Το νέο αυτό Σύμφωνο θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως μια επική μάχη μάχη ανάμεσα στα κράτη-μέλη της ΕΕ και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, καθώς χρειάστηκαν περίπου τέσσερα χρόνια σκληρών διαπραγματεύσεων μετά τη συμφωνία της «άνω βουλής» της ΕΕ, ήτοι του Συμβουλίου της ΕΕ (σ.σ. τα κράτη-μέλη της ΕΕ), ώστε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, η «κάτω βουλή» της ΕΕ, να το εγκρίνει.
Πιο συγκεκριμένα, στο νέο Σύμφωνο Μετανάστευσης, κομβική θεωρείται η καθιέρωση της υποχρεωτικής αλληλεγγύης, με βάση την οποία όλα τα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα πρέπει να συνεισφέρουν στη διαχείριση του μεταναστευτικού, είτε οικονομικά είτε φιλοξενώντας μετανάστες, είτε παρέχοντας επιχειρησιακή υποστήριξη.
Το 2016 και το 2020, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πρότεινε ένα ολοκληρωμένο κοινό ευρωπαϊκό πλαίσιο για τη διαχείριση της μετανάστευσης και του ασύλου.
Στις 20 Δεκεμβρίου 2023, το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο κατέληξαν σε συμφωνία για τους πέντε βασικούς κανονισμούς:
– Νέος κανονισμός σχετικά με τη διαχείριση του ασύλου και της μετανάστευσης
– Νέους κανόνες που διέπουν καταστάσεις μεταναστευτικής κρίσης και περιπτώσεις ανωτέρας βίας
– Κοινή διαδικασία ασύλου
Στις 8 Φεβρουαρίου 2024, εκπρόσωποι των κρατών-μελών της ΕΕ ενέκριναν τις τρεις νομοθετικές πράξεις που είχαν ήδη συμφωνηθεί μεταξύ του Συμβουλίου και του Κοινοβουλίου το 2022:
– Ενιαίοι κανόνες για τις αιτήσεις ασύλου
– Καλύτερες συνθήκες υποδοχής
– Ένα νέο πλαίσιο της ΕΕ για την επανεγκατάσταση
Το πολιτικό και διπλωματικό θρίλερ
Μόλις δύο μήνες πριν τις ευρωπαϊκές εκλογές, όλες σχεδόν οι πολιτικές ομάδες του ΕΚ προέβαλαν σημαντικές ενστάσεις. Ο λόγος; Παρ’ όλο που οι μεγαλύτερες πολιτικές ομάδες, όπως το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα, οι Σοσιαλδημοκράτες και οι Φιλελεύθεροι συμφωνούσαν κατ’ αρχάς για το νέο αυτό Σύμφωνο, ορισμένες εθνικές αντιπροσωπείες είχαν αντίθετη άποψη, καθώς οι συγκεκριμένοι ευρωβουλευτές θα πρέπει σε λίγες εβδομάδες να διεκδικήσουν την ψήφο των πολιτων τους. Σε ένα ζήτημα, όπως αυτό της μετανάστευσης, το οποίο, παρ’ όλο άπαντες στην ΕΕ γνωρίζουν ότι χρειάζεται κοινή ευρωπαϊκή λύση, σχεδόν ουδείς την επιθυμεί.
Σχεδόν άπασες οι πολιτικές ομάδες του ΕΚ είχαν να επιλέξουν ανάμεσα σε «Ευρώπη-φρούριο» και σε μία Ευρώπη πολύ πιο θετική στην αποδοχή μεταναστών. Και φυσικά διαφωνούσαν, σχεδόν, όλοι με όλους.
Ορισμένοι ευρωβουλευτές μεταξύ των Σοσιαλιστών και των Δημοκρατών, όπως οι Ιταλοί του Partito Democratico, αντιτίθενται στο νέο Σύμφωνο, διότι η πρωθυπουργός Τζόρτζια Μελόνι το υποστηρίζει. Οι Σοσιαλδημοκράτες και η Δεξιά της Γαλλίας διαφωνούν επειδή το υποστηρίζουν οι Φιλελεύθεροι του Εμανουέλ Μακρόν. Και οι ακροδεξιά και η Αριστερά του ΕΚ εξέφρασαν τις αντιρρήσεις τους, καθώς δεν θέλουν να βρεθεί λύση για το μεταναστευτικό και προσφυγικό ζήτημα της ΕΕ, ιδίως δύο μόλις μήνες πριν τις ευρωπαϊκές εκλογές.
Ωστόσο, προβλήματα υπήρξαν και εντός του Ευρωπαϊκού Λαικού Κόμματος, καθώς οι Πολωνοί ευρωβουλευτές είχαν εκφράσει την πρόθεσή τους να καταψηφίσουν ή να απέχουν από το ψήφισμα και, σύμφωνα με πληροφορίες, ο προεδρος της Γαλλίας Εμανουέλ Μακρόν συνομίλησε με τον Πολωνό πρωθυπουργό Ντόναλντ Τουσκ, αργά το βράδυ, ώστε να βρεθεί μια κοινή θέση.
Σε μια προσπάθεια να μην καταρρεύσει στην αρχή η ψηφοφορία στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, κατατέθηκε πρόταση για την αλλαγή στη σειρά ψηφοφορίας των κειμένων, ώστε εάν οι ευρωβουλευτές καταψήφιζαν τα πιο δύσκολα εξ αυτών, να ακυρώνονταν οι επόμενες ψηφοφορίες.