Όταν εισήλθε στη ζωή μας το διαδίκτυο, κανείς δεν γνώριζε σε ποιον βαθμό αυτό θα επηρέαζε την καθημερινότητά μας και πού θα έφταναν οι δυνατότητες που προσφέρει.
Όπως κάθε «επανάσταση» στην τεχνολογία η αποτίμηση θα μπορούσε να πει κανείς ότι περιλαμβάνει θετικές και αρνητικές πτυχές, με τις τελευταίες να αφορούν την ασφάλεια, τις ψυχολογικές επιπτώσεις και σε περιπτώσεις τον εθισμό.
Στον αντίποδα, μία νέα μελέτη του Ινστιτούτου Διαδικτύου της Οξφόρδης, η οποία περιλαμβάνει στοιχεία από 168 χώρες, έδειξε ότι η πρόσβαση και η χρήση του διαδικτύου συνδέεται σταθερά με υψηλή ευημερία.
Οι ερευνητές ανέλυσαν δεδομένα που συγκεντρώθηκαν μεταξύ 2006 και 2021 από 2 εκατομμύρια άτομα ηλικίας 15 έως 99 ετών σε όλο τον κόσμο, μεταξύ άλλων από χώρες της Λατινικής Αμερικής, της Ασίας και της Αφρικής.
Το Ινστιτούτο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι, ότι τα άτομα που είχαν πρόσβαση στο ίντερνετ ή το χρησιμοποιούσαν ενεργά ανέφεραν μεγαλύτερα επίπεδα ικανοποίησης από τη ζωή και κοινωνικής ευημερίας.
Στατιστική και δεδομένα
Οι ερευνητές μελέτησαν οκτώ δείκτες ευημερίας, συμπεριλαμβανομένης της ικανοποίησης από τη ζωή, των καθημερινών αρνητικών και θετικών εμπειριών και της κοινωνικής ευημερίας.
Εξέτασαν ένα «πολυσύμπαν» από σχεδόν 34.000 διαφορετικά στατιστικά μοντέλα και υποσύνολα δεδομένων.
Στο 85% των περιπτώσεων αυτά έδειξαν συσχετίσεις μεταξύ της συνδεσιμότητας στο διαδίκτυο και της ευημερίας που ήταν θετικές και στατιστικά σημαντικές.
Τα κενά
Οι ερευνητές αναγνωρίζουν ότι η μελέτη έχει περιορισμούς, ιδίως ότι δεν μπορεί να αποδείξει αιτία και αποτέλεσμα.
Για παράδειγμα, οι συγγραφείς δεν μπορούσαν να αποκλείσουν εντελώς την πιθανότητα ότι η αύξηση των εισοδημάτων, η οποία συνδέεται επίσης με την αύξηση της πρόσβασης στο διαδίκτυο, είναι η αιτία που οι άνθρωποι αισθάνονται καλύτερα.
Επιπλέον για όσους ερωτηθέντες απάντησαν αρνητικά στη διασύνδεση διαδικτύου και ευημερίας, με το μεγαλύτερο ποσοστό να παρατηρείται σε νεαρές γυναίκες ηλικίας 15 έως 24 ετών, δεν μπορεί να αποδειχτεί ότι η πρόσβαση στο διαδίκτυο τους προκαλεί δυστυχία.