Ελπίδες για διατήρηση της ανοσίας από το εμβόλιο προσφέρουν τα αποτελέσματα μελέτης Ελλήνων ερευνητών, σύμφωνα με τα οποία τα αντισώματα όσων έχουν νοσήσει από την Covid-19 διατηρούνται τουλάχιστον οκτώ μήνες.
Καθηγητές μελέτης που διεξάγεται από το Πανεπιστήμιο Αθηνών με επικεφαλής τον πρύτανη, Θάνο Δημόπουλο, διαπίστωσαν ότι σε 183 αναρρώσαντες ασθενείς και δότες πλάσματος, που χορηγείται σε νοσηλευόμενους ασθενείς στο πλαίσιο κλινικής μελέτης, το 80% διατηρεί τα εξουδετερωτικά αντισώματα -αυτά που καταπολεμούν τον ιό- οκτώ μήνες.
«Δεν ξέρουμε πόσο υψηλούς τίτλους αντισωμάτων θα έχουμε από τη χορήγηση του εμβολίου. Εάν επιτευχθεί, όμως, η διατήρηση αντισωμάτων που διαπιστώνεται σε όσους νόσησαν με τον ιό και νοσηλεύτηκαν, τότε η ανοσία που προσφέρουν τα αντισώματα θα διαρκεί τουλάχιστον οκτώ μήνες. Μπορεί να μας εκπλήξει και να έχουμε μεγαλύτερο διάστημα προστασίας σε σχέση με το εμβόλιο της γρίπης», αναφέρει στον «Ελεύθερο Τύπο» ο καθηγητής Αιματολογίας της Θεραπευτικής Κλινικής του Νοσοκομείου «Αλεξάνδρα» και ένας εκ των κύριων ερευνητών της μελέτης, Ευάγγελος Τέρπος.
Επισημαίνει, βέβαια, ότι δεν είναι γνωστό εάν όσοι χάνουν τα αντισώματά τους διατηρούν κύτταρα μνήμης ικανά ώστε σε πιθανή επόμενη φορά προσβολής από τον ιό να παραγάγουν γρήγορα αντισώματα καταπολεμώντας τον. Τα κύτταρα μνήμης είναι εξίσου σημαντικά με τα αντισώματα στη «μάχη» του ανθρώπινου οργανισμού με τον αόρατο εχθρό, και διεθνείς μελέτες αναφέρουν ότι διατηρούνται τουλάχιστον για οκτώ μήνες σε όσους νόσησαν από τον κορονοϊό.
Η συγκεκριμένη μελέτη στην Ελλάδα ξεκίνησε κατά το πρώτο επιδημικό κύμα και έχει ως αντικείμενο να εξεταστεί η θεραπευτική προσέγγιση με πλάσμα από ασθενείς που έχουν νοσήσει από την Covid-19 και αναρρώσει – τα αποτελέσματά της αναμένεται να δημοσιευτούν σε διεθνές επιστημονικό περιοδικό. Στο πλαίσιο της έρευνας, όσοι εθελοντικά αποφάσισαν να δώσουν πλάσμα εξετάστηκαν σε τακτικά διαστήματα για την παρουσία αντισωμάτων. Σύμφωνα με τον κ. Τέρπο, σε 259 άτομα που κρίθηκαν κατάλληλα για να υποβληθούν σε πλασμαφαίρεση, το 60% ήταν συμπτωματικοί που δεν χρειάστηκαν νοσηλεία, το 32% είχαν νοσηλευτεί σε νοσοκομείο (όχι απαραίτητα σε Εντατική) και το 8% ήταν ασυμπτωματικοί. Ο έλεγχός τους πραγματοποιήθηκε 67 ημέρες απ’ όταν εμφάνισαν το πρώτο κρούσμα, ενώ για τους ασυμπτωματικούς στο ίδιο διάστημα μετά το θετικό μοριακό τεστ. Αυτό που διαπίστωσαν οι ερευνητές ήταν ότι όσοι νοσηλεύτηκαν είχαν πολύ υψηλότερους τίτλους αντισωμάτων (σχετική δημοσίευση για όλα τα παραπάνω έχει πραγματοποιηθεί και στο ελβετικό περιοδικό «Microorganisms»).
Από τη στιγμή του ελέγχου έως την ημέρα της πλασμαφαίρεσης, διάστημα 12 ημερών, διαπιστώθηκε πτώση των αντισωμάτων κατά 7%-10% (σχετική σύντομη δημοσίευση στο έγκριτο περιοδικό «New England Journal of Medicine»). Περίπου έξι μήνες (173 ημέρες) από την ημέρα των συμπτωμάτων παρατηρήθηκε σημαντική υποχώρηση των αντισωμάτων, ενώ στους οκτώ μήνες από τα πρώτα συμπτώματα, 20% των 183 ασθενών που ελέγχθηκαν έχασαν τα εξουδετερωτικά τους αντισώματα. Μέσα σε αυτά τα 183 άτομα περιλαμβάνονται εννέα ασυμπτωματικοί, ενώ στο 20% που έχασε τα αντισώματα δεν περιλαμβάνεται κανένας ασθενής που νοσηλεύτηκε σε νοσοκομείο.
Στην έρευνα αυτή συμμετέχει και η Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Πατρών με τους καθηγητές, Χ. Γώγο, Α. Σπυριδωνίδη και Γ. Παναγιωτακόπουλο.