Χαμηλές ήταν και το α’ τρίμηνο του 2024 οι εισροές νέων «κόκκινων» δανείων, με τις ελληνικές τράπεζες να είναι από τις λίγες στην Ευρώπη που καταφέρνουν – κόντρα σε ένα περιβάλλον αυξημένων επιτοκίων και πληθωρισμού – να μειώνουν το προβληματικό τους χαρτοφυλάκιο, ευθυγραμμιζόμενες έτσι, πλήρως με τους στόχους των τριετών business plans.
Όπως αποκαλύπτουν στο newmoney αρμόδια στελέχη των συστημικών Ομίλων, στα αποτελέσματα α’ τριμήνου που θα ξεκινήσουν να ανακοινώνονται αρχής γενομένης από την ερχόμενη εβδομάδα (30 Απριλίου από την Τράπεζα Πειραιώς και 1η Μαίου από την Εθνική Τράπεζα) και θα ολοκληρωθούν στις 16 Μαΐου (από Alpha Bank και Eurobank αντίστοιχα), θα αποτυπώνονται οι μικρές εισροές νέων μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων, επιβεβαιώνοντας τις εκτιμήσεις των διοικήσεων ότι η κατάσταση θα παραμείνει διαχειρίσιμη. Οι ίδιες, άλλωστε, έσπευσαν από νωρίς να επέμβουν, προκειμένου να ανακόψουν το όποιο «κύμα» θα μπορούσαν να σηκώσουν τα αυξημένα επιτόκια και ο πληθωρισμός.
Πιο αναλυτικά, όπως επισημαίνεται στην Έκθεση Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας της Τράπεζας της Ελλάδος (ΤτΕ), τον Απρίλιο του 2022 οι τέσσερις τράπεζες, στο πλαίσιο της εταιρικής κοινωνικής ευθύνης τους, ανακοίνωσαν πρόγραμμα ανταμοιβής για συνεπείς δανειολήπτες στεγαστικών δανείων (φυσικά πρόσωπα) με κυμαινόμενο επιτόκιο. Το πρόγραμμα τέθηκε σε ισχύ στις 02.05.2023 και προέβλεπε την αυτόματη ένταξη όλων των συνεπών δανειοληπτών με στεγαστικά δάνεια κυμαινόμενου επιτοκίου, ανεξαρτήτως διάρκειας και νομίσματος. Οι κυριότερες προϋποθέσεις αφορούσαν α) την εκταμίευση του δανείου – ολική ή τμηματική – έως 31.12.2022, β) τη μη ύπαρξη ληξιπρόθεσμων οφειλών για κεφάλαιο, τόκους, έξοδα κατά την 28.04.2023 και γ) την παραμονή σε ενήμερη κατάσταση, δηλαδή την απουσία οποιασδήποτε ληξιπρόθεσμης οφειλής κατά τη διάρκεια του προγράμματος. Αρχικά το πρόγραμμα προέβλεπε τη διατήρηση του επιτοκίου αναφοράς που ίσχυε την 31.3.2023, μειωμένου κατά 20 μονάδες βάσης για 12 μήνες, προστατεύοντας τους δανειολήπτες από τυχόν περαιτέρω αυξήσεις των βασικών επιτοκίων. Εντός του Μαρτίου 2024 δε, αποφασίστηκε η παράταση του προγράμματος για επιπλέον 12 μήνες, διαμορφώνοντας τη συνολική διάρκειά του σε 24 μήνες. Αξίζει να αναφερθεί πως σε περίπτωση που κατά τη διάρκεια του προγράμματος τα βασικά επιτόκια μειωθούν σε επίπεδο χαμηλότερο από αυτά του προγράμματος, τότε θα ισχύσει άμεσα το χαμηλότερο επιτόκιο προς όφελος των δανειοληπτών.
Η κίνηση αυτή, σε συνδυασμό με τη συνετή πολιτική στις χορηγήσεις δανείων, αλλά και την απροθυμία πολλών δανειοληπτών να εκτεθούν σε δανεισμό τη δεδομένη χρονική περίοδο, συνέβαλε στην αποτροπή της δημιουργίας νέων «κόκκινων» δανείων. Όπως, ωστόσο, σπεύδει να προειδοποιήσει η ΤτΕ, «η διατήρηση του πληθωρισμού σε υψηλό ακόμη επίπεδο, σε συνδυασμό με τα αυξημένα βασικά επιτόκια της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) και την επιβράδυνση του ρυθμού οικονομικής ανάπτυξης, δοκιμάζει την ανθεκτικότητα των νοικοκυριών και επιχειρήσεων και ενδέχεται να συμβάλει στη δημιουργία νέων μη εξυπηρετούμενων δανείων».
Ειδικότερα, στο τέλος του 2023 το συνολικό απόθεμα των μη εξυπηρετούμενων δανείων διαμορφώθηκε σε 9,9 δισ. ευρώ, μειωμένο κατά 24,9% ή 3,294 δισ. ευρώ σε σχέση με το τέλος του 2022 (13,2 δισ. ευρώ). Η συνολική μείωσή τους δε, σε σχέση με το υψηλότερο επίπεδό τους που καταγράφηκε το Μάρτιο του 2016 έφθασε το 90,7% ή 97,2 δισ. ευρώ. Αξιόλογη υποχώρηση του αποθέματος των ΜΕΔ καταγράφηκε σε όλα τα επιμέρους χαρτοφυλάκια δανείων το 2023, με σημαντικότερη ποσοστιαία μείωση των ΜΕΔ προς τα νοικοκυριά (-31,4%), ενώ ως προς τα απόλυτα μεγέθη, σημαντικότερη ήταν η μείωση των ΜΕΔ στα επιχειρηματικά δάνεια (-1,8 δισ. ευρώ). Και οι τέσσερις τράπεζες έχουν πετύχει τον επιχειρησιακό στόχο για μονοψήφιο ποσοστό ΜΕΔ, με τις τρεις εκ των τεσσάρων να βρίσκονται κάτω από το 5%. Στο πλαίσιο αυτό:
Η Alpha Bank σε 5% το 2024 – από 6% το 2023 – και 4% τη διετία 2025 – 2026.
Η Eurobank αναμένει ότι ο δείκτης NPE θα κλείσει στο 3,5% το 2024 και στο 3% το 2026 και
Η ΕΤΕ στο 3,5% το 2024 από 3,7% το 2023 και κάτω από 3% το 2026.
Κρας τεστ με την Ευρώπη
Σε αντίθεση με την υπόλοιπη Ευρώπη, όπου τα «κόκκινα» δάνεια φαίνεται να αυξάνονται, στην Ελλάδα ο επίμαχος δείκτης συνεχίζει να μειώνεται, με τη χώρα μας, μάλιστα, να φιγουράρει μεταξύ εκείνων με τις καλύτερες επιδόσεις.
Σύμφωνα με σχετική ανάλυση της Scope, τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια στην Ευρώπη «άγγιξαν» το δ’ τρίμηνο του 2023 τα 364,9 δισ. ευρώ, ήτοι αυξημένα κατά 2,2 δισ. ευρώ σε τριμηνιαία και κατά 7,5 δισ. ευρώ σε ετήσια βάση. Όσον αφορά στο σχετικό δείκτη, αυτός αυξήθηκε από 1,81% σε 1,85%.
Στον αντίποδα, η Ελλάδα εμφανίζει μείωση των «κόκκινων» δανείων κατά 0,8% το τελευταίο τρίμηνο και κατά 1,3% τον τελευταίο χρόνο, όταν, για παράδειγμα, χώρες, όπως η Γερμανία ή η Αυστρία είδαν το προβληματικό τους στοκ να αυξάνεται.