Ασφυκτικό «πρέσινγκ» σε τράπεζες και servicers για μία σειρά από ζητήματα, όπως η διαχείριση των «κόκκινων» δανείων – με ζητούμενο τη γεωμετρική αύξηση των ρυθμίσεων είτε διμερώς είτε μέσω εξωδικαστικού μηχανισμού και την αποφυγή πλειστηριασμών – τα επιτόκια εν αναμονή και της νέας συνεδρίασης στις αρχές Μαρτίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) και τις προμήθειες ασκούν το τελευταίο διάστημα κυβέρνηση και Τράπεζα της Ελλάδος (ΤτΕ).
Πιο αναλυτικά, η εποπτική αρχή έχει ήδη ξεκινήσει επιτόπιους ελέγχους στις εταιρείες διαχείρισης, προκειμένου να διαπιστώσει τον τρόπο, με τον οποίο λειτουργούν σε σχέση με την ανάκτηση των «κόκκινων» δανείων και κατά πόσο τηρούνται οι προϋποθέσεις που προβλέπονται από τον νόμο και τον κώδικα δεοντολογίας.
«Πρόκειται για ελέγχους, στο πλαίσιο της εποπτείας μας», σχολιάζουν στο newmoney αρμόδιες πηγές, ξεκαθαρίζοντας πως θα υπάρξει εστίαση πρωτίστως στους μεγαλύτερους servicers, οι οποίοι, άλλωστε, έχουν αναλάβει να διαχειριστούν και την πλειονότητα των «κόκκινων» δανείων.
Υπενθυμίζεται πως τη μερίδα του… λέοντος στην επίμαχη αγορά κατέχουν οι doValue, Intrum, Cepal και Quant, με τις τρεις πρώτες να προέρχονται από τα… σπλάχνα των τραπεζών (η DoValue απέκτησε μερίδιο 80% στην Eurobank FPS το γ’ τρίμηνο του 2020, η Cepal αποκόπηκε από την Alpha Bank, με ένα μερίδιο της τάξεως του 80% να έχει πωληθεί στην Davidson Kempner τον Φεβρουάριο του 2021 και η Intrum απέκτησε το 80% της πλατφόρμας της Τράπεζας Πειραιώς τον Οκτώβριο του 2019).
Συνολικά ο κλάδος, σύμφωνα με στοιχεία της ΤτΕ, είχε το γ’ τρίμηνο του 2022 υπ’ ευθύνη του δάνεια, ύψους 86,8 δισ. ευρώ, εκ των οποίων 32,2 δισ. ευρώ επιχειρηματικά, περίπου 24 δισ. ευρώ στεγαστικά και 18 δισ. ευρώ καταναλωτικά.
Σύμφωνα με την Ένωση Εταιρειών Διαχείρισης Απαιτήσεων από Δάνεια και Πιστώσεις (ΕΕΔΑΔΠ), ο κλάδος είναι από τους πλέον δεσμευτικά ρυθμιζόμενους στην οικονομία, με την κλήση του οφειλέτη προς ρύθμιση να διασφαλίζεται στο πλαίσιο του κώδικα δεοντολογίας της ΤτΕ για τη διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων ιδιωτικών οφειλών, αλλά και των πολιτικών διαχείρισης που εφαρμόζουν οι ίδιοι.
Αυτές οι πολιτικές, ωστόσο, είναι που προβληματίζουν την εποπτική αρχή, με τον διοικητή της, κ. Γιάννη Στουρνάρα, να είχε παλαιότερα αναφερθεί στο πλήθος καταγγελιών από ιδιώτες και επιχειρήσεις.
«Τα θέματα διαφάνειας των διαδικασιών και των όρων των συναλλαγών (conduct of business) είναι μία περιοχή, την οποία λαμβάνουμε σοβαρά και αξιολογούμε στο πλαίσιο των εποπτικών μας δραστηριοτήτων. Η ουσιαστική τήρηση του κώδικα δεοντολογίας που έχει θεσμοθετήσει η ΤτΕ αποτελεί υποχρεωτικό θεσμικό πλαίσιο, τόσο για τα πιστωτικά ιδρύματα, όσο και για τους servicers.
Η διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων δανείων πρέπει να γίνεται με πλήρη σεβασμό προς τον δανειολήπτη και με βάση τις βέλτιστες πρακτικές», είχε σχολιάσει παλαιότερα, κατά την ομιλία του στην ετήσια τακτική γενική συνέλευση της ΕΕΔΑΔΠ.
«Είναι η πρώτη φορά που η ΤτΕ διενεργεί τέτοιους ελέγχους», προσθέτουν στο newmoney οι ίδιες πηγές, αποδίδοντας την επιλογή του χρόνου στη σχετικά πρόσφατη σύσταση του θεσμού των servicers.
Το τελευταίο διάστημα, ωστόσο, οι εταιρείες διαχείρισης έχουν βρεθεί στο «στόχαστρο» – φορέων, αλλά και της αντιπολίτευσης – με αφορμή την απόφαση του Αρείου Πάγου που τις επιτρέπει να πραγματοποιούν πλειστηριασμούς για λογαριασμό των funds.
Όπως οι ίδιες ξεκαθαρίζουν, βέβαια, το νομικό ζήτημα που έφτασε στο Ανώτατο Δικαστήριο δεν είχε να κάνει με το εάν μπορούν να γίνουν πλειστηριασμοί, αλλά με το ποιο πρόσωπο έχει τη δυνατότητα (ή, στη νομική ορολογία, τη «νομιμοποίηση») να κάνει πλειστηριασμό, όταν το δάνειο έχει μεταβιβαστεί σε fund, στο πλαίσιο τιτλοποίησης με τον Νόμο 3156/2003.
«Μέχρι το 2022 τα δικαστήρια δέχονταν πάγια ότι οι servicers έχουν νομιμοποίηση να προβαίνουν σε τέτοιες ενέργειες, τόσο για δάνεια που έχουν πωληθεί με τον νεότερο Νόμο 4354/2015, όσο και για δάνεια που έχουν τιτλοποιηθεί με τον παλαιότερο Νόμο 3156/2003. Το 2022 υπήρξαν αντίθετες δικαστικές αποφάσεις για το συγκεκριμένο ζήτημα.
Η Ολομέλεια του Αρείου Πάγου έλυσε αυτή τη διχογνωμία, κρίνοντας ότι οι servicers έχουν τη νομιμοποίηση να προχωρούν σε πλειστηριασμούς ή άλλες δικαστικές ενέργειες και για τα δάνεια που έχουν μεταβιβαστεί στο πλαίσιο τιτλοποίησης με τον Ν. 3156/2003. Πρακτικά, με την απόφαση του Αρείου Πάγου δεν αλλάζει κάτι για τους δανειολήπτες σε σχέση με τους προγραμματισμένους ή μελλοντικούς πλειστηριασμούς, εκτός, ίσως, από το χρόνο πραγματοποίησης ενός αριθμού από αυτούς», αναφέρουν χαρακτηριστικά.
Υπεραμυνόμενες δε, των ρυθμίσεων, σημειώνουν πως παρέχουν πολυάριθμες δυνατότητες σε οποιοδήποτε οφειλέτη επιθυμεί να ρυθμίσει με βιώσιμους όρους την οφειλή του.
«Η προσήλωση των εταιρειών διαχείρισης σε μεθόδους συμβιβαστικής διευθέτησης οφειλών αποδεικνύεται έμπρακτα από το γεγονός ότι έχουν ήδη προχωρήσει σε ρυθμίσεις δανείων, ύψους 35 δισ. ευρώ έως τα τέλη του 2022.
Επομένως, ανεξάρτητα από το εάν εφαρμόζεται ο Ν. 3156/2003 ή ο Ν. 4354/2015, είναι σημαντικό να επισημανθεί ότι στην πράξη δεν ξεκινά καμία διαδικασία αναγκαστικής είσπραξης εάν ο δανειολήπτης δεν έχει κληθεί προηγουμένως να ρυθμίσει συμβιβαστικά τις οφειλές του (και μάλιστα, επανειλημμένα), προσθέτουν.
Επιτόκια και προμήθειες
Νέο κύκλο συναντήσεων με τους τραπεζίτες εκτιμάται ότι θα έχει ο υπουργός Οικονομικών, κ. Χρήστος Σταικούρας, επανερχόμενος σε δύο ζητήματα, τα οποία θεωρούνται κρίσιμα για νοικοκυριά και επιχειρήσεις: τα επιτόκια – κυρίως των καταθέσεων – και τις προμήθειες στις συναλλαγές.
Με την αγορά να έχει ήδη προεξοφλήσει πως στη νέα συνεδρίαση – στις αρχές Μαρτίου – η ΕΚΤ θα ανακοινώσει ακόμη μία αύξηση του βασικού της επιτοκίου, μιας και τα πρόσφατα στοιχεία για τον πληθωρισμό στην Ευρώπη απέχουν σημαντικά από τον στόχο του 2% που έχει θέσει η ίδια, η κυβέρνηση αναμένεται να πιέσει εκ νέου τις εγχώριες τράπεζες για μείωση της «ψαλίδας» μεταξύ επιτοκίων καταθέσεων και δανείων.
Σύμφωνα με την ΤτΕ, το μέσο σταθμισμένο επιτόκιο νέων δανείων αυξήθηκε τον περασμένο Δεκέμβριο 17 μονάδες βάσης, στο 5,06%, ενώ το αντίστοιχο επιτόκιο καταθέσεων αυξήθηκε μόνο κατά 4 μ.β., στο 0,10%, με αποτέλεσμα το περιθώριο επιτοκίου να αυξηθεί στις 4,96 ποσοστιαίες μονάδες.
Αντίστοιχα, το μέσο επιτόκιο υφιστάμενων δανείων αυξήθηκε κατά 44 μ.β., στο 5,02% και των υφιστάμενων επιτοκίων καταθέσεων μόνο κατά 4 μ.β., στο 0,09%, οπότε το περιθώριο επιτοκίου αυξήθηκε στις 4,93 ποσοστιαίες μονάδες.
Στην επικείμενη συνάντηση, ωστόσο, οι τραπεζίτες θα προσέλθουν με δύο «όπλα» ανά χείρας: αφενός, το αυξημένο ενδιαφέρον των δανειοληπτών για το πρόγραμμα επιδότησης του 50% της αύξησης των επιτοκίων (σ.σ. ο αριθμός των αιτήσεων ήδη ξεπερνά τις 20.000 σε μία δυνητική περίμετρο 30.000 δανείων) και αφετέρου, τις κινήσεις στο «μέτωπο» των καταθέσεων, με άνοιγμα της «βεντάλιας» σε νέα προϊόντα που υπόσχονται υψηλότερες αποδόσεις στο τέλος της επένδυσης και ετήσιο μέρισμα.
Στο πλαίσιο αυτό, μάλιστα, οι τράπεζες προχωρούν σε αναθεώρηση προς τα πάνω του ποσού που έχουν προβλέψει πως θα ξοδέψουν προς αυτή την κατεύθυνση.
Όσον αφορά στις προμήθειες, η πίεση από πλευράς της κυβέρνησης θα γίνει πιο ισχυρή μετά και την ανακοίνωση των ετήσιων αποτελεσμάτων, οπότε και θα γίνουν γνωστά τα στοιχεία για τα έσοδα. Υπενθυμίζεται πως το γ’ τρίμηνο του 2022 τα καθαρά έσοδα από προμήθειες των τεσσάρων συστημικών τραπεζών ανήλθαν σε 446 εκατ. ευρώ, ενώ στο 9μηνο αυτά ξεπέρασαν το 1,4 δισ. ευρώ.
Προς ώρας, πάντως, οι όποιες κινήσεις αφορούν στους ιδιώτες, με τα επίπεδα των προμηθειών για τις επιχειρήσεις να παραμένουν υψηλά.