Στα τμήματα Θεολογίας οι «αιώνιοι» φοιτητές είναι τετραπλάσιοι όσων βρίσκονται μέσα στον κανονικό χρόνο σπουδών. 3.349 είναι οι «αιώνιοι» στη Θεολογία του Παν. Αθηνών και 874 οι ενεργοί, ενώ στο αντίστοιχο τμήμα του ΑΠΘ είναι 3.375 και 704, αντίστοιχα. Δεν αδικούμε το έργο στα τμήματα που εκπαιδεύουν θεολόγους για τη μέση εκπαίδευση. Ωστόσο, τα στοιχεία που παρουσιάζει η «Κ» αποτυπώνουν τις χρόνιες στρεβλώσεις των Πανελλαδικών Εξετάσεων και της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Οι φοιτητές συσσωρεύονται σε τμήματα που «οδηγούν» σε υψηλή ανεργία –οι ανθρωπιστικές σπουδές δυστυχώς υπερεκπροσωπούνται στον σχετικό κατάλογο τμημάτων– χωρίς ουσιαστικά να επιθυμούν να σπουδάσουν το αντικείμενο, απλώς επειδή βρέθηκαν μέσω Πανελλαδικών σε αυτά. Βέβαια, «αιώνιοι» υπάρχουν και σε τμήματα με δύσκολο πρόγραμμα σπουδών – ενδεικτικά Μαθηματικών, Φυσικής, Πληροφορικής. Από την άλλη τι «κρύβουν» οι πολλοί «αιώνιοι» σε τμήματα Οικονομικών; Μήπως ότι κάποιοι φοιτητές έχουν βρει δουλειά και πλέον δεν θέλουν το πτυχίο τους;
Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, το 2020 στα ελληνικά πανεπιστήμια οι «αιώνιοι» φοιτητές, δηλαδή όσοι έχουν ξεπεράσει τον ελάχιστο χρόνο σπουδών μαζί με μία λελογισμένη, δικαιολογημένη διετή προσαύξηση του χρόνου για την αποφοίτηση –το γνωστό ν+2, όπου ν είναι ο ελάχιστος χρόνος σπουδών κάθε σχολής–, ξεπερνούσαν τους ενεργούς εντός του κανονικού ορίου σπουδών. Υπήρχαν 264.024 ενεργοί και 266.085 «αιώνιοι» φοιτητές. Το 2016 οι ενεργοί φοιτητές ήταν 202.831, ενώ οι «αιώνιοι» 193.583. Ορισμένοι εκ των «αιωνίων» έχουν εγκαταλείψει τις σπουδές τους και επαναδραστηριοποιούνται για κάποιο προσωπικό λόγο όταν ακούν περί τυχόν διαγραφής τους, άλλοι θεωρούν το ζήτημα της αποφοίτησης ουσιαστικά λήξαν, ενώ δεν λείπουν και οι περιπτώσεις «αιώνιων» φοιτητών, οι οποίοι έχουν αποβιώσει (και δεν έχουν διαγραφεί από τα μητρώα των ΑΕΙ…).
Εκτός από τα τμήματα της Θεολογίας, η συσσώρευση πολλών «αιώνιων» φοιτητών παρατηρείται σε όλες τις λεγόμενες καθηγητικές σχολές, οι οποίες έχουν κύρια επαγγελματική στόχευση την εκπαίδευση. Χαρακτηριστικά παραδείγματα είναι η Φιλολογία Ιωαννίνων (713 ενεργοί – 1.106 «αιώνιοι»), το Μαθηματικό Αιγαίου (400 – 695), το Μαθηματικό Πατρών (1.100 – 2.339), το τμήμα Φυσικής Ιωαννίνων (713 – 1.127). Παρά τα πολύ ενδιαφέροντα σχετικά αντικείμενα, η ανεργία αλλά και η ετεροαπασχόληση των πτυχιούχων οδηγεί αρκετούς σε εγκατάλειψη των σπουδών τους από αυτές τις σχολές. Το ίδιο πρόβλημα έχουν οι φοιτητές των τμημάτων Δημόσιας Διοίκησης (στο σχετικό τμήμα του Παντείου οι «αιώνιοι» είναι υπερδιπλάσιοι των ενεργών: 2.460 – 1.220) και Πολιτικής Επιστήμης. «Ολο και περισσότεροι νέοι δεν ενδιαφέρονται να ολοκληρώσουν τις σπουδές. Οχι σπάνια, έχουν εισαχθεί σε μια σχολή χαμηλά στις προτιμήσεις τους, είτε λόγω ενός συστήματος εισαγωγής-ρουλέτα, είτε γιατί δεν είχαν την οικονομική δυνατότητα να σπουδάσουν μακριά από το σπίτι τους, είτε επειδή πιέστηκαν από την οικογένειά τους. Εισάγονται σε ένα εξειδικευμένο τμήμα, χωρίς ουσιαστικά περιθώρια επιλογών, αλλαγής ή κινητικότητας μετά την εισαγωγή, χωρίς πάντοτε σοβαρή οργάνωση και δόμηση των σπουδών, χωρίς συστηματική και οργανωμένη καθοδήγηση και υποστήριξή τους, χωρίς –κατά κανόνα– υποχρεωτική παρακολούθηση», λέει στην «Κ» ο Αποστόλης Δημητρόπουλος, τέως γ.γ. Ανώτατης Εκπαίδευσης στο υπ. Παιδείας.
«Εκαναν το χατίρι της οικογένειας να περάσουν στο πανεπιστήμιο, αλλά τώρα δεν τους κάνουν το χατίρι να πάρουν το “χαρτί”».
Βέβαια, συνδυαστικός λόγος καθυστέρησης των σπουδών θεωρείται και η έδρα του πανεπιστημίου, καθώς για πολλές οικογένειες το κόστος των σπουδών εκτός έδρας είναι δυσβάσταχτο. «Ο παράγοντας που ισχύει για όλα τα τμήματα του Πανεπιστημίου Αιγαίου, του μοναδικού ελληνικού ΑΕΙ που λειτουργεί με νησιωτική διασπορά των τμημάτων του, είναι η οικονομική κρίση που προηγήθηκε και η αδυναμία των οικογενειών να υποστηρίξουν το κόστος διαβίωσης στα νησιά που είναι μεγαλύτερο από αυτό της ηπειρωτικής Ελλάδας (μεταφορικά έξοδα, ενοίκια κ.λπ.). Ο παράγοντας αυτός δημιουργεί έναν δευτερογενή παράγοντα καθυστέρησης λόγω της απορρέουσας αναγκαιότητας εργασίας των φοιτητών μας κατά τη διάρκεια των σπουδών τους. Εχουμε διαπιστώσει ότι παραμένουν εγγεγραμμένοι και εργάζονται για ένα χρονικό διάστημα και ταυτόχρονα προετοιμάζονται για να ολοκληρώσουν τις σπουδές τους μόλις μπορέσουν – και οικονομικά και ακαδημαϊκά», παρατηρεί στην «Κ» η πρύτανης του ιδρύματος Χρυσή Βιτσιλάκη.
Ωστόσο, στα παλαιότερα ιδρύματα καταγράφονται οι περισσότεροι, με δεδομένο ότι επί δεκαετίες δεν έχει γίνει εκκαθάριση των μητρώων τους. Ενδεικτικά παραδείγματα, η περιζήτητη Νομική Αθηνών (2.796 ενεργοί έναντι 7.103 «αιωνίων») και η Νομική ΑΠΘ (2.026 – 3.020). Oμως, η πανεπιστημιακή κοινότητα εμφανίζεται διχασμένη στο θέμα της διαγραφής των «αιώνιων» φοιτητών. «Το φαινόμενο των “αιώνιων” είναι ελληνικό μόνο. Oσοι πιστεύουν ότι δεν είναι πρόβλημα κάνουν λάθος. Επιβαρύνουν τη διοικητική λειτουργία των ΑΕΙ, ενώ επηρεάζουν και τη θέση τους τόσο στις ελληνικές κατατάξεις αξιολόγησης όσο και στις διεθνείς», αναφέρει στην «Κ» ο πρύτανης του Παν. Πατρών, Χρήστος Μπούρας. «Το σημαντικότερο είναι πως οι φοιτητές αυτοί αδικούν την προσπάθεια που έκαναν να εισαχθούν στην τριτοβάθμια και χάνουν την ευκαιρία για σπουδές». «Οι “αιώνιοι” είναι θέμα που αφορά τους ίδιους. Πιθανότατα είναι παιδιά που εισάγονται σε λάθος σχολές ή χάνουν το κίνητρό τους. Μπορεί επίσης κάποιοι να βρίσκουν δουλειά ή να αλλάζουν προσανατολισμό σπουδών. Υπάρχουν ευνοϊκές ρυθμίσεις για αυτούς, όπως η μερική φοίτηση. Είναι λάθος να εγκαταλείπουν τις σπουδές τους. Από την άλλη όμως δεν επιβαρύνουν οικονομικά το ίδρυμα ή την πολιτεία, καθώς μετά τον ελάχιστο χρόνο σπουδών κάθε σχολής προσαυξημένο κατά το ήμισυ χάνουν τα προνόμια του φοιτητή», λέει από την πλευρά του ο πρύτανης του Γεωπονικού Παν. Αθηνών, Σπύρος Κίντζιος.
Μία ακόμη νομοθετική προσπάθεια, της νυν υπουργού Παιδείας Νίκης Κεραμέως, έχει θέσει όρια για την έναρξη διαγραφής των «αιώνιων» φοιτητών. Συγκεκριμένα, όσοι έχουν υπερβεί τον ελάχιστο χρόνο φοίτησής τους έχουν επιπλέον χρόνο φοίτησης ίσο προς την ελάχιστη χρονική διάρκεια φοίτησης του τμήματός τους, ξεκινώντας τον υπολογισμό από το ακαδημαϊκό έτος 2021-22. «Φτάνει πια αυτό το πηγαινέλα των νομοθετικών διατάξεων που αφορούν τους “αιώνιους”», παρατηρεί στην «Κ» η καθηγήτρια του ΕΚΠΑ Ευγενία Μπουρνόβα. Και προσθέτει: «Δεν υπάρχουν αιώνιοι. Υπάρχουν όσοι διαπιστώνουν ότι το απαράδεκτο σύστημα των Πανελλαδικών Εξετάσεων τους έριξε ανεπιστρεπτί σε ένα τμήμα για να σπουδάσουν κάτι το οποίο δεν τους αρέσει και εξ αυτού στερούνται και βασικών γνώσεων για να παρακολουθήσουν τα μαθήματα. Εκαναν το χατίρι της οικογένειας να περάσουν στο πανεπιστήμιο (με ευθύνη των κυβερνήσεων συνήθως με βαθμούς πολύ κάτω από τη βάση), αλλά τώρα δεν τους κάνουν το χατίρι να πάρουν το “χαρτί”. Ούτε θέλουν ούτε μπορούν. Ας φτιάξουμε σύγχρονη επαγγελματική εκπαίδευση και ένα λύκειο που θα καταλήγει με εθνικό απολυτήριο. Και ας φροντίζουμε να υπάρχουν πανεπιστημιακά κέντρα διά βίου μάθησης για όσους θέλουν να ξαναπιάσουν το νήμα των σπουδών». Και όπως τονίζει ο κ. Δημητρόπουλος, «είναι ανάγκη να εκπονηθεί άμεσα μελέτη για την επιστημονική διερεύνηση και κατανόηση του διαχρονικού φαινομένου των “αιώνιων” που έχει λάβει εκρηκτικές διαστάσεις».