Άρθρο του Ανδρέα Κοσμάτου, Γραμματέα του σπιράλ
Η «Λαϊκή Συσπείρωση» έχει καταφέρει να περάσει στον κόσμο ότι είναι η μόνη παράταξη που παλεύει για το λαό με το λαό! Πλείστα όσα τα παραδείγματα με πορείες εντός αλλά και εκτός των τειχών (βλ. Αθήνα), με συγκεντρώσεις στο λιμάνι, στην Αγ. Νικολάου, στην πλατεία Όλγας, στην πλατεία Γεωργίου, στο Ρίο, στην Ξερόλακκα (κυρίως ως αντιπολίτευση, μετά την ξέχασε) κτλ.
Πολλές οι αφίσες που μας θυμίζουν αυτούς τους αγώνες, την πάλη με το κατεστημένο και για να μην τους ξεχνάμε… μένουν ημι-λιωμένες για μήνες στα φανάρια και τις κολώνες της έρμης αυτής πόλης. Πολλά τα πανό με συνθήματα, όλα εμπνευσμένα, όλα με οργή και πάθος, χιλιοειπωμένα και πια κουρέλια να κρέμονται από τα ιστορικά κτήρια και όχι μόνο!
Κιλά χυμένες οι κόκκινες μπογιές σε κάθε αυτοσχέδιο καμβά της πόλης μας, σε τοίχους σιντριβάνια, αγάλματα, μνημεία, ότι και όπου γουστάρει ο «οργισμένος καλλιτέχνης»!
Τα μηνύματα σαφή: «ΕΜΕΙΣ είμαστε τα αφεντικά της πόλης», «ΕΜΕΙΣ ξέρουμε πιο είναι το καλό της πόλης», «ΕΜΕΙΣ ξέρουμε πως διεκδικούνται τα δικαιώματα της πόλης», «ΕΜΕΙΣ ξέρουμε ποια είναι τα δικαιώματα της πόλης», «το δίκιο το έχουμε ΕΜΕΙΣ», «ήρθαμε να φτιάξουμε ότι χαλάσατε ΕΣΕΙΣ». ΕΜΕΙΣ κι ΕΣΕΙΣ… από την αρχή η στρατηγική αυτής της παράταξης, που ήρθε στα πέτρινα χρόνια των μνημονίων ήταν να διαιρέσει και το κατάφερε… διαίρεσε σε κατηγορίες τους Πατρινούς: Ρίο οι πλούσιοι, Ζαρουχλείκα οι φτωχοί, κέντρο οι αστοί, παραλία οι περιφρονημένοι. Όσο πιο διακριτά τα σύνορα, τόσο πιο εύκολα αποδέχεται αυτός που του κολλάς την ταμπέλα τον χαρακτηρισμό που του αποδίδεις, ταυτίζεται πιο εύκολα με την ομάδα και χάνει την ιδιαιτερότητα του και το δίκιο του γίνεται το δίκιο της μάζας.
Παρατηρώντας κανείς αυτούς τους αγώνες της «Λαϊκής Συσπείρωσης» θα βρει φοβερά και μεγάλα συνθήματα και διεκδικήσεις. Θέλουμε περισσότερα χρήματα, θέλουμε περισσότερους εργαζόμενους και κορωνίδα όλων θέλουμε το τρένο υπόγειο από το Ρίο μέχρι το λιμάνι, όπου βρίσκονται πολλές κατοικίες. Το ωραίο σε αυτό το τελευταίο, είναι πως ξεχνάνε να ζητήσουν και την υπογειοποίηση μετά το λιμάνι, καθώς το τρένο σίγουρα θα πάει και προς Πύργο, όπου περνάει όχι ανάμεσα από εξοχικά, όπως στο Ρίο-Καστελόκαμπο, αλλά ανάμεσα από πολυκατοικίες προς την μεριά της παραλίας σε όλο το μήκος της οδού Σουνίου.
Κανείς δεν λέει όμως στον κόσμο ότι είναι σχεδόν αδύνατον να πάρει ο Δήμος αυτά που ζητάει! Το γιατί είναι μια άλλη συζήτηση, άλλωστε αν ήταν να πάρει κάτι από αυτά που ζητάει θα το είχε πάρει μέσα στα 10 χρόνια που εφαρμόζει την ίδια πολιτική. Γιατί λοιπόν ζητάει τ’ άστρα και το φεγγάρι; Πρόκειται για στρατηγική επιλογή, προσανατολίζει την μαχητικότητα του κόσμου που τον ακολουθεί σε ανέφικτες διεκδικήσεις, προκειμένου να γίνεται απαραίτητος, να φαίνεται μαχητικός και να αποπροσανατολίζει από πράγματα που ΔΕΝ γίνονται στην πόλη! Διότι τι μπορεί να γίνει σε μια πόλη χωρίς χρήματα και δημοτικούς υπαλλήλους; ΤΙΠΟΤΑ… Έτσι λοιπόν πορεύεται, εμπορεύεται τους λόγους για τους οποίους δεν γίνεται ΤΙΠΟΤΑ, αγοράζει ο πολύς κόσμος και ταυτόχρονα κερδίζει και αρκετή από την δόξα όσων γίνονται με πρωτοβουλία και πόρους της περιφέρειας … η συνταγή της επιτυχίας!
Το πιο σημαντικό όμως το άφησα τελευταίο: Αν, για παράδειγμα, διεκδικούσε πράγματα πιο εύκολα, πιο υλοποιήσιμα, όπως π.χ. την επιδότηση των ΜΜΜ, όπως γίνεται στην Αθήνα και την Θεσσαλονίκη, για πιο φθηνές μεταφορές ή μια ειδική χρηματοδότηση για την αξιοποίηση της δημοτικής περιουσίας και των κληροδοτημάτων, ακόμα και τη διοχέτευση μεγάλων διοργανώσεων στην Πάτρα για τόνωση του γοήτρου και της οικονομίας μας, τότε μπορεί το ασύλληπτο να γινόταν! Μπορεί να τον βοηθούσε η κυβέρνηση να γίνουν! Δηλαδή η πόρτα που ξεροσταλιάζει απ’ έξω ρίχνοντας συνθήματα, πανό και μπογιές τόσα χρόνια μπορεί να άνοιγε και τότε ποιο θα ήταν το αφήγημα; Ποιος θα ήταν ο δράκος του παραμυθιού;
Πολλές φορές έχει ακουστεί από το στόμα στελεχών του κόμματος, ότι τελικός στόχος είναι η επανάσταση του προλεταριάτου (ναι, πραγματικά πιστεύουν σε αυτό) και για να επιτευχθεί θα πρέπει ο κόσμος να νιώσει ότι οι κυβερνήσεις τον εγκαταλείπουν, να νιώσει στριμωγμένος και αδικημένος, τότε μόνο δεν θα έχει άλλη λύση… Εμείς λοιπόν δεν έχουμε την κρίση να δούμε τι παιχνίδι παίζεται στην πλάτη μας; Ή μήπως ζούμε ένα ιδιότροπο «σύνδρομο της Στοκχόλμης»;