Πρόωρη Ανάσταση (και χωρίς Εβδομάδα των Παθών) θέλουν στην κυβέρνηση να κάνουν η αγορά και η οικονομία. Αφού πλέον η χώρα πάτησε στην επενδυτική βαθμίδα και εξασφάλισε προ μηνός ψήφο εμπιστοσύνης με προσφορές 35 δισ. ευρώ από τις διεθνείς αγορές για το ελληνικό δεκαετές ομόλογο, ο Μάρτιος αναδεικνύεται σε μήνα-πρόκληση για τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας όχι μόνο για φέτος, αλλά και για πάρα πολλά χρόνια μετά το 2032…
Τι ιδιαίτερο έχει ο Μάρτιος;
Ως τα μισά του μήνα θα κριθούν 3+1 στοιχήματα που μπορούν να φέρουν πολλά λεφτά στη χώρα.
7 Μαρτίου: Η Ελληνική Στατιστική Αρχή σήμερα θα ανακοινώσει τα στοιχεία για την πορεία του ΑΕΠ κατά το δ’ τρίμηνο του 2023. Θα αποκαλυφθεί αν δικαιώθηκαν και κατά πόσο οι μέχρι τώρα προβλέψεις της κυβέρνησης και όλων των διεθνών οργανισμών για την ανάπτυξη κατά το 2023.
Σε μια χρονιά που ήταν γεμάτη διεθνείς αβεβαιότητες και αναταράξεις, τυχόν επιβεβαίωση των ευοίωνων προβλέψεων θα αποτελέσει τη βάση και για νέες θετικές ανακοινώσεις για τη χώρα μας.
Σε κάθε περίπτωση, πάντως, η επίσημη ανακοίνωση από την ΕΛΣΤΑΤ για τη δυναμική της ελληνικής οικονομίας την ερχόμενη Τετάρτη επηρεάζει το μέλλον και θα είναι καθοριστική, τόσο ως βάση σύγκρισης για τις επιδόσεις του 2024 που μόλις ξεκίνησε (base effect) όσο και λόγω της επίδρασης την οποία μεταδίδει (carry over) η περσινή στη νέα χρονιά.
Συνεπώς, δεν θα έχει απλώς απολογιστικό χαρακτήρα, αλλά πολλαπλασιαστικό εάν τα πράγματα αποδειχθεί πως εξελίχθηκαν καλύτερα -ή χειρότερα- από ό,τι είχε προβλεφθεί. Κυρίως, όμως, σε περίπτωση απόκλισης (προς τα πάνω ή προς τα κάτω) θα αποτελέσει και πρόκριμα για το αν έκανε καλό ποδαρικό η νέα χρονιά ή όχι.
8 Μαρτίου: Ο οίκος αξιολόγησης DBRS θα ανακοινώσει την κρίση του για την ελληνική οικονομία. Ο καναδικός οίκος ήταν από τους πρώτους που πριν από έξι μήνες έδωσε την επενδυτική βαθμίδα στη χώρα μας. Συνεπώς θεωρείται δύσκολο τόσο σύντομα να την οδηγήσει ακόμα υψηλότερα. Πιθανότατα θα είναι συντηρητικός στις προβλέψεις του, καθώς δεν θα έχει προλάβει να ενσωματώσει και τον αντίκτυπο των ανακοινώσεων της ΕΛΣΤΑΤ που θα έχουν δημοσιοποιηθεί μόλις την προηγούμενη μέρα.
15 Μαρτίου: Σκυτάλη παίρνει ο οίκος Moody’s που είναι και ο μοναδικός που διατηρεί τη χώρα σε καθεστώς κάτω από την επενδυτική βαθμίδα.
Η κρίση του θεωρείται από ορόσημο γιατί θα έχει λάβει υπ’ όψιν και όλα τα νέα δεδομένα που θα έχουν ανακύψει μέσα στις επόμενες 10 ημέρες. Οι προσδοκίες για αναβάθμιση στην επενδυτική βαθμίδα είναι πολλές γιατί, για πρώτη φορά ίσως, ο συγκεκριμένος οίκος προχώρησε προ μηνών σε «μια κι έξω» διπλή αναβάθμιση κατά δύο βαθμίδες, δείχνοντας πως τρέχει πλέον να καλύψει την απόσταση από τους υπόλοιπους τέσσερις «μεγάλους» οίκους (Fitch, Standard & Poor’s, Scope και DBRS).
Ουδείς μπορεί να προεξοφλήσει αν ο Moody’s αποφασίσει να παρατείνει την αγωνία κατά έξι μήνες ακόμα, ως την επόμενη αξιολόγηση της χώρας μας (13 Σεπτεμβρίου 2024). Είναι ενδεικτικό όμως ότι πλέον η Ελλάδα είναι η μόνη χώρα της Ε.Ε. την οποία η JP Morgan θεωρεί πως, σε ποσοστό πιθανοτήτων 90%, η Moody’s θα αναβαθμίσει μέσα στο 2024.
Ολα τα παραπάνω έχουν τεράστια σημασία για τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά της χώρας, καθώς η κάθε αναβάθμιση και έκδοση νέου ομολόγου έχουν υποκαταστήσει πλέον τα μνημόνια και τις δόσεις που έπρεπε να παίρνει το κράτος, για να λειτουργεί και να πληρώνει μισθούς και συντάξεις. Αντικατοπτρίζουν όμως και τον βαθμό εμπιστοσύνης των αγορών και διευρύνουν την επενδυτική βάση της χώρας όχι μόνο για να δανείζεται φθηνότερα, αλλά και για να έρχονται περισσότερες νέες ξένες επενδύσεις που έχει ανάγκη η Ελλάδα στα επόμενα χρόνια, προκειμένου να καλύψει το επενδυτικό και παραγωγικό κενό και να επιστρέψει και να ξεπεράσει τα επίπεδα που βρισκόταν πριν από την κρίση και τα μνημόνια.
Ενα επιπλέον στοίχημα του Μαρτίου είναι και μία ακόμα -ενδεχόμενη- έξοδος της Ελλάδας στις αγορές. Αν ευνοήσει η διεθνής οικονομική συγκυρία, μάλιστα, δεν αποκλείεται σχεδόν ταυτόχρονα με τον «χρησμό» της Moody’s να υπάρξει και νέα έκδοση ελληνικού ομολόγου από τον ΟΔΔΗΧ.
Θα είναι η δεύτερη έκδοση που θα γίνει υπό καθεστώς επενδυτικής βαθμίδας. Μπορεί και η πρώτη, όμως, μετά από σχεδόν 14 χρόνια, κατά την οποία η Ελλάδα θα απολαμβάνει πλήρως την κατάκτηση αυτή, έχοντας τη σφραγίδα όχι μόνο από τους 4, αλλά και από τους 5 βασικούς οίκους αξιολόγησης. Ετσι τότε θα ξεκινήσει η προσπάθεια για ανάκτηση 5 βαθμίδων αξιολόγησης (με το «Α» μπροστά) που τις έχασε η Ελλάδα μετά το 2009.
Ηδη, όμως, με την πρώτη έκδοση ομολόγου που έγινε προ μηνός, διαφάνηκε ότι η Ελλάδα θα γλιτώσει περί τα 850 εκατ. ευρώ που θα τα πλήρωνε σε τόκους στα επόμενα 10 χρόνια (όφελος 85 εκατ. ευρώ τον χρόνο), επειδή έπεσαν τα επιτόκια μετά την επενδυτική βαθμίδα.
Σε σχέση με όσο δανειζόταν πριν από την επενδυτική βαθμίδα, σε κάθε δισεκατομμύριο που δανείζεται πλέον με ομόλογα εξοικονομεί 8,5 εκατ. ευρώ τον χρόνο. Προ μηνός με το νέο 10ετές δανείστηκε 4 δισ. και γλιτώνει 34 εκατομμύρια ετησίως ή 340 εκατ. ευρώ μέχρι τη λήξη του ομολόγου. Για φέτος το πρόγραμμα δανεισμού του ΟΔΔΗΧ προβλέπει να αντλήσει 10 δισ. συνολικά, με μέση διάρκεια 10ετίας. Αυτό σημαίνει ότι θα εκδοθούν επιπλέον ομόλογα συνολικού ύψους τουλάχιστον 6 δισ. ευρώ, με μέσο όφελος 51 εκατ. τον χρόνο ή 510 εκατ. επιπλέον σε βάθος δεκαετίας.
Τι θα γίνει μετά το 2032
Πολύ σημαντικό είναι επίσης και ότι οι αγορές δανείζουν πλέον τη χώρα για μέση διάρκεια δεκαετίας, δηλαδή πέρα και από το 2032 που θεωρείται κομβική χρονιά, καθώς τότε λήγει η περίοδος χάριτος που έλαβε η χώρα το 2012 (και επιβεβαιώθηκε το 2018), με συνέπεια κάποιοι να ανησυχούν πως θα «σκάσουν» αναβληθέντες τόκοι από δάνεια των μνημονίων. Βάζοντας όμως κεφάλαια δισεκατομμυρίων με μέσο ορίζοντα αποπληρωμής το 2034 -ή και έως το 2039 αν εκδοθεί 15ετές ομόλογο εφέτος-, οι επενδυτές δείχνουν έμπρακτα πως δεν φοβούνται και εμπιστεύονται ότι δεν θα χάσουν χρήματα στην Ελλάδα.