Δύο μόλις εβδομάδες έχουν περάσει από την ημέρα που η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προσέφυγε κατά του Ελληνικού Δημοσίου και ειδικά του ΕΣΥ για τις ληξιπρόθεσμες οφειλές προς τους ιδιώτες προμηθευτές, και τα τελευταία στοιχεία δείχνουν πως η κατάσταση βαίνει επιδεινούμενη. Ειδικότερα, τα σχετικά χρέη αυξήθηκαν ακόμη περισσότερο το Μάρτιο, καταγράφοντας νέο ρεκόρ ξεπερνώντας το 1,45 δισ. ευρώ.
Πιο συγκεκριμένα τα νοσοκομεία το τέλος Μαρτίου καταγράφουν ληξιπρόθεσμα χρέη 1.452 εκατ. ευρώ, ενώ ο ΕΟΠΥΥ μόλις 99 εκατ. ευρώ. Σύμφωνα λοιπόν με τα τελευταία στοιχεία που δημοσιοποίησε το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους, τα χρέη των νοσοκομείων προς τους προμηθευτές τους, ξεπέρασαν το προηγούμενο ρεκόρ που χε καταγραφεί το Ιανουάριο (1.451 εκατ. ευρώ), όταν στο τέλος της προηγούμενης χρονιάς ήταν 1.319 εκατ. ευρώ, δηλαδή σημειώθηκε αύξηση 10%. Αντίθετα στον ΕΟΠΥΥ τα αντίστοιχα ληξιπρόθεσμα χρέη μειώθηκαν σχεδόν στα μισά καθώς το τέλος του 2023 είχαν διαμορφωθεί στα 190 εκατ. ευρώ.
Όπως αποδεικνύεται από τα στοιχεία του ΓΛΚ, την τελευταία διετία, τα συνολικά ληξιπρόθεσμα προς τους προμηθευτές υγείας έχουν σχεδόν διπλασιαστεί. Συγκεκριμένα το ληξιπρόθεσμα των Νοσοκομείων από 606 εκατ. ευρώ το τέλος του 2021, αυξήθηκαν στα 907 εκατ. ευρώ το 2022, έφτασαν όπως είπαμε στα 1.319 εκατ. ευρώ στο τέλος της προηγούμενης χρονιάς, για να εκτιναχθούν ακόμη περισσότερο το τέλος του πρώτου τριμήνου της φετινής χρονιάς.
Όσον αφορά στον ΕΟΠΥΥ, τα πράγματα δείχνουν πιο ελεγχόμενα και παρουσιάζουν καλύτερη εικόνα, καθώς αυξήθηκαν στη διετία κατά μόλις 17 εκατ. ευρώ ενώ μέσα στην τρέχουσα χρονιά παρουσιάζουν σημαντική αποκλιμάκωση.
Από τα στοιχεία αποδεικνύεται επίσης ότι τα ληξιπρόθεσμα στον χώρο της υγείας αποτελούν και το μεγαλύτερο χρέος της Κυβέρνησης. Ειδικότερα, σύμφωνα με το ΓΛΚ, στο τέλος του φετινού Μαρτίου, οι συνολικές ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις του Κράτους ήταν της τάξης των 2.652 εκατ. ευρώ, αυξημένες κατά 409 εκατ. ευρώ σε σχέση με το τέλος του 2023. Η συμμετοχή κλάδου της υγείας έφτασε στο 59% των συνολικών ληξιπρόθεσμων χρεών.
Δηλαδή περίπου τα 6 ευρώ από τα 10 ευρώ που χρωστάει το Ελληνικό Δημόσιο, τα χρωστά σε εταιρείες που παρέχουν υπηρεσίες και προμήθειες για το ΕΣΥ και τον ΕΟΠΥΥ. Να πούμε εδώ ότι το ποσοστό αυτό των χρεών είναι βελτιωμένο (από 68% το τέλος Ιανουαρίου) λόγω της αύξησης των συνολικών οφειλών όπως αναφέραμε. Όμως και πάλι είναι ιδιαίτερα υψηλό.
Όπως επισημαίνει το υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, στα ποσά συμπεριλαμβάνονται τα rebate (υποχρεωτικές εκπτώσεις) και clawbak (υποχρεωτικές επιστροφές) από την πλευρά των προμηθευτών, τα οποία δεν έχουν ακόμα συμψηφιστεί.
Να αναφέρουμε ακόμη ότι οι δύο κλάδοι οι οποίοι πλήττονται περισσότερο από τις καθυστερήσεις αποπληρωμής, είναι οι φαρμακευτικές εταιρείες και οι εταιρείες ιατροτεχνολογικών προϊόντων. Μάλιστα τα νοσοκομεία φαίνεται να χρωστούν πάνω από 1 δισ. ευρώ στις εταιρείες αυτές, με τις εταιρείες των ιατροτεχνολογικών να τονίζουν την κρισιμότητα της κατάστασης.
Προσφυγή της Ευρωπαϊκής Επιτροπής
Να υπενθυμίσουμε ότι στις 24/4, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προχώρησε σε προσφυγή κατά του Ελληνικού Δημοσίου για τις ληξιπρόθεσμες οφειλές των νοσοκομείων, καταδεικνύοντας τη σημασία που αποδίδουν οι Βρυξέλλες στον τερματισμό μιας πρακτικής του κράτους – κακοπληρωτή, που στερεί ρευστότητα από τις επιχειρήσεις και συνεπώς και την ανάπτυξη.
Όπως σημειώνεται στο σχετικό ρεπορτάζ της Καθημερινής, τα νοσοκομεία εξακολουθούν να διατηρούν ανοιχτή την πληγή των ληξιπρόθεσμων οφειλών του Δημοσίου που κρατάει από τα μνημονιακά χρόνια, λόγω των καθυστερούμενων τότε συντάξεων. Το θέμα των συντάξεων λύθηκε, αλλά των νοσοκομείων οξύνθηκε και το αποτέλεσμα παραμένει ίδιο: ένα βουνό ληξιπρόθεσμων οφειλών.
Η προσφυγή της Ευρωπαϊκής Επιτροπής αφορά τη μη τήρηση της υποχρέωσης των νοσοκομείων για άμεση εξόφληση των οφειλών τους, όταν οι προμηθευτές συμφωνούν να παραιτηθούν από τα δικαιώματά τους για τόκους. Είχε προηγηθεί τον Νοέμβριο προσφυγή για τη γενικότερη καθυστέρηση πληρωμών. Η οδηγία 2011/7/Ε.Ε. για τις καθυστερήσεις πληρωμών υποχρεώνει τις αρμόδιες αρχές να εξοφλούν τα τιμολόγιά τους εντός 30 ημερών (ή 60 ημερών αν πρόκειται για υγειονομικές αρχές).
«Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θεωρεί ότι οι προσπάθειες που έχουν καταβάλει μέχρι στιγμής οι ελληνικές αρχές είναι ανεπαρκείς», ανέφερε τότε στην ανακοίνωσή της. Όπως τόνισε, «οι καθυστερήσεις πληρωμών από τα δημόσια νοσοκομεία παρεμποδίζουν την ανταγωνιστικότητα και την ανθεκτικότητα των επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στον τομέα της υγείας, ιδίως των μικρομεσαίων επιχειρήσεων».
Να αναφέρουμε ακόμη ότι γενικότερα εντατικοποιούνται οι προσπάθειες μέσω της Εθνικής Κεντρικής Αρχής Προμηθειών Υγείας (ΕΚΑΠΥ) να καμφθούν οι δυσκολίες ως προς την άμεση εξόφληση των προμηθευτών και δη των φαρμακευτικών εταιρειών. Μέσω δε της ΕΚΑΠΥ επιδιώκεται και ο προσδιορισμός των υποχρεωτικών επιστροφών (rebate και clawback) να γίνεται πιο γρήγορα ώστε να ολοκληρώνεται και η εκκαθάριση των οφειλών σε ένα λογικό χρόνο. Σήμερα αυτό δε συμβαίνει και μάλιστα για το 2023 οι εταιρείες φαρμάκου δε γνωρίζουν ποιες είναι οι επιβαρύνσεις τις οποίες θα κληθούν να καταβάλουν.