Λεωνίδα Γ. Μαργαρίτη Επιτ. Δικηγόρου Αντιπροέδρου Α.Σ.Π.Ε.
Η Καλλιρρόη Σιγανού-Παρρέν υπήρξε μία από τις πρώτες δημοσιογράφους φεμινίστριες. Υπηρέτησε αρχικά ως Διευθύντρια του Παρθεναγωγείου της Ελληνικής Κοινότητας Οδησσού, ενώ ακολούθως παντρεύτηκε τον Ιωάννη Παρρέν, γιο Γάλλου και μιας Αγγλίδας ιδρυτή του Αθηναϊκού Πρακτορείου Ειδήσεων. Με την ενθάρρυνσή του ασχολήθηκε με τη δημοσιογραφία. Υπήρξε πρώτη εκδότρια, ελληνίδα δημοσιογράφος που εξέδιδε το εβδομαδιαίο έντυπο με τίτλο: «ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΩΝ ΚΥΡΙΩΝ» που γράφονταν και απευθύνονταν αποκλειστικά σε γυναίκες. Στόχος της ήταν να φέρει και στη χώρα μας τους φεμινιστικούς προβληματισμούς των δυτικοευρωπαϊκών λαών. Το Μάη του 1887 στο πρώτο της φύλλο κι ενώ στη Βουλή συζητιόταν ο προϋπολογισμός δημοσίευσε ένα άρθρο της με τίτλο: «Φόρος επί των αγάμων». Θα επιχειρήσουμε να δώσουμε μερικά αποσπάσματα αυτού του πανέξυπνου πρωτοποριακού και ρεαλιστικού άρθρου . Αρχικά προτείνει στους πατέρες του ΄Έθνους που τους είχε ανοίξει πάλι η όρεξη για νέους φόρους, να ψηφίσουν ένα νόμο που να φορολογεί ,όλους του άγαμους άνδρες από τριάντα χρονών και πάνω. Με ένα ειρωνικό και λεπτό χιούμορ απευθύνεται στους ηγέτες της Βουλής και τους διατυπώνει την πρότασή της με τα εξής λόγια: «Αν η αγαμία δικαιολογείται γι’ αυτούς, που έχουν ερωμένη την πατρίδα, όπως είναι οι αρχηγοί της συμπολιτεύσεως και της αντιπολιτεύσεως, αυτοί που κάθε μέρα τσακώνονται και ξοδεύουν τις δυνάμεις τους, από ερωτική αντιζηλία βεβαίως, είναι αδικαιολόγητη για όλους τους άλλους. Και ακολουθούν τα επιχειρήματα: Η απόλυτη ελευθερία στον κοινωνικό βίο η ανεύθυνη τεκνοποιία κι η απαλλαγή από κάθε πατρική υποχρέωση, είναι το αγαπημένο πρόγραμμα των αγάμων, που αν το αναλύσουν θ’ ανακαλύψουν την πλάνη τους γιατί ο γάμος είναι δεσμός που η μεν ελπίδα τον εξωραΐζει, η δε ευτυχία τον διατηρεί και η δυστυχία τον κάνει πιο στερεό. Ο Πλούταρχος λέει: «Είν’ ευτυχής εκείνος που δεν εγκαταλείπει τη εστία του κι ευχαριστιέται με τα αληθινά αγαθά που μας δίνει η φύσις . Ανάμεσα στους οικείους του απολαμβάνει κανείς το παρόν και περιμένει το μέλλον ούτε το χωράφι ούτε το περιβόλι μας προσκολλάνε όσο στην πατρίδα ,όσο η σύζυγος και τα παιδιά. …Αυτός τρέμει προ του εγκλήματος, που θα τον στείλει στη φυλακή, κι έτσι, θ’ αφήσει απροστάτευτη την οικογένειά του. Αποφεύγει κάθε άτιμη πράξη, γιατί έχει υπόψη του ότι απ’ αυτή δυσφημίζεται η οικογένεια του. Ο έγγαμος και χωρίς να το θέλει ακόμη αποφεύγει την αργία που γίνεται αιτία τόσων κακών. Θέλει ακόμη, τη δόξα, την τιμή και κάθε πρόοδο της πατρίδας του, γιατί υπολογίζει ότι μέσα σ’ αυτή θ’ αναπτυχθούν τα παιδιά του. Αλλά μήπως και η ευτυχία που χαρίζει ο οικογενειακός βίος είναι μικρή; Ποίος άλλος είναι σε θέση να παρακολουθήσει άγρυπνος και ταλαιπωρημένος τον άνδρα στις βαριές αρρώστιες ,όπως άλλωστε προστάζουν οι νόμοι και η καρδιά ,παρά η σύζυγος;… Kαι όταν έρθουν τα γηρατειά, που δεν έρχονται μόνα, που αλλού μπορεί κανείς να στηριχθεί παρά στα παιδιά που αυτουνών τα δάκρυα θα υγράνουν τον τάφο του πατέρα;».… Βέβαια έχει και περιπέτειες ο έγγαμος βίος, αφού «ουδέν αγαθόν αμιγές κακού» αλλ’ από τη σύγκριση του ενός με τον άλλο βίο ,βγαίνει έκδηλα κερδισμένος ο έγγαμος. Γιατί εκτός των άλλων αυτός προσφέρει πολλά εις την πατρίδα, ενώ ο άγαμος, τίποτε άλλο από την αθλία και δυστυχισμένη του ύπαρξη, που είναι ξεμακρυσμένη από την κοινωνία, σαν τους κηφήνες από το μελίσσι. Δεν είναι λοιπόν δίκαιο στους κηφήνες αυτούς που δεν είναι σε θέση να δώσουν ούτε ένα στρατιώτη για να υπερασπίσει τη γη, που κατοικούν και που τόσα άφθονα τους διατρέφει, να επιβάλει η Βουλή φόρο ανάλογο τουλάχιστον με τις ζημιές που υφίσταται απ’ αυτούς η πολιτεία;» Φυσικά η πρόταση αυτή δεν εισακούστηκε από τη Βουλή τότε ,όπως και σήμερα δεν εισακούγονται οι φωνές των πολυτέκνων και της Α. Σ. Π. Ε.. Αντίθετα οι Κυβερνώντες όχι μόνο δεν επιβάλλουν φορολογία στους αγάμους αλλά αντίθετα επιβάλλουν στους πολυτέκνους όσα παιδιά και αν συντηρούν…την φορολογία των… αγάμων!…