Στα 26 δισεκατομμύρια δολάρια κάθε χρόνο ή 186 δισεκατομμύρια δολάρια κάθε δεκαετία ανέρχεται το κόστος που επιφέρει η πλαστική ρύπανση από τα αποτσίγαρα, διαπιστώνει μια μελέτη που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «Tobacco Control».
Όπως αναφέρει το Interesting Engineering, τα φίλτρα των τσιγάρων κατασκευάζονται από ένα υλικό που ονομάζεται οξική κυτταρίνη και έχει διαπιστωθεί πως όχι μόνο δεν μειώνουν τους κινδύνους για την υγεία αλλά μπορεί να βλάψουν και τους πνεύμονες. Έχει αποδειχθεί ότι οι ίνες οξικής κυτταρίνης εναποτίθενται στους πνεύμονες των καπνιστών. Όταν γίνεται επεξεργασία της οξικής κυτταρίνης δημιουργείται συχνά ένα πλαστικό που δεν είναι βιοδιασπώμενο, οπότε χρειάζεται πολύ περισσότερος χρόνος για να αποσυντεθούν τα φίλτρα.
Σύμφωνα με την επικεφαλής αναλύτρια Ντέμπορα Σάι, η διαχείριση των αποβλήτων και οι ζημιές στα θαλάσσια οικοσυστήματα που προκαλούν τα αποτσίγαρα, κοστίζουν παγκοσμίως περίπου 25,7 δισεκατομμύρια δολάρια ετησίως.
Η ομάδα της Σάι προσάρμοσε τις απώλειες με βάση τον πληθωρισμό για μια περίοδο 10 ετών και διαπίστωσε ότι οι κυβερνήσεις σε όλο τον κόσμο έχουν υποστεί απώλειες ύψους 186 δισεκατομμυρίων δολαρίων.
«Αν και το ποσό αυτό είναι μικρό σε σύγκριση με τις ετήσιες οικονομικές απώλειες από τον καπνό (1,4 τρισεκατομμύρια δολάρια ετησίως) και μπορεί να φαίνεται ασήμαντο σε σύγκριση με τα 8 εκατομμύρια θανάτους που οφείλονται στο κάπνισμα κάθε χρόνο, αυτά τα περιβαλλοντικά κόστη δεν πρέπει να υποτιμώνται, καθώς συσσωρεύονται και μπορούν να προληφθούν», εξήγησε η ερευνήτρια.
Τα αποτσίγαρα είναι κατασκευασμένα από πλαστικό μιας χρήσης και έχει αποδειχθεί πως αποτελούν την κυριότερη πηγή θαλάσσιας ρύπανσης. Οι ερευνητές σημειώνουν στη μελέτη ότι, παρόλο που πολλές χώρες σε όλο τον κόσμο σημειώνουν πρόοδο στην ανάπτυξη πολιτικών για τα πλαστικά, ιδίως στην απαγόρευση των πλαστικών μιας χρήσης, το κόστος της πλαστικής ρύπανσης του καπνού παραβλέπεται.
Η ερευνητική ομάδα βασίστηκε σε δημόσια διαθέσιμα στοιχεία από τη Παγκόσμια Τράπεζα, τον Οργανισμό Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ), τον Άτλαντα για τον Καπνό και το Παγκόσμιο Ταμείο για τη Φύση, σχετικά με τις πωλήσεις τσιγάρων, το κόστος καθαρισμού και τα πλαστικά απόβλητα σε ξηρά και θάλασσα.
Η μελέτη καθιστά την καπνοβιομηχανία υπεύθυνη για τη συνέχιση της εμπορίας «του πιο επικίνδυνου καταναλωτικού προϊόντος στον κόσμο που έχει ένα τόσο τοξικό χαρακτηριστικό». Η μελέτη συνιστά επίσης ότι η καπνοβιομηχανία δεν θα πρέπει να συμπεριληφθεί σε διακυβερνητικές δεσμεύσεις όπως η συνθήκη για τα πλαστικά, λόγω του ιστορικού της παραβίασης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
«Η καπνοβιομηχανία γνώριζε ότι τα φίλτρα ήταν προβληματικά, καθώς η χρήση τους έχει συνδεθεί με έναν συγκεκριμένο τύπο επιθετικού καρκίνου του πνεύμονα, καθώς και με άλλους καρκίνους και καρδιαγγειακές παθήσεις. Αυτή η βιομηχανία δεν ενδιαφέρεται για τη βελτίωση της ανθρώπινης υγείας ή της περιβαλλοντικής ασφάλειας», καταλήγουν οι ερευνητές.