Οι αλλαγές στην εταιρική δομή της Open AI, με την απόλυση και την επαναφορά του επικεφαλής Σαμ Άλτμαν, έδωσαν τροφή σε διάφορα σενάρια, από διαφωνίες για τη χρήση της «δημιουργικής τεχνητής νοημοσύνης» που έχει λανσάρει η εταιρεία, μέχρι θεωρίες συνωμοσίες για μυστικές τεχνολογίες καταστροφικές για την ανθρωπότητα.
Οι πληροφορίες που έχουν έρθει στη δημοσιότητα συγκλίνουν στο ότι πίσω από όλα υπάρχει μια επιστολή στην οποία διατυπώνονται ανησυχίες των επιστημόνων για τις επιπτώσεις που μπορεί να έχει η τεχνητή νοημοσύνη εάν η χρήση της αφεθεί ελεύθερη χωρίς να υπολογιστούν οι συνέπειές της. Πέραν τούτου όμως ουδέν, γεγονός που αφήνει ανοιχτά πολλά ενδεχόμενα, ιδίως όταν μιλάμε για τεχνητή νοημοσύνη η οποία στη συλλογική φαντασία έχει συνδεθεί με διάφορα δυστοπικά σενάρια καταστροφής.
Ένα από τα «κλειδιά» της υπόθεσης φαίνεται ότι είναι και οι διαφωνίες γύρω από την οικονομική και επιχειρηματική αξιοποίηση της τεχνητής νοημοσύνης και κατά πόσον η Open AI θα σεβαστεί την αρχική αποστολή της να δουλέψει για το «καλό της ανθρωπότητας» ή θα υποκύψει στον πειρασμό του απεριόριστου κέρδους, εάν και όταν τα εργαλεία που αναπτύσσει της επιτρέψουν να ξεπεράσει τα γνωστά όρια της επιχειρηματικής δράσης και ενδεχομένως να «εξαφανίσει» τους ανταγωνιστές της ή να λειτουργήσει σε βάρος του κοινού καλού;
Ακόμα όμως και χωρίς εφιάλτες επιστημονικής φαντασίας, η απλή εταιρική πραγματικότητα και το «εταιρικό θρίλερ» που εξελίχτηκε στην Open AI, αρκούν για να δημιουργήσουν πολλά ερωτήματα και σοβαρές ανησυχίες για τις συνέπειες που θα έχει η Τεχνητή Νοημοσύνη.
Η ουσία της υπόθεσης είναι ότι ενώ αρχικά η εταιρεία Open AI συστάθηκε με ως μη κερδοσκοπική εταιρεία, από κορυφαίους επιστήμονες και ερευνητές, χωρίς κυρίαρχο μέτοχο και με μόνο σκοπό να μοιραστούν τις ανακαλύψεις τους για «το καλό της ανθρωπότητας», ύστερα από διάφορες φάσεις κατέληξε σε μια καθαρή εταιρική/κερδοσκοπική δομή με σημαντική επιρροή της Microsoft.
Ενδεικτικό της αρχικής «ανιδιοτελούς» διάρθρωσης της εταιρικής δομής είναι ότι ο Έλον Μασκ, ο οποίος συμμετείχε στο αρχικό εγχείρημα και ήταν βασικός χρηματοδότης, αποχώρησε κάποια στιγμή επειδή προωθούσε πρότζεκτ τεχνητής νοημοσύνης με την Tesla, κάτι που θεωρήθηκε ασύμβατο. Η αποχώρησή του, ωστόσο, έφερε σε οικονομικό αδιέξοδο την εταιρεία και ξεκίνησαν αλλαγές.
Σημειωτέον ότι η Open AI έκανε «επανάσταση» καθώς ήταν η πρώτη που λανσάρισε την λεγόμενη «δημιουργική τεχνητή νοημοσύνη» (Generative AI), με το ChatGPT στο ευρύ κοινό, δίνοντας τη δυνατότητα στον καθένα να επικοινωνήσει με την τεχνητή νοημοσύνη, να της ζητήσει πληροφορίες, κείμενα, εικόνες και πολλά άλλα. H Microsoft, μάλιστα, που επένδυσε 1 δισ. δολάρια το 2019 τεχνολογία αυτή έχει αποκτήσει αποκλειστική άδεια για την τεχνολογία που βρίσκεται πίσω από το GPT3.
Στο παρελθόν, η ΤΝ δεν είχε συγκεντρώσει ευρύτερο ενδιαφέρον, ακόμα κι όταν το AlphaGo, ένα πρόγραμμα βασισμένο στην τεχνητή νοημοσύνη που αναπτύχθηκε από την DeepMind, νίκησε έναν παγκόσμιο πρωταθλητή του Go (κινεζικό παιχνίδι στρατηγικής) το 2016.
Αντίθετα, οι εφαρμογές δημιουργικής τεχνητής νοημοσύνης, όπως το ChatGPT, αλλά και το GitHub Copilot, το Stable Diffusion και άλλες, έχουν συγκεντρώσει ευρύ ενδιαφέρον σε όλο τον κόσμο με έναν τρόπο που δεν το έκανε το AlphaGo.
Σχεδόν ο καθένας μπορεί να τις χρησιμοποιήσει για να επικοινωνήσει και να δημιουργήσει ενώ έχουν την υπερφυσική ικανότητα να συνομιλούν με έναν χρήστη. Οι πιο πρόσφατες εφαρμογές δημιουργικής τεχνητής νοημοσύνης μπορούν να εκτελέσουν μια σειρά από εργασίες ρουτίνας, όπως η αναδιοργάνωση και η ταξινόμηση δεδομένων, να γράφουν κείμενα, να συνθέτουν μουσική και να δημιουργούν ψηφιακή τέχνη.
Είναι ακριβώς αυτό το μεγάλο ενδιαφέρον του κοινού που προκάλεσε οικονομικό και επενδυτικό ενδιαφέρον, ανεβάζοντας τον «οικονομικό πήχη», δημιουργώντας πιθανές συγκρούσεις ανάμεσα στην επιχειρηματική απόδοση από τη μια πλευρά και την ερευνητική επιτυχία και το «καλό της ανθρωπότητας» από την άλλη.
Το 2015, η Open AI ιδρύθηκε από μια επιλεγμένη ειδικών μεταξύ των οποίων και ο Άλτμαν με στόχο να αναπτύξει τεχνητή νοημοσύνη προς όφελος του “ευρύτερου καλού”, υπερβαίνοντας τα κίνητρα των μετόχων. Δεσμευόμενοι να μοιραστούν τις επιτυχίες τους με την κοινότητα, συγκέντρωσαν πάνω από ένα δισεκατομμύριο δολάρια, με τη σημαντική συνεισφορά του Έλον Μασκ, η αποχώρηση του οποίου όμως λόγω πιθανής σύγκρουσης συμφερόντων, οδήγησαν σε οικονομικό αδιέξοδο.
Αυτό οδήγησε στο πρώτο βήμα εγκατάλειψης του μη κερδοσκοπικού χαρακτήρια, με την δημιουργία της OpenAI LP, μια εταιρική δομή στην οποία ετέθη ένα ανώτατο όριο κέρδους, ένα πλαφόν δηλαδή στην απόδοση που θα μπορούσε να έχει μια επένδυση στην εταιρεία, ίση με 100 φορές την αρχική επένδυση.
Αυτή η ρήτρα είχε σκοπό να διασφαλίσει ότι θα υπήρχε κίνητρο για συγκέντρωση των υψηλών κεφαλαίων που απαιτεί η έρευνα για την τεχνητή νοημοσύνη, αλλά ταυτόχρονα θα αποτελούσε και μια ασφαλιστική δικλείδα, ώστε να μην υπάρχει ο πειρασμός της χρήσης της για «απεριόριστα κέρδη», ενδεχομένως με μη ηθικό τρόπο ή πάντως με τρόπο ασύμβατο με το «γενικό καλό».
Με άλλα λόγια, η μετατροπή της OpenAI από μη κερδοσκοπική σε κερδοσκοπική εταιρεία χρειαζόταν και μια λεπτή ισορροπία μεταξύ της επιδίωξης κέρδους και της βασικής δέσμευσής της για την ηθική ανάπτυξη της τεχνητής νοημοσύνης προς όφελος του “κοινού καλού”.
Το πλαφόν κέρδους είχε σκοπό να αποτρέψει τους επενδυτές από τον πειρασμό του απεριόριστου πλούτου που θα μπορούσε να προκύψει από μια ΤΝ με πιθανά επικίνδυνες επιπτώσεις για την ανθρωπότητα.
Αυτό δημιούργησε μια ειδική κατάσταση καθώς το διοικητικό συμβούλιο επέβλεπε και το κερδοσκοπικό τμήμα και το ερευνητικό, αλλά δεν είχε υποχρέωση να προστατεύει τα συμφέροντα των μετόχων. Τα μέλη, μάλιστα, του δ.σ. δεν μπορούσαν να κατέχουν μετοχές.
Σύμφωνα με το καταστατικό της OpenAI, ο κύριος αποδέκτης της αποστολής της εταιρείας είναι η “ανθρωπότητα”, και προς αυτήν πρέπει να λογοδοτεί το δ.σ., όχι προς τους επενδυτές.
Είναι ενδεικτικό ότι κάποιες επενδύσεις προς την εταιρεία χαρακτηρίστηκαν ως δωρεές.
Το επίμαχο θέμα, λοιπόν που ανέκυψε και φαίνεται ότι βρίσκεται πίσω από τις διενέξεις που οδήγησαν στο εταιρικό θρίλερ, ήταν σε ποιον λογοδοτεί το διοικητικό συμβούλιο, ειδικά όταν η νομική του υποχρέωση είναι προς την ασφάλεια της ανθρωπότητας και όχι προς τις αποδόσεις των επενδυτών.
Η Microsoft, παρότι αρχικά υποστήριζε τα υψηλά ιδανικά διακυβέρνησης της OpenAI, τελικά ήταν εκείνη που οδήγησε στην επαναφορά του Altman και καθόρισε έναν νέο ρόλο γι’ αυτόν στη Microsoft, με απώτερο σκοπό να διασφαλίσει την οικονομική απόδοση της τεχνολογίας, αλλά και την διατήρηση της αξίας του brand που δημιουργήθηκε με το Chat GPT.
Η στρατηγική αυτή νίκη και η αύξηση του ελέγχου της Microsoft προκάλεσε δυσαρέσκεια σε άλλους επενδυτές της OpenAI.
Σημαντικό ρόλο έπαιξαν και οι εργαζόμενοι της OpenAI καθώς η πλειοψηφία του προσωπικού εξέφρασε ανησυχίες με ανοιχτή επιστολή και απείλησε με μαζική παραίτηση για να ενταχθεί σε μια νέα θυγατρική της Microsoft, υπό την ηγεσία των Altman και Brockman, αν δεν ικανοποιούνταν οι όροι τους.
Η «εξέγερση» των εργαζομένων διαδραμάτισε καθοριστικό ρόλο στην απόφαση του διοικητικού συμβουλίου να αντιστρέψει την πορεία και να επαναφέρει τη λογοδοσία του δ.σ. προς τους μετόχους.
Τελικά, το θέμα παραμένει ανοιχτό: Μπορεί μια εταιρεία τεχνητής νοημοσύνης να δουλέψει για το «καλό της ανθρωπότητας» ή θα υποκύψει στον πειρασμό του απεριόριστου κέρδους, όταν τα εργαλεία που αναπτύσσει της επιτρέψουν να ξεπεράσει τα γνωστά όρια της επιχειρηματικής δράσης και ενδεχομένως να «εξαφανίσει» τους ανταγωνιστές της ή να λειτουργήσει σε βάρος του κοινού καλού;