της Σοφίας Καυκοπούλου
(από το βιβλίο της “Συνοπτική Ιστορία της Πάτρας κατά τη βυζαντινή περίοδο και την Φραγκοκρατία”)
Ὅ Ἀπόστολος Ἀνδρέας, ἔφτασε σύμφωνα μέ τίς ἐκκλησιαστικές πηγές στήν Πάτρα, ἐπί βασιλείας τοῦ Νέρωνος[1]. Κατά τήν ἄφιξή του στήν πόλη ἔμεινε στήν οἰκεία τοῦ Σωσία, τόν ὁποῖο θεράπευσε ἀπό μία ἀνίατη ἀσθένεια[2]. Ἀπό μία σοβαρή ἀσθένεια θεράπευσε καί τόν ἀνθύπατο Λέσβιο, πού προσχώρησε στό Χριστιανισμό καί ὡς ἐκ τούτου ἀπομακρύνθηκε ἀπό τό ἀξίωμά του. Ἡ Μαξιμίλλα, σύζυγος τοῦ νέου ἀνθύπατου Αἰγεάτη[3], ἀρρώστησε ἐπίσης βαριά καί βρῆκε τήν θεραπεία ἀπό θαῦμα τοῦ Ἀποστόλου[4]. Ἀκολούθησαν πολλά ἄλλα θαύματα τοῦ Πρωτοκλήτου μαθητοῦ, ἐνῶ ὁ λαός συνέρρεε καθημερινά[5] δίπλα στό ἱερό καί τήν πηγή τῆς Δήμητρας, ὅπου κήρυττε.
Ἡ Μαξιμίλλα ζητοῦσε ἀπό τόν σύζυγό της νά ἀσπασθεῖ τή νέα θρησκεία, ὅμως ἐκεῖνος ἀρνεῖτο πεισματικά. Ἐκείνη, ἐξ αἰτίας αὐτῆς τῆς ἄρνησης, ἀπεῖχε τῶν συζυγικῶν της καθηκόντων[6]. Ὁ Αἰγεάτης, γεμάτος ὀργή, διέταξε τήν θανάτωση τοῦ Ἀποστόλου[7]. Τόν σταύρωσαν[8] δίπλα στήν πηγή τῆς Δήμητρας, ὅπου συνήθιζε νά κηρύττει. Ὅταν ἦταν ὅμως στή φυλακή, πρόλαβε νά χειροτονήσει τόν ἀδερφό τοῦ Αἰγεάτη, Στρατοκλῆ, ἐπίσκοπο Πατρῶν[9].
Ὁ Ἀνδρέας[10] σταυρώθηκε τό 66 μ.Χ., σέ ἡλικία 80 ἐτῶν. Τά μαρτυρολόγια Ἀνατολῆς καί Δύσης τοποθετοῦν τή μνήμη του στίς 30 Νοεμβρίου[11]. Τό πιθανώτερο εἶναι τό μαρτύριο τοῦ Ἀποστόλου νά συνέβη ἐπί τοῦ διωγμοῦ τοῦ Νέρωνος, τό ἴδιο ἔτος. Ὑπάρχουν διάφορες ἀπόψεις περί τοῦ θέματος, ἀλλά ἡ ἐπικρατοῦσα εἶναι τοῦ Π. Τρεμπέλα[12] ποῦ τό τοποθετεῖ κατά τούς τελευταίους μῆνες τῆς βασιλείας τοῦ Νέρωνος, ὁπωσδήποτε ὅμως μετά τό μαρτύριο τῶν Πέτρου καί Παύλου. Ἀναφέρεται ὅτι ἀπό ταπεινοφροσύνη, γιά νά μήν ὁμοιάζει ἡ σταύρωσή του μέ τοῦ Χριστοῦ, δέ σταυρώθηκε στήν ἴδια στάση μέ ἐκεῖνον[13]. Ἡ παράδοση χιαστοῦ σταυροῦ (Χ) ὃμως, τοποθετεῖται στόν 12ο ἤ τόν 13ο αἰ. καί προέρχεται ἀπό τήν Δύση[14]. Ἡ Μαξιμίλλα, ἐνταφίασε τό σῶμα τοῦ Ἁγίου κοντά στήν θέση τοῦ μαρτυρίου του[15]. Ὁ τάφος βρίσκεται στόν παλαιό ναό τοῦ Ἁγίου Ἀνδρέου Πατρῶν. Ὁ Αἰγεάτης, ἀφοῦ δέν μπόρεσε νά κερδίσει ξανά τή Μαξιμίλλα, παραφρόνησε καί ἔπεσε ἀπό τήν θέση τῶν Ὑψηλῶν Ἁλωνίων[16]. Ἡ Μαξιμίλλα, ἔμεινε τό ὑπόλοιπό τῆς ζωῆς της κοντά στόν ἀποστολικό τάφο[17].
Ὁ ἐπίσκοπος Πλούταρχος, καθώς ἐπέστρεφε ἀπό τή Σύνοδο τῆς Σαρδικῆς τό 334, συναντήθηκε μέ τόν αὐτοκράτορα Κωνστάντιο στήν Ἀδριανούπολη καί τοῦ ἀνακοίνωσε ὅτι στήν Πάτρα σωζόταν τό λείψανο τοῦ Ἁγίου Ἀνδρέου[18]. Στίς γραπτές πηγές δέν ὑπάρχει καμμία ἀναφορά, γιά τήν παράδοση κατά τήν ὁποία οἱ Πατρεῖς παρέδωσαν τό λείψανο τοῦ Ἀποστόλου, ὅταν ὁ αὐτοκράτορας Κωνστάντιος δέχθηκε νά τούς κατα-σκευάσει ὑδραγωγεῖο. Ἡ πολύ μεταγενεστέρα αὐτή παράδοση, εἶναι ἐξ ὁλοκλήρου ἀβάσιμη, καθώς τό ὑδραγωγεῖο τῶν Πατρών εἶναι κτίσμα ἄλλης ἐποχῆς[19].
Ἀπό νωρίς βέβαια τεμάχια τοῦ ἱεροῦ λειψάνου εἶχαν διασκορπισθεῖ σέ διάφορα μέρη[20]. Στήν Κωνσταντινούπολη δέν ἔφθασε ἀκέραιο, ἴσως μάλιστα ἡ τιμία κάρα νά παρέμεινε στήν Πάτρα. Ἴσως, πάλι, νά ἐστάλη ὡς δῶρο στήν Πάτρα ἀπό τόν Βασίλειο A’ τόν Μακεδόνα, μέ μεσιτεία τῆς Δανιηλίδος[21]. Στά 1208, βρισκόταν στόν ναό τοῦ Ἁγίου Ἀνδρέου τῆς Ἀμάλφης. Τόν 15ο αἰ. τά ἴχνη του χάθηκαν, ἐνῶ ὁ βραχίονας φημολογεῖται ὅτι ἐδωρήθη στόν ναό τοῦ Ἁγίου Διονυσίου, ἄν καί σήμερα ὑπάρχει ἐκεῖ μόνο ἕνα δάκτυλο τοῦ Ἀποστόλου. Ὁ Pouqueville ἀναφέρει ὅτι στά 1527, τό λείψανο βρισκόταν στή Ρώμη, ὅμως ἔλειπε ἡ κάρα.
Ὁ Θωμάς Παλαιολόγος, ἦταν ἐκεῖνος, ὁ ὁποῖος τήν 20η Ἰουνίου 1460 μετέφερε τήν κάρα τοῦ Ἁγίου ἀπό τήν Πάτρα στήν Κέρκυρα καί κατόπιν στή Ρώμη[22]. Τήν Κυριακή τῶν Βαΐων, 12 Ἀπριλίου 1462, παρεδόθη στόν πάπα Πίο Β’[23].
Στήν Πάτρα, ἐπέστρεψε ἡ τιμία κάρα τοῦ Ἀποστόλου Ἀνδρέου ἀπό τή Ρώμη στίς 26 Σεπτεμβρίου 1964, μετά ἀπό προσπάθεια τῆς τοπικῆς Ἐκκλησίας καί συμπαράσταση τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου[24]. Ἀπό τό 1966 ἄρχισαν μία σειρά ἀπό καλλιτεχνικές καί πνευματικές ἐκδηλώσεις, μέ τόν τίτλο Πρωτοκλήτεια[25]. Τέλος, ὁ μητροπολιτικός θρόνος τῶν Πατρῶν, εἶναι ἕνας ἀπό τούς τρεῖς ἀποστολικούς θρόνους τῆς Ἑλλαδικῆς Ἐκκλησίας, μαζί μέ ἐκείνους τῶν Ἀθηνῶν καί τῆς Κορίνθου[26].
Ὁ Στ. Θωμόπουλος[27], γράφει ὅτι ὁ σταυρός τοῦ Ἀποστόλου μεταφέρθηκε ἀπό τήν Ἀχαΐα στή Βουργουνδία πρίν τό 1250, καί σώζεται στή μονή τοῦ Ἁγίου Βίκτωρος τῆς Μασσαλίας. Ὁ πρῶτος Λατίνος ἀρχιεπίσκοπος Πατρών, Ἄντελμος de Cluny, ἐδώρησε τεμάχιο τοῦ σταυροῦ στήν Πάτρα τό 1241. Ὁλόκληρος ὁ σταυρός ἐπέστρεψε στήν Πάτρα στίς 29 Ἰανουαρίου 1980, ὕστερα ἀπό ἐνέργειες τοῦ πρώην μητροπολίτου κυροῦ Νικοδήμου Βαλληνδρᾶ. Ἡ παλαιότητα τοῦ ξύλου ἔχει ἀποδειχθεῖ ἐπιστημονικά, ἀπό τόν καθηγητή A. Pons στή Μασσαλία. Εἶναι μάλιστα ἀπό πεῦκο Χαλεπίου, τό ὁποῖο φύεται στήν Πάτρα καί ἀνήκει στό βαθύ παρελθόν.
Ο Π. Τρεμπέλας διευκρινίζει ὅτι τό ὄνομα Ἀνδρέας, Ἀνδρεύς ἤ Ἀνδρείας, εἶναι ἑλληνικό, ἀπαντᾶ στούς Ἡρόδοτο, Πλούταρχο, Παυσανία καί Δίωνα τόν Κάσσιο. Οἱ Ἰουδαῖοι κάτω ἀπό ἑλληνική ἐπίδραση τό χρησιμοποιοῦν εὐρέως ἀπό τόν 2ο π. Χ. αἰ. Ὁ Ἀπόστολος πιθανόν γνώριζε ἑλληνικά[28]. Ἐκτός ἀπό τήν παράδοση πού θέλει τόν Ἀνδρέα νά μαρτύρησε στήν Πάτρα, συνηγοροῦν σέ αὐτό τά ἑλληνικά ὀνόματα Αἰγεάτης, Στρατοκλῆς κ.λπ., πού σχετίζονται μέ τή διήγηση καί ἀναγράφονται σέ εὑρεθέντα νομίσματα τῆς ἐποχῆς[29]. Ἀκόμη, τά θαύματα πού γίνονταν κοντά στόν τόπο τοῦ μαρτυρίου[30], κάποιες ἀπόκρυφες διηγήσεις[31] καί παραδόσεις πού φθάνουν μέχρι τή Σκωτία τοῦ 14ου αἰ.[32], δικαιώνουν τήν Πάτρα ὡς πόλη τοῦ μαρτυρίου τοῦ Ἀποστόλου Ἀνδρέα.
Ἀπολυτίκιο Ἁγίου Ἀνδρέου
Ὡς τῶν Ἀποστόλων πρωτόκλητος καί τοῦ κορυφαίου αὐτάδελφος. Τῷ Δεσπότῃ τῶν ὅλων, Ἀνδρέα ἱκέτευε, εἰρήνην τῇ Οἰκουμένῃ δωρήσασθαι καί ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν τό μέγα ἔλεος.
Ἀπολυτίκιο Ἁγίου Ἀνδρέου (ψαλλόμενο στήν Πάτρα)
Ὡς θεῖον θησαύρισμα καταπιστεῦσαι ποθῶν. Εἰς Ρώμην ἐκόμισεν Παλαιολόγων βλαστός δουλείας ἐν ἔτεσιν, κάραν σου τήν ἁγίαν ἐκ Πατρῶν, ὤ Ἀνδρέα. Σύ δέ τῷ κορυφαίῳ ἀδελφῷ ἐκοινώνης. Διό, ἐπιστραφεῖσαν ἡμῖν Προστάτην κεκτήμεθα.
[1] Τριανταφύλλου, Ἱστορικόν Λεξικόν, Α’, σ. 77.
[2] Ἐπιφάνιος, Περί τοῦ βίου καί τῶν πράξεων καί τέλους τοῦ Ἁγίου καί Πανευφήμου καί Πρωτοκλήτου τῶν Ἀποστόλων, Ἀνδρέου, PG 120, σ. 244.
[3] Ὅπ. π., σ. 244.
[4] Παναγόπουλος, Ιστορικό λεξικό περιοχής δήμου Ρίου, σ. 26.
[5] Ἐπιφάνιος, Περί τοῦ βίου Ἀνδρέου, PG 120, σ. 245.
[6] Ὅπ. π., σ. 248.
[7] Ὅπ. π., σ. 249.
[8] Ἱππόλυτος, Περί τῶν ΙΒ’ Ἀποστόλων, PG 10, 952. Μ. Ἀθανάσιος, Ἐγκώμιον εἰς τόν Ἅγιον Ἀνδρέαν τόν Ἀπόστολον, PG 28, σ. 1108.
[9] Ἐπιφάνιος, Περί τοῦ βίου Ἀνδρέου, PG 120, σ. 249.
[10] Ὁ Τσέχος ρωμαιοκαθολικός καθηγητής Fr. Dvornik, βλέπει σκοπιμότητα ἀπό τήν ἀνατολική ἐκκλησία στό πρόσωπο τοῦ Ἀνδρέα, καθώς ἔγινε ἡ ἀφορμή τῆς θεωρίας τοῦ Ἀντιπέτρου. Μία ἄλλη πόλη, ἡ Πάτρα, διεκδικεῖ ἔτσι τήν ἵδρυσή της ἀπό Ἀπόστολο, μετά τή Ρώμη, πού βάφτηκε ἐπίσης μέ ἀποστολικό αἷμα. (Βλ. Παναγόπουλος, Ιστορικό λεξικό σ. 28, καί Dvornik, The idea of Apostolicity in Byzantinum and the legend of Apostle Andrew, Cambridge 1958).
[11] Τριανταφύλλου, Ἱστορικόν Λεξικόν, Α’, σ. 78.
[12] Τρεμπέλας, Ὁ Ἀπόστολος Ἀνδρέας, σ. 45.
[13] Τριανταφύλλου, Ἱστορικόν Λεξικόν, Α’, σ. 78.
[14] Τρεμπέλας, Ὁ Ἀπόστολος Ἀνδρέας, σ. 45.
[15] Επιφάνιος, Περί τοῦ βίου Ἀνδρέου, PG 120, 257.
[16] Ὅπ. π., σ. 260.
[17] Τρεμπέλας, Ὁ Ἀπόστολος Ἀνδρέας, σ. 44.
[18] Mai, Spicilegium Romanum, ΙΕ’, σ. 340, 346, 352.
[19] Τριανταφύλλου, Ἱστορικόν Λεξικόν, Α’, σ. 79.
[20] Ὅπ. π., σ. 79.
[21] Ὅπ. π., σ. 80.
[22] Ὅπ. π., σ. 80.
[23] Ὅπ. π., σ. 80.
[24] Ὅπ. π., σ. 80.
[25] Παναγόπουλος, Ιστορικό λεξικό, σ. 26-30.
[26] Ὅπ. π., σ. 104.
[27] Θωμόπουλος, Ὁ Ἀπόστολος Άνδρέας, σ. 59.
[28] Τριανταφύλλου, Ἱστορικόν Λεξικόν, Α’, σ. 81.
[29] Ὅπ. π., σ. 84.
[30] Παναγόπουλος, Ιστορικό λεξικό, σ. 29.
[31] Ὅπ. π., σ. 28.
[32] Ὅπ. π., σ. 29.