Πολύ βαρύτερο είναι το τίμημα που πληρώνουν τα χαμηλότερα εισοδηματικά στρώματα από τη συνεχιζόμενη ακρίβεια, όχι μόνο λόγω της αναντιστοιχίας στην αύξηση των εισοδημάτων και ιδίως όσων ζουν από τη μισθωτή εργασία τα τελευταία 4,5 χρόνια, αλλά και διότι οι δαπάνες τις οποίες κυρίως κάνουν, τρόφιμα και ενοίκιο, είναι αυτές στις οποίες καταγράφονται οι μεγαλύτερες ανατιμήσεις. Ετσι, αν και o τιμάριθμος τα τελευταία 4,5 χρόνια έχει μεταβληθεί κατά 15,01%, η αύξηση είναι πολύ μεγαλύτερη, κατά τέσσερις ποσοστιαίες μονάδες, και διαμορφώνεται στο 19,01% για τα νοικοκυριά με μηνιαίο εισόδημα έως 750 ευρώ.
Ο λόγος; Οι κατηγορίες στις οποίες κατευθύνονται κατά κύριο λόγο οι δαπάνες των πιο φτωχών νοικοκυριών είναι αυτές στις οποίες καταγράφηκαν οι μεγαλύτερες αυξήσεις τιμών στη διάρκεια των τελευταίων ετών, «τινάζοντας στον αέρα» τους οικογενειακούς προϋπολογισμούς. «Πρωταθλητές» τα τρόφιμα και μη αλκοολούχα ποτά, με τις τιμές να έχουν αυξηθεί το διάστημα Ιουλίου 2019-Φεβρουαρίου 2024 κατά 34,93%, και ακολουθεί η στέγαση (17,18%) λόγω της ανόδου των ενοικίων, ενώ τη διετία 2022-2023 εκτοξεύθηκε στα ύψη και το κόστος της θέρμανσης.
Πόσο επιβάρυνε η αύξηση των τιμών στα τρόφιμα τα νοικοκυριά που βρίσκονται στις χαμηλότερες εισοδηματικές κατηγορίες; Σύμφωνα με την ανάλυση που έχει κάνει η εταιρεία συμβούλων Netrino με μεγάλη εμπειρία ειδικά σε θέματα οργανωμένου λιανεμπορίου τροφίμων και μεταποίησης και παρουσιάζει η «Καθημερινή», ενώ οι παραπάνω αυξήσεις στα τρόφιμα επιβάρυναν κατά μέσον όρο τα νοικοκυριά κατά 49%, η επιβάρυνση στα νοικοκυριά με εισόδημα έως 750 ευρώ είναι 59% και στα νοικοκυριά με εισόδημα από 751 έως 1.100 ευρώ 60%.
Κάθε αύξηση στο ενοίκιο και γενικότερα στους παράγοντες κόστους στέγασης επιφέρει σχεδόν διπλάσιο πλήγμα στα φτωχότερα νοικοκυριά σε σύγκριση με τον μέσο όρο. Ετσι, ενώ η επιβάρυνση είναι 17% κατά μέσον όρο από την αύξηση των ενοικίων τα τελευταία 4,5 χρόνια, στα φτωχά νοικοκυριά εκτοξεύεται στο 31%. Σημαντικά υψηλή, 25%, είναι και στα νοικοκυριά με μηνιαίο εισόδημα 751-1.100 ευρώ, αλλά και στα μεσαία εισοδήματα (1.101-1.450 ευρώ), καθώς διαμορφώνεται σε 21%.
Δεν είναι τυχαίο ότι σύμφωνα με την τελευταία έρευνα εισοδήματος και συνθηκών διαβίωσης των ελληνικών νοικοκυριών που δημοσιοποίησε η Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛΣΤΑΤ) στις αρχές Απριλίου, το 47% του συνολικού πληθυσμού και το 79,1% του φτωχού πληθυσμού δηλώνουν ότι έχουν δυσκολίες στην πληρωμή ενοικίου ή δόσης δανείου. Σύμφωνα με την ίδια έρευνα, το ποσοστό του πληθυσμού που δηλώνει επιβάρυνση από το κόστος στέγασης ανέρχεται σε 28,5%, ενώ το ποσοστό για τον φτωχό και για τον μη φτωχό πληθυσμό είναι 86,3% και 15,1%, αντιστοίχως.
Tα μεσαία εισοδήματα
Παρά το γεγονός ότι έχουν μικρότερη βαρύτητα σε σύγκριση με τις δύο προαναφερθείσες κατηγορίες –τρόφιμα και στέγαση– και στις υπόλοιπες κατηγορίες που συνθέτουν το «καλάθι του δείκτη τιμών καταναλωτή» έχουν καταγραφεί σημαντικές αυξήσεις τιμών. Η αύξηση κατά 15,40% των χρεώσεων σε ξενοδοχεία – εστίαση μπορεί να επιβαρύνει λιγότερο τα φτωχά νοικοκυριά (ποσοστό επιβάρυνσης 3% στη χαμηλότερη εισοδηματική κατηγορία, έναντι μέσου όρου 11%), δεν συμβαίνει όμως το ίδιο με τις μεσαίες εισοδηματικές κατηγορίες: 7% στα νοικοκυριά με εισόδημα 1.101-1.450 ευρώ, 9% στα νοικοκυριά με εισόδημα από 1.451 ευρώ έως 1.800 ευρώ, 10% στα νοικοκυριά με εισόδημα 1.801-2.200 ευρώ.
Σημαντικές ανατιμήσεις, αν και με λιγότερη βαρύτητα, καταγράφηκαν και σε όλα τα άλλα βασικά είδη αγαθών και υπηρεσιών –με εξαίρεση τις επικοινωνίες– στη διάρκεια της περιόδου από τον Ιούλιο του 2019 έως τον Φεβρουάριο του 2024. Ανατιμήσεις που πλήττουν κατά κύριο λόγο τη λεγόμενη μεσαία τάξη. Ενδεικτικά, 10,10% στις μεταφορές, 7,70% στην υγεία, 7,30% στην εκπαίδευση, 6,93% στα είδη ένδυσης και υπόδησης.