Πολίτες του Ράιχ: Το παρασκήνιο για την τεράστια αντιτρομοκρατική επιχείρηση στη Γερμανία

    Ημερομηνία:

    Ήδη από πολύ νωρίς την περασμένη Τετάρτη φωτογράφοι, τηλεοπτικά συνεργεία και ρεπόρτερ κατέγραφαν με φωτογραφίες, βίντεο και ρεπορτάζ τις εκτεταμένες εφόδους σε σπίτια μελών της τρομοκρατικής ομάδας “Πολίτες του Ράιχ”, στη μεγαλύτερη αντιτρομοκρατική επιχείρηση στην ιστορία της Ομοσπονδιακής Γερμανίας. Η αντίδραση των γερμανικών ΜΜΕ σε πραγματικό χρόνο, αποτελεί μια ακόμη πτυχή αυτής της υπόθεσης, την οποία, όπως ανακοίνωσαν οι αρχές ασφαλείας, σχεδίαζαν πολύ προσεκτικά και με τη δέουσα μυστικότητα.

    Το ερώτημα που εγείρεται είναι, εάν η προεργασία με τις έρευνες κρατήθηκε όντως “στεγανή”, πώς ήταν δυνατόν να γνωρίζουν οι δημοσιογράφοι τις διευθύνσεις των σπιτιών σε 11 ομόσπονδα κρατίδια, στα οποία έγιναν οι έφοδοι, κυρίως σε σχέση με τον παρ΄ ολίγον πραξικοπηματία Ερρίκο 13ο, του οποίου η φωτογραφία με τις χειροπέδες στα χέρια να μπαίνει σε αστυνομικό αυτοκίνητο, έκανε τον γύρο του κόσμου.

    Φαίνεται ότι οι έφοδοι ήταν ήδη γνωστές σε πολιτικούς και δημοσιογράφους πριν συμβούν. Ίσως να είχαν δοθεί διευθύνσεις και ονόματα. Η Μαρτίνα Ρένερ, βουλευτής του κόμματος “Η Αριστερά”, ανέφερε ότι η ίδια το γνώριζε από τα μέσα της προηγούμενης εβδομάδας, “ήταν ένα κοινό μυστικό”, λέει, και ήξερε μάλιστα ότι και πολλά Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης γνώριζαν επίσης. Εκείνο που πρέπει να διερευνηθεί είναι εάν οι διαρροές είχαν φτάσει νωρίτερα και στα αυτιά των συλληφθέντων. «Για να μπορέσουμε να το εκτιμήσουμε, θα πρέπει πρώτα να γίνει αξιολόγηση του υλικού που κατασχέθηκε», υπογραμμίζει. «Εάν διαγράφηκαν στοιχεία από τους σκληρούς δίσκους με τρόπο εμφανή ή εξαφανίστηκε άλλο υλικό, αυτό αποτελεί ένδειξη ότι οι φερόμενοι τρομοκράτες προφανώς ανάμεναν τις εφόδους” σημειώνει, αλλά “όταν ένα υπουργείο ή μια υπηρεσία φροντίζει να γίνουν γνωστές μια εβδομάδα νωρίτερα ακόμη και οι διευθύνσεις των εφόδων στον τύπο, τότε δύσκολα μπορεί κανείς να υποθέσει ότι κανείς εκ των υπόπτων που δέχθηκαν τις εφόδους δεν το ήξερε. Μήνυμα στο Telegram ενός κατηγορουμένου το επιβεβαιώνει. Μια τέτοια πρακτική θέτει σε κίνδυνο την επιτυχία της επιχείρησης».

    Αλλά και ο καθηγητής Δημοσιογραφίας Τάνγιεφ Σούλτς στο Πανεπιστήμιο του Μάιντς εμφανίζεται προβληματισμένος. «Εάν τα ΜΜΕ γνώριζαν ήδη την συγκεκριμένη ημερομηνία των εφόδων, αυτό μπορεί να αναδειχθεί σε πρόβλημα». Αναφέρεται μάλιστα στην περίπτωση του Κλάους Τσουμβίνκελ. H υπό δημοσιογραφική κάλυψη σύλληψη του τότε επικεφαλής των Γερμανικών Ταχυδρομείων το 2008 είχε προκαλέσει αντιδράσεις. «Εκείνη την εποχή μάλιστα ο μάνατζερ εκτέθηκε ως θέαμα ενώπιον θεατών» λέει ο Σουλτς στη Γερμανική Ραδιοφωνία (Deutschlandfunk). Υπάρχει και ένα άλλο σημείο που προβληματίζει τον Γερμανό καθηγητή. Εάν ορισμένοι δημοσιογράφοι είχαν όντως εσωτερική ενημέρωση, «μήπως αυτό δεν συνεπάγεται μεγαλύτερη εξάρτηση και εγγύτητα με τις αρχές, ως ένα αμοιβαίο δηλαδή δούναι και λαβείν».

    Ο Τάνγιεφ Σουλτς, ο οποίος έχει εργαστεί και ο ίδιος ως δημοσιογράφος της αποκαλυπτικής δημοσιογραφίας, μεταξύ άλλων και για την πολύκροτη δίκη της ακροδεξιάς οργάνωσης NSU, θεωρεί πάντως ότι δημοσιογράφοι αυτής της κατηγορίας δεν δίνουν κατά κανόνα τις πληροφορίες τους και εμπιστεύεται την πλειονότητα των δημοσιογράφων που σέβονται την πηγή των πληροφοριών τους και τηρούν εμπιστευτικότητα. Εκτός αυτού στη συγκεκριμένη περίπτωση πρόκειται για ένα θέμα στο οποίο έχει γίνει αρκετά μεγάλη έρευνα και έχουν γραφεί και πολλά. Υπό αυτήν την έννοια “θα μου ήταν σημάδι κακής ποιότητας της γερμανικής δημοσιογραφίας εάν όλα τα ΜΜΕ έπεφταν ξαφνικά από τα σύννεφα”. Αυτό το επιβεβαιώνει η Κάτια Ρίντελ, ρεπόρτερ της αποκαλυπτικής δημοσιογραφίας στο WDR, που συμμετείχε σε έρευνες για τους “Πολίτες του Ράιχ”. Όπως λέει έχει ξεκινήσει από καιρός έρευνες για αυτήν την ομάδα, και δεν χρειάστηκε καμιά πληροφορία από τις αρχές. Οι απόψεις της έχουν πολύ ενδιαφέρον. Γιατί, όπως λέει στη Γερμανική Ραδιοφωνία, η λέξη συνεργασία με τις αρχές σε κάποιον που ασχολείται με την αποκαλυπτική δημοσιογραφία, δεν παίζει κανένα ρόλο. «Θέτω ερωτήσεις και παίρνω απαντήσεις, άλλες εμπιστευτικά, άλλες που προορίζονται προς δημοσίευση. Τα ΜΜΕ δεν πρέπει να συνεργάζονται με τις αρχές, αλλά μια δημοσιογραφική δουλειά θα μπορούσε να γίνει αφετηρία για ανακρίσεις», ξεκαθαρίζει.

    Αλλά πολλές φορές μια δημοσιογραφική αποκάλυψη παραμένει μόνο στο χαρτί της εφημερίδας. Η Κάτια Ρίντελ δίνει μάλιστα ένα παράδειγμα. Μετά τις έρευνές της για την υπόθεση χορηγιών προς το ακροδεξιό κόμμα “Εναλλακτική για τη Γερμανία” αναρωτήθηκε γιατί ακολούθησαν τόσο λίγες ανακρίσεις. «Χρειάστηκε πολύς χρόνος μέχρι η εισαγγελία να ανοίξει το θέμα αυτό. Έρευνα, όπως αυτή της αριστερής εφημερίδας taz για τη ακροδεξιά ομάδα Hannibal, με δίκτυο μελών σε όλη τη Γερμανία, που ήθελε ένοπλη ανατροπή και μαζικές δολοφονίες πολιτικών αντιπάλων, επέστησε την προσοχή των αρχών σε αυτό το πεδίο και αποκάλυψε πολλές λεπτομέρειες».

    Κοινοποίηση:

    Τελευταία Νέα

    Κοινοποίηση:

    Περισσότερα Άρθρα
    Σχετικα

    Ακρίβεια: Το 55% δεν έχει ούτε για τα βασικά

    Μπορεί η κυβέρνηση να ισχυρίζεται ότι κερδίζει στον πόλεμο...

    Τεμπονέρας: «Επανεκκίνηση του ΣΥΡΙΖΑ με στόχο τη συμπόρευση των προοδευτικών δυνάμεων»

    Στην εκπομπή «Συνδέσεις» του ERTnews, ο Διονύσης Τεμπονέρας, στέλεχος του...

    Τέσσερα κίνητρα-δέλεαρ για αγορές ακινήτων

    Μείωση της φορολογικής επιβάρυνσης για όσους επενδύουν σε ακίνητα, ειδικά σε...
    Best Shop