Κατά 50% συμμετείχαν τα εταιρικά κέρδη στον αποπληθωριστή του ΑΕΠ στην Ελλάδα κατά το πρώτο τρίμηνο του 2023, ποσοστό που αποτελεί το τρίτο υψηλότερο μεταξύ των χωρών-μελών της Ε.Ε. Την ίδια ώρα, η συμβολή του εργατικού κόστους –την οποία επικαλούνται αρκετές επιχειρήσεις για να δικαιολογήσουν τις ανατιμήσεις– ήταν 35%, ποσοστό που αποτελεί το δεύτερο χαμηλότερο στην Ε.Ε. και δείχνει αν μη τι άλλο και έναν από τους λόγους που οι υψηλές τιμές πλήττουν μεγάλο αριθμό νοικοκυριών. Η συμβολή των φόρων ήταν 15%.
Τα παραπάνω στοιχεία περιλαμβάνονται στο τελευταίο ενημερωτικό δελτίο της Επιτροπής Ανταγωνισμού που δημοσιεύθηκε χθες και στο οποίο υπάρχουν σαφείς αιχμές για τη σύνδεση πληθωρισμού και υπερβολικών εταιρικών κερδών ή, με άλλα λόγια, για το φαινόμενο που είναι γνωστό και ως πληθωρισμός της απληστίας (greedflation). Δεν είναι τυχαίο ότι στο μήνυμά του ο πρόεδρος της Ε.Α. Ιωάννης Λιανός αφιερώνει μεγάλο μέρος στη σχετική έρευνα της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, επισημαίνοντας ότι «είναι πλέον αποδεκτό ότι οι Αρχές Ανταγωνισμού θα πρέπει να συνεισφέρουν, στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων τους, στη συλλογική προσπάθεια συγκράτησης του πληθωρισμού σε περίπτωση που υπάρχουν επιπτώσεις διανεμητικής δικαιοσύνης (απώλεια πλεονάσματος καταναλωτή και μεταφορά πλούτου στους πωλητές/προμηθευτές από τους τελικούς καταναλωτές ή τους παραγωγούς εισροών)».
Αν και η Επιτροπή Ανταγωνισμού αποφεύγει να συνδέσει ευθέως το φαινόμενο του greedflation με τη διατήρηση των τιμών του φρέσκου γάλακτος σε υψηλά επίπεδα, δεδομένου ότι η χαρτογράφηση της αγοράς φρέσκου γάλακτος, τυριού (φέτα/γκούντα) και γιαουρτιού βρίσκεται σε φάση ολοκλήρωσης, προχωράει σε αρκετές κρίσιμες επισημάνσεις. Κι αυτό διότι, όπως προκύπτει από την έρευνα που πραγματοποίησε η Ε.Α., η Ελλάδα συγκαταλέγεται μεταξύ των ακριβότερων χωρών στην Ε.Ε. στο φρέσκο γάλα. Μάλιστα, παρά την αποκλιμάκωση των τιμών παραγωγού, οι τιμές λιανικής του φρέσκου γάλακτος διατηρούνται στην Ελλάδα σε υψηλά επίπεδα, κάτι που όπως επισημαίνει η Ε.Α. μάλλον δεν είναι συμβατό ούτε με το κόστος πρώτων υλών ούτε με το κόστος ενέργειας. Ποιο στοιχείο είναι ίσως το πιο ανησυχητικό; Κληθείς να σχολιάσει τα ευρήματα της έρευνας της Ε.Α. καθώς και τις επισημάνσεις της Αρχής, ο πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου της «Ελληνικά Γαλακτοκομεία» (Ολυμπος, Τυράς κ.λπ.) Δημήτρης Σαράντης εκτίμησε ότι οι τιμές δεν θα επιστρέψουν στα προ του 2021 επίπεδα, για σειρά λόγων, από την ενέργεια, τη χαμηλή προσφορά σε γάλα, καθώς και την αύξηση των μισθών.
Σύμφωνα με τα νέα ευρήματα της Επιτροπής Ανταγωνισμού, τα οποία δημοσιεύονται στο τελευταίο ενημερωτικό δελτίο της, από την έρευνα αγοράς που πραγματοποίησε στα ηλεκτρονικά σούπερ μάρκετ της Ελλάδας και 17 ακόμη χωρών-μελών της Ε.Ε. (η τιμοληψία έγινε στις 27 Ιουλίου 2023) προκύπτουν τα εξής για τις τιμές:
• Από τη σύγκριση των χαμηλότερων τιμών σε κάθε χώρα, η Ελλάδα έχει την τρίτη υψηλότερη τιμή, 1,12 ευρώ/λίτρο, μετά την Εσθονία (1,39 ευρώ/λίτρο) και τη Σουηδία (1,21 ευρώ/λίτρο), στο φρέσκο γάλα χαμηλών λιπαρών.
Η συμβολή του εργατικού κόστους –την οποία επικαλούνται αρκετές επιχειρήσεις για να δικαιολογήσουν τις ανατιμήσεις– είναι 35%, το δεύτερο χαμηλότερο ποσοστό στην Ε.Ε.
• Από τη σύγκριση των υψηλότερων τιμών σε κάθε χώρα, η Ελλάδα είναι η δεύτερη ακριβότερη (2,22 ευρώ/λίτρο), μετά την Εσθονία (2,39 ευρώ/λίτρο), πάλι όσον αφορά το φρέσκο γάλα χαμηλών λιπαρών.
• Από τη σύγκριση των χαμηλότερων τιμών στο πλήρες φρέσκο γάλα προκύπτει ότι η Ελλάδα είναι η έβδομη ακριβότερη χώρα, με τιμή ανά λίτρο 1,12 ευρώ. Στην πρώτη θέση βρίσκεται η Λιθουανία (1,45 ευρώ/λίτρο) και ακολουθούν η Φινλανδία (1,35 ευρώ/λίτρο), η Εσθονία (1,30 ευρώ/λίτρο), η Σουηδία (1,23 ευρώ/λίτρο), η Γαλλία (1,20 ευρώ/λίτρο) και η Αυστρία (1,19 ευρώ/λίτρο).
• Από τη σύγκριση των υψηλότερων τιμών προκύπτει ότι η Ελλάδα είναι η δεύτερη ακριβότερη χώρα (2,22 ευρώ/λίτρο), μετά τη Λιθουανία (2,25 ευρώ/λίτρο).
• Το επίπεδο του πληθωρισμού στην Ελλάδα στο πλήρες φρέσκο γάλα ήταν τον Ιούνιο του 2023 στο 12,8%, υψηλότερο σε σύγκριση με τη Λιθουανία (10%) και τη Σουηδία (9,5%).
Επίσης, σύμφωνα με την Ε.Α., αν και οι τιμές παραγωγού βρίσκονταν τον Ιούνιο του 2023 σε χαμηλότερα επίπεδα σε σύγκριση με ένα χρόνο πριν, η μείωση της τιμής δεν έχει μεταφερθεί στον καταναλωτή ούτε καν σταδιακά. Θα πρέπει πάντως να τονιστεί αυτό που αναφέρει και η ίδια η Ε.Α., ότι δηλαδή οι τιμές παραγωγού γάλακτος στην Ελλάδα είναι σταθερά υψηλότερες από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο τουλάχιστον τα τελευταία 20 χρόνια.
«Υπάρχουν διάφορες ερμηνείες για το γεγονός ότι οι τιμές παραμένουν υψηλές. Η ενέργεια είναι ακριβή. Επίσης, κάποιες εταιρείες άργησαν να μετακυλίσουν στις τιμές λιανικής τις αυξήσεις του κόστους και το κάνουν τώρα», υποστήριξε μιλώντας στην «Καθημερινή» ο κ. Δ. Σαράντης. Ο ίδιος ανέφερε εξάλλου ότι έχει μειωθεί περαιτέρω η προσφορά στην Ελλάδα –σημειωτέον ότι η χώρα ήταν πάντα ελλειμματική σε αγελαδινό γάλα– διότι αρκετές εταιρείες στράφηκαν στο ελληνικό γάλα, δεδομένου ότι είχαν ακριβύνει σημαντικά οι εισαγωγές (τιμή και μεταφορικά) από την Ευρώπη. Οσον αφορά πάντως το θέμα των κερδών, ο ίδιος άσκησε κριτική στη ρύθμιση περί πλαφόν στο περιθώριο κέρδους, επισημαίνοντας ότι το διάστημα Αυγούστου – Δεκεμβρίου 2021 οι γαλακτοβιομηχανίες δούλευαν με αρνητικό περιθώριο κέρδους.