Οσο αυξημένοι κι αν είναι οι λογαριασμοί του ρεύματος, η Ευρώπη θα τα βγάλει πέρα τον χειμώνα γιατί έχει ήδη αγοράσει αρκετό πετρέλαιο και φυσικό αέριο. Το έχει επιτύχει, όμως, εις βάρος των φτωχότερων χωρών του κόσμου, που έχουν ουσιαστικά αποκλειστεί από την παγκόσμια αγορά φυσικού αερίου εξαιτίας της αιφνίδιας ενεργειακής λαιμαργίας της Γηραιάς Ηπείρου.
Οι αναδυόμενες χώρες αδυνατούν να αντεπεξέλθουν στον ανταγωνισμό για ενεργειακούς πόρους και δεν μπορούν να καλύψουν τις άμεσες ανάγκες τους για τον χειμώνα. Το αποτέλεσμα θα είναι αναπόφευκτα ο τερματισμός στη λειτουργία των εργοστασίων τους, συχνές και μεγάλης διάρκειας διακοπές στην ηλεκτροδότηση και κοινωνικές ταραχές, με την κρίσιμη αυτή κατάσταση να συνεχίζεται μάλλον και μέσα στην επόμενη δεκαετία. Οπως τονίζει ο Σαούλ Καβόνιτς, αναλυτής θεμάτων ενέργειας στην Credit Suisse Group AG, «η ενεργειακή ανασφάλεια της Ευρώπης έχει αποβεί εις βάρος του αναδυόμενου κόσμου στον οποίο προκάλεσε ενεργειακή φτώχεια». Ο ίδιος διευκρινίζει πως η Ευρώπη κυριολεκτικά «ρούφηξε και εξακολουθεί να ρουφάει το φυσικό αέριο από τις άλλες χώρες με κάθε κόστος».
Χώρες όπως το Πακιστάν, η Ινδία, το Μπανγκλαντές και οι Φιλιππίνες έχουν ήδη περάσει ένα καλοκαίρι με γενικές διακοπές στην ηλεκτροδότηση και με πολιτικές και κοινωνικές ταραχές και τώρα περιμένουν κακοκαιρίες και χαμηλές θερμοκρασίες. Υπάρχουν τμήματα της Νότιας Ασίας στα οποία το ψύχος είναι πιο διαπεραστικό κι από εκείνο του Λονδίνου, και αυτές οι γεωγραφικές περιοχές έχουν πολύ λίγες ελπίδες να διασφαλίσουν τώρα μακροπρόθεσμες προμήθειες για την κάλυψη των ενεργειακών τους αναγκών. Το πρόβλημα έγκειται στη στροφή που έκανε η Ευρώπη προς τη διεθνή αγορά ενέργειας, στην οποία δεν υπάρχουν δεσμευτικά συμβόλαια αλλά οι παραδόσεις γίνονται σε πραγματικό χρόνο όταν τις ζητήσει ο πελάτης. Δεδομένου δε ότι οι τιμές της ενέργειας έχουν εκτοξευθεί στα ύψη, πολλοί προμηθευτές των χωρών της Νότιας Ασίας απλούστατα ακύρωσαν τις παραδόσεις προς αυτές τις χώρες και προτίμησαν τις ευρωπαϊκές αγορές που τους προσέφεραν μεγαλύτερα κέρδη. Και βέβαια, οι εξαγωγείς ενέργειας από το Κατάρ μέχρι τις ΗΠΑ δέχονται προσφορές από τις ευρωπαϊκές αγορές, που σημαίνει ότι για πρώτη φορά στην ιστορία τους χώρες όπως το Πακιστάν, το Μπανγκλαντές και η Ταϊλάνδη πρέπει να ανταγωνιστούν τη Γερμανία και τις άλλες ισχυρές ευρωπαϊκές οικονομίες ως προς το ύψος των τιμών που θα προσφέρουν. Και όπως χαρακτηριστικά τόνισε ο Ράσελ Χάρντι, διευθύνων σύμβουλος του ενεργειακού ομίλου της Vitol, «δανειζόμαστε τις ενεργειακές προμήθειες άλλων λαών».
Οι φτωχές χώρες δεν μπορούν να ανταγωνιστούν τις υψηλές τιμές που προσφέρει η Ευρώπη στους προμηθευτές αερίου.
Η συγκυρία, όπως τη διαμορφώνουν οι επιλογές και τα προβλήματα των ανεπτυγμένων οικονομιών, είναι πολύπλευρα αρνητική για τις φτωχές χώρες, καθώς η ενίσχυση του δολαρίου έναντι των νομισμάτων φτωχών και πλούσιων χωρών ομοίως περιπλέκει περαιτέρω την ήδη δύσκολη κατάσταση. Οι φτωχές χώρες καλούνται να επιλέξουν αν θα πληρώσουν για την αγορά των περιορισμένων και ακριβών καυσίμων ή θα καταβάλουν τις δόσεις για την αποπληρωμή του χρέους τους. Και βέβαια οι προμηθευτές ενέργειας της παγκόσμιας αγοράς διστάζουν όλο και περισσότερο να πουλήσουν στις χώρες που κινδυνεύουν να οδηγηθούν στην πτώχευση. Μοιάζει κυριολεκτικά σαν ο αναπτυσσόμενος κόσμος να πληρώνει τα κακώς κείμενα και τις αμαρτίες των ανεπτυγμένων οικονομιών. Σε όλα τα προηγούμενα προστίθενται οι φυσικές καταστροφές που υφίστανται πολλές φτωχές χώρες της Ασίας εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής για την οποία ευθύνονται περισσότερο οι βιομηχανικές οικονομίες της Δύσης. Ακραία καιρικά φαινόμενα όπως οι καταστρεπτικές πλημμύρες στο Πακιστάν, για παράδειγμα, προκαλούν ολέθριες συνέπειες στις οικονομίες των αναπτυσσόμενων χωρών οδηγώντας, βέβαια, τους ηγέτες των χωρών που έχουν συγκεντρωθεί στην Αίγυπτο αυτές τις ημέρες να εξετάζουν με ποιον τρόπο μπορούν να προσφέρουν περισσότερη στήριξη οι πλούσιες χώρες στις φτωχές.
Τα συναλλαγματικά διαθέσιμα του Πακιστάν υποχώρησαν τον περασμένο μήνα στα χαμηλότερα επίπεδα των τελευταίων τριών ετών, με αποτέλεσμα η Moody’s Investors Service να υποβαθμίσει το χρέος της χώρας βαθύτερα στο επίπεδο των ομολόγων σκουπιδιών. Ομοίως τα διαθέσιμα του Μπανγκλαντές, της Ινδίας και των Φιλιππίνων βρίσκονται στα χαμηλότερα επίπεδα των τελευταίων δύο ετών. Και είναι σαφές, και προκύπτει από όλες τις αναλύσεις, πως χωρίς το αέριο της Ρωσίας, η προσφορά από την παγκόσμια αγορά θα παραμείνει περιορισμένη, οι τιμές της ενέργειας υψηλές και βέβαια οι αναπτυσσόμενες χώρες δεν θα έχουν άλλη επιλογή από το να στραφούν στα πιο ρυπογόνα καύσιμα.
Στο μεταξύ, οι ευρωπαϊκές χώρες επισπεύδουν την ανέγερση πλωτών τερματικών σταθμών για εισαγωγές υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG) στο μέλλον. Γερμανία, Ιταλία και Φινλανδία έχουν ήδη διασφαλίσει τις μονάδες αυτές. Η Ολλανδία, άλλωστε, έχει αρχίσει από τον Σεπτέμβριο να εισάγει LNG στους πλωτούς τερματικούς σταθμούς της. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της BloombergNEF, αυτό σημαίνει πως η ζήτηση από τις ευρωπαϊκές χώρες θα αυξηθεί περαιτέρω κατά περίπου 60% μέχρι το 2026.