Κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού, οι υψηλές θερμοκρασίες επηρεάζουν τόσο τους οδηγούς όσο και τα οχήματα, συμπεριλαμβανομένων των θερμικών και ηλεκτρικών κινητήρων, καθώς και άλλων εξαρτημάτων όπως τα φρένα και τα ελαστικά.
Η θερμότητα μειώνει το οξυγόνο στον αέρα που εισέρχεται στον κινητήρα, επηρεάζοντας το μείγμα αέρα-καυσίμου και οδηγώντας σε απώλεια ισχύος και αυξημένη κατανάλωση καυσίμου. Ωστόσο, ένα καλά συντηρημένο σύστημα ψύξης και γενικότερα ένα αυτοκίνητο που έχει περάσει από τα προβλεπόμενα σέρβις (με τσεκαρισμένα λάδια, παραφλού ψυγείου κ.α.) μπορεί να μετριάσει αυτές τις επιπτώσεις.
Οι κινητήρες που έχουν μεγαλύτερο πρόβλημα είναι οι υπερτροφοδοτούμενοι, καθώς η τουρμπίνα αυξάνει στους κυλίνδρους ακόμα περισσότερο τον ήδη ζεστό αέρα, φθάνοντας έως και τους 70 βαθμούς.
Για τη σωστή λειτουργία αυτών των κινητήρων είναι κρίσιμη η απρόσκοπτη λειτουργία του intercooler, ένα ειδικό ψυγείο το οποίο αναλαμβάνει να μειώνει τη θερμοκρασία του αέρα και το οποίο ο οδηγός θα πρέπει να φροντίζει να λειτουργεί άψογα.
Η ακραία ζέστη επηρεάζει επίσης τα πρόσθετα του λιπαντικού νωρίτερα, αλλοιώνοντας τη χημεία του λιπαντικού και εμποδίζοντάς το να λιπαίνει, να ψύχει και να προστατεύει όπως έχει σχεδιαστεί.
Μπορεί να «πολτοποιηθεί», με αποτέλεσμα να φράζει τις στενές διόδους λαδιού και εμποδίζει το λάδι να φτάσει σε ζωτικά εξαρτήματα, προκαλώντας φθορά.
Η πρόληψη της «πολτοποίησης» είναι ιδιαίτερα σημαντική σε κινητήρες που χρησιμοποιούν μεταβλητό χρονισμό βαλβίδων (VVT). Οι υψηλές θερμοκρασίες μπορούν να προκαλέσουν αραίωση του λιπαντικού του κινητήρα, μειώνοντας το ιξώδες του.
Το αραιό λάδι μπορεί να μην παρέχει επαρκή λίπανση, οδηγώντας σε αυξημένη τριβή και φθορά στα εξαρτήματα του κινητήρα. Αυτό μπορεί να επιταχύνει τη διαδικασία γήρανσης του κινητήρα και να μειώσει τη συνολική διάρκεια ζωής του.
Τι γίνεται με τους ντίζελ;
Η ακραία θερμότητα προκαλεί τη διαστολή των μεταλλικών εξαρτημάτων ενός κινητήρα, κυρίως στους ντίζελ. Ενώ οι κινητήρες είναι σχεδιασμένοι να δέχονται κάποια θερμική διαστολή, η υπερβολική θερμότητα μπορεί να ξεπεράσει αυτά τα όρια, οδηγώντας σε στρεβλώσεις ή ρωγμές στα εξαρτήματα του κινητήρα.
Αυτό μπορεί να οδηγήσει σε διαρροές λαδιού, απώλεια συμπίεσης και σημαντική βλάβη του κινητήρα.
Το ντίζελ ως καύσιμο παρουσιάζει αρκετά προβλήματα όσο ανεβαίνει η θερμοκρασία, καθώς μπορεί να δημιουργηθούν εναποθέσεις («μάκα»). Οι εναποθέσεις αυτές μπορούν να φράξουν τα φίλτρα και τα μπεκ, μειώνοντας την απόδοση του κινητήρα και να προκαλέσουν διάβρωση σε εξαρτήματα του συστήματος καυσίμου.
Πέρα από τους κινητήρες, σημαντική επιβάρυνση έχουν πολλά από τα συστήματα του οχήματος, όπως για παράδειγμα ο κλιματισμός, ο οποίος δουλεύει υπερωρίες, ανεβάζοντας την κατανάλωση και προσθέτοντας έξτρα φορτίο στη λειτουργία του κινητήρα.
Και με τα ηλεκτρομοτέρ;
Αν και οι ηλεκτρικοί κινητήρες επηρεάζονται λιγότερο από την ακραία θερμότητα σε σύγκριση με τους θερμικούς κινητήρες, οι μπαταρίες στα ηλεκτρικά οχήματα υποφέρουν σημαντικά.
Οι μπαταρίες λειτουργούν βέλτιστα μεταξύ 20 και 25°C, αλλά η ακραία θερμότητα επιταχύνει τις ηλεκτροχημικές αντιδράσεις, μειώνοντας την απόδοση και τη διάρκεια ζωής τους.
Μια μελέτη της Recurrent Auto δείχνει ότι η αυτονομία της μπαταρίας μπορεί να μειωθεί έως και 31% στους 38ºC.
Τόσο οι συμβατικοί κινητήρες όσο και οι ηλεκτροκινητήρες απαιτούν επαρκή συστήματα ψύξης για να διατηρήσουν τη βέλτιστη απόδοση.
Η διατήρηση των επιπέδων του ψυκτικού υγρού και η χρήση αντλιών θερμότητας στα ηλεκτρικά οχήματα είναι απαραίτητα μέτρα για την αντιμετώπιση της ακραίας ζέστης.