Τον περασμένο Οκτώβριο, όταν ήρθε στον ΟΗΕ το ζήτημα της ρωσικής προσάρτησης τεσσάρων ουκρανικών επαρχιών, του Ντονέτσκ, του Λουγκάνσκ, της Χερσώνας και της Ζαπορίζια μόνο πέντε χώρες καταψήφισαν την καταδίκη της Μόσχας: η ίδια η Ρωσία, η Λευκορωσία, η Βόρεια Κορέα, η Συρία και η Νικαράγουα. Αυτά τα τέσσερα καθεστώτα είναι πράγματι οι στενότεροι σύμμαχοι του Βλαντιμίρ Πούτιν, με το Μινσκ, την Πιονγιάνγκ, αλλά και την Τεχεράνη να παρέχουν εκτός από διπλωματική και στρατιωτική βοήθεια στη Ρωσία. Ακόμη όμως και ο Λευκορώσος ηγέτης Αλεξάντερ Λουκασένκο αποφεύγει μέχρι στιγμής να συνδράμει με άνδρες τον ρωσικό στρατό, παρά την αμυντική συμφωνία που έχει υπογράψει με τον Ρώσο ομόλογό του.
Αν μελετήσει κανείς τις χώρες που στράφηκαν προς τη Μόσχα μοιάζουν πολλές. Αν ρίξει επίσης μια ματιά στα γραφήματα θα διαπιστώσει ότι ένα χρόνο μετά την εισβολή έχει περιοριστεί ο αριθμός των χωρών που καταδικάζουν ανοιχτά τη ρωσική επιθετικότητα. Μελέτη του ερευνητικού τμήματος EUI του ομίλου του Economist, που εκπονεί και τις ετήσιες εκθέσεις και προβλέψεις για την επόμενη χρονιά, κάνει λόγο για μείωση από 132 σε 122 χώρες σε όλο τον κόσμο μέσα σε 12 μήνες.
Ωστόσο, Κίνα και Ινδία, οι δύο σημαντικότερες δυνάμεις που θα ήθελε η Ρωσία στο πλευρό της, επιμένουν στην ουδετερότητα: για παράδειγμα στις κρίσιμες για τη Μόσχα ψηφοφορίες στον ΟΗΕ απλώς απέχουν. Αυτήν την εβδομάδα ο Κινέζος ηγέτης Σι Τζινπίνγκ συνομίλησε με τον Ουκρανό πρόεδρο Βολοντίμιρ Ζελένσκι και υποσχέθηκε ότι θα αποστείλει ειδικό απεσταλμένο στην ουκρανική πρωτεύουσα, ενώ έχει ήδη καταθέσει ειρηνευτικό σχέδιο 12 σημείων για τον τερματισμό του πολέμου, το οποίο δεν έχει απορριφθεί από το Κίεβο. Aπό την πλευρά της η Ινδία δεν θέλει να παραβιάσει τις αμερικανικές κυρώσεις εις βάρος της Μόσχας, κάτι που θα την έφερνε σε ρήξη με τη Δύση. Την Τετάρτη ανακοινώθηκε ότι «παγώνουν» οι εξαγωγές ρωσικών οπλικών συστημάτων στη χώρα, λόγω συναλλαγματικού αδιεξόδου. Η Μόσχα επιμένει ότι θέλει να πληρωθεί σε δολάρια εξαιτίας της αστάθειας στην ισοτιμία ρουβλίου-ρουπίας, αλλά το Νέο Δελχί φοβάται ότι θα μπορούσε να βρεθεί αντιμέτωπο με αμερικανικές δευτερογενείς κυρώσεις, που έχουν στόχο να αποθαρρύνουν επιχειρήσεις και χώρες από συναλλαγές με χώρες οι οποίες τελούν υπό καθεστώς πρωτογενών κυρώσεων.
Πληθυσμιακά οι χώρες που κλίνουν προς τη Ρωσία υπερτερούν, σε επίπεδο οικονομικής δύναμης, όμως, όσες στηρίζουν την Ουκρανία με επικεφαλής τις ΗΠΑ είναι συντριπτικά ισχυρότερες.
Στον κατάλογο των χωρών που εγκατέλειψαν το φιλοδυτικό στρατόπεδο και προσχώρησαν στην ουδετερότητα πρωταγωνιστεί η Τουρκία, η οποία προμήθευσε μεν στο Κίεβο τα πολύτιμα drones της, τα Μπαϊρακτάρ, αλλά απέφυγε να συμμορφωθεί με τις δυτικές κυρώσεις εναντίον της Μόσχας. Με αυτή την αμφίθυμη στάση πέτυχε να αναδειχθεί σε διαμεσολαβητή μεταξύ των δύο χωρών και να παίξει σημαντικό ρόλο στη σύναψη της συμφωνίας για τα ουκρανικά σιτηρά. Παράλληλα, επειδή δεν έκλεισε τον εναέριο χώρο της στα ρωσικά αεροσκάφη έχει γίνει αγαπημένος προορισμός Ρώσων αντικαθεστωτικών και λιποτακτών.
Ισως το πιο ενδιαφέρον στοιχείο από τη μελέτη του EIU είναι η αυξανόμενη επιρροή της Ρωσίας στην Αφρική. Σε κάποιες από τις χώρες που έχουν πραγματοποιήσει φιλορωσική στροφή δραστηριοποιείται η ομάδα Βάγκνερ, όπως το Μάλι και η Λιβύη, ενώ η μισθοφορική ομάδα φέρεται να παίζει ρόλο και στην πρόσφατη κρίση στο Σουδάν. Σύμφωνα με πρόσφατο άρθρο της Washington Post, στόχος της Βάγκνερ του στενού συμμάχου του Πούτιν Γεβγκένι Πριγκόζιν, είναι η δημιουργία μιας συνομοσπονδίας αντιδυτικών κρατών στην ήπειρο μέσα από την πρόκληση αστάθειας. «Η Βάγκνερ είναι μια ανεξέλεγκτη δύναμη στην Αφρική, που επεκτείνει την παρουσία και τις φιλοδοξίες της στην ήπειρο ακόμη και στη στιγμή που ο πόλεμος στην Ουκρανία καθίσταται ένα συντριπτικό, αποκλειστικής απασχόλησης, πρόβλημα για το Κρεμλίνο», έγραψε η Washington Post.
Μπορεί πληθυσμιακά οι χώρες που κλίνουν τον τελευταίο χρόνο προς τη Ρωσία να υπερτερούν, σε επίπεδο οικονομικής δύναμης, όμως, οι χώρες που στηρίζουν την Ουκρανία με επικεφαλής τις ΗΠΑ είναι συντριπτικά ισχυρότερες. Αυτό αποτυπώνεται και στην παροχή στρατιωτικής βοήθειας προς το Κίεβο: μόνο η Αμερική έχει παράσχει εκπαίδευση και εξοπλισμό ύψους 33 δισ. στη χώρα από την αρχή του πολέμου, ενώ άλλες 50 σύμμαχες χώρες έχουν προβεί σε ανάλογες δεσμεύσεις αξίας 13 δισ. δολαρίων το τελευταίο εξάμηνο.