Πώς θα σας φαινόταν ένα τραπεζικό κατάστημα στον Ιασμο της Ροδόπης ή στη μακρινή Σύμη που θα λειτουργούσε μία μέρα ως Εθνική Τράπεζα, τη δεύτερη ως Eurobank, την τρίτη ως Alpha Bank, την τέταρτη ως Τράπεζα Πειραιώς και την πέμπτη μέρα ως μια Συνεταιριστική; Δεν πρόκειται για σενάριο επιστημονικής φαντασίας αλλά για ένα μοντέλο που έχει δοκιμαστεί σε προηγμένες χρηματοοικονομικές αγορές και το οποίο έχει συζητηθεί από τις συστημικές τράπεζες ως μια πιθανή λύση που θα μπορούσε να εφαρμοστεί και στη χώρα μας.
Πρόκειται για την πρακτική του shared branching που εφαρμόζεται ήδη σε αγορές όπως η Μεγάλη Βρετανία αλλά και οι ΗΠΑ. Η βασική λογική δεν έχει να κάνει με την περικοπή ή το μοίρασμα των τραπεζικών εξόδων. Στις χώρες που έχει δοκιμαστεί έχει να κάνει περισσότερο με τη διατήρηση της πρόσβασης σε μετρητά και συναλλαγές για κοινωνικές ομάδες που το χρειάζονται (όπως οι ηλικιωμένοι), με δεδομένη πάντα τη ραγδαία μείωση του αριθμού των καταστημάτων. Στη Μεγάλη Βρετανία η πρωτοβουλία έχει μάλιστα πολιτική στήριξη, καθώς έχει υπάρξει και ψήφισμα στο Κοινοβούλιο, ενώ υφίσταται και οργάνωση με την ονομασία Access to Cash Action Group (Acag). Εχει υλοποιηθεί εδώ και δύο τουλάχιστον χρόνια με συμμετοχή των μεγαλύτερων τραπεζών της χώρας Barclays, HSBC, Lloyds, NatWest, Santander, TSB and Danske Bank, Nationwide. Στην Αμερική η πρωτοβουλία έχει οργανωθεί περισσότερο από την αγορά μέσω των συνεταιριστικών τραπεζών που είναι πολύ κοινές και διάσπαρτες σε όλη τη χώρα.
Μια τέτοια λύση, αν και δείχνει έξω από τα συνήθη τραπεζικά δεδομένα και σχετικά πρόωρη σε σχέση με την ετοιμότητα της ελληνικής κοινωνίας να αποδεχθεί ευέλικτα μοντέλα εργασίας και λειτουργίας του τραπεζικού συστήματος, είναι πιθανόν να εφαρμοστεί στο μέλλον, προσαρμοσμένη όμως στα ελληνικά δεδομένα. Σύμφωνα μάλιστα με πηγές με γνώση του θέματος, το μέλλον αυτό ίσως να μην είναι πολύ μακρινό καθώς έχει προταθεί ως μια εναλλακτική μορφή λειτουργίας σε κωμοπόλεις της περιφέρειας ή και περιοχές των αστικών κέντρων, όπου η μία μετά την άλλη οι τράπεζες κλείνουν τα καταστήματά τους στην προσπάθειά τους να μειώσουν το κόστος. Ετσι, αντί να συνεννοούνται για το ποια τράπεζα θα μείνει σε μια μικρή κωμόπολη ή σε μια περιοχή, γιατί όχι να συστεγαστούν και οι τέσσερις με κυλιόμενο εβδομαδιαίο πρόγραμμα.
Το μοντέλο δεν είναι βέβαια τόσο απλό όσο ακούγεται, αφού εκτός από την τεχνολογική υποστήριξη που απαιτεί –ίσως αυτό να είναι το πιο εύκολο–, ανοίγει θέματα ανταγωνισμού και διεκδίκησης τραπεζικών εργασιών κυρίως από την τοπική εμπορική και επιχειρηματική δραστηριότητα που είναι και το κρίσιμο ζητούμενο. Η επιχειρηματική πίστη προϋποθέτει γνώση της πελατείας, του κλάδου στον οποίο δραστηριοποιείται μια επιχείρηση ή ακόμη και βαθύτερη γνώση του οικονομικού περιβάλλοντος, και γι’ αυτό οι τράπεζες ρίχνουν το βάρος τους στη συμβουλευτική τραπεζική και στην ανάπτυξη των relationship managers, που αποτελούν την εμπροσθοφυλακή για την πιστωτική επέκταση τα τελευταία χρόνια.
Το γεγονός ότι στις χώρες που το μοντέλο αυτό λειτουργεί έγινε για λόγους διευκόλυνσης ευαίσθητων κοινωνικών ομάδων και γι’ αυτό οι συναλλαγές που γίνονται είναι συγκεκριμένες (όπως πληρωμές και αναλήψεις χρημάτων), είναι και μία από τις αιτίες που το μοντέλο αυτό δεν έχει προκριθεί να προχωρήσει τουλάχιστον με αυτή τη μορφή στη χώρα μας. Με το 90% των συναλλαγών να πραγματοποιείται εκτός τραπεζικών καταστημάτων, τουλάχιστον στα αστικά κέντρα και με ένα ευρύτατο δίκτυο ΑΤMs σε όλη τη χώρα, ο προβληματισμός για το κατάστημα του μέλλοντος είναι έντονος παρά ποτέ.
Σε κάθε περίπτωση η πρακτική της μείωσης της παρουσίας των τραπεζών που έχει ακολουθηθεί σταθερά τα τελευταία χρόνια, συνοδεύεται από τη δημιουργία εναλλακτικών τρόπων πώλησης και διάθεσης τραπεζικών προϊόντων με όπλο την τεχνολογία και όχι μόνο. Στη στεγαστική πίστη, π.χ., διαδεδομένη πρακτική που υπάρχει χρόνια στις αγορές του εξωτερικού και έχει έρθει και στη χώρα μας είναι αυτή των μεσιτών για την πώληση στεγαστικών δανείων.
Σε αγορές όπως η Ιταλία, η Ολλανδία ή η Αγγλία το μερίδιο των μεσιτών στεγαστικών δανείων διαμορφώνεται πάνω από το 60%, ενώ σε χώρες όπως η Νορβηγία το μερίδιό τους φθάνει το 90%. Πρόκειται για μια outsourcing υπηρεσία, που στόχο έχει να διευκολύνει τον πελάτη να επιλέξει το καλύτερο στεγαστικό δάνειο, παρουσιάζοντάς του όλες τις δυνατές επιλογές που δίνουν οι συνεργαζόμενες τράπεζες και το όφελος είναι προφανές, αφού έτσι οι πελάτες μπορούν να είναι σίγουροι ότι επιλέγουν τη συμφέρουσα λύση χρηματοδότησης.
Στη σύγχρονη ψηφιοποιημένη οικονομία άλλωστε, και δη στον τομέα της καταναλωτικής πίστης, η τράπεζα ολοένα και περισσότερο λειτουργεί αόρατα σε ένα virtual περιβάλλον, όπου η ανάγκη για έναν τραπεζικό δανεισμό θα καλύπτεται στο σημείο πώλησης. Αυτό μπορεί να είναι το κατάστημα λιανικού εμπορίου είτε είναι φυσικό κατάστημα είτε e-commerce, κατά την επιτόπου αγορά ενός προϊόντος όταν κάποιος επιθυμεί να το αποπληρώσει με δόσεις ή μέσω ενός καταναλωτικού δανείου, που θα χορηγεί η τράπεζα, χωρίς όμως ποτέ ο καταναλωτής να χρειάζεται να καταφύγει στο τραπεζικό κατάστημα. Η σύμβαση υπογράφεται μέσω του εμπόρου με τον οποίο η τράπεζα έχει ήδη συνεργασία και το αίτημα για δάνειο θα υποβάλλεται ηλεκτρονικά τη στιγμή της αγοράς. Αντίστοιχα σε πραγματικό χρόνο θα γίνεται η έγκριση ή απόρριψη του αιτήματος, αφού η διείσδυση της τεχνολογίας επιτρέπει την άμεση αξιολόγηση του πελάτη μέσω της πρόσβασης σε βάσεις δεδομένων για την πιστοληπτική του αξιολόγηση.
Νέα προγράμματα εθελουσίας
Ο περιορισμός του κόστους, παρά τη σημαντική διαδρομή που έχουν διανύσει οι τράπεζες τα τελευταία χρόνια μέσα από μεγάλες μειώσεις των τραπεζικών δικτύων, περικοπών προσωπικού και δραστική μείωση της παρουσίας τους ακόμη και σε πιο απομακρυσμένες περιοχές, συνεχίζει να απασχολεί τις διοικήσεις των τεσσάρων συστημικών τραπεζών, που έχουν θέσει… χαμηλά τον πήχυ για την περαιτέρω υποχώρηση του δείκτη κόστους προς έσοδα τα προσεχή χρόνια. Με βάση τους στόχους που περιλαμβάνονται στα πλάνα 3ετίας, ο δείκτης αυτός αναμένεται να υποχωρήσει κάτω από το 40%, επίπεδο που αποτελεί μακράν την καλύτερη επίδοση μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών, αλλά σύμφωνα με αρμόδιες πηγές, το περιθώριο δεν έχει ακόμη εξαντληθεί. Τα προγράμματα εθελουσίας εξόδου για το προσωπικό αναμένεται να συνεχιστούν και το επόμενο έτος, ενόψει και της πλήρους απεμπλοκής του Δημοσίου από το μετοχικό κεφάλαιο των τραπεζών, που αναμένεται να δρομολογηθεί ως προτεραιότητα από τη νέα κυβέρνηση. Στη βάση αυτή η τάση μείωσης του τραπεζικού δικτύου αναμένεται επίσης να συνεχιστεί αν και με μικρότερη ένταση, καθώς και οι δύο από τις τέσσερις συστημικές τράπεζες έχουν μειώσει το δίκτυό τους κάτω από το όριο των 300 καταστημάτων. Ηδη η Eurobank έχει μειώσει το δίκτυό της στα 274 καταστήματα, η Alpha Bank στα 280, ενώ ακολουθεί η Εθνική Τράπεζα με 318 και η Τράπεζα Πειραιώς με 387.