Πάνω στην κορύφωση της προεκλογικής περιόδου, στις 21 Απριλίου, η ελληνική οικονομία μπορεί να κάνει την έκπληξη και να αποκτήσει την πρώτη της θέση στην επενδυτική βαθμίδα. Αν και οι περισσότερες προβλέψεις συγκλίνουν στο ότι οι επόμενες αξιολογήσεις θα είναι άκαρπες, οι οίκοι μπορεί να κάνουν την έκπληξη και εν μέσω προεκλογικής περιόδου να δώσουν το πρώτο πράσινο φως.
Η Goldman Sachs θεωρεί ότι η ελληνική οικονομία έχει αποκτήσει τα εχέγγυα για μια τέτοια αναβάθμιση στην επόμενη αξιολόγηση, που θα γίνει από την S&P στις 21 Απριλίου. Για το υπουργείο Οικονομικών, όμως, και για κάθε κυβέρνηση, ζητούμενο είναι η επενδυτική βαθμίδα να δοθεί από τουλάχιστον δύο οίκους αξιολόγησης. Ακόμη όμως και ένας οίκος να πει το «ναι», τα οφέλη για την οικονομία είναι σημαντικά.
Σε κάθε περίπτωση, παραμένουν στο τραπέζι τόσο το ψύχραιμο σενάριο για ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας το φθινόπωρο (όπου έχουμε τις περισσότερες αξιολογήσεις) όσο και το απαισιόδοξο (βασίζεται σε πολιτικές αναταράξεις και συνέχιση της τραπεζικής κρίσης) που μεταθέτει το ενδεχόμενο για την επόμενη χρονιά.
Σε πρακτικό επίπεδο, η αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της Ελλάδας θα μειώσει το κόστος δανεισμού για το κράτος και τους ιδιώτες, τουλάχιστον συγκριτικά με ανάλογες οικονομίες, καθώς το συνολικό κόστος δανεισμού εξαρτάται και από τις διεθνείς τάσεις στα επιτόκια.
Κόστος δανεισμού
Όσον αφορά το κόστος δανεισμού για το κράτος, παράγοντες της αγοράς εκτιμούν ότι με το που ανακτηθεί η επενδυτική βαθμίδα, αρχικά, θα επέλθει μείωση του spread του δεκαετούς ελληνικού ομολόγου κατά περίπου 10-20 μονάδες βάσης σε σχέση με το αντίστοιχο της Ιταλίας. Δηλαδή αποκλιμάκωση του κόστους δανεισμού παρά το γενικότερο κλίμα αύξησης του κόστους χρήματος, λόγω του υψηλού πληθωρισμού και των επιτοκίων από την ΕΚΤ.
Πώς θα φτάσουμε εκεί όμως; Κατ’ αρχάς, πολλά θα κριθούν από την S&P στις 21 Απριλίου. Ο οίκος έχει αναβαθμίσει την Ελλάδα στη βαθμίδα ΒΒ+ από τον περασμένο Οκτώβριο, με την προοπτική της οικονομίας «σταθερή». Το ελάχιστο που αναμένεται είναι να αναβαθμίσει την προοπτική της οικονομίας από «σταθερή» σε «θετική» ανοίγοντας τον δρόμο για την κρίσιμη αναβάθμιση της οικονομίας. Κρίσιμη, σε αυτή την περίπτωση, θα είναι η επόμενη αξιολόγηση από τη Fitch στις 9 Ιουνίου. Εάν έστω και ένας από αυτούς του οίκους μάς αναβαθμίσει, ανοίγεται η πόρτα της επενδυτικής βαθμίδας για τη χώρα.
Ακολούθως, το ενδιαφέρον θα στραφεί στο ερχόμενο φθινόπωρο και στην αξιολόγηση από την DBRS στις 8 Σεπτεμβρίου. Ο συγκεκριμένος οίκος, ο οποίος αναγνωρίζεται από την ΕΚΤ, έχει κατατάξει την Ελλάδα μία βαθμίδα κάτω από την επενδυτική (ΒΒ High) από τον περασμένο Σεπτέμβριο, με την προοπτική της οικονομίας «σταθερή». Και σε αυτή την περίπτωση αναμένεται να αναβαθμιστεί τουλάχιστον η προοπτική της οικονομίας από «σταθερή» σε «θετική». Συνεχίζει η Moody’s, που κρατά την Ελλάδα τρία σκαλοπάτια μακριά από την επενδυτική. Η ετυμηγορία αυτού του οίκου αναμένεται στις 15 Σεπτεμβρίου. Αυτό που δεν αναμένεται είναι να προχωρήσει σε τριπλή αναβάθμιση της Ελλάδας σε μία μόνο κίνηση.
Εναν μήνα μετά (20 Οκτωβρίου) θα ξαναπάρει τη σκυτάλη η S&P. Το τελευταίο ραντεβού της χρονιάς είναι την 1η Δεκεμβρίου με τη Fitch που θεωρείται από τους πιο δύσκολους αξιολογητές.
Πάντως, με το που θα ανακτηθεί η επενδυτική βαθμίδα από τον πρώτο οίκο αξιολόγησης, η Ελλάδα θα εξασφαλίσει πιο άνετη πρόσβαση στις αγορές, διευρύνοντας τις πηγές άντλησης των απαιτούμενων κεφαλαίων. Αρμόδιοι παράγοντες εκτιμούν ότι θα διπλασιαστεί το ύψος των κεφαλαίων που είναι παγκοσμίως διαθέσιμα προς επένδυση. Είναι χαρακτηριστικό ότι αυτή τη στιγμή η Ελλάδα απευθύνεται μόλις στο 1/10 των κεφαλαίων αυτών. Παράλληλα, οι ελληνικές τράπεζες θα απευθύνονται πλέον σε επενδυτές μεγάλου κύρους και όχι κυρίως σε hedge funds, που σήμερα είναι οι βασικοί χρηματοδότες των ελληνικών εκδόσεων.
Το σίγουρο είναι ότι ο στόχος της ανάκτησης της επενδυτικής βαθμίδας θα πρέπει να επιτευχθεί φέτος ή, το πολύ, στις αρχές της επόμενης χρονιάς. Σύμφωνα με αρμόδια πηγή, στο τέλος του 2024 τελειώνει το πρόγραμμα επαναγοράς κρατικών τίτλων από την ΕΚΤ και αν η Ελλάδα δεν έχει ανακτήσει έως τότε την επενδυτική βαθμίδα, τα ομόλογα που θα διακρατεί η τράπεζα θα ξαναγίνουν «κουρελόχαρτα».