, ὁ ἐμπνευστής, ὁ καθοδηγητής τῆς Ἐνορίας. Ἡ ψυχή τῆς Ἐνορίας.
Με αυτά τα χαρακτηριστικά και προτερήματα του Εφημέριου που ορθά επισημαίνει στην εισήγηση του ο Επίσκοπος Σάμου Ευσέβιος, ο ορθόδοξος ιερέας δεν στρέφει την πλάτη του στα πνευματικά του παιδιά, αφουγκράζεται τους προβληματισμούς τους, δεν βολεύεται στην απραξία των κλειδωμένων εκκλησιών, η αγάπη του είναι άγγιγμα ψυχής που λαμπρύνει τους ανθρώπους της ενορίας του.
Οπότε, ποιο το έγκλημα του ιερέα Αναστάσιου Γκοτσόπουλου, με την τέλεση της Θείας Λειτουργίας στην ενορία του;
Προς τι η καταδίκη του;
Δεν «συνεμορφώθην προς τας υποδείξεις» της εξουσίας;
Μήπως «στρίμωξε πνευματικά» τον επίσκοπο του, με την έκφραση ευχαριστίας προς τον Τριαδικό Θεό για το γεγονός πως «εκ του μη όντος εις το είναι ημάς παρήγαγε»;
Μήπως διασάλευσε, με την τέλεση της Θείας Λειτουργίας, τις «σκληρές, ἀλλά πολύτιμες 2 ἰσορροπίες, μεταξύ τοῦ πληρώματος τῆς Ἁγίας μας Ἐκκλησίας», την ύπαρξη των οποίων ο επίσκοπος Σάμου ακαθόριστα τονίζει στην εισήγησή του;
Μήπως υπάρχει ως «αποίμαντος ποιμένας»;
Προφανώς, όταν ο π.Αναστάσιος αποφάσισε να εισέλθει στον ιερό κλήρο δεν επεδίωκε να μεταμορφωθεί από «σερνόμενη κάμπια σε χρυσοστόλιστη πεταλούδα». Ήταν βέβαιος ότι στην καρδιά του κατοικούσε ο Χριστός, είχε ριζωμένη και θεμελιωμένη αγάπη για τον πλησίον, καταλάβαινε τον πλούτο της Ορθοδόξου πίστεως «συν πάσι τοίς αγίοις» και, σύμφωνα με την ευχή της χειροτονίας του υπήρξε και παραμένει άξιος: «να παρίσταται τω αγίω θυσιαστηρίω, να κηρύσσει το Ευαγγέλιο της Βασιλείας του Θεού, να Ιερουργεί τον λόγο της αληθείας του Χριστού, να προσφέρει δώρα και θυσίες στον Θεό και να ανακαινίζει τον λαό Του [που ζει στα όρια της ενορίας του] δια της του λουτρού παλιγγενεσίας».
Ο «αξίως πολιτευόμενος της δωρηθείσης εις αυτόν, υπό της προγνωστικής δυνάμεως του Θεού, μεγάλης ιερατικής τιμής» ιερέας Αναστάσιος, τι λιγότερο ή περισσότερο από τον ανακαινισμό και ευαγγελισμό του πιστού λαού της ενορίας του έκανε, με την τέλεση της Θείας Λειτουργίας;
«Ἡ λατρεία τοῦ Θεοῦ εἶναι ἀνθρώπινο προνόμιο, δικαίωμα καί κατασκεύασμα [υποστηρίζει παράδοξα και, βεβαίως, αντιεκκλησιαστικά, ο Επίσκοπος Σάμου Ευσέβιος και] Ὡς τέτοιο [κατασκεύασμα] εἶναι εὔπλαστο καί ἀναδιαμορφούμενο»! και, συμπερασματικά, μπορούμε να την προσαρμόζουμε κατά το δοκούν, τουτέστιν και, πάντα κατά τον Επίσκοπο Σάμου, η Εκκλησία της Ελλάδος πρέπει να αποφασίσει «επάνω σε κάποια λατρευτικά θέματα, εάν επιθυμεί και επιδιώκει να γεμίζουν οι λαϊκοί αδελφοί μας τούς Ιερούς Ναούς κατά τη Θεία Λατρεία». «Αὐτά [τα λατρευτικά θέματα] εἶναι: τό ὡράριο τῶν ἱερῶν ἀκολουθιῶν, προκειμένου νά μή συμπίπτουν μέ τίς ἐργασίες τῶν ἀνθρώπων καί τίς λοιπές ἀσχολίες τους, τό μοναστηριακό καί ἐνοριακό τυπικό, πού ἀφορᾶ στό μέγεθος τῶν ἀκολουθιῶν μέσα στόν κόσμο, τό γλωσσικό ἰδίωμα στό ὁποῖο θά ἀποδίδονται τά κορυφαῖα νοήματα τῆς Θείας Λατρείας, γιά νά πάψει ἡ Λατρεία νά εἶναι μαγική τελετή…[ και] νά ἀπαλλαγεῖ ἀπό ἰδεοληψίες»!
Όμως και, βεβαιότατα, η λατρεία του Τριαδικού Θεού «δεν είναι κατασκεύασμα εύπλαστο και αναδιαμορφούμενο [και, ασφαλώς] η Θεία Λατρεία δεν είναι μαγική τελετή», αφού, όπως ορθά διδάσκει ο Μητροπολίτης Καισαριανής, Βύρωνος και Υμηττού Δανιήλ: «η λατρεία του Θεού προσδιορίζει τίς σχέσεις μεταξύ τῶν ἀνθρώπου καί τοῦ Θεοῦ [αφού και] Σύμφωνα μέ τήν ἁγία Γραφή ἡ πρωτοβουλία τῶν σχέσεων αὐτῶν ἀνήκει στόν ζωντανό Θεό πού ἀποκαλύπτεται στόν ἄνθρωπο». Ως εκ τούτου, δε φταίει για την απομάκρυνση των χριστιανών από τους ναούς των ενοριών τους, ούτε το γλωσσικό ιδίωμα στο οποίο τελείται η Θεία Λειτουργία, ούτε η χρονική διάρκεια των Ιερών ακολουθιών, ούτε βέβαια οι… ιδεοληψίες!
Φταίει ο θεατρινίστικος τρόπος, με τον οποίο τελούνται, κυρίως, οι αρχιερατικές και πολυαρχιερατικές Θείες Λειτουργίες που ευτελίζει την καλώς νοούμενη βυζαντινή μεγαλοπρέπεια, μετατρέποντας τη Θεία Ευχαριστία σε «μία παράσταση, μία καρικατούρα προσευχῆς, ἕνα νεκρό συνονθύλευμα πράξεων καί λόγων, μία ψευδαίσθηση ἐπικοινωνίας μέ τό Θεό, μία συντήρηση τοῦ [επισκοπικού] ἐγωϊσμοῦ, μία φαρισαϊκή ὑποκρισία, ἀνίκανη νά μεταμορφώσει τόν κόσμο», φταίει ο εξοστρακισμός της κατάνυξης από την Ακολουθία του Εσπερινού, φταίει η απαράδεκτη και ατιμώρητη προχειρότητα κάποιων παπάδων κατά την τέλεση της Θείας Λειτουργίας και των ιερών μυστηρίων μα, κυρίως, φταίει που ο λόγος των Επισκόπων «εἶναι ξερός, ὁ τρόπος [τους] συντηρητικός, ἡ φωνἠ [τους] κουραστική, ἡ ζωή [τους] ἄνευρη, [γιατί οι επίσκοποι] δεν ζουν με «τὴ δύναμη τῆς εὐσέβειας, τῆς ἁγιότητος καὶ τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ».
Οι Επίσκοποι φλυαρούν, πριν το «Δι’ ευχών των αγίων» της Θείας Λειτουργίας και του Εσπερινού από την Ωραία Πύλη ή τον επισκοπικό θρόνο επί μακρόν, κολακεύοντας έως σκανδαλισμού ο ένας τον άλλο, προκαλώντας περιφρονητικά γέλια στο εκκλησίασμα και, όταν επιτέλους μιλούν, ο λόγος τους δεν είναι πειστικός, δεν είναι αληθινός, γιατί δεν είναι γνήσια χριστιανικός. «Προσπαθοῦν [είναι αλήθεια, κάποιοι, να μιλήσουν] τὴν ἴδια γλῶσσα [με το εκκλησίασμα και τους νέους], ἀλλὰ μὲ λάθος τρόπο [γι’ αυτό και δεν γίνονται κατανοητοί].
Τα χρόνια αυτά του πένθους και των οδυρμών που, η αρετή δύσκολα ανιχνεύεται, σκανδαλίζει, οργίζει, προβληματίζει το χριστεπώνυμο πλήρωμα το γεγονός πως, οι Επίσκοποί του τον καιρό της δοκιμασίας των ιερέων τους, δεν τους υποστηρίζουν δημόσια.
Που η υποστήριξη του Επισκόπου Πατρών σε έναν άξιο ιερέα του Υψίστου που η Πολιτεία τού προσάπτει ως αδίκημα την τέλεση τη Θείας Λειτουργίας;
Που η πνευματική στήριξη και έμπρακτη υποστήριξη του Επισκόπου στον «πατέρα, στον υπεύθυνο ηγέτη, στον οργανωτή, στον εμπνευστή, στον καθοδηγητή, στην ψυχή της ενορίας» όταν διώκεται αδίκως;
Ούτε δηνάρια δύο αγάπης υπήρχαν στο επισκοπικό γαζοφυλάκιο του άλαλου Χρυσοστόμου, για να τα καταθέσει ως μαρτυρία υπερασπίσεως στον άδικο διωγμό του ιερέα Αναστάσιου Γκοτσόπουλου;
«Θὰ τὸ πῶ ξανά [τονίζει με έμφαση σε λόγο του, ο Μητροπολίτης Μεσογαίας και Λαυρεωτικής Νικόλαος] Οι επίσκοποι δὲν ἐμπνέουμε. Γι’ αὐτὸ καὶ δὲν πείθουμε»!
Λοιπόν, να ολοφάνερα και, με επισκοπικό λόγο, για το τι φταίει στην αποδιοργάνωση της ενορίας και την απαξίωση της Εκκλησίας˙ Φταίνε οι Επίσκοποι! Φταίει ο εφησυχασμός τους, φταίει το ότι ποτέ τους δεν διερωτήθηκαν «κατά πόσο ἕνα μερίδιο τῆς ὅλης αὐτῆς καταστάσεως [στην ενορία] βαρύνει μέ εὐθύνη τή δική [τους] συνείδηση», όπως τονίζει στην εισήγηση του ο Επίσκοπος Σάμου Ευσέβιος.
Φταίει το γεγονός πως, και πάλι οι Επίσκοποι, αν δεν αδιαφορούν, πάντως δεν επεμβαίνουν δραστικά για τη θεραπεία των τρωτών στη λειτουργία των ενοριών, που ορθότατα επισημαίνει στην εισήγηση του ο Μητροπολίτης Σάμου, Ικαρίας και Κορσεών Ευσέβιος.
Πάντως [και, παρά τις καθοριστικές ευθύνες των Επισκόπων] ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἡ ἐλπίδα τοῦ κόσμου.Τίποτα ἄλλο», ενώ, η « Ἡ Θεία Λατρεία [που, δεν είναι κατασκεύασμα] εἶναι ὁ δρόμος πρός τόν Θεό» και, για τον Τριαδικό Θεό ο μοναδικός δρόμος είναι η Ορθόδοξη Θεία Λειτουργία.