Νέα μελέτη της Τράπεζας της Ελλάδας (ΤτΕ) αποκαλύπτει πως οι τιμές των επώνυμων τυποποιημένων προϊόντων στα σούπερ μάρκετ της Ελλάδας εξακολουθούν να είναι από τις πιο υψηλές στις χώρες της Ευρωζώνης.
« O ανταγωνισμός στην αγορά των παραγωγών, η συγκέντρωση της αγοράς λιανικής και οι συνήθειες των καταναλωτών εξηγούν σημαντικό μέρος των διαφορών στις τιμές μεταξύ των χωρών». Δεν είναι τυχαίο ότι ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας έχει αναφερθεί στην ύπαρξη ολιγοπωλιακών συνθηκών στην αγορά, μεταξύ άλλων, τροφίμων αναφέρουν οι μελετητές σύμφωνα με την εφημερίδα ” Καθημερινή“.
Οι μελετητές (Αλέξανδρος Καρακίτσιος, Θεοδώρα Κοσμά, Δημήτρης Μαλλιαρόπουλος, Γεώργιος Παπαδόπουλος, Παύλος Πέτρουλας) υπολογίζουν ότι στα προϊόντα με τις υψηλότερες πωλήσεις, η εξομοίωση της δομής της ελληνικής αγοράς και της συμπεριφοράς των καταναλωτών στην Ελλάδα με τα αντίστοιχα επίπεδα της Ευρωζώνης θα οδηγούσε σε μειώσεις στις διαφορές τιμών 17 ποσοστιαίων μονάδων κατά μέσον όρο.
«Υπάρχει δυνατότητα περαιτέρω βελτίωσης, με παρεμβάσεις οι οποίες αυξάνουν τον ανταγωνισμό μεταξύ των παραγωγών, επιφέρουν αλλαγές στη δομή της αγοράς λιανικής και –σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα– έχουν στόχο να οδηγήσουν σε αυξημένο καταναλωτικό αλφαβητισμό», αναφέρει η μελέτη, απευθύνοντας μήνυμα και προς την κυβέρνηση.
Οι διαφορές σε σύγκριση με την Ευρωζώνη φτάνουν στο 129% στο ανθρακούχο νερό και στο 56% στο γάλα μακράς διαρκείας.
Η μελέτη εστιάζει ειδικότερα σε δύο επιμέρους κατηγορίες προϊόντων, τα πιο ακριβά συγκριτικά με την Ευρωζώνη προϊόντα και αυτά με τα μεγαλύτερα μερίδια πωλήσεων στην Ελλάδα.
- Στα πιο ακριβά –συγκριτικά με την Ευρωζώνη– προϊόντα, οι διαφορές φτάνουν κατά μέσον όρο στο 61%. Ενδεικτικά, ο αλεσμένος καφές είναι 50% ακριβότερος, το βούτυρο 54%, η μαργαρίνη 60% και οι χαρτοπετσέτες 100%.
- Στα προϊόντα με τα υψηλότερα μερίδια πωλήσεων στην Ελλάδα, που είναι και τα πιο αντιπροσωπευτικά για το «καλάθι» του Έλληνα καταναλωτή, η διαφορά περιορίζεται στο 3%, που σημαίνει ότι η Ελλάδα παραμένει, έστω και λίγο, ακριβότερη από την Ευρωζώνη. Αν εξαιρεθεί μάλιστα το ελαιόλαδο, το οποίο είναι 24% φθηνότερο από την Ευρωζώνη, η διαφορά Ελλάδας – Ευρωζώνης ανεβαίνει στο 5%. Ενδεικτικά, στον στιγμιαίο καφέ είναι 17% ακριβότερη, στα δημητριακά 15%, στα ανθρακούχα αναψυκτικά 15% και στο ουίσκι 7%. Εκτός από το ελαιόλαδο, φθηνότερη είναι στο σαμπουάν 13%, στο φρέσκο γάλα 8% και στις βρεφικές πάνες 4%.
Η μελέτη βασίζεται στα αποτελέσματα άλλης ευρωπαϊκής μελέτης των Dixon et al. (2023). Οι μελετητές της Τράπεζας της Ελλάδος κατασκεύασαν υποθετικές τιμές που θα ίσχυαν αν η δομή της ελληνικής αγοράς και της συμπεριφοράς των καταναλωτών εξομοιωνόταν με τα αντίστοιχα δεδομένα της Ευρωζώνης και τα αποτελέσματα στα οποία κατέληξαν είναι εντυπωσιακά:
- Οι τιμές στα πιο ακριβά προϊόντα θα μπορούσαν να είναι 28%-33% χαμηλότερες, περιορίζοντας τη διαφορά των τιμών από την Ευρωζώνη από το 61% στο μισό, δηλαδή στο 31%.
- Οι τιμές στα προϊόντα με μεγάλα μερίδια αγοράς στην Ελλάδα θα μπορούσαν να μειωθούν κατά 17%, κατεβάζοντας το μέσο επίπεδο τιμών στην Ελλάδα κάτω από τον μέσο όρο της Ευρωζώνης. Ωστόσο, στο ελαιόλαδο, που οι Έλληνες συνηθίζουν να το αγοράζουν σε μεγάλες συσκευασίες, η προσαρμογή στις ευρωπαϊκές συνήθειες θα είχε ως αποτέλεσμα την αύξηση της τιμής του κατά 37%!
• Οι τιμές σε άλλα προϊόντα και υπηρεσίες.
Οι μελετητές αγγίζουν και το γενικότερο θέμα των τιμών, πέραν των σούπερ μάρκετ, όπως τα μη επεξεργασμένα είδη διατροφής, ενοίκια και υπηρεσίες, με στοιχεία Ιανουαρίου 2024 από τη βάση δεδομένων Numbeo.