Εδώ και πέντε μέρες, το κτίριο της οδού Joseph Claes στο Σεν Ζιλ όπου στεγάζεται το Κεστεκίδειο Ελληνικό Σχολείο των Βρυξελλών στέκεται “σιωπηλό”. Το τεχνικό πόρισμα που εστάλη στο Υπουργείο Παιδείας την περασμένη εβδομάδα, ήταν αρκετό για να αποφασιστεί -εν μία νυκτί- το κλείσιμό του.
«Την περασμένη Τετάρτη λάβαμε ένα email από τον γενικό γραμματέα του υπουργείου Παιδείας και μέσα από αυτό πληροφορηθήκαμε το κλείσιμο του σχολείου λόγω επικινδυνότητας του κτιρίου. Γονείς, μαθητές και εκπαιδευτικοί μείναμε έκπληκτοι, διότι ήταν μία απόφαση που λήφθηκε εντελώς ξαφνικά. Από εκείνη τη στιγμή μας έχει κυριεύσει η αγωνία για το τι μέλλει γενέσθαι», αναφέρει στην «Κ» ο Βασίλης Μυρκόπουλος, πρόεδρος του Συλλόγου Γονέων και Κηδεμόνων του ελληνικού σχολείου στις Βρυξέλλες.
Από την επόμενη κιόλας ημέρα, οι 159 μαθητές που φοιτούν στις τάξεις του σχολείου -από το Νηπιαγωγείο μέχρι και την Γ΄ Λυκείου- “επανασυστήθηκαν” με την τηλεκπαίδευση. Λύση “ανάγκης”, τη χαρακτήρισαν γονείς και μαθητές, η οποία, όμως, επέστρεψε από τη μία στιγμή στην άλλη για να ταράξει την ισορροπία της καθημερινότητας και σε ορισμένες περιπτώσεις να δημιουργήσει προβλήματα στον οικογενειακό προγραμματισμό.
Ο Αλέξανδρος Λαφτσίδης, που βρίσκεται στις Βρυξέλλες για τη μεταδιδακτορική του έρευνα στο Université Libre, έχει δύο παιδιά που φοιτούν στο Ελληνικό Σχολείο, το ένα στο Νηπιαγωγείο και το άλλο στην Α΄ Γυμνασίου. Η εφαρμογή της τηλεκπαίδευσης τον βρίσκει αντίθετο. Πρέπει -άμεσα- να βρεθεί, όπως τονίζει, μια διαφορετική λύση.
«Είναι δεδομένο ότι τα παιδιά δεν μπορούν να λάβουν την ίδια ποιότητα εκπαίδευσης. Επίσης, ας μην ξεχνάμε την αρνητική επίδραση που θα έχει η παρατεταμένη παρουσία τους στο σπίτι και στην ψυχολογία τους, καθώς τα αποκόπτει από την καθημερινή επαφή με τους φίλους και συμμαθητές τους, ειδικά μετά το τέλος μιας σκληρής πανδημίας», αναφέρει ο κ. Λαφτσίδης και προσθέτει: «Με την απόφαση αυτή αδυνατούμε να πάμε στις δουλειές μας, αφού πρέπει να μένουμε στο σπίτι για τις ανάγκες των παιδιών. Ακόμη, όμως, κι αν υπάρχει η δυνατότητα τηλεργασίας, η παρουσία των παιδιών στο σπίτι και η ανάγκη συνεχούς φροντίδας τους, δυσκολεύει την αποδοτικότητα».
Το πόρισμα των εμπειρογνωμόνων
Το περασμένο φθινόπωρο ένα κλιμάκιο τεχνικών εμπειρογνωμόνων με εντολή της ηγεσίας του Υπουργείου Παιδείας επισκέφθηκε το αμιγές Ελληνικό Σχολείο των Βρυξελλών προκειμένου να κάνει τον απαραίτητο έλεγχο στο παλιό αυτό κτίριο που μετρά πολλές δεκαετίες από την κατασκευή του. Το πόρισμα έφτασε στο Υπουργείο, στα μέσα Μαρτίου.
«Το πόρισμα που πήραμε στα χέρια μας, άφηνε κάποια ανησυχητικά σχόλια και κάποιους προβληματισμούς για θέματα ασφάλειας του κτιρίου. Αμέσως, στείλαμε έγγραφο στη συντονίστρια εκπαίδευσης ζητώντας να διακοπεί η λειτουργία του και να ξεκινήσει από την επόμενη κιόλας μέρα η τηλεκπαίδευση», λέει στην «Κ» ο Αλέξανδρος Κόπτσης, γενικός γραμματέας του υπουργείου Παιδείας, προσθέτοντας: «Όταν μιλάμε για θέματα ασφάλειας των παιδιών στα σχολεία ούτε τα διαπραγματευόμαστε ούτε τα συζητάμε ακόμη κι αν υπονοούνται ή αν τίθενται σε μερική ή και απειροελάχιστη αμφισβήτηση».
Αναζήτηση προσωρινής λύσης
Αυτές τις μέρες, η ελληνική κοινότητα των Βρυξελλών βρίσκεται σε αναβρασμό, σε μια προσπάθεια να βρεθεί άμεση λύση για τη στέγαση των 159 μαθητών. Από την πρώτη στιγμή, ο Σύλλογος Γονέων και Κηδεμόνων ανέλαβε δράση στέλνοντας επιστολές και ξεκινώντας τις επαφές με όλους τους φορείς.
«Επικοινωνήσαμε και συναντηθήκαμε με τον Πρέσβη της Ελλάδας στις Βρυξέλλες, το Συντονιστικό Γραφείο Εκπαίδευσης Βρυξελλών και την Εκκλησία και παράλληλα στείλαμε και επιστολή προς τη Διεύθυνση Παιδείας Ομογενών και Διαπολιτισμικής Εκπαίδευσης του Υπουργείου Παιδείας, στην οποία μάλιστα αιτούμαστε την αποστολή του πορίσματος», αναφέρει ο κ. Μυρκόπουλος.
«Αυτό που περιμένουμε είναι να δοθεί κάποια άμεση λύση είτε με την επισκευή του παλαιού κτιρίου -εφόσον βέβαια τα καταγεγραμμένα προβλήματα μπορούν να ξεπεραστούν με κάποιες παρεμβάσεις- είτε να βρεθεί νέα στέγη μέσω μίσθωσης ή αγοράς», προσθέτει.
Προς το παρόν πάντως, η περίπτωση να επισκευαστεί άμεσα το σχολικό κτίριο δε φαίνεται στον ορίζοντα. Το Υπουργείο αναζητά κάποιες προσωρινές λύσεις, τουλάχιστον μέχρι το καλοκαίρι, χωρίς να αποκλείεται οι λύσεις αυτές σε κάποιες περιπτώσεις να γίνουν και μόνιμες. Η αναζήτηση στρέφεται προς κάθε διαθέσιμο χώρο με ελληνική ταυτότητα στις Βρυξέλλες, ο οποίος θα μπορούσε να διαμορφωθεί σε σχολική αίθουσα.
«Γίνονται προσπάθειες προς κάθε κατεύθυνση. Είμαστε σε επικοινωνία με όλους τους φορείς, με την Κοινότητα, την Εκκλησία, τον δήμαρχο των Βρυξελλών, με σχολεία της πόλης, προκειμένου να βρεθεί κάποιος κατάλληλος χώρος. Και η Κοινότητα και το Συντονιστικό Γραφείο Εκπαίδευσης των Βρυξελλών μπορούν να διαθέσουν τέτοιους χώρους», αναφέρει ο κ. Κόπτσης.
Ήδη, όπως διαβεβαιώνει ο γενικός γραμματέας του υπουργείου Παιδείας στην «Κ», οι εννέα μαθητές της Γ’ τάξης του Λυκείου, οι οποίοι αποτελούν προτεραιότητα, θα μπορούν είτε από σήμερα είτε το αργότερο από την Τετάρτη να ξεκινήσουν τα μαθήματά τους σε αίθουσα που θα τους παραχωρήσει η ελληνική πρεσβεία στις Βρυξέλλες.
«Κομβικής σημασίας η λειτουργία του σχολείου»
Ο Βασίλης Μυρκόπουλος, διατηρεί, όπως λέει, τις επιφυλάξεις του για το αν ο 13χρονος γιος του που φοιτά στην Α’ Γυμνασίου θα μπορέσει να ξεκινήσει σύντομα, δια ζώσης, τα μαθήματά του και τονίζει τη σημασία της επαναλειτουργίας του Ελληνικού Σχολείου σε έναν ασφαλή χώρο στον οποίο θα βρίσκονται μαζί όλα τα παιδιά.
«Για τους Έλληνες του Βελγίου, η λειτουργία του σχολείου είναι κομβικής σημασίας. Τα παιδιά ακολουθούν επακριβώς το πρόγραμμα του ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος και λαμβάνουν μέρος στις πανελλαδικές εξετάσεις για την εισαγωγή τους σε ιδρύματα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Οι περισσότεροι μαθητές θέλουν να σπουδάσουν στην Ελλάδα ανεξάρτητα από τον χρόνο παραμονής της οικογένειάς τους στο Βέλγιο», καταλήγει.
Η ιστορία του Κεστεκίδειου Ελληνικού Σχολείου
Το κτίριο στο οποίο σήμερα στεγάζεται το Ελληνικό Σχολείο στις Βρυξέλλες αγοράστηκε το 1913 από τον Λεωνίδα Κεστεκίδη, ιδρυτή της γνωστής σοκολατοποιίας “Leonidas”. Τη δεκαετία του ’70 ο επιχειρηματίας δώρισε το κτίριο στην Ιερά Μητρόπολη Βελγίου με σκοπό να χρησιμοποιηθεί ως σχολείο και η Μητρόπολη με τη σειρά της το παραχώρησε στο Υπουργείο Παιδείας το οποίο και το χρησιμοποιούσε μέχρι το 2010 ως τμήμα εκμάθησης της ελληνικής γλώσσας (ΤΕΓ). Από τότε μέχρι και σήμερα λειτούργησε ως αμιγές ελληνικό σχολείο, ενώ συνέχισε να φιλοξενεί μαθητές απογευματινών τμημάτων γλώσσας. Τα παιδιά που φοιτούν σήμερα στο Ελληνικό Σχολείο προέρχονται από οικογένειες που μετακόμισαν στις Βρυξέλλες για να απασχοληθούν κυρίως σε υπηρεσίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, του ΝΑΤΟ ή και στον ιδιωτικό τομέα.