Στις πιο απόμακρες γωνιές της ελληνικής μουσικής σκηνής, οι Grey Gallows αναδύονται σαν ένα φάντασμα από τις σκιές, φέρνοντας μαζί τους την ατμόσφαιρα της σκοτεινής δεκαετίας του ’80. Το συγκρότημα αυτό, που έχει τις ρίζες του στην πόλη της Πάτρας, δημιουργεί μια ηχητική εμπειρία που συνδυάζει την ένταση και τη μελαγχολία, μεταφέροντας τους ακροατές σε έναν κόσμο γεμάτο εσωτερικούς αγώνες και θεραπευτικές αναζητήσεις.
Οι επιρροές του Κωνσταντίνου και του Διονύση αντλούνται από το ευρύ φάσμα της σκοτεινής μουσικής που άνθισε τη δεκαετία του ’80, με ήχους που θυμίζουν τους θρυλικούς Sisters of Mercy και The Cure. Οι στίχοι τους είναι μια βαθιά εξερεύνηση των σκοτεινών συναισθημάτων που όλοι κρύβουμε μέσα μας, αγγίζοντας θέματα όπως η εσωτερική πάλη και η αναζήτηση της θεραπείας μέσα από τη μουσική. Και κάθε κομμάτι τους είναι μια ιστορία που ξετυλίγεται, σαν ένα όνειρο που διαρκώς μεταμορφώνεται.
Το 2017, οι Grey Gallows κυκλοφόρησαν το πρώτο τους αυτοχρηματοδοτούμενο μίνι άλμπουμ με τίτλο “Beyond Reflections”. Αυτή η κυκλοφορία δεν ήταν απλώς ένα ακόμη μουσικό έργο, αλλά μια δήλωση ύπαρξης για το ντουέτο. Ηχογραφήθηκε σε ένα μικρό στούντιο, όπου οι ιδέες τους πήραν τελική μορφή μέσα από τη συνεργασία και την αλληλεπίδραση. Αυτό το μίνι άλμπουμ είναι γεμάτο από ήχους που θυμίζουν έναστρους ουρανούς και σκοτεινές θάλασσες, προσκαλώντας τον ακροατή να βυθιστεί σε έναν κόσμο γεμάτο συναισθηματική ένταση. Τέσσερα χρόνια αργότερα υπέγραψαν με το γερμανικό label Cold Transmission Music με το οποίο συνεργάζονται μέχρι σήμερα, έχοντας ήδη προσφέρει στη δισκογραφία του δύο άλμπουμ, singles και μια συλλογή με remix.
Καθώς οι Grey Gallows συνεχίζουν να πειραματίζονται με τη μουσική τους, δημιουργούν μια γέφυρα ανάμεσα στο παρελθόν και το παρόν, αναβιώνοντας την κληρονομιά της σκοτεινής μουσικής με έναν φρέσκο και μοναδικό τρόπο. Είναι μια πρόσκληση να εξερευνήσεις τις πιο βαθιές γωνιές της ψυχής σου, να αντιμετωπίσεις τα σκοτάδια και να βρεις την ομορφιά μέσα σε αυτά. Στον κόσμο των Grey Gallows, η μουσική δεν είναι απλώς ήχος· μοιάζει σαν μια εμπειρία που θέλει να σε ταξιδεύει πέρα από τα όρια της καθημερινής πραγματικότητας…
Ένα φθινοπωρινό απόγευμα, με τη βροχή να πέφτει απαλά στα δρομάκια του Ψυρρή, οι Grey Gallows μίλησαν στο Olafaq για την μουσική τους, την πορεία τους, και την αντίληψή τους για όλα όσα συμβαίνουν γύρω μας.
– Πριν φτιάξετε τους Grey Gallows είχατε προηγούμενες εμπειρίες σε άλλες μπάντες; Πώς ξεκίνησε ο καθένας σας το μουσικό του ταξίδι;
Διονύσης: Καταρχάς να σε ευχαριστήσουμε για την πρόσκληση, Γιάννη! Ναι, και οι δύο μας έχουμε επαφή με την μουσική, και με μπάντες από τα εφηβικά μας χρόνια, σε διάφορα είδη από το ψυχεδελικό ροκ μέχρι και το ατμοσφαιρικό black metal και το grunge. Προσωπικά όσο θυμάμαι, τον εαυτό μου, το στούντιο και η συναναστροφή με άλλους μουσικούς ήταν, για χρόνια, σχεδόν ολοκληρωτικά, η διασκέδαση μου αφιερώνοντας σχεδόν κάθε Σαββατοκύριακο σε πρόβες σε διάφορα στούντιο της Αθήνας και φυσικά μετά ή πριν, παρέα στα σπίτια για κάνουμε άπειρες ώρες συζητήσεων για διάφορα άλλα συγκροτήματα που ανά περιόδους μας είχαν κάνει εντύπωση. Η ενασχόληση μου με την μουσική άρχισε περίπου στις αρχές του Λυκείου, όταν σταμάτησα κάποιες άλλες δραστηριότητες που είχα και αποφάσισα να πιάσω μια κλασική κιθάρα που υπήρχε στο πατρικό μου.
– Τι σας ώθησε να δημιουργήσετε μαζί αυτό το σχήμα; Ποια χημεία μεταξύ σας θεωρείτε ότι λειτούργησε καλύτερα και ταιριάξατε;
Δ: Το 2014 όταν μετακόμισα μόνιμα στην Πάτρα είχα ήδη ένα σχήμα στην Αθήνα, το οποίο όμως δεν μπορούσε τελικά να λειτουργήσει εξ αποστάσεως. Έτσι αποφάσισα να βάλω μια αγγελία σε ένα μουσικό site που όμως και πάλι δεν έφερε κάποιο αποτέλεσμα. Τελικά γνωριστήκαμε σε ένα μαγαζί όπου έπαιζε DJ ένας κοινός γνωστός μας κάθε Τετάρτη, στον Ηχότοπο στην Πάτρα, και αφού ταιριάξαμε πρώτα ως χαρακτήρες, και σιγά σιγά δημιουργήθηκε μια φιλία, αποφάσισα να προτείνω στον Κωνσταντίνο να δημιουργήσουμε ένα ντουέτο, κάτι το οποίο μέχρι τότε δεν είχε κάνει κανένας από τους δυο μας. Άρα, θα έλεγα ότι πρώτα δημιουργήθηκε η φιλία και απόρροια της ήταν το συγκρότημα. Φυσικά δεν είχαμε ιδέα τι θα ακολουθούσε, δεδομένου ότι έπρεπε να αναλάβουμε ρόλους που μέχρι τότε μας ήταν άγνωστοι, για παράδειγμα εγώ έκανα την μίξη και το mastering με την βοήθεια ενός φίλου μέχρι και το δεύτερο μας άλμπουμ, αλλά υπήρχε πολύ διάθεση για δημιουργία.
– Ποιες είναι οι βασικές μουσικές επιρροές που καθόρισαν τον ήχο του συγκροτήματος σας; Αν σήμερα συγκαταλέγεστε στο γενικότερο darkwave και post-punk είδος, ποια στοιχεία από αυτό το ρεύμα θα λέγατε ότι επηρεάζουν περισσότερο την αισθητική σας;
Δ: Όταν αποφασίσαμε να δημιουργήσουμε το γκρούπ, είχαμε κατά νου συγκροτήματα του εξωτερικού αλλά και της Ελλάδας και γενικότερα τον ήχο των 80s και 90s. Συγκροτήματα όπως οι Sisters Οf Mercy, Bauhaus, Joy Division, South Οf Νo North, Rehearsed Dreams, Yell-Ο-Yell ήταν θα έλεγα οι βασικές μας αναφορές στο τι θέλαμε να προσεγγίσουμε ηχητικά, άσχετα αν αργότερα προσπαθήσαμε να εντάξουμε περισσότερα στοιχεία στην μουσική μας και κυρίως τον ηλεκτρονικό ήχο. Νομίζω ότι αυτό φαίνεται κάπως αν κάποιος ακούσει την δισκογραφία μας από την αρχή μέχρι σήμερα. Πλέον ο όρος darkwave, ή και goth ακόμα, έχει διευρυνθεί τόσο πολύ που εντάσσονται σχήματα τα οποία ίσως παλαιότερα δεν θα συγκεταλέγονταν σε αυτά τα είδη, χωρίς αυτό φυσικά να είναι κακό. Εγώ θα έλεγα ότι οι φάσεις που βρισκόμαστε ανά περιόδους της ζωής μας μέχρι τώρα αλλά και τα προβλήματα της καθημερινότητας μας, είναι αυτά που μας επηρεάζουν και βρίσκουν ως μέσο έκφρασης ή ακόμα καλύτερα αποσυμπίεσης αυτόν τον ήχο. Σίγουρα μας αρέσουν και τα drum machine για να αστειευτώ λιγάκι.
– Πώς προσεγγίζετε τη διαδικασία δημιουργίας μουσικής που συνδυάζει στοιχεία του παρελθόντος με τις πιο σύγχρονες επιρροές;
Δ: Θα έλεγα ότι κατά βάση λειτουργούμε κυρίως σαν ακροατές. Δηλαδή προσπαθούμε να παρακολουθούμε όσο γίνεται την σκηνή και να την στηρίζουμε όσο πιο έμπρακτα μπορούμε. Όταν κάτι λοιπόν μας αρέσει το μελετάμε και προσπαθούμε ανάλογα με το υλικό που έχουμε στα χέρια μας να το εντάξουμε μέσα από τα δικά μας “φίλτρα”. Για παράδειγμα όταν ανοίξαμε την συναυλία των Sixth June στην Αθήνα ο Κωνσταντίνος εντυπωσιάστηκε από την λυρικότητα των συνθέσεων τους και κάπως έτσι γεννήθηκε το “Nothing Τo Βelieve”, που κυκλοφόρησε στο τελευταίο μας single. Γενικότερα δεν λειτουργούμε μιμητικά, αλλά πιστεύουμε ότι δεν υπάρχει και παρθενογένεση, άρα όπως είπα και πριν, επηρεαζόμαστε και εμείς όπως φαντάζομαι ότι επηρεάζονται όλοι οι δημιουργοί.
– Λυρικά και στιχουργικά μιλώντας, ποιες θεματικές σας αρέσει να βάζετε στους στίχους σας; Τι ιντριγκάρει περισσότερο τη φαντασία σας; Υπάρχουν περιπτώσεις που οι στίχοι σας μπορεί να μιλούν για εμπειρίες αληθινές ή να σχετίζονται με εμπειρίες των ακροατών σας;
Kωνσταντίνος: Στιχουργικά εμπνεόμαστε είτε από προσωπικά μας βιώματα, είτε από γεγονότα που μας έχουν κάνει εντύπωση στο ευρύτερο κοινωνικό και πολιτικό επίπεδο. Το θέμα των σχέσεων των δύο φύλων επανέρχεται αρκετά συχνά στη προσκήνιο με διάφορους τρόπους, ενώ ως γενικό μοτίβο παραμένει η αντίθεση ανάμεσα στο σκοτάδι και στο φως, που όλοι κρύβουμε μέσα μας. Βέβαια, δε μένουμε ασυγκίνητοι σε γεγονότα που μαρτυρούν βαθύ πόνο, μιας και θεωρούμε ότι αυτός μπορεί να αποτελέσει μια λυτρωτική δύναμη, όταν βιωθεί τη σωστή στιγμή και με την ένταση που πρέπει. Για να δώσω ένα παράδειγμα, στο “Spirits”, από τον τελευταίο μας δίσκο “Strangers”, έχουμε την τιμή να τραγουδά η Kriistal Ann, σε ένα τραγούδι που πραγματεύεται το πως βιώνουν την απώλεια οι μητέρες γυναικών που είναι θύματα γυναικοκτονίας. Είναι ένα αρκετά ιδιαίτερο και βαρύ, ας μου επιτραπεί η έκφραση, θέμα. Εν τέλει, ίσως το ότι καταπιανόμαστε με θεματικές τέτοιας υφής να δηλώνει περισσότερα πράγματα για το δικό μας ψυχισμό, πράγματα που διαρκώς τα δουλεύουμε και τα εκτονώνουμε μέσω της μουσικής και των στίχων. Θα μπορούσα να πω πως η διαδικασία συγγραφής των στίχων λειτουργεί για μας ως μια μικρή, ατομική ψυχοθεραπεία.
– Υπάρχουν προκλήσεις που μπορεί να αντιμετωπίζει ένα συγκρότημα το οποίο προσπαθεί να αναβιώσει ένα είδος μουσικής που έχει τις ρίζες του σε προηγούμενες δεκαετίες;
K: Αρχικά θα μπορούσα να πω κάποια τελείως προφανή, όπως το ότι εμείς προσωπικά ξεκινήσαμε έχοντας ούτως ή άλλως ως δεδομένο πως είναι περιορισμένο το κοινό στην Ελλάδα για το είδος της μουσικής που παίζουμε. Αυτό συνεπάγεται προφανώς πως μια μπάντα, όπως εμείς, γνωρίζει ότι ο δρόμος δεν θα είναι εύκολος, θα υπάρχει πολύ τρέξιμο και ίσως χαμηλή δημοτικότητα, σε σχέση βέβαια με τα κυρίαρχα μουσικά ρεύματα. Νομίζω όμως πως η απάντηση σε αυτή την ερώτηση σχετίζεται κάπως και με το τι όραμα έχει για τη μουσική και για την ύπαρξή του ένα συγκρότημα. Με δεδομένα τα παραπάνω, εάν υπάρχει προσήλωση στο στόχο και αφοσίωση σε αυτά που πρέπει να γίνουν για να επιτευχθεί αυτός, τότε οι δυσκολίες είναι πολύ πιο εύκολα διαχειρίσιμες και εύκολες να ξεπεραστούν. Και στο κάτω κάτω, πιστεύω πως είναι αρκετός ο κόσμος που του αρέσει ο ήχος της σκοτεινής πλευράς των 80s και των 90s. Πάντα θα υπάρχει μια αξιοσημείωτη αντίσταση στο mainstream.
– Υπάρχουν συγκεκριμένα κομμάτια ή άλμπουμ για τον καθένα σας, που θεωρείτε ότι έχουν επηρεάσει σημαντικά την κατεύθυνση της μουσικής σας;
K: Φυσικά, υπάρχουν ορισμένα άλμπουμ που επηρέασαν και τους δυό μας και μας διαμόρφωσαν μουσικά και αισθητικά. Πολύ εύκολα μπορώ να πω τα “In Τhe Flat Field” και “Mask” από τους Bauhaus, τα “Unknown Pleasures” και “Closer” από τους Joy Division, όπως και τα “First and Last and Always” και “Floodland” των The Sisters of Mercy. Αυτή ήταν η αρχή, η μύησή μας στον σκοτεινό ήχο.
Δ: Είναι πολλά τα άλμπουμ τα οποία με έχουν επηρεάσει όποτε θα αναφέρω και εγώ μερικά ενδεικτικά. Το “Virus Meadow” των And Αlso Τhe Τrees, “First and Last and Always” των Sisters Οf Μercy, το “Vienna” των Ultravox, το “Fiction Tales” των Modern Eon, το “Pornography” των Cure, “Platonic Love & Other Stories” των Venus Ιn Furs και το “Closer” των Joy Division είναι μερικά από τα άλμπουμ στα οποία έχουν πολλές ακροάσεις και έχω την χαρά να τα έχω στην συλλογή μου.
– Πώς βλέπετε την εξέλιξη της darkwave και post-punk σκηνής τα τελευταία χρόνια; Έχετε παρατηρήσει αλλαγές στην αποδοχή του κοινού;
Δ: Νομίζω ότι υπήρχε πάντα μια αρκετά καλή αποδοχή από τον κόσμο σε αυτά τα είδη και απόδειξη είναι ότι υπήρξαν πολλά σχήματα τα οποία εξέλιξαν τον ήχο. Αν τώρα μιλάμε για την Ελλάδα, νομίζω ότι η περίοδος της επονομαζόμενης κρίσης -αν και προσωπικά νομίζω ότι ακόμα εκεί είμαστε ως χώρα και κοινωνία- ίσως επανέφερε κατά κάποιο τρόπο τα ακούσματα αυτά λίγο πιο έντονα στην επιφάνεια. Υπήρξε φυσικά στις αρχές του 2000 αν δεν κάνω λάθος το post-punk revival το οποίο ίσως έδωσε σε μια πιο μεγάλη μάζα την αφορμή να ψάξει λίγο περισσότερο τα είδη και τις αναφορές αυτές.
– Πώς πιστεύετε ότι η όποια «σκοτεινή μουσική», όπως η darkwave, η industrial και η post -punk, μπορεί να λειτουργήσει ως καταφύγιο για τους ανθρώπους σε μια εποχή κοινωνικών και πολιτικών αναταραχών;
K: Πιστεύουμε ότι η μουσική και η τέχνη γενικά μπορεί να λειτουργήσει ως ένα σημείο αποσυμπίεσης του βάρους που φέρουμε όλοι μας εξ΄ αιτίας της σκληρής, πολλές φορές, πραγματικότητας. Βέβαια, συγκεκριμένα η σκοτεινή μουσική, με τον διάχυτο πεσιμισμό που τη διακρίνει, ίσως να έχει την ικανότητα να ελκύει από ένα άτομο πολύ πιο εύκολα τα αρνητικά του συναισθήματα, καταπιεσμένα ή απωθημένα πολλές φορές, ούτως ώστε αυτά να βγαίνουν προς τα έξω, να διαχέονται και να μην το κατακλύζουν, καθιστώντας το μη λειτουργικό. Υπό αυτό το πρίσμα, όντως η σκοτεινή μουσική λειτουργεί, ως καταφύγιο, ως μια πολύτιμη ανάσα ζωής, ως το σημείο εκείνο που τέμνονται τα κατακλυσμιαία συναισθήματά μας σε συνθήκες έντονης κοινωνικής και πολιτικής ανασφάλειας.
– Σε ποιες πτυχές της σύγχρονης Ελληνικής κοινωνίας βλέπετε τις θεματικές της μουσικής σας να αντηχούν περισσότερο;
K: Είναι ορισμένες πτυχές της σύγχρονης Ελλάδας που μας θυμώνουν και μας απογοητεύουν και εμμέσως προσπαθούμε να θίξουμε αυτά τα θέματα με τους στίχους μας. Η γενικευμένη κοινωνική αδιαφορία προς τον συνάνθρωπο, η τάση επιβολής και εξόντωσης, συχνά με κανιβαλιστικό τρόπο της διαφορετικότητας και του αδύναμου, η πολιτική αφασία και η ανευθυνότητα μεγάλου μέρους της ελληνικής κοινωνίας είναι ορισμένα από αυτά. Στον αντίποδα, μέσα σε αυτές τις συνθήκες, μας χαροποιούν και μας γεμίζουν με συγκρατημένη αισιοδοξία κάποιες κινήσεις αλληλεγγύης με πολιτικό πρόσημο, κινήσεις τις οποίες όσο μπορούμε παρακολουθούμε και στις οποίες συνεισφέρουμε κατά το δυνατόν.
– Πιστεύετε ότι η μουσική σας μπορεί να συμβάλει στη δημιουργία μιας αίσθησης κοινότητας και ενότητας σε μια εποχή που οι άνθρωποι νιώθουν ολοένα και πιο απομονωμένοι;
K: Αυτό θα ήταν το ιδανικό για εμάς, να μπορέσουμε να συνεισφέρουμε με τη μουσική μας στη δημιουργία μιας αίσθησης κοινότητας μέσα στη σύγχρονη δυστοπία στην οποία ζούμε. Θεωρούμε πως υπάρχει ένα κοινό αισθητικό και πολιτισμικό σημείο στους ανθρώπους που αντιλαμβάνονται την ύπαρξη ως μία διαρκή διαδικασία εναλλαγής θετικών και αρνητικών καταστάσεων, πολλές φορές απότομων. Δεν είναι λίγες οι φορές που και μέσα από τους στίχους μας γίνεται μια τέτοια αναφορά, με έμμεσο τρόπο. Μας γεμίζει, λοιπόν, μεγάλη χαρά η ιδέα ότι πράγματα για τα οποία μιλάμε πιθανώς να έχουν επηρεάσει θετικά τη ζωή ή την κοσμοαντίληψη άλλων ανθρώπων. Μοιραζόμαστε, εξάλλου, όλοι αυτή την συγκλονιστική ανθρώπινη εμπειρία, την τόσο όμορφη αλλά και σκληρή ταυτόχρονα.
– Πώς βλέπετε τον ρόλο της μουσικής γενικότερα στην έκφραση κοινωνικών και πολιτικών ζητημάτων στη σημερινή εποχή; Στη δική σας μουσική χωράει το πολιτικό μήνυμα;
Δ: Αν και οι στίχοι μας έχουν να κάνουν περισσότερο με τον άνθρωπο, την ψυχοσύνθεση του αλλά και τα διλήμματα τα οποία τον ταλανίζουν, σίγουρα έχουμε και τραγούδια πιο πολιτικά, όχι όμως με την κλασσική, επαναστατική ίσως, έννοια. Το “Deafland” για παράδειγμα είναι ένα κομμάτι το οποίο μιλά για την αποξένωση και την συντριβή του ατόμου που δημιουργεί το επονομαζόμενο “σύστημα” ώστε να ενταχθεί στο σύνολο, πώς δηλαδή έννοιες όπως η αγάπη αλλά και το δίκαιο, πλέον παύουν να έχουν αξία στην σημερινή δομή της ψηφιακής κοινωνίας και ας είναι βασικές προϋποθέσεις της φυσικής μας υπόστασης. Αυτό για εμάς είναι ένα πολιτικό statement.
– Μπορεί η μουσική (και η Τέχνη γενικότερα) να γίνει τόσο ανατρεπτική, μέχρι εκείνο το σημείο που θα καταφέρει να αλλάξει εντελώς την αντίληψή μας για τον σημερινό κόσμο; Σε ποιο βαθμό πιστεύετε ότι η μουσική μπορεί να επηρεάσει τη δημόσια συζήτηση γύρω από σημαντικά κοινωνικά ζητήματα;
K: Η μουσική και η Τέχνη γενικότερα μπορεί να γίνει – και έχει γίνει – ανατρεπτική, αναδεικνύοντας σκληρές παθογένειες της κοινωνίας μας, τόσο σε τοπικό όσο και σε παγκόσμιο επίπεδο. Σαφώς μπορεί να επηρεάσει ώστε να αλλάξουν πολλές συνειδήσεις και αυτό γίνεται διαρκώς. Ωστόσο, αυτό από μόνο του δεν αρκεί. Είναι δηλαδή ίσως περιορισμένη η εμβέλεια επιρροής που μπορεί να έχει η Τέχνη, στο βαθμό που να αλλάξει την αντίληψή μας για τον σύγχρονο κόσμο συνολικά, αλλάζοντας την ίδια την κοινωνία. Και αυτό γιατί, κατά κύριο λόγο, για μια τόσο δραστική κοινωνική αλλαγή απαιτείται αφύπνιση και ενεργοποίηση του ίδιου του ατόμου. Η Τέχνη, όμως, μπορεί να δώσει ένα πολύ ισχυρό αρχικό ερέθισμα αλλά και την απαραίτητη έμπνευση για μια τέτοια αλλαγή.
– Ποιες είναι οι προσωπικές σας απόψεις σχετικά με την επίδραση της τεχνολογίας στη δημιουργία και την κατανάλωση της μουσικής σήμερα; Σας ικανοποιεί η μόδα/τάση του streaming;
Δ: Σίγουρα η εξέλιξη της τεχνολογίας βοήθησε ώστε να μπορέσουν πολλά συγκροτήματα από όλες τις γωνιές του κόσμου, να έρθουν σε επαφή με ένα κοινό παγκοσμίως κάτι το οποίο δεν θα μπορούσε να γίνει την εποχή που υπήρχε απόλυτη εξάρτηση από της δισκογραφικές εταιρείες. Φυσικά όμως αυτό είχε και τις συνέπειες του, τουλάχιστον όπως εγώ τον αντιλαμβάνομαι. Πλέον έχει αλλάξει ριζικά ο τρόπος με τον οποίο ακούμε όλοι μουσική. Είναι χαρακτηριστικό ότι ζούμε την εποχή των singles γιατί δύσκολα κάποιος θα κάτσει να ακούσει έναν δίσκο ολόκληρο ή ακόμα και ένα κομμάτι χωρίς να κάνει skip αν δεν του κεντρίσει την προσοχή μέχρι το πρώτο λεπτό ακρόασης. Νομίζω υπάρχουν αρκετές αναλύσεις πάνω σε αυτό το θέμα. Προσωπικά εμένα με θλίβει γιατί πιστεύω ότι μέσα σε αυτόν τον τεράστιο όγκο πληροφορίας ο οποίος μας διατίθεται απλόχερα, χάνονται ας το που με “διαμάντια”. Αυτό φυσικά είναι η νόρμα πλέον οπότε και εμείς σαν μπάντα προσπαθούμε να ευθυγραμμιστούμε με αυτά τα δεδομένα.
– Πώς αντιλαμβάνεστε την αντίθεση ανάμεσα στη σκοτεινή ατμόσφαιρα της μουσικής σας και την ανάγκη των ανθρώπων για θετική αλλαγή και ελπίδα;
K: Το αντιλαμβανόμαστε και βιωματικά και διαισθητικά, γιατί το έχουμε ζήσει. Δεν μπορείς να δεις και να εκτιμήσεις το φως, εάν πρώτα δεν έχεις περιπλανηθεί στο σκοτάδι. Αυτή η αντίφαση είναι ουσιώδης για εμάς ατομικά αλλά και κομβική για την “κοσμοθεωρία” των Grey Gallows. Η ανάγκη για αλλαγή και ελπίδα έρχεται κατά κύριο λόγο όταν συνειδητοποιείς ότι ακόμα και στις πιο δύσκολες συνθήκες πρέπει να πας παρακάτω, ότι πρεπει να αλλάξεις για να μπορέσεις να συνεχίσεις. Και όπως μας αρέσει να λέμε, γκρι είναι το χρώμα της ζωής, μαύρο για τον θάνατο, λευκό για την ελπίδα. Αυτό πιστεύω είναι δηλωτικό της φιλοσοφίας μας.