Γελάει πηγαία, μιλάει με απλά λόγια για σύνθετα ζητήματα της φυσικής και τονίζει ότι όπου κι αν βρίσκεται, γίνεται αμέσως εμφανές ότι είναι Ελληνίδα. Η συζήτηση με την Ασημίνα Αρβανιτάκη, κάτοχο της έδρας «Αρίσταρχος» του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος, στο Perimeter Institute του Καναδά, κυλάει αβίαστα και μαθαίνει πολλά τον συνομιλητή της, για το γοητευτικό σύμπαν των ερευνητών.
Η κ. Αρβανιτάκη είναι η πρώτη γυναίκα που κατέχει ερευνητική έδρα στο Perimeter, ένα από τα μεγαλύτερα κέντρα έρευνας Θεωρητικής Φυσικής στον κόσμο. Οι επιστήμονες του, έχουν συμβάλλει στην υλοποίηση σημαντικών επιτευγμάτων, όπως στη λήψη της πρώτης φωτογραφίας μιας μαύρης τρύπας.
Η κορυφαία Ελληνίδα φυσικός «μετρά» μια σειρά από βραβεία. Το 2016, τής είχε απονεμηθεί το υψηλού κύρους βραβείο «New Horizons in Physics». Ακολούθησε το 2017 το Βραβείο Επιστήμης των Διεθνών Βραβείων «Giuseppe Sciacca», ενώ το 2022 κατέκτησε το μετάλλιο CAP-TRIUMF Vogt Medal for Contributions to Subatomic Physics.
Η θεωρητικός της Φυσικής των Στοιχειωδών Σωματιδίων, όπως είναι η ακριβής ειδικότητα της, σπούδασε φυσική στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών και αμέσως μετά έφυγε για τις ΗΠΑ και το Πανεπιστήμιο Stanford, στο οποίο ολοκλήρωσε το διδακτορικό της το 2008.
Με αφορμή τη νέα της σημαντική διάκριση, μιλάει στην «Κ» για το πώς κατέκτησε την κορυφή, ποια ήταν τα όνειρά της ως παιδί, πώς είναι η ζωή του ερευνητή και πώς εξηγούνται οι πολλές επιτυχίες της Ελλάδας στον τομέα της φυσικής.
Κυρία Αρβανιτάκη, πώς αισθάνεστε μετά την πρόσφατη βράβευση σας; Τι σημαίνουν για εσάς αυτές οι διακρίσεις;
Το τελευταίο βραβείο μού απονεμήθηκε από την Καναδική Ομοσπονδία Φυσικών και είναι «εξειδικευμένο», από την άποψη ότι δίνεται στους φυσικούς των Στοιχειωδών Σωματιδίων. Η αναγνώριση από τους συναδέλφους είναι ίσως η πιο σημαντική από όλες. Είναι μια ηθική ικανοποίηση που σού γεμίζει τις μπαταρίες για να προχωράς. Να σημειώσω πως υπάρχουν σπουδαίοι Έλληνες φυσικοί αυτή τη στιγμή στο πεδίο της έρευνας, οι οποίο θα έπρεπε να έχουν αναγνωριστεί πριν από εμένα.
Επιστήμες όπως η φυσική συνεχίζουν να θεωρούνται από ένα κομμάτι του κοινού «δύσκολες», ενώ αρκετοί μαθητές «τρομάζουν» με το αντικείμενο. Ποια είναι η άποψη σας;
Δυστυχώς, η προκατάληψη για τις θετικές επιστήμες, ότι δηλαδή απαιτούν αυξημένη ευφυΐα, παραμένει σε έναν βαθμό. Είναι όμως ένας μύθος, ο οποίος ξεκινάει από την παιδική ηλικία ακόμα. Και ενώ δεν δεχόμαστε σήμερα, ένα παιδί να μην ξέρει να διαβάζει ή να γράφει, συνεχίζουμε να λέμε πως αν έχει δυσκολίες στα μαθηματικά ή τη φυσική, πως απλώς, «δεν τα παίρνει». Το να έχουμε ένα βασικό επίπεδο κατανόησης και αναλυτικής σκέψης στα μαθηματικά και στη φυσική είναι ζήτημα διδασκαλίας και μόνο.
Τι θα θέλατε να διδάσκεται καλύτερα στα παιδιά; Ποια γνώση βλέπετε να λείπει από τους σημερινούς φοιτητές;
Λείπει η αναλυτική σκέψη. Η οποία όμως, είναι εργαλείο απαραίτητο τη σημερινή εποχή, την οποία «βομβαρδιζόμαστε» με πληροφορίες. Σήμερα, πιο πολύ παρά ποτέ, πρέπει κάποιος να μπορεί να αντιλαμβάνεται τι είναι λογικό και τι παράλογο, τι σωστό και τι λάθος.
Ποια στιγμή της ζωής σας αποφασίσατε πως η φυσική ήταν η μοίρα σας;
Θυμάμαι εκείνο το βιβλίο που είχε η γενιά μου στο δημοτικό, το «Εμείς και ο κόσμος». Κάποια στιγμή διδασκόμασταν και την ταχύτητα του φωτός. Σκεφτόμουν πόσα πολλά πράγματα συμβαίνουν μέσα στα 8 λεπτά που χρειάζονται για να έρθει το φως από τον ήλιο, στη γη. Αυτή η διαπίστωση πως για οτιδήποτε βλέπουμε, αυτό που αντικρίζουμε είναι το παρελθόν του, με εντυπωσίασε. Μού φάνηκε τρομερό ότι δεν υπάρχει το «ταυτόχρονα». Και ενώ ήμουν καλή σε όλα τα μαθήματα, αυτός ο εντυπωσιασμός με τη φυσική, συνεχίστηκε. Λίγο πριν τις εξετάσεις για το πανεπιστήμιο ήμουν ανάμεσα στο μαθηματικό και το φυσικό. Κατέληξα ότι με ενδιέφερε περισσότερο η απάντηση στο ερώτημα: «γιατί τα πράγματα είναι έτσι όπως είναι» παρά το: «πώς θα τα κάνουμε να δουλέψουν».
Οι γονείς σας στο χωριό τι έλεγαν για όλα αυτά τα μεγάλα όνειρα τη δεκαετία του 1990;
Από το Λύκειο έλεγα στους γονείς μου, οι οποίοι είναι εκπαιδευτικοί- μαθηματικός ο πατέρας μου, φιλόλογος η μητέρα μου, ότι θέλω να σπουδάσω στο εξωτερικό. Το ήξερα από τότε, ότι στην Ελλάδα δεν θα υπάρχουν πολλές ευκαιρίες. Και είναι πραγματικά, σε μεγάλο βαθμό, ζήτημα ευκαιριών. Ευτυχώς, οι γονείς μου με προστάτεψαν από όλα τα στερεότυπα που υπήρχαν ακόμα και τότε και πόσο μάλλον στο χωριό, που ήταν μικρή κοινωνία. Θυμάμαι ακόμα να πηγαίνω στην τοπική λαϊκή αγορά με τον μπαμπά μου, λίγο πριν φύγω για το Stanford. Ο πατέρας μου ανακοίνωσε το νέο σε έναν συγχωριανό και εκείνος με ρώτησε: «Μα δεν θα μείνεις εδώ να παντρευτείς;». Το 2002 αυτό. Αλλά και τώρα, όταν έρχομαι στην Ελλάδα οι οδηγοί των ταξί με ρωτούν συχνά: «Μα δεν θα γυρίσετε στην Ελλάδα;».
Μιας και το αναφέρατε, η γενιά του Brain Drain είναι ένα ζήτημα που συζητείται έντονα στην Ελλάδα. Τι θα συμβουλεύατε έναν νέο Έλληνα επιστήμονα με όνειρα για έρευνα υψηλού επιπέδου;
Ζω μακριά από την Ελλάδα 20 ολόκληρα χρόνια. Σε έναν νέο που έχει μεγάλα όνειρα στον δικό μας τομέα, θα του έλεγα να φύγει, αν το επιθυμεί και ο ίδιος. Γιατί δεν υπάρχουν οι πόροι για έρευνα στην Ελλάδα. Δεν πήγα στο Stanford τόσο εξαιτίας της φήμης του, αλλά επειδή θα έκανα το διδακτορικό μου χωρίς να χρειάζεται να ζητάω από τους γονείς μου χρήματα. Η ανεξαρτησία για τον ερευνητή είναι πολύ βασικό στοιχείο. Αλλά και το γεγονός, ότι η καλή χρηματοδότηση θα ανεβάσει επίπεδο την έρευνα σου, είναι επίσης σημαντικό. Πριν από μια εβδομάδα ο υπουργός ανάπτυξης του Καναδά ανακοίνωσε ότι δίνει 350 εκατ. δολάρια στο Perimeter για έρευνα στους τομείς της Τεχνητής Νοημοσύνης και της Κβαντικής Τεχνολογίας. Στην Ελλάδα μπορεί να γίνει κάτι τέτοιο; Από την άλλη, οι σπουδές και η εργασία στο εξωτερικό είναι μια καθαρά προσωπική επιλογή. Εγώ πήρα την απόφαση για να μπορώ να συνεχίσω να κάνω τη δουλειά μου, ακριβώς όπως την κάνω τώρα.
Συνεχίζουν να συναντούν εμπόδια λόγω του φύλου τους οι γυναίκες επιστήμονες;
Ανήκω σε μια γενιά, όπου δεν υπάρχει περίπτωση μια γυναίκα να μην έχει ακούσει κάτι σεξιστικό στη ζωή της. Στο ελληνικό πανεπιστήμιο άκουσα πολλά υποτιμητικά σχόλια προς συμφοιτήτριες μου. Και μάλιστα, ενώ το 1998 οι γυναίκες στο φυσικό ήμασταν εξίσου πολλές με τους άντρες. Δύο χρόνια αργότερα, σε 30 διδακτορικούς φοιτητές στο Stanford, οι γυναίκες ήμασταν μόλις τρεις. Χρειάστηκε να περάσει και άλλος καιρός για να αλλάξουν πράγματα. Προσωπικά, όσο εξελισσόμουν στην ιεραρχία, τόσο πιο έντονο έβλεπα να είναι το πρόβλημα. Συνεργαζόμουν για παράδειγμα σε κάτι με τον καθηγητή μου στο Stanford, Σάββα Δημόπουλο και το ξέρω πως κάποιοι σκέφτονταν ότι εκείνος είχε κάνει όλη τη δουλειά και όχι εγώ. Είναι πολύ πιο εύκολο να σκεφτούν κάτι τέτοιο όταν είσαι γυναίκα. Είναι νοοτροπία υποσυνείδητη. Τα πράγματα βέβαια βελτιώνονται κι αυτό πρέπει να το λέμε. Η σημερινή διδακτορική φοιτήτρια μου θα συναντήσει πολύ καλύτερο περιβάλλον από αυτό που συνάντησα εγώ στην αντίστοιχη ηλικία.
Πώς θα περιγράφατε το αντικείμενο της έρευνας σας σε κάποιον που δεν γνωρίζει τίποτα για αυτήν;
Ασχολούμαι με τη θεωρητική φυσική στοιχειωδών σωματιδίων. Προσπαθούμε να περιγράψουμε τη φύση με τον λιγότερο αριθμό εξισώσεων. Είναι λίγο σαν το “Ξυράφι του Όκαμ” (σ.σ επιστημονική αρχή, η οποία αποδίδεται στον Άγγλο φιλόσοφο του 14ου αι., Γουλιέλμο του Όκαμ και η οποία χονδρικά συμπυκνώνεται στη θεωρία πως η απλούστερη εξήγηση είναι συνήθως η καλύτερη). Σε αυτή μας την προσπάθεια καταφέραμε να δημιουργήσουμε το Καθιερωμένο Πρότυπο, το οποίο περιγράφει τη δημιουργία του κόσμου, από τα πιο μικρά μεγέθη μέχρι τους γαλαξίες.
Τι δεν έχει απαντήσει ακόμα η φυσική; Ποια είναι η μεγάλη πρόκληση;
Δύσκολη απάντηση. Υπάρχουν πολλές ερωτήσεις για τις οποίες δεν ξέρουμε καν, αν μπορούμε να κάνουμε πείραμα. Οι περισσότερες έχουν να κάνουν με τη θεωρία της κβαντομηχανικής και τη θεωρία της βαρύτητας. Μπορούν αυτές οι δύο να ενωθούν με κάποιο τρόπο; Από πού έρχεται αυτό το 95% της ύλης του σύμπαντος το οποίο δεν γνωρίζουμε και έχουμε «δει» μόνο με τη δύναμη της βαρύτητας; Οι περισσότεροι έχουν ακούσει το Big Bang, και λιγότεροι έχουν ακούσει για το Cosmic Μicrowave Βackground, την κοσμική ακτινοβολία δηλαδή που προκλήθηκε από το Big Bang. Πια, διαθέτουμε τηλεσκόπια που παρατηρούν αυτή την ακτινοβολία. Εγώ ασχολούμαι με τα νετρίνα του Big Bang, τα οποία δημιουργήθηκαν όταν το σύμπαν ήταν ενός δευτερολέπτου- σήμερα είναι 10 δις ετών. Αυτό που θέλω, είναι μια φωτογραφία του σύμπαντος όταν ήταν ενός δευτερολέπτου. Κάπως σαν το James Webb, αλλά με διαφορετικά σωματίδια.
Πώς διαχειρίζεστε τον χρόνο σας; Πώς είναι η καθημερινότητα ενός ερευνητή;
Καταρχάς, δεν έχω καθόλου social media. Το κάνω από πεποίθηση. Απαιτούν μεγάλη επένδυση χρόνου και δεν νιώθω και την ανάγκη να εκθέτω τον εαυτό μου. Η πολλή πληροφορία γίνεται εύκολα θόρυβος. Και φυσικά, δεν έχω ωράριο, ούτε και θα μπορούσα να έχω. Για εμένα η δουλειά μου είναι μέρος του εαυτού μου. Αν δεν είμαι ευχαριστημένη με τη δουλειά μου, δεν είμαι ευχαριστημένη γενικώς. Τελεία. Αυτό που κάνουμε οι ερευνητές είναι έργο αγάπης, δεν είναι δουλειά. Το κοινό, σε μεγάλο βαθμό συνεχίζει να έχει απαρχαιωμένες αντιλήψεις για τη δουλειά μας. Μάς φαντάζονται με άσπρες ρόμπες, απομονωμένους πάνω σε ένα μικροσκόπιο, να μάς έρχεται ξαφνικά μια λαμπρή ιδέα, όπως συνέβη με τον Νεύτωνα, ο οποίος, κλείστηκε επί τρεις μήνες σπίτι του λόγω της επιδημίας της πανούκλας και κατέληξε στην πολύτιμη θεωρία της βαρύτητας. Δεν είμαστε όλοι Νεύτωνες όμως, αυτό το μυαλό ήταν φαινόμενο. Ευτυχώς για εμάς, η συνεργασία ανάμεσα στους ερευνητές είναι σήμερα μεγάλη.
Πώς νιώθετε αλήθεια όταν βρίσκεστε μπροστά σε μια νέα ανακάλυψη;
Το καλύτερο συναίσθημα του κόσμου. Ειδικά όταν συνειδητοποιείς ότι αυτό που έχεις καταλάβει δεν το έχει καταλάβει κανείς άλλος. Γιατί στην πραγματικότητα, αυτό που συμβαίνει είναι πως τον περισσότερο καιρό είμαι μπερδεμένη. Όπως και όλοι οι ερευνητές. Από τα 100 πράγματα με τα οποία καταπιάνεσαι, το ένα θα δουλέψει.
Μιλάτε πάντα με πολύ καλά λόγια για τον άνθρωπο που σας έδειξε το δρόμο προς το Stanford, τον φυσικό Σάββα Δημόπουλο αλλά και για άλλους Έλληνες φυσικούς.
Οι Ελληνίδες και Έλληνες φυσικοί πρωτοπορούμε στις ανακαλύψεις στον κλάδο μας, και πολύ μάλιστα για τη μικρή χώρα που είμαστε. Εκτός από τον καθηγητή μου, Σάββα Δημόπουλο, θα αναφέρω ακόμα τον Γιάννη Ηλιόπουλο στο Παρίσι. Ο τελευταίος, έχει κάνει ανακάλυψη που πια χρησιμοποιείται ως νόμος της φυσικής. Κατά την άποψη μου, θα έπρεπε να έχει πάρει Νόμπελ. Είναι ακόμα ο πρύτανης του φυσικού στο Χάρβαρντ, Ευθύμιος Καξίρας και η Λία Μέρμηγκα, διευθύντρια του Fermilab. Από τη δική μου «φουρνιά» είναι και η Ελένη Κατηφόρη, καθηγήτρια στο πανεπιστήμιο της Πενσυλβανία. Αυτό συμβαίνει γιατί κάτι γίνεται καλά στη βασική ελληνική παιδεία. Παρά τα προβλήματα, στην Ελλάδα, βιβλία/ύλη και εξετάσεις είναι κοινά για μαθητές δημοσίου και ιδιωτικού τομέα. Η δημόσια παιδεία είναι διευρυμένη. Αυτή είναι μια βασική αρχή δικαιοσύνης, την οποία συχνά υποτιμάμε. Σε πολλές χώρες του εξωτερικού και ειδικά στην Αμερική, οι ανισότητες είναι πολύ μεγάλες.
Τι σας λείπει περισσότερο από την Ελλάδα;
Οι συγγενείς μου, ο καιρός. Είμαστε πολύ όμορφη χώρα και αυτό δύσκολα ξεχνιέται. Όπου κι αν βρίσκομαι γίνεται πάντα σε όλους πολύ εμφανές ότι είμαι Ελληνίδα. Παρ’ όλα αυτά, η βασική μου θεωρία είναι: «όπου γης και πατρίς». Θεωρώ τον εαυτό μου, πολίτη του κόσμου.