Σημαντικές καθυστερήσεις στην πρόσβαση καινοτόμων φαρμάκων έχουν οι Έλληνες ασθενείς, αφού όπως φαίνεται από νεότερη μελέτη, το 53% των νέων φαρμάκων που εγκρίθηκαν στην Ευρώπη την τελευταία τετραετία δεν προβλέπεται να είναι άμεσα διαθέσιμο στη χώρα μας υπό τις τρέχουσες οικονομικές συνθήκες.
Όπως προκύπτει από τα αποτελέσματα της μελέτης, από τα 221 νέα καινοτόμα φάρμακα, μόνο 43 (19%) είναι σήμερα διαθέσιμα στην ελληνική αγορά. Σε ό,τι αφορά στα τιμολογημένα φάρμακα, μόνο 5 από τα 35 (14%) νέα καινοτόμα φάρμακα είναι βέβαιο ότι θα είναι διαθέσιμα στο μέλλον. Μάλιστα, ανησυχητικό είναι το γεγονός ότι τρία στα τρία νέα καινοτόμα νευρολογικά φάρμακα (δηλαδή ποσοστό 100%) είναι απίθανο να είναι διαθέσιμα στο μέλλον στην Ελλάδα, σύμφωνα με τη μελέτη.
Αναφορικά με σκευάσματα που έχουν τιμή, 46 από τα 143 (32%) νέα καινοτόμα φάρμακα μπορούν δυνητικά να γίνουν διαθέσιμα στο μέλλον. Το συμπέρασμα της έρευνας που πραγματοποίησε η IQVIA είναι ότι ένα στα δύο (53%) των νέων καινοτόμων φαρμάκων μάλλον δε θα είναι διαθέσιμα στη χώρα μας.
Τα παραπάνω στοιχεία έρχονται σε συνέχεια της νεότερης εκτίμησης του δείκτη W.A.I.T. (Waiting to Access Innovative Therapies), η οποία διενεργείται από την EFPIA και δείχνει πως ελάχιστα έχουν αλλάξει στην πρόσβαση των Ελλήνων ασθενών σε καινοτόμες θεραπείες.
Αναφορικά με το χρόνο που απαιτείται για την διαθεσιμότητα των φαρμάκων, χρειάζονται 587 ημέρες κατά μέσο όρο από την Ευρωπαϊκή έγκριση τους μέχρι να αποζημιωθούν στην χώρα μας. Ο χρόνος αυτός υπολείπεται κατά σχεδόν δύο μήνες (56 μέρες) από τον Ευρωπαϊκό μέσο όρο αλλά έχει βελτιωθεί κατά 74 ημέρες έναντι της προηγούμενης περιόδου.
Μικρή δημόσια χρηματοδότηση
Τα δεδομένα είναι ανησυχητικά και σε ό,τι αφορά στη φαρμακευτική δαπάνη. Η Ελλάδα έχει απόκλιση 70 ποσοστιαίων μονάδων από τον Ευρωπαϊκό μέσο όρο, ενώ είναι η μόνη χώρα που μείωσε τη συνολική χρηματοδότηση του φαρμάκου το διάστημα 2013 -2022.
Σύμφωνα με τον ΣΦΕΕ, η χώρα μας είναι η μόνη χώρα που μείωσε τη δημόσια νοσοκομειακή χρηματοδότηση για το φάρμακο σημειώνοντας απόκλιση 116 ποσοστιαίων μονάδων σε σύγκριση με τον Ευρωπαϊκό Μ.Ο. το διάστημα 2013 – 2022. Συγκεκριμένα, ο μέσος ευρωπαϊκός όρος είναι +89,6% και η Ελλάδα έχει υποχωρήσει κατά -26,6%.
Αντίστοιχα στην εξωνοσοκομειακή δημόσια χρηματοδότηση η Ελλάδα έχει απόκλιση 56 ποσοστιαίων μονάδων από τον Ευρωπαϊκό μ.ό., καθώς ο μέσος όρος των χωρών της Ευρώπης κυμαίνεται στο +42,5%, ενώ η Ελλάδα βρίσκεται στο – 11,09%. Συγκρίνοντας τη συνολική (νοσοκομειακή και έξω νοσοκομειακή) δημόσια κατά κεφαλήν χρηματοδότηση του φαρμάκου για το 2022, η μελέτη κατέγραψε σημαντική υστέρηση -64% και -70% έναντι των χωρών της Νότιας Ευρώπης (ΝΕ) και Δυτικής Ευρώπης (ΔΕ) στη δημόσια κατά κεφαλή Νοσοκομειακή Φαρμακευτική Δαπάνη και υστέρηση -13% και -45% έναντι της ΝΕ και ΔΕ στη δημόσια κατά κεφαλή έξω-νοσοκομειακή φαρμακευτική δαπάνη. Στο σύνολο της δημόσιας χρηματοδότησης του φαρμάκου η Ελλάδα είναι ουραγός έναντι των χωρών της Νότιας και Δυτικής Ευρώπης.
«Οι ανωτέρω μελέτες καταδεικνύουν με σαφήνεια ότι είναι επιτακτική ανάγκη να φέρουμε τη Πολιτεία και τη φαρμακοβιομηχανία γύρω από το τραπέζι και να οικοδομήσουμε κοινές λύσεις, ξεκινώντας από το σημαντικό έλλειμμα στην δημόσια χρηματοδότηση του φαρμάκου στην χώρα ,σε συνδυασμό με την βελτίωση της απόδοση της επένδυσης μέσω ελέγχων και χρήσης ψηφιακών εργαλείων. Θα πρέπει να διασφαλίσουμε τόσο την ισότιμη, καθολική και έγκαιρη πρόσβαση των Ελλήνων ασθενών στις νέες, καινοτόμες θεραπείες όσο και ένα βιώσιμο επιχειρηματικό περιβάλλον, ώστε οι εταιρίες του κλάδου να επενδύσουν ακόμα περισσότερο στη χώρα», είναι η θέση του ΣΦΕΕ.