Μπαράζ ελέγχων και διασταυρώσεων ξεκινάει η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ) για να εντοπίσει διαμερίσματα, γραφεία και κατοικίες που δηλώνονται στην Εφορία ως «κλειστά», αλλά στην πραγματικότητα αξιοποιούνται.
Συγκεκριμένα, η ΑΑΔΕ θα λάβει από τον ΔΕΔΔΗΕ, τη ΔΕΗ και τους άλλους παρόχους στοιχεία προκειμένου να εντοπίσει αν υπάρχει κατανάλωση ηλεκτρικού ρεύματος.
Δηλαδή η ΑΑΔΕ θα αξιοποιήσει την πληροφορία του αριθμού του μετρητή για να εντοπίσει τις όποιες περιπτώσεις ψευδών δηλώσεων. Σε όσους εντοπιστούν να έχουν ενεργά τα ακίνητα και να τα νοικιάζουν θα τους επιβληθούν πρόστιμα, ενώ θα κληθούν για εξηγήσεις πληρώνοντας ταυτόχρονα και φόρους για αδήλωτο εισόδημα.
Συγκεκριμένα, η ΔΕΗ διαβιβάζει στην (ΑΑΔΕ):
■ Αριθμό Παροχής
■ ΑΦΜ συνδρομητή (ή αριθμό αστυνομικής ταυτότητας εφόσον στερείται ΑΦΜ)
■ Κατανάλωση ηλεκτρικού ρεύματος σε κιλοβατώρες (KWh)
■ Κόστος ηλεκτρικού ρεύματος (καθαρή αξία λογαριασμού)
■ Ημερολογιακό έτος αναφοράς
Σύμφωνα με πηγές της ΑΑΔΕ, υπάρχουν πολλές περιπτώσεις ιδιοκτήτων που σκοπίμως αποκρύπτουν τα ακίνητά τους από την Εφορία για τους εξής λόγους:
■ Τα κενά ακίνητα εξαιρούνται του τεκμηρίου διαβίωσης, που σημαίνει ότι ο ιδιοκτήτης, ειδικά αν εμφανίζει πολύ χαμηλό εισόδημα, μπορεί να γλιτώνει σημαντικά ποσά από φόρο εισοδήματος. Ομως, για τις κατοικίες που παραμένουν κενές για διάστημα μεγαλύτερο των έξι μηνών απαιτείται η προσκόμιση φωτοαντιγράφων λογαριασμών της ΔΕΗ ή οποιοδήποτε άλλο στοιχείο (π.χ. λογαριασμοί ύδρευσης, κοινοχρήστων) από το οποίο να αποδεικνύεται ότι το ακίνητο ήταν κενό για όλο το παραπάνω διάστημα.
■ Τα ακίνητα που ενοικιάζονται με «μαύρα» χρήματα στο χέρι πρέπει να εμφανίζονται ως κενά. Ετσι, ο ιδιοκτήτης τους δεν πληρώνει φόρο για το εισόδημα που εισπράττει από ενοίκιο. Ωστόσο, αναλαμβάνει τον κίνδυνο να μην εισπράξει ποτέ τα ενοίκια, καθώς με τη συναλλαγή της ενοικίασης να γίνεται κάτω από το τραπέζι, στην πραγματικότητα δεν υπάρχει τρόπος να διεκδικήσει κανείς απλήρωτα ενοίκια.
■ Θεωρητικά, το κενό ακίνητο απαλλάσσεται και από τα δημοτικά τέλη. Αυτό, ωστόσο, προϋποθέτει ότι θα έχει δηλωθεί ως κενό στον δήμο, κάτι που απαιτεί και σχετική βεβαίωση από τον ΔΕΔΔΗΕ. Επειδή όμως σπάνια το κάνουν οι ιδιοκτήτες, το ακίνητο συνεχίζει να φορτώνεται με δημοτικά τέλη σαν να είναι ανοιχτό και ο ιδιοκτήτης το ανακαλύπτει μόνο σε κάποια περίπτωση μεταβίβασης.
Οι φορείς της αγοράς, από την πλευρά τους, θεωρούν ότι καθοριστικό ρόλο στην αύξηση των «κενών» κατοικιών παίζει και το εξαιρετικά παλαιωμένο κτιριακό απόθεμα που διαθέτει η χώρα αλλά και το υψηλό κόστος που απαιτεί η ανακαίνισή τους. Σύμφωνα με τον πρόεδρο της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Ιδιοκτητών Ακινήτων (ΠΟΜΙΔΑ) Στράτο Παραδιά, «σήμερα τα πιο πολλά σπίτια στην Ελλάδα έχουν συμπληρώσει 50 χρόνια ζωής, με αποτέλεσμα αυτήν τη στιγμή κάθε σπίτι που αδειάζει πολύ δύσκολα μπορεί να ξαναενοικιαστεί, καθώς οι ιδιοκτήτες δεν διαθέτουν τους απαραίτητους οικονομικούς πόρους.
Συγκεκριμένα, το 51% των διαμερισμάτων της χώρας χτίστηκε στην εποχή της δικτατορίας, μεταξύ 1967 και 1974. Αυτό συνέβη καθώς δόθηκαν αλλεπάλληλες επαυξήσεις στον συντελεστή δόμησης και άρχισαν να χτίζονται διαμερίσματα με αντιπαροχή.
Επί δεκαετίες ο μεγάλος αριθμός των σπιτιών με αντιπαροχή ενοικιαζόταν σε χαμηλά μισθώματα, με αποτέλεσμα όσα άδειαζαν να μην ξαναγεμίζουν λόγω της παλαιότητάς τους. Πέρα από την ανάγκη της λειτουργικής ανακαίνισης, σήμερα απαιτείται και η ενεργειακή αναβάθμισή τους, η οποία θα γίνει υποχρεωτική από την Ευρωπαϊκή Ενωση μέχρι το τέλος του 2030. Αυτή θα καθορίσει αν ένας μεγάλος αριθμός σπιτιών θα μπορέσουν να ενοικιαστούν ή να αποσυρθούν οριστικά από την αγορά».