Περισσότερα από 5 δισεκατομμύρια άτομα παγκοσμίως έχουν εμβολιαστεί κατά του κορωνοϊού μέχρι στιγμής. Αυτό σημαίνει ότι τα περισσότερα από τα τρία δισεκατομμύρια που δεν έχουν εμβολιαστεί κατά πάσα πιθανότητα δεν έχουν πρόσβαση στα εμβόλια κυρίως στις λιγότερο ανεπτυγμένες χώρες. Ένα ποσοστό των ανεμβολίαστων ωστόσο έχουν επιλέξει να μην εμβολιαστούν παρότι αυτή η επιλογή είναι διαθέσιμη στη χώρα που ζουν.
Για τον Δρ Alessandro Siani αναπληρωτή πρόεδρο της Σχολής Βιολογικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Portsmouth, το ζήτημα του χάσματος ανάμεσα σε εμβολιασμένους και μη είναι αρκετά ενδιαφέρον γι’ αυτό και αφιερώνει άρθρο του στο The Conversation σε πρόσφατη έρευνα που δημοσιεύθηκε στο Nature και διερευνά την ανοχή και τις διακρίσεις μεταξύ όσων ειναι εμβολιασμένοι και μη.
Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι οι εμβολιασμένοι ήταν ως επί το πλείστον αρνητικά διακείμενοι απέναντι στους ανεμβολίαστους. Το ενδιαφέρον όμως ήταν ότι υπήρχαν ελάχιστα στοιχεία για την αντίστροφη σχέση.
Συνολικά ερευνήθηκε η στάση περισσότερων από 15.000 ατόμων από 21 χώρες και χρησιμοποιήθηκαν έρευνες σχεδιασμένες να «μετρήσουν» την προκατάληψη όπως αυτή εκφράζεται σε τρεις μορφές: σε συναισθηματικό επίπεδο (π.χ. αρνητικά συναισθήματα απέναντι σε μια ομάδα ανθρώπων), αντιληπτική (π.χ. αρνητικά στερεότυπα) και συμπεριφορική (π.χ. υποστήριξη της εξαίρεσης ή αφαίρεσης δικαιωμάτων).
Με εξαίρεση την Ουγγαρία και τη Ρουμανία τα στοιχεία έδειξαν οτι σε όλες τις χώρες οι εμβολιασμένοι ήταν προκατειλημμένοι έναντι των μη εμβολιασμένων.
Από την άλλη μεριά απροκάλυπτα εκφρασμένη αντιπάθεια από μέρους των ανεμβολίαστων έναντι των εμβολιασμένων παρατηρήθηκε μόνο στην Γερμανία και τις ΗΠΑ.
Σε ποια επίπεδα κινήθηκε η προκατάληψη κατά των μη εμβολιασμένων πολιτών όπου αυτή παρατηρήθηκε; Σε ύψη αντίστοιχα με εκείνα που εκφράζονται για τους μετανάστες, τους πρώην κατάδικους και τους χρήστες εξαρτησιογόνων ουσιών.
Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι πολλοί εμβολιαμένοι δεν θα ήθελαν ένας στενός συγγενής τους να παντρευτεί κάποιον μη εμβολιασμένο. Επίσης έτειναν να θεωρούν τους ανεμβολίαστους ως λιγότερο ικανούς ή έξυπνους, ενώ σε έρευνα που διεξήχη στις ΗΠΑ διαπιστώθηκε ότι οι εμβολιασμένοι πίστευαν ότι οι μη εμβολιασμένοι θα έπρεπε να στερηθούν ακόμη και συγκεκριμένων δικαιωμάτων τους όπως η ελευθερία του λόγου ή η υποκοότητα!
Κοινωνική συνοχή και εμπιστοσύνη
Το εύρος της προκατάληψης έναντι των ανεμβολίαστων διαπιστώθηκε ότι ήταν υψηλότερο σε χώρες με ισχυρή κουλτούρα συνεργασίας και υψηλά επίπεδα κοινωνικής εμπιστοσύνης.
Μέσα από το πρίσμα της ψυχολογίας της ανθρώπινης συνεργασίας οι ερευνητές διαπιστώνουν ότι σε κοινωνίες με έντονη την αίσθηση του κοινωνικού καθήκοντος και της ατομικής ευθύνης για το κοινό καλό, όσοι τείνουν να επωφελούνται από το συλλογικό καλό (τον εμβολιασμό του πληθυσμού) χωρίς όμως να συνεισφέρουν οι ίδιοι (παραμένοντας ανεμβολίαστοι) εκλαμβάνονται ως «εκμεταλλευτές» ή »τζαμπατζήδες» και δεν χαίρουν εκτίμησης.
Αν και η έρευνα διαπιστώνει ότι υπάρχουν πολλά στοιχεία ότι οι εμβολιασμένοι κάνουν διακρίσεις σε βάρος των ανεμβολίαστων, εντούτοις εντοπίζονται και ισχυροί «θύλακες» ανεμβολίαστων που εκφράζουν μεγάλη επιθετικότητα απέναντι σοτυς εμβολιασμένους. Φτάνουν μάλιστα μέχρι του σημείου να υιοθετούν αβάσιμες και ακραίες πεποιθήσεις και θεωρίες συνομωσίας μη αποδεχόμενοι λόγου χάρη, μετάγγιση αίματος από εμβολιασμένους!
Προς μια κοινωνία πόλωσης
Όποια και αν είναι η εξήγηση για την ύπαρξη στερεότυπων, προκαταλήψεων και διακρίσεων είναι σημαντικό να θυμόμαστε ότι οι τυφλές διακρίσεις προς οποιαδήποτε ομάδα ανθρώπων είναι επιζήμιες όχι μόνο για την ομάδα που υφίσταται διακρίσεις, αλλά για την κοινωνία συνολικά.
Οι ερευνητές προειδοποιούν ότι βραχυπρόθεσμα οι προκαταλήψεις έναντι των μη εμβολιασμένων μπορεί να περιπλέξουν την ορθή διαχείριση της πανδημίας, αποξενώνοντας ένα μέρος του πληθυσμού και καθιστώντας το λιγότερο πρόθυμο να συμμορφωθεί με τα μέτρα πρόληψης της πανδημίας. Μακροπροθεσμα δε οι ερευνητές υποστηρίζουν ότι αυτή η προσέγγιση μπορεί να αφήσει την κοινωνία περισσότερο πολωμένη σε σύγκριση με την προ της πανδημίας εποχή.
Παρότι οι αντιεμβολιαστές και οι συνωμοσιολόγοι βρίσκονται συχνά στο επίκεντρο της αντιπαράθεσης, εντούτοις δεν είναι οι μόνοι που απαρτίζουν τον πληθυσμό των ανεμβολίαστων. Οι ερευνητές υπενθυμίζουν ότι οι λόγοι για τους οποίους κάποιος αρνείται ή καθυστερεί τον εμβολιασμό μπορεί να είναι ιατρικοί, να οφείλονται σε φοβίες π.χ. για τις βελόνες, ή ακόμη και να οφείλεονται σε προγενέστερες αρνητικές εμπειρίες με τις υγειονομικές αρχές.